Το πλαίσιο των σχέσεων με την Τουρκία, και άρα, της επίσκεψης του υπουργού Εξωτερικών, έθεσε ο υπουργός Επικρατείας Γιώργος Γεραπετρίτης σε συνέντευξή του στο Πρώτο Πρόγραμμα.
Μιλώντας για την επίσκεψη Δένδια στην Άγκυρα, ο υπουργός Επικρατείας επεσήμανε ότι «ο πρωθυπουργός και ο υπουργός Εξωτερικών βρίσκονται σε πλήρη συντονισμό. «Ήδη από προχθές είχαν συνάντηση όπου χαράχθηκε η διπλωματική γραμμή μας. Άρα, όλα τα ενδεχόμενα αξιολογήθηκαν και ήταν στο τραπέζι, δεν αιφνιδιαζόμαστε ποτέ».
Βεβαίως, «επί της αρχής η ελληνική κυβέρνηση είναι υπέρ του διαλόγου. Πάντοτε όταν συνομιλούν, και πρέπει να συνομιλούν, οι κυβερνήσεις, κακό δεν πρόκειται να παραχθεί». «Όμως», συμπλήρωσε, «εξακολουθούμε να θεωρούμε ότι πρέπει να πηγαίνουμε βήμα βήμα, δεν μπορεί να γίνονται άλματα υπό τις συνθήκες αυτές. Και πάνω από όλα, το πιο σημαντικό, δεν είναι η επικοινωνία, το να υπάρχει επικοινωνία, είναι αναγκαίο αλλά όχι επαρκές. Το επαρκές είναι να υπάρχει και συνέπεια στη στάση», διεμήνυσε προς την άλλη πλευρά, και εν προκειμένω «να συνομιλούμε επί τη βάσει μιας κοινής παραδοχής, που δεν είναι άλλη από το Διεθνές Δίκαιο». Σε κάθε περίπτωση, πρόσθεσε, «η εθνική μας διπλωματία παραμένει πολύ ισχυρή, σε όλα τα ενδεχόμενα εμείς έχουμε απάντηση».
Για το ενδεχόμενο μελλοντικής συνάντησης του Έλληνα πρωθυπουργού και του Τούρκου Προέδρου χαρακτήρισε «αυτονόητο» το γεγονός ότι «κάποια στιγμή στο μέλλον θα συνομιλήσουν οι δύο ηγέτες, νομίζω ότι θα είναι καλό να συνομιλήσουν», διευκρινίζοντας συγχρόνως ότι «όχι, δεν υπάρχει κάτι άμεσο, είναι κάτι που θα προκύψει μετά από πολύ μεγαλύτερη ωριμότητα στα πράγματα». Ενόσω, εξάλλου, είναι «απολύτως αναγκαίο να συνομιλούν οι ηγεσίες των δύο χωρών – έτσι επιλύονται τα προβλήματα όπως αποδεικνύει η ιστορική διαδρομή – από την άλλη πλευρά θα πρέπει να υπάρχουν και ορισμένες παραδοχές σε ό,τι αφορά τα ουσιαστικά ζητήματα που είναι η συνέπεια στις πράξεις και τα λόγια, κι από την άλλη η πίστη στο Διεθνές Δίκαιο ως βάση επίλυσης διαφορών».
Με τον υπουργό Επικρατείας να υπογραμμίζει ότι «η Ελλάδα έχει καλλιεργήσει διπλωματικές συμμαχίες με όλες τις περιφερειακές και διεθνείς δυνάμεις, είναι μέλος της πολύ ισχυρής συμμαχίας, της Ευρωπαϊκής Ένωσης, και έχει καταφέρει να αναγάγει τα ζητήματα των σχέσεων με την Τουρκία σε ευρωτουρκικά θέματα».
Ενώ επανέλαβε τις σταθερές ελληνικές θέσεις, όπως ότι υπάρχει μία κατ’ ουσίαν διαφορά, η οριοθέτηση της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης και της υφαλοκρηπίδας, ως εκ τούτου «η ουσιαστική προαγωγή των σχέσεων θα γίνει μόνο όταν είναι αυστηρά οριοθετημένη, αυστηρά τυποποιημένη η συζήτηση και βεβαίως να έχει μια κοινή αναφορά στο Διεθνές Δίκαιο».
Σε ό,τι αφορά τις ελληνολιβυκές σχέσεις, «αυτή τη στιγμή βρισκόμαστε σε καλό δρόμο, ο Έλληνας πρωθυπουργός ήταν από τους πρώτους ηγέτες, μαζί με τον Ιταλό πρωθυπουργό, που επισκέφθηκαν την Τρίπολη αμέσως μετά την ανάληψη της νέας πολιτικής ηγεσίας. Υπάρχει μια γέφυρα και με την Ε.Ε. και ένα περιθώριο απογαλακτισμού της Λιβύης από την προστασία της Τουρκίας -κι αυτό είναι εξαιρετικά σημαντικό». Ενώ και οι δηλώσεις εκ μέρους του Λίβυου Προέδρου ήταν «προς αυτήν την κατεύθυνση, δηλαδή ότι οφείλουμε να ακούμε και άλλες ισχυρές χώρες της περιοχής. Υπάρχει ένα καλύτερο περιθώριο για να αναπτυχθεί η συνεργασία», συμπέρανε για το θέμα αυτό.