Ογδόντα τέσσερα χρόνια συμπληρώνονται σήμερα από την ημέρα που o Ιωάννης Μεταξάς απέρριψε το τελεσίγραφο του Εμμανουέλε Γκράτσι, Πρέσβη της Ιταλίας στην Αθήνα, με τo οποίo ζητούσε την παράδοση της πατρίδας μας στους φασίστες που με ύπουλο τρόπο προσπάθησαν να υποδουλώσουν την χώρα.
Το ημερολόγιο έγραφε Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 1940 και η ιστορία θα την καταγράψει ως την ημέρα που, δια στόματος του Πρωθυπουργού Μεταξά, η Ελλάδα φώναξε “ΟΧΙ”. Στο κάλεσμα της ιστορίας η Ελλάδα για ακόμη μία φορά διάλεγε τον δρόμο της τιμής και της διαφύλαξης των ιερών και οσίων του Γένους. Ξεκινούσε να γράφετε μία ακόμη ένδοξη σελίδα στην μακραίωνη ιστορία του Ελληνισμού αυτή τη φορά στα βουνά της Πίνδου. Ήταν η εποποιία του 1940-41 με αξιωματικούς, υπαξιωματικούς, στρατιώτες, εθελοντές και τον λαό μας κάθε ημέρα με το αίμα και τον ιδρώτα τους να αγωνίζονται για να κρατήσουν ζωντανό το “ΟΧΙ”.
Αφιέρωμα του Pemptousia FM στην 28η Οκτωβρίου
Στην προσπάθεια αυτή ο λαός μας είχε προστάτιδα και οδηγό την Υπεραγία Θεοτόκο. Στο μέτωπο βρέθηκε κοντά στους στρατιώτες μας ενισχύοντας το φρόνημά τους και ο ιερός κλήρος. Για εκείνες τις σημαντικές στιγμές και το ρόλο του κλήρου στο μέτωπο της Αλβανίας και την κατοχή μίλησε στην εκπομπή “Επικαιρότητα” και τη δημοσιογράφο Μαρία Γιαχνάκη, ο Πρωτοπρεσβύτερος Ηλίας Δροσινός, Προϊστάμενος του Ιερού Ναού Ζωοδόχου Πηγής Αθηνών.
Στο ραδιόφωνο του Pemptousia FΜ και στην εκπομπή «Επικαιρότητα», με τη Δημοσιογράφο Μαρία Γιαχνάκη, φιλοξενήθηκε το μεσημέρι της περασμένης Τετάρτης, 23 Οκτωβρίου 2024, ο Πρόεδρος του κόμματος «ΝΙΚΗ», Δημήτρης Νατσιός. Με αφορμή την Εθνική Επέτειο της 28ης Οκτωβρίου ο κ. Νατσιός, με την ιδιότητα του εκπαιδευτικού, καθώς επί 35 χρόνια υπήρξε μάχιμος δάσκαλος σε σχολεία στην πατρίδα μας, μίλησε για τις εθνικές εορτές και κατά πόσον αυτές εμπνέουν πια τους νέους στα σχολεία και αν σήμερα η κοινωνία μας παραδειγματίζεται από τις θυσίες των ηρώων μας.
Από το “ΟΧΙ” στα χαρακώματα
Στο διάστημα που προηγήθηκε μέχρι και την 28ης Οκτωβρίου 1940 ήταν διάχυτο το κλίμα που προμήνυε πως οι Ιταλοί δεν θα αργήσουν να επιτεθούν. Στις 15 Αυγούστου 1940 είχε γίνει ο τορπιλισμός της ΕΛΛΗΣ, μια πράξη που έκρουσε το πρώτο καμπανάκι του πολέμου, με τις προκλητικές ενέργειες να συνεχίζονται και τους επόμενους μήνες. Μέχρι την ώρα που οι Ιταλοί πήραν την απόφαση για να επιτεθούν.
Κηφισιά, 3 τα ξημερώματα, Δευτέρα 28 Οκτωβρίου 1940. Ο πρεσβευτής της Ιταλίας Εμμανουέλε Γράτσι, καταφτάνει στο σπίτι του Ιωάννη Μεταξά όπου αιφνιδιαστικά επιδίδει στον Έλληνα Πρωθυπουργό τελεσίγραφο με το οποίο, αφού αρχικά εκτοξεύονται εναντίον της Ελλάδας οι γνωστές μομφές για παραβίαση της ουδετερότητας, επιζητείται η συναίνεση της στην κατάληψη στρατηγικών σημείων του εδάφους της.
Ο Μεταξάς καλούνταν να απαντήσει στο αίτημα της Ρώμης έως τις 6 το πρωί, οπότε και θα εισέβαλλε ο ιταλικός στρατός στο ελληνικό έδαφος. Αφού διάβασε προσεκτικά το κείμενο της διακοίνωσης, αρκέστηκε, απορρίπτοντας το περιεχόμενο της, να παρατηρήσει με έκδηλη θλίψη, αλλά αποφασιστικά: «Alors, c’ est la guerre». Ακολούθως ο Μεταξάς ενημερώνει τον βασιλιά Γεώργιο Β’ ενώ, καλεί στο τηλέφωνο τον αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού, Αλέξανδρο Παπάγο, για να τον ενημερώσει σχετικά με την κήρυξη της άμεσης εκτέλεσης του Σχεδίου Επιστράτευσης.
Στα Βορειοηπειρωτικά βουνά, πριν καλά καλά φτάσει η ώρα της τελικής προθεσμίας του τελεσιγράφου, οι Ιταλοί επιτίθενται. Ο Άγγελος Τερζάκης γράφει για εκείνο το ξημέρωμα: «Η εξουθενωτική νεροποντή, η λάσπη, η ομίχλη, το κρύο, οι αστραπές και οι βροντές από κάθε σημείο του ορίζοντα, συμφύρονταν με τους θορύβους των όπλων και τη λάμψη των οβίδων, αλλά και με τον βόμβο των αεροπλάνων, συνθέτοντας εικόνα κόλασης».
Η Αθήνα ξυπνά από τις καμπάνες των εκκλησιών και από το σφύριγμα των σειρήνων που υποδηλώνουν την έναρξη του πολέμου. Παρά το γεγονός ότι επρόκειτο για πόλεμο η ατμόσφαιρα τόσο στην Αθήνα όσο και στην επαρχία ήταν εορταστική.
Η φύση του Έλληνα ξύπνησε. Προτού καν δημοσιευθεί στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης το διάταγμα για την κήρυξη της Επιστράτευσης, οι δρόμοι κατακλύζονται από πολίτες κατευθύνονται στους στρατώνες, τραγουδώντας στοιβαγμένοι σε κάθε μέσο. Το ίδιο επικρατεί σε κάθε γωνιά της Ελληνικής επικράτειας. Ακόμα και άνθρωποι που βρίσκονταν μακριά από τα γεγονότα ή ήταν εξόριστοι ενεργούσαν με την ίδια χαρά.
Η συμμετοχή του λαού στον αγώνα αυτό που άρχιζε υπήρξε θερμή και ενθουσιώδης, θυμίζοντας στους παλαιότερους την ατμόσφαιρα που επικρατούσε κατά την έναρξη των Βαλκανικών πολέμων. Το ηθικό των στρατιωτών στο μέτωπο παρέμεινε όλους τους μήνες που θα ακολουθήσουν ακμαίο, φέρνοντας νικηφόρα αποτελέσματα και την απελευθέρωση για ακόμη μια φορά της Βορείου Ηπείρου. Όπως αποδεικνύεται εκ του αποτελέσματος, ο Έλληνας στρατιώτης δεν λιγοψύχησε. Η αγανάκτηση για την άδικη ιταλική επίθεση και τις ύπουλες ενέργειες που είχαν προηγηθεί, το ελληνικό φιλότιμο και η εμπιστοσύνη στις ικανότητες των ηγητόρων έδιναν καθημερινά κουράγιο στην ψυχή και στο σώμα του.