Στο Νεοχώρι, ένα μικρό χωριό στα σύνορα των νομών Αργολίδας και Αρκαδίας, πίσω από τη σήραγγα του Αρτεμισίου, όταν η ώρα πλησιάζει έξι το απόγευμα – και όλη σχεδόν η Ελλάδα βρίσκεται καθηλωμένη στους τηλεοπτικούς δέκτες για να πληροφορηθεί τα νεότερα για την πορεία εξάπλωσης του κοροναϊού από τον καθηγητή Σωτήρη Τσιόδρα – υπάρχει εκεί ένα ζευγάρι ηλικιωμένων που ανοίγει την μικρή οθόνη, αλλά κοιτάζει με άλλο μάτι τον διακεκριμένο επιστήμονα.
Ο κυρ- Παναγιώτης και η σύζυγος του Φωτούλα, κάθε φορά που αντικρίζουν στην τηλεόραση τον κ. Τσιόδρα, κάνουν το σταυρό τους και προσεύχονται «να τον έχει ο Θεός καλά για να βοηθήσει όσο μπορεί τους συνανθρώπους του».
Είναι ίσως οι μόνοι που τον ξέρουν καλύτερα απ’ τον καθένα μας, εδώ και 54 χρόνια. Δηλαδή από τότε που γεννήθηκε. Γιατί είναι οι άνθρωποι που τον έφεραν στον κόσμο. Είναι οι γονείς του και αυτός ο πρωτότοκος γιός τους. «Προσευχή κάνουμε για το παιδί μας και για όλη την Ελλάδα» ήταν η απάντηση του πατέρα και της μάνας του Σιωτήρη Τσιόδρα, όταν την Πέμπτη το απόγευμα τα «Π» επικοινώνησαν τηλεφωνικά μαζί τους, θέλοντας να έχουν μια δήλωση από τους οικείους ενός ανθρώπου, που με την έως τώρα στάση του έχει κερδίσει τον σεβασμό και την εμπιστοσύνη όλης της Ελλάδας.
Ο κυρ Παναγιώτης είναι πιο ανοιχτός στην επικοινωνία μας, σε αντίθεση με την κυρία Φωτούλα, η οποία ακούγεται πιο αυστηρή και απότομη, όπως ο ιατρός γιός τους, κάθε φορά που πρέπει να τοποθετηθεί επί εφιαλτικών υποθέσεων που μπορεί να επιδεινώσουν την ψυχολογία των ήδη δοκιμαζόμενων συμπολιτών του. «Είναι δυνατόν να με ρωτάτε αν θα γίνουμε όπως η Ιταλία; Να προκαλέσουμε πανικό στον κόσμο» ήταν το μήνυμα που έστειλε σε μια από τις τηλεοπτικές του εμφανίσεις όταν ρωτήθηκε «αν φοβάται κάτι τέτοιο».
Ο κυρ Παναγιώτης και η σύζυγος του Φωτούλα ανήκουν στη γενιά της δεκαετίας του 1960 που μετανάστευσε στην Αυστραλία για μια καλύτερη ζωή, έχοντας στις αποσκευές τους μόνο ένα πράγμα. Την ευχή «η Παναγιά μαζί σας» που τους έδωσαν οι γονείς τους, πριν εγκαταλείψουν τα χωριά τους. Σε μια χριστιανική εκκλησία στο Σίδνεϊ γνωρίστηκαν και μετά από λίγο καιρό παντρεύτηκαν.
Το 1965 έφεραν στον κόσμο τον Σωτήρη και λίγα χρόνια μετά έναν ακόμη γιο τον Θανάση, που σήμερα βρίσκεται στην Ολλανδία, ενώ όταν στα μέσα της δεκαετίας του 1970 γύρισαν στην Ελλάδα έκαναν ένα ακόμη παιδί, τον Τάσο.
Η κυρία Φωτούλα από τα εφηβικά της χρόνια, πριν ακόμη ξενιτευτεί στην Αυστραλία, πήγαινε στην εκκλησία του χωριού της, που βρίσκεται έξω από την Καλαμάτα, και όχι μόνο συμμετείχε σε όλες τις θρησκευτικές τελετές της ορθοδοξίας, αλλά καθόταν στο αναλόγιο του «δεξιού ψάλτη, συνεπικουρώντας μελωδικά στη «θεία λειτουργία» τους γηραιότερους ψάλτες της εκκλησίας. Την πίστη στο θεό με ενεργό μάλιστα συμμετοχή στα τελετουργικά της εκκλησίας την μεταλαμπάδευσε σε όλα της τα παιδιά, καθώς εκτός από τον κ. Τσιόδρα, στο Νεοχώρι, πηγαίνει και ψέλνει όταν το επισκέπτεται, κυρίως το Πάσχα, και ο μικρός της γιος, Τάσος.
Η κυρία Φωτούλα ψέλνει ακόμη και σήμερα στο Νεοχώρι, όπου λειτουργεί ανά τακτά χρονικά διαστήματα ο παπα-Βασίλης Νάσης από το Καπαρέλι Αργολίδας. Ο παπα-Βασίλης, με τον οποίο επικοινωνήσαμε, έχει κατά καιρούς «λειτουργήσει» στο χωριό και συγκεκριμένα στην εκκλησία του Άη Γιώργη, έχοντας ως ψάλτη τον ίδιο τον γνωστό ιατρό λοιμωξιλόγο.
«Είναι από τους καλύτερους ψάλτες της Ελλάδος, έχει τελειώσει βυζαντινή μουσική, τον έχω κοινωνήσει πολλές φορές, άριστος οικογενειάρχης και σεμνός. Να τον έχει ο Θεός καλά» αναφέρει κατά τη διάρκεια της συνομιλίας μας. Κατά τη διάρκεια της αναζήτησης και άλλων πληροφοριών μάθαμε πως η σχέση του κ. Τσιόδρα με την εκκλησία δεν ήταν αποτέλεσμα οικογενειακής παράδοσης, κυρίως από την πλευρά της μητέρας του, αλλά και ο πεθερός του, ήταν ιερέας.
Η σχέση του καθηγητή Παθολογίας Λοιμώξεων της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, με την Αρκαδία φαίνεται καρμική. Δεν είναι μόνο ότι το χωριό των γονιών του βρίσκεται στα σύνορα Αρκαδίας-Αργολίδας. Το αγροτικό του το έκανε στην Αρκαδία, στο Κέντρο Υγείας Άστρους Κυνουρίας, ενώ καθημερινά συνεργάζεται με τον υφυπουργό Υγείας, Βασίλη Κοντοζαμάνη που έλκει την καταγωγή του από την ίδιδα περιοχή. Παράλληλα, για την θέση του εκπροσώπου του υπουργείου Υγείας για το νέο κοροναϊό, προτάθηκε στον Β. Κικίλια από τον βουλευτή Αρκαδίας της ΝΔ και υφυπουργό Απόδημου Ελληνισμού, Κ. Βλάση.
«Ως γιατρός είναι άριστος, με πολλές γνώσεις. Δεκτικός και απλός. Έχει αφιερωθεί στην ιατρική και την οικογένειά του», αναφέρει στα «Π» η κ. Πηγή Περδικάκη, διευθύντρια του Κέντρου Υγείας Άστρους. Τα χαρακτηριστικά αυτά φαίνεται να τα έχει εκτιμήσει και ο πρωθυπουργός, γι΄αυτό και δείχνει να τον εμπιστεύεται απόλυτα. Δεν είναι τυχαίο ότι συμμετέχει στις τηλεδιασκέψεις του κ. Μητσοτάκη με την ηγεσία του υπουργείου Υγείας. Ο ίδιος δεν παραλείπει ποτέ να βρίσκεται κάθε πρωί στη θέση του, στο «Αττικόν», όπου νοσηλεύονται κρούσματα του SARS – COV 2.
ΣΠΟΥΔΕΣ
Ο κ. Τσιόδρας φοίτησε στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων, στην Ιατρική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών και έλαβε το πτυχίο της Ιατρικής το 1991, με «Άριστα».
Aνακηρύχθηκε διδάκτορας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών το 2002 και το 2003 έλαβε τον τίτλο της εξειδικεύσεως στην Λοιμωξιολογία, ενώ από το 1993 είχε ξεκινήσει την μετεκπαίδευσή του στο εξωτερικό στο Ισραήλ και στην Ιατρική Σχολή του Harvard. Από τον Δεκέμβριο του 2003 έως και σήμερα συμμετέχει στις δραστηριότητες του τμήματος Παθολογίας της Δ’ Πανεπιστημιακής Παθολογικής Κλινικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνων, με έδρα το νοσοκομείο «Αττικόν».
Κάτι καινούργιο που μάθαμε για τον κ. Τσίοδρα την εβδομάδα, που μας πέρασε είναι και τα «ερυθρόλευκα» αισήματά του. «Εγώ είμαι κόκκινος! Είμαι Ολυμπιακός!», είπε χαμογελώντας.
*Δημοσιεύθηκε στα ΠΑΡΑΠΟΛΙΤΙΚΑ το Σάββατο 21/3