«Έχοντας τα πρωτοτόκια του βυζαντινού κόσμου, οφείλουμε αυτόν τον ανεκτίμητο πνευματικό πλούτο και τους άυλους, αλλά ζωντανούς δεσμούς, που έχει δημιουργήσει σε ευρείες γεωπολιτικές ενότητες να τα αξιοποιήσουμε, προς χάρη της ειρήνης, της συνεργασίας και της ευημερίας, αλλά και για να ενισχύσουμε τη θέση της Ελλάδας στον σύγχρονο κόσμο».
Τα παραπάνω τόνισε ο Γενικός Γραμματέας της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας (ΔΣΟ), Μέλος της Βουλής των Ελλήνων, δρ Μάξιμος Χαρακόπουλος, κατά την εισήγησή του στο Συνέδριο με θέμα «Επιστημονική και πολιτιστική διπλωματία της Ελλάδας -από τις αρχές του 20ού αιώνα ως τις μέρες μας», που διοργανώθηκε στους Δελφούς από το Ευρωπαϊκό Πολιτιστικό Κέντρο Δελφών, το Friedrich-Alexander-Universität Erlangen-Nürnberg, το ΕΚΠΑ, το Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων του Παντείου Πανεπιστημίου, το Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο και την Ελληνική Ένωση Ιστορικών.
Η βυζαντινή κληρονομιά
Ο επικεφαλής ΓΓ της ΔΣΟ συμμετείχε στο πάνελ με θέμα «Η Θρησκευτική Διπλωματία συναντά την Πολιτιστική Διπλωματία». Στην εισήγησή του υπογράμμισε ότι «εκτός της αρχαίας αίγλης, είναι και ο βυζαντινός κόσμος, που μέσω της Ορθοδοξίας εξακτίνωσε τον ελληνικό πολιτισμό στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα, αφήνοντας ανεξίτηλα τα ίχνη του έως σήμερα. Όπως γράφει ο Ρώσος βυζαντινολόγος Ντιμίτρι Ομπολένσκι ‘‘η βυζαντινή κληρονομιά των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης ήταν αρκετά σημαντικό στοιχείο της μεσαιωνικής παράδοσής τους ώστε να δικαιολογεί
τον ισχυρισμό ότι, από ορισμένες απόψεις, σχημάτιζαν μια ενιαία διεθνή κοινότητα’’. Αλλά και ο Ρουμάνος πολιτικός και ιστορικός Νικολάε Γιόργκα μίλησε για το Βυζάντιο μετά το Βυζάντιο, πάλι με την ίδια οπτική. Μεγάλη, ωστόσο, είναι η αποδοχή αυτής της ελληνοβυζαντινής παράδοσης αλλά και εν γένει του ελληνισμού και στον χώρο της Μέσης Ανατολής και Βόρειας Αφρικής. Για τη
σύγχρονη Ελλάδα αυτή η κληρονομιά είναι πολύ βαριά, και δύσκολα διαχειρίσιμη. Όπως γράφει ο Γιώργος Σεφέρης ‘‘Ξύπνησα με το μαρμάρινο τούτο κεφάλι στα χέρια, που μου εξαντλεί τους
αγκώνες και δεν ξέρω πού να τ' ακουμπήσω’’».
Ενίσχυση του κύρους της ΔΣΟ
Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος αναφέρθηκε στο ιστορικό της ίδρυσης και των δράσεων της ΔΣΟ και σημείωσε ότι ο θεσμός «έχει αναπτύξει μια πολυσχιδή και πολυεπίπεδη δραστηριότητα,
ενισχύοντας το κύρος της ανάμεσα στους διεθνείς οργανισμούς και αποκτώντας αναγνωρισιμότητα και εμπιστοσύνη από πολιτικούς, εκκλησιαστικούς και ακαδημαϊκούς παράγοντες της διεθνούς
κοινότητας. Επιτυχία που οφείλεται, κατά κύριο λόγο, στη στήριξη του Ελληνικού Κοινοβουλίου που αγκάλιασε την πρωτοβουλία ως εκδήλωση ενεργούς πολιτικο-θρησκευτικής διπλωματίας και
ενισχύοντάς την παντί τρόπω. Επιπλέον, όλες αυτές τις δεκαετίες, οι Έλληνες βουλευτές συνεργάστηκαν αρμονικά με τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, σεβόμενοι τις ενδοεκκλησιαστικές διαφορές.
Πρωτίστως βρέθηκαν σε εγγύτητα με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο στήριξαν διαχρονικά, ενώ προέβαλαν μέσα από τις δράσεις της ΔΣΟ την Ορθόδοξη παράδοση».
Αναφέρθηκε ιδιαίτερα στις παρεμβάσεις για την προστασία των χριστιανικών μνημείων που βρίσκονται εν κινδύνω, αλλά και των χριστιανών, “δισέγγονων” του Βυζαντίου, που βρίσκονται υπό
διωγμό από τις πατρογονικές τους εστίες, όπως και τον διάλογο με το Ισλάμ, με σκοπό την αλληλοκατανόηση και τη συνεργασία. Ενώ ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην πρωτοβουλία για την ανάδειξη των χριστιανικών αξιών στην Ευρώπη.
Ο επικεφαλής του θεσμού των Ορθοδόξων κοινοβουλευτικών κατέληξε υπογραμμίζοντας ότι «η ΔΣΟ εισερχόμενη στην τέταρτη δεκαετία του βίου της, παρά τα όποια σοβαρά συγκυριακά
προβλήματα που αντιμετωπίζει, βρίσκεται σε μια δυναμική ανάπτυξης. Κι αυτό χάρη, πρωτίστως, στην αμέριστη στήριξη της Βουλής των Ελλήνων. Ο θεσμός με τη συσσωρευμένη πείρα των 31
ετών λειτουργίας του, την καθολική αποδοχή του από τα συμμετέχοντα κοινοβούλια και την σταθερότητά του σε αρχές και αξίες, μπορεί και πρέπει να συνεχίσει το έργο του, προς όφελος της
Οικουμενικής Ορθοδοξίας, που έχει σφραγιστεί ανεξίτηλα από τον ελληνοβυζαντινό πολιτισμό».
Ενδιαφέρον πάνελ
Εκτός του Μάξιμου Χαρακόπουλου, στο πάνελ με θέμα «Η Θρησκευτική Διπλωματία συναντά την Πολιτιστική Διπλωματία», εισηγήσεις παρουσίασαν ο αν. καθηγητής Κοινωνικών Επιστημών,
στο Αμερικάνικο Κολλέγιο Θεσσαλονίκη, κ. Χρήστος Αληπράντης (Θρησκευτική διπλωματία, ελληνοαμερικάνικες σχέσεις, και το Κολλέγιο Ανατόλια στη Θεσσαλονίκη, 1924-1960), ο κ. Παύλος
Τζελέπης από το ΕΚΠΑ, (Όψεις της ελληνικής πολιτιστικής διπλωματίας κατά τον Ψυχρό Πόλεμο: σχέσεις μεταξύ ελληνικού κράτους και ελληνορθόδοξου Πατριαρχείου Αλεξανδρείας), η ομότιμη
καθηγήτρια του Εθνικού Μετσόβιου Πολυτεχνείου, Επικεφαλής της Διεπιστημονικής Επιτροπής του Έργου Αποκατάστασης του Ιερού Κουβουκλίου του Παναγίου Τάφου στα Ιεροσόλυμα, κ. Αντωνία Μοροπούλου και η Αρχαιολόγος, υπ. διδάκτωρ Βιβλικής αρχαιολογίας κ. Κωνσταντίνα Καραθάνου (Το Έργο Αποκατάστασης του Ιερού Κουβουκλίου του Πανάγιου Τάφου στο Ναό της Αναστάσεως στα Ιεροσόλυμα ως Πολιτιστική Διπλωματία). Τον συντονισμό της συζήτησης είχε ο καθηγητής του Παντείου Πανεπιστημίου κ. Γιώργος Ευαγγελόπουλος.