Τον κώδωνα του κινδύνου κρούουν οι μελισσοκόμοι της Κρήτης με φόντο τη ραγδαία μείωση στην παραγωγή πευκόμελου στο νησί, που ξεπερνάει το 60%.
Ο πρόεδρος του Μελισσοκομικού Συλλόγου Ανατολικής Κρήτης και αντιπρόεδρος της Ομοσπονδίας Μελισσοκομικών Συλλόγων Ελλάδας Κώστας Λεονταράκης ανέφερε ότι το πρόβλημα εντοπίζεται έντονα την τελευταία δεκαετία, όμως κυρίως τα τελευταία δύο τρία χρόνια ο περιορισμός της παραγωγής, δημιουργεί αγωνία για το μέλλον. «Η συγκομιδή του πεύκου συνολικά όλο το καλοκαίρι, σε όλες τις μελιτοεκκρίσεις -γιατί έχει δύο με τρία στάδια μελιτοέκκρισης του πεύκου- ήταν γύρω στα 20 με 25 κιλά ανά κυψέλη και τώρα είναι σχεδόν μηδενική» ανέφερε ο κ. Λεονταράκης που πρόσθεσε ότι με δεδομένο ότι το πευκόμελο ήταν αυτό που επικρατούσε στην Κρήτη ως ποικιλία «πρωταθλητής» και από την άλλη, η αύξηση στο κόστος παραγωγής, δημιουργούν μια άκρως ανησυχητική κατάσταση.
«Είναι πολύ ανησυχητικό, αν φανταστείτε ότι το κόστος παραγωγής έχει εκτιναχθεί σε αστρονομικές διαφορές. Για παράδειγμα παίρναμε τη ζάχαρη στα 55 λεπτά και τώρα την παίρνουμε στο 1,40 ευρώ. Όταν δεν παίρνουμε και μελίτωμα, καταλαβαίνετε ότι έχουμε πρόβλημα όχι επιβίωσης, αλλά ύπαρξης» δήλωσε ο κ. Λεονταράκης.
Προκειμένου να αντιμετωπίσουν το πρόβλημα, τα προεδρεία των μελισσοκομικών συλλόγων Κρήτης, και η ερευνήτρια-εκπρόσωπος του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ Σοφία Γούναρη, επισκέφθηκαν τον περιφερειάρχη Κρήτης Σταύρο Αρναουτάκη, όπου συζητήθηκε η πρόθεση υπογραφής προγραμματικής σύμβασης μεταξύ της Περιφέρειας Κρήτης και του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ για τη δημιουργία ενός δικτύου παρακολούθησης και ενημέρωσης των μελισσοκόμων για τις μελιτοεκκρίσεις του πεύκου της Κρήτης, προκειμένου να αναζητηθεί επιστημονικά πού οφείλεται το πρόβλημα και πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί αποτελεσματικά στα πευκοδάση του νησιού.
Η δράση του δικτύου όπως ανέφερε στο ΑΠΕ-ΜΠΕ η κ. Γούναρη θα αφορά όλο το νησί. «Χωρίς να υπάρχουν ακριβή στοιχεία, θα μπορούσαμε να πούμε ότι το πευκόμελο μπορεί να αποτελούσε μέχρι και το 60% στην ετήσια παραγωγή μελιού στην Κρήτη και μην ξεχνάμε και το πευκοθυμαρόμελο, το ΠΟΠ μέλι το οποίο έχει πλέον η Κρήτη, το οποίο αυτή την ώρα και αυτό πλήττεται δραματικά» είπε η κ. Γούναρη, η οποία συμπλήρωσε ότι το ζήτημα μπορεί να συνδέεται με την κλιματική αλλαγή, ωστόσο είναι πολυπαραγοντικό.
«Δεν μπορεί να οφείλεται σε έναν μόνο παράγοντα και γι΄αυτό πρέπει να διερευνηθεί. Πρέπει να γίνει παρακολούθηση των πεύκων και των μελιτοεκκρίσεων, έτσι ώστε να δούμε ποιοι είναι οι κρίσιμοι παράγοντες. Πιθανόν ένα μεγάλο ποσοστό της ευθύνης να βαρύνει την αλλαγή του κλίματος και της λειψυδρίας που πλήττει το νησί για πάρα πολλούς μήνες και τις υψηλές θερμοκρασίες, αλλά αυτός είναι ένας παράγοντας» διευκρίνισε η κ. Γούναρη, η οποία εξήγησε παράλληλα ότι το πεύκο ως σύστημα, έχει στοιχεία, τα οποία συνδέονται με την ευζωία του δέντρου, το μελιτογόνο έντομο, τη μέλισσα, το μελίσσι που παίρνει τη μελιτοέκκριση, αλλά και τον ίδιο τον μελισσοκόμο με τους χειρισμούς του. «Κυρίαρχος παράγοντας είναι ο καιρός αλλά ζητούμενο είναι να παρακολουθήσουμε για τρία χρόνια τουλάχιστον για να βγάλουμε συμπεράσματα καθώς για να συμβεί κάτι τέτοιο, πρέπει να έχουμε στοιχεία χρόνων προκειμένου να κάνουμε στατιστική επεξεργασία και να φτάσουμε στο ποιοι από τους παράγοντες αυτούς επηρεάζουν σταθερά κάθε χρόνο την παραγωγή μελιού» συμπλήρωσε η διευθύντρια Ερευνών στο Ινστιτούτο Μεσογειακών Δασικών Οικοσυστημάτων του ΕΛΓΟ ΔΗΜΗΤΡΑ .
Πάντως, στόχευση πέρα από την παρατήρηση που θα φέρει απαντήσεις για τις συνθήκες και τους λόγους που επέφεραν αυτή τη συρρίκνωση της παραγωγής, είναι ανάγκη, όπως ανέφερε η κ. Γούναρη «να συνεχιστεί η παρακολούθηση γιατί αυτά τα πράγματα δεν είναι σταθερά» και πως «βασικός στόχος είναι όλη αυτή η δουλειά να περάσει σε έναν φορέα ούτως ώστε κάποια στιγμή ενδεχομένως να μπορέσουμε να φτάσουμε και σε ένα σύστημα πρόβλεψης της κατάστασης, που θα έχουμε να αντιμετωπίσουμε κάθε χρόνο».