Η άμεση τακτοποίηση των οργανικών θέσεων, οι μισθολογικές εξελίξεις καθώς και θέματα που απασχολούν την κοινή γνώμη, κυριάρχησαν κατά την ετήσια Γενική Συνέλευση του Ιερού Συνδέσμου Κληρικών Ελλάδος, που πραγματοποιήθηκε στην Αθήνα.
Στην Γενική Συνέλευση παρέστησαν μέλη από ακριτικές περιοχές της Ελλάδας, όπως το Διδυμότειχο, την Ξάνθη, την Κέρκυρα και της Κρήτη, ενώ τονίσθηκε για άλλη μια φορά η ανάγκη συσπειρώσεως όλων των Κληρικών γύρω από τον ΙΣΚΕ και η χρεία επαγρυπνήσεως γιατί τίποτα δεν είναι δεδομένο που να εξασφαλίζει το μέλλον των Κληρικών.
“Η κατάσταση στην πατρίδα μας αλλάζει ραγδαία”
Στις μεταβαλλόμενες κοινωνικά εξελίξεις αναφέρθηκε στο χαιρετισμό του ο Πρόεδρος του Συνδέσμου, Πρωτοπρ. π. Γεώργιος Σελλής, τονίζοντας πως από την θέση του είναι υποχρεωμένος να κρούση τον κώδωνα του κινδύνου για όσα συμβαίνουν.
“Η κατάσταση στην πατρίδα μας αλλάζει ραγδαία και δεν ξέρει κανείς τι να βάλλει σε προτεραιότητα. Να ασχοληθεί με τα μισθολογικά του κλάδου του ή με την αγωνία για το αν υπάρχει αύριο σ αυτήν την χώρα που μας γέννησε. Από την θέση αυτή είμαι υποχρεωμένος να κρούσω τον κώδωνα του κινδύνου για την ωρολογιακή βόμβα που ήδη υπάρχει στα θεμέλια της Πατρίδας μας και ας προσκρούσω στις ενστάσεις των καλών χριστιανών που στο όνομα της αγάπης του Χριστού θυμούνται τους ξεριζωμένους, αλλά στην καθημερινή τους ζωή πίνουν το αίμα των συνανθρώπων τους”, σημείωσε χαρακτηριστικά.
Επίσης, τονίστηκε από αρκετούς παρισταμένους, η αλγεινή εντύπωση που δημιουργήθηκε για την μη συμπερίληψη των συμβόλων της Εκκλησίας και του Κλήρου στον λογότυπο για τα 200 χρόνια από την Επανάσταση του 1821.
Οι αποφάσεις του ΣτΕ και του ΕΔΑΔ και οι «διευκρινίσεις» της Εκκλησίας
Η Γενική Συνέλευση του ΙΣΚΕ πραγματοποιήθηκε στον απόηχο της απόφασης της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας, που απέρριψε την αίτηση της Εκκλησίας της Ελλάδος, με την οποία ζητούσε να ακυρωθεί το ΠΔ 18/2018 για τον οργανισμό του υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων, κρίνοντας ότι είναι συνταγματική η αφαίρεση από τον εν λόγω οργανισμό, της «ανάπτυξης της θρησκευτικής συνείδησης», δηλαδή της θρησκευτικής αγωγής των νέων.
Σε ανακοίνωσή της η Εκκλησία της Ελλάδος αναφέρει ότι η απόφαση του ΣτΕ, δεν αφαιρεί επί τη ουσίας της θρησκευτική αγωγή από τους σκοπούς του Υπουργείου Παιδείας, αναφέροντας ότι «το ΣτΕ έκρινε ότι η παράλειψη αναφοράς του σκοπού αυτού στο Διάταγμα δεν αποτελούσε παράβαση του Συντάγματος, όχι επειδή επιτρέπεται η αφαίρεση της θρησκευτικής αγωγής από την εκπαίδευση, αλλά επειδή αρκεί ότι η θρησκευτική αγωγή ήδη προβλέπεται στο Σύνταγμα (16 παρ. 2) και στον νόμο 1566/1985, ώστε δεν απαιτείτο η επανάληψή της στο διάταγμα οργάνωσης των υπηρεσιών του ΥΠΕΘ».
«Συνεπώς αντίθετα με όσα διαδόθηκαν χωρίς κατανόηση του σκεπτικού της, η απόφαση 210/2020 του ΣτΕ δεν έκρινε ότι παύει να εντάσσεται στους σκοπούς της δημοκρατικής παιδείας υπό την εποπτεία του Υπουργείου Παιδείας και Θρησκευμάτων η ανάπτυξη θρησκευτικής συνείδησης, για το περιεχόμενο της οποίας σε ό,τι αφορά τα τέκνα ορθοδόξων χριστιανικών οικογενειών, έχει εκδώσει κατά τα τελευταία έτη αποφάσεις η Ολομέλεια του ΣτΕ (660/2018, 926/2018, 1749/2019 και 1750/2019)» καταλήγει η Εκκλησία της Ελλάδος.
Η αντίδραση της αντιπολίτευσης
Η απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας για τον Οργανισμό του υπουργείου Παιδείας δημιουργεί και τις προϋποθέσεις για την αφαίρεση του τίτλου «Θρησκευμάτων» από τον πλήρη τίτλο του υπουργείου Παιδείας, όπως είναι σε όλα τα αντίστοιχα υπουργεία των χωρών της Ευρώπης. Κυρίως, όμως, παρέχει τις δυνατότητες για να συζητήσουμε νηφάλια την παραπέρα ενίσχυση των διακριτών ρόλων της Πολιτείας και Εκκλησίας.
Τη δήλωση αυτή έκανε σήμερα ο πρώην υπουργός Παιδείας Κ. Γαβρόγλου, με αφορμή την απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας που έκρινε συνταγματικό το Προεδρικό Διάταγμα για τον οργανισμό του υπουργείου Παιδείας.
ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΟΛΟΚΛΗΡΗ Η ΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ Κ. ΓΑΒΡΟΓΛΟΥ
Σήμερα ήταν μία σημαντική ημέρα για την ενίσχυση των διακριτών ρόλων Πολιτείας και Εκκλησίας. Συνταγματική –κατά πλειοψηφία και με πρόεδρο την κ.Α.Σακελλαροπούλου— κρίθηκε από την Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας η αφαίρεση από την αποστολή του Υπουργείου Παιδείας της «ανάπτυξης της θρησκευτικής συνείδησης», βάσει του Προεδρικού Διατάγματος 18/2018. Στο ΣτΕ είχαν προσφύγει η Εκκλησία της Ελλάδος, η Μητρόπολη Πειραιά, ο μητροπολίτης Πειραιά Σεραφείμ Μεντζελόπουλος, η «Πανελλήνια ‘Ενωσις Θεολόγων», η «Εστία Πατερικών Μελετών» και δύο γονείς των οποίων τα παιδιά τους φοιτούν στο δημοτικό σχολείο και στο λύκειο.
Η απόφαση αυτή δημιουργεί και τις προϋποθέσεις για την αφαίρεση του τίτλου «Θρησκευμάτων» από τον πλήρη τίτλο του Υπουργείου Παιδείας, όπως είναι σε όλα τα αντίστοιχα Υπουργεία των χωρών της Ευρώπης. Κυρίως, όμως, παρέχει τις δυνατότητες για να συζητήσουμε νηφάλια την παραπέρα ενίσχυση των διακριτών ρόλων της Πολιτείας και Εκκλησίας.
Οφείλουμε ένα μεγάλο ευχαριστώ στο πολιτικό και διοικητικό προσωπικό του Υπουργείου μαζί και στους νομικούς που με σχολαστικότητα διατύπωσαν τους σκοπούς του Υπουργείου όπως αποτυπώθηκαν στον Οργανισμό του.
ΟΙ ΔΗΛΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΝΙΚΟΥ ΦΙΛΗ
Στο ίδιο μήκος κύματος κινήθηκαν και οι δηλώσεις του τομεάρχη Παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ, Νίκου Φίλη.
Η απόφαση, αναφέρει στην ανακοίνωσή του ο κ. Φίλης, «επιβεβαιώνει την ανάγκη η αρμοδιότητα για τα θρησκεύματα, να μεταφερθεί σε άλλο υπουργείο, π.χ. στο υπουργείο Εσωτερικών, όπως συμβαίνει σε όλες τις ευρωπαϊκές χώρες. Για τη μεταφορά αυτή χρειάζεται μόνο πολιτική βούληση». Συνεχίζοντας αναφέρει: «Ας ελπίσουμε ότι η νέα θετική νομολογία του ΣτΕ, με την οποία διαχωρίζεται η θρησκευτική αγωγή από το υπουργείο Παιδείας, θα σταθεροποιηθεί προς όφελος των δημοκρατικών δικαιωμάτων στη χώρα μας. Πάντοτε, ωστόσο, ενεδρεύουν τα παραδικαστικά – παραθρησκευτικά κυκλώματα στο χώρο της Δικαιοσύνης, σε μια περίοδο, μάλιστα, που οι συντηρητικοί άνεμοι απειλούν δικαιώματα στην Ελλάδα και σε ολόκληρο τον κόσμο, προβάλλοντας ψευδεπίγραφα θέματα ταυτότητας».