Με την πρόσκληση του Πανοσιολογιωτάτου Αρχιμανδρίτου Νικοδήμου, Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Φιλοθέου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κερκύρας κ. Νεκτάριος επισκέφθηκε το Αγιώνυμον Όρος, προκειμένου να προστή της ετησίας πανηγύρεως του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου της ως άνω Ιεράς Μονής.
Ο Σεβασμιώτατος επισκέφθηκε την Παρασκευή 5 Απριλίου 2024 την Ιερά Μονή Καρακάλλου και προέστη της Ακολουθίας των Χαιρετισμών της Θεοτόκου. Την επομένη λειτούργησε στο Καθολικό της Ιεράς Μονής Καρακάλλου μέσα σε κλίμα αγάπης και κατανύξεως με την συμμετοχή της ευλογημένης Αδελφότητας της Ιεράς Μονής και του Καθηγούμενου της, ανδρός πνευματικού και σοφού, π. Φιλοθέου.
Ακολούθως το Σάββατο 6 Απριλίου 2024 ο Σεβασμιώτατος έφθασε στην Ιερά Μονή Φιλοθέου, όπου η ανανεωμένη Αδελφότητα της Ιεράς Μονής με νέους πατέρες υπό την πνευματική ηγεσία του Καθηγουμένου της Ιεράς Μονής Γέροντος Νικοδήμου, τον υποδέχτηκαν με αγάπη και σεβασμό και σε εγκάρδιο κλίμα έγινε η δοξολογία στο Καθολικό της Ιεράς Μονής, όπου και αντηλλάγησαν η προσφώνηση από τον Πανοσιολογιώτατο Καθηγούμενο και η αντιφώνηση από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κερκύρας κ. Νεκτάριο.
Το απόγευμα του Σαββάτου, και μετά την Ακολουθία του μικρού Εσπερινού, περί ώρα 7:30 μ.μ. άρχισε η μεγαλοπρεπής αγρυπνία προς τιμήν του υπερθαυμαστού γεγονότος του Ευαγγελισμού της Παναγίας μας.
Η Ιερά Μονή κατακλύστηκε από πλήθος προσκυνητών, μοναχών και λαϊκών, οι οποίοι υπερέβαιναν τους εξακόσιους, ενώ η φιλοξενία της Ιεράς Μονής ήτο Αβραμιαία ακόμη και για τον τελευταία προσκυνητή. Τα αναλόγια πλαισίωσαν οι καλλικέλαδοι ιεροψάλτες του Αγιωνύμου Όρους, ο Γέρων Δαμασκηνός ο Νεοσκητιώτης μετά της συνοδείας του και από την άλλη πλευρά το αναλόγιο πλαισίωσαν οι Καρακαλλινοί καλλικέλαδοι μοναχοί ιεροψάλτες.
Στην Αγρυπνία παρέστησαν, εκτός του Πολιτικού Διοικητή του Αγίου Όρους και των εκπροσώπων των άλλων πολιτικών αρχών, ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Ιωσήφ, Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Ξηροποτάμου, ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Φιλόθεος, Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Καρακάλλου, ο Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης Χαράλαμπος, Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Κωνσταμονίτου με τους οποίους και συλλειτούργησε ο Σεβασμιώτατος με πλειάδα ιερέων και διακόνων.
Μετά το πέρας της Αγρυπνίας, η οποία τελείωσε στις 10:30 το πρωί, ακολούθησε η πανηγυρική τράπεζα της Ιεράς Μονής. Ο Πανοσιολογιώτατος Καθηγούμενος αυτής Αρχιμανδρίτης Νικόδημος προσφώνησε τον Σεβασμιώτατο με λόγους εγκαρδίους, αφού προηγουμένως αναφέρθηκε στο νόημα της εορτής. Ο Σεβασμιώτατος στην αντιφώνησή του απευθυνόμενος προς τον Καθηγούμενο, την Αδελφότητα και όλους τους προσκυνητές, αναφέρθηκε σε τρία θεολογικά σχόλια γύρω από το απ΄ αιώνων αποκεκρυμμένον μυστήριον.
Η Παναγία μητέρα του Κυρίου μας μετά την είσοδό της στα Άγια των Αγίων στο ναό των Ιεροσολύμων και την παραμονή της εκεί, έφθασε στην θέωση, θεώθηκε δηλαδή. Έτσι λοιπόν κατά την ημέρα του Ευαγγελισμού, της αναγγέλλεται από τον Αρχάγγελο Γαβριήλ η σύλληψη του Χριστού με τρόπο θαυμαστό και υπερφυσικό. Όλα αυτά τα γεγονότα τα περιγράφει ο Ευαγγελιστής Λουκάς με σειρά στο Ευαγγέλιό του με απλό και συνοπτικό τρόπο, ο οποίος δείχνει την αυθεντικότητα και αλήθεια του γεγονότος. Όμως, η συνάντηση του ανθρώπου με τον Θεό ή με τους Αγγέλους Του γίνεται σε πολύ ελάχιστο χρονικό διάστημα, ακόμη και τα λεγόμενα είναι πολύ σύντομα γιατί όλα αυτά γίνονται σε κατάσταση θείας χάριτος. Δεν είναι συναντήσεις ανθρώπινες και δεν υπάρχει ο ανθρώπινος τρόπος σε αυτές τις επικοινωνίες, αλλά είναι κατεξοχήν προφητικά γεγονότα. Δηλαδή το γεγονός του Ευαγγελισμού έγινε μέσα σε κατάσταση θείας αποκαλύψεως και θεωρίας που απευθύνεται όχι στη λογική, αλλά στην καρδιά του ανθρώπου που μετέχει σ΄αυτή την αποκαλυπτική εμπειρία.
Το πρώτο θεολογικό σχόλιο που ανέφερε ο Σεβασμιώτατος είναι ότι η ενανθρώπηση του Υιού και Λόγου του Θεού έγινε αποκλειστικά και μόνον από την φιλανθρωπία του Θεού, διότι ο φιλόστοργος Θεός καθώς βλέπει το γένος του ανθρώπου, το οποίο δημιούργησε και πάντοτε το φρόντιζε, να είναι υπόδουλο και να τυραννιέται από τα πάθη της ατιμίας, έστειλε τον Υιό Του τον Μονογενή για να το λυτρώσει από τον διάβολο. Η Ορθόδοξη θεολογία έρχεται σε αντίθεση με την άποψη της Δυτικής Εκκλησίας, η οποία υποστηρίζει ότι τούτο το γεγονός έγινε για να δικαιωθεί η τρωθείσα δικαιοσύνη του Θεού, η σχολαστική θεολογία της Δύσεως δεν μπορεί να ταυτιστεί με το πνεύμα της Ανατολής.
Το δεύτερο θεολογικό σχόλιο είναι ότι την αναγγελλία αυτού του μυστηρίου ο Θεός την ανέθεσε σε έναν από τους Αρχαγγέλους του, τον ένδοξο Γαβριήλ, επειδή: «ηθέλησε λαθείν ου μόνον τον σατανάν, αλλά και αυτάς τας ουρανίας δυνάμεις», όπως μας λέγει χαρακτηριστικά ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής. Με αυτό τον τρόπο ο ίδιος ο Θεός ήθελε να καταργήσει την δυναστεία του διαβόλου που κατεξουσίαζε τον άνθρωπο με την αμαρτία και τον θάνατο.
Το τρίτο θεολογικό σχόλιο αφορά στο γεγονός ότι ο Θεός οικονόμησε να προκαθαρθεί η Παναγία μας από το Άγιο Πνεύμα, ώστε να είναι άξια για ένα τέτοιο μεγάλο και παγκόσμιο μυστήριο. Για το λόγο αυτό και ο Αρχάγγελος Γαβριήλ την αποκάλεσε κεχαριτωμένη, επειδή ήταν γεμάτη από τη χάρη του Θεού, αφού στα Άγια των Αγίων είχε φθάσει στην θέωση και είχε χαριτωθεί. Παρά το γεγονός ότι ο χρόνος του Ευαγγελισμού δεν έγινε στο δικό μας χρόνο, ούτε στην κατάσταση των ανθρωπίνων σχέσεων και παρά το γεγονός ότι η Παναγία μας ρώτησε τον Αρχάγγελο: «Πώς έσται μοι τούτο, επεί άνδρα ου γινώσκω;” δεν καθυστέρησε να δώσει την συγκατάθεσή της λέγοντας το: «Ιδού η δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».
Στο τέλος ο Σεβασμιώτατος απηύθυνε ευχαριστίες στον Οικουμενικό Πατριάρχη, ο οποίος του χορήγησε την άδεια για να προστεί στην ιερά πανήγυρη της Μονής, όπως και στον Πανοσιολογιώτατο Καθηγούμενο, ο οποίος τον προσκάλεσε να λάβει μέρος στην πανήγυρη της Μονής με την οποία ο Σεβασμιώτατος έχει μακρούς πνευματικούς δεσμούς από την εποχή του αειμνήστου Γέροντος Εφραίμ, κατά την παιδική του ηλικία.