Το θέμα του γάμου των ομόφυλων ζευγαριών είναι θέμα ισότητας που δεν προσφέρεται για διχαστικές προκλήσεις. Σέβομαι τις θέσεις της Εκκλησίας, όμως, αναφερόμαστε σε επιλογές της Πολιτείας και όχι στις θεολογικές πεποιθήσεις. Αυτά είπε μεταξύ άλλων ο πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης στην εισήγησή του στο υπουργικό συμβούλιο για το νομοσχέδιο για τα ομόφυλα ζευγάρια.
“Θέλω να θυμίσω ότι μιλάμε για κάτι το οποίο ισχύει ήδη σε 36 χώρες, σε πέντε ηπείρους, χωρίς πουθενά να φαίνεται ότι έβλαψε την κοινωνική συνοχή και την κυβερνητική αρμονία”, υπογράμμισε και πρόσθεσε:
“Συζητήθηκε και στο εσωτερικό των κομμάτων και είμαι πολύ ικανοποιημένος γιατί και η παράταξή μας κατέκτησε αυτή τη διαδικασία της ώριμης διαβούλευσης, αντί του ισοπεδωτικού μέτρου της κομματικής πειθαρχίας. Σε αυτόν τον διάλογο ακούστηκαν όλες οι απόψεις και σέβομαι όλες τις απόψεις. Ακούστηκαν οι απόψεις της παράδοσης, της εξέλιξης, αλλά και της δικής μας πλευράς που πιστεύω ότι εντάσσει την παράδοση στην εξέλιξη. Ακούστηκαν όμως και φωνές που δεν είχαν ακουστεί μέχρι σήμερα, κυρίως των ομόφυλων γονέων που θα μπορούν επιτέλους να κοιμούνται ήσυχοι το βράδυ, απαλλαγμένοι από το φόβο ότι αν τους συμβεί κάτι, το παιδί τους δεν θα καταλήξει στον άλλο γονέα αλλά θα βρεθεί σε κάποιο ίδρυμα”.
“Ένα θέμα, λοιπόν, ισότητας δεν προσφέρεται, θα το ξαναπώ, για διχαστικές προκλήσεις και σίγουρα δεν προσφέρεται και για υπερβολικές μεγεθύνσεις. Κι έτσι υποδέχομαι και τις θέσεις της Εκκλησίας, τις οποίες σέβομαι απόλυτα. Άλλωστε, αυτή η κυβέρνηση έχει δώσει πολλές πρακτικές λύσεις σε ανάγκες του κλήρου που εκκρεμούσαν εδώ και δεκαετίες“, επεσήμανε.
Διαβάστε το απόσπασμα της εισήγησης του πρωθυπουργού που αφορά τα ομόφυλα ζευγάρια:
“Ο Υπουργός Επικρατείας θα παρουσιάσει τη ρύθμιση για την ισότητα στον πολιτικό γάμο. Είναι μία ρύθμιση που, ανατρέποντας τη συνηθισμένη φορά και σειρά των πραγμάτων, έχουμε συζητήσει εκτενώς ήδη με τους βουλευτές μας. Είναι ένα σημαντικό βήμα με το οποίο επιδιώκεται η ισοτιμία όλων των πολιτών, όπως την προσδιόρισα και στην αρχή.
Κυρίως, όμως, επιδιώκεται η προστασία των παιδιών των ομόφυλων γονέων που ήδη υπάρχουν. Τα παιδιά αυτά πρέπει να έχουν τα ίδια δικαιώματα με όλα τα άλλα παιδιά.
Θέλω να θυμίσω ότι μιλάμε για κάτι το οποίο ισχύει ήδη σε 36 χώρες, σε πέντε ηπείρους, χωρίς πουθενά να φαίνεται ότι έβλαψε την κοινωνική συνοχή και την κυβερνητική αρμονία. Και θέλω να εκφράσω και την ικανοποίησή μου ότι όλο αυτό το διάστημα αυτή η μεταρρύθμιση συζητήθηκε νηφάλια και χωρίς ακρότητες μέσα στην ελληνική κοινωνία.
Συζητήθηκε και στο εσωτερικό των κομμάτων και είμαι πολύ ικανοποιημένος γιατί και η παράταξή μας κατέκτησε αυτή τη διαδικασία της ώριμης διαβούλευσης, αντί του ισοπεδωτικού μέτρου της κομματικής πειθαρχίας.
Σε αυτόν τον διάλογο ακούστηκαν όλες οι απόψεις και σέβομαι όλες τις απόψεις. Ακούστηκαν οι απόψεις της παράδοσης, της εξέλιξης, αλλά και της δικής μας πλευράς που πιστεύω ότι εντάσσει την παράδοση στην εξέλιξη.
Ακούστηκαν όμως και φωνές που δεν είχαν ακουστεί μέχρι σήμερα, κυρίως των ομόφυλων γονέων που θα μπορούν επιτέλους να κοιμούνται ήσυχοι το βράδυ, απαλλαγμένοι από το φόβο ότι αν τους συμβεί κάτι, το παιδί τους δεν θα καταλήξει στον άλλο γονέα αλλά θα βρεθεί σε κάποιο ίδρυμα.
Και είναι επίσης πολύ σημαντικό ότι στα πλαίσια αυτού του δημόσιου διαλόγου εξηγήθηκε, πιστεύω λεπτομερώς, τι δεν κάνει το νομοσχέδιο: δεν μεταβάλλει το ισχύον πλαίσιο της παρένθετης κύησης, δεν το επεκτείνει ουσιαστικά στα ομόφυλα ζευγάρια και αποκλείει τους χαρακτηρισμούς «Γονέας 1» και «Γονέας 2». Γιατί -θέλω να το τονίσω- η Ελλάδα δεν θα γίνει ένα εργαστήρι πολιτικών που δεν εφαρμόζονται παρά μόνο σε ελάχιστες χώρες του κόσμου.
Με λίγα λόγια, η νέα ρύθμιση προσθέτει δικαιώματα σε μερικούς, χωρίς, όμως, να αφαιρεί κανένα δικαίωμα από τους πολλούς. Είναι κάτι που απαιτεί, άλλωστε, και η ευαισθησία της Δημοκρατίας μας, στην οποία δεν επιτρέπεται να υπάρχουν πολίτες δύο κατηγοριών και σίγουρα δεν επιτρέπεται να υπάρχουν «παιδιά ενός κατώτερου θεού».
Ένα θέμα, λοιπόν, ισότητας δεν προσφέρεται, θα το ξαναπώ, για διχαστικές προκλήσεις και σίγουρα δεν προσφέρεται και για υπερβολικές μεγεθύνσεις. Κι έτσι υποδέχομαι και τις θέσεις της Εκκλησίας, τις οποίες σέβομαι απόλυτα. Άλλωστε, αυτή η κυβέρνηση έχει δώσει πολλές πρακτικές λύσεις σε ανάγκες του κλήρου που εκκρεμούσαν εδώ και δεκαετίες.
Ωστόσο, εδώ θέλω να είμαι σαφής: αναφερόμαστε σε επιλογές της Πολιτείας. Όχι σε θεολογικές πεποιθήσεις. Και παλαιότερα, άλλωστε, με την Εκκλησία είχαμε διαφορετικές οπτικές για τον πολιτικό γάμο, για την καύση των νεκρών, για το θέμα των ταυτοτήτων.
Η ζωή, ωστόσο, απέδειξε ότι οι αλλαγές αυτές ήταν ώριμες. Δεν έβλαψαν ούτε την κοινωνία, δεν έβλαψαν ούτε τελικά τη συνεργασία Πολιτείας και Εκκλησίας και είμαι σίγουρος ότι έτσι θα γίνει και τώρα.
Κλείνω, σημειώνοντας ότι όπως συμβαίνει και στην καθημερινότητα της κοινωνίας, έτσι και η δική μας ημερήσια διάταξη δεν είναι μονοθεματική. Και σωστά, γιατί κάθε ζήτημα έχει το δικό του ειδικό βάρος, τη δική του εμβέλεια ανάμεσα στα πολλά άλλα τα οποία απασχολούν τους πολίτες. Και εμείς σήμερα έχουμε να συζητήσουμε πολλά από αυτά. Οπότε μπορούμε να ξεκινήσουμε τη συνεδρίασή μας”.
Διαβάστε ολόκληρη την εισαγωγική τοποθέτηση ΕΔΩ