Σε άρθρο του αναφορικά με την υπόθεση δίωξης του Μητροπολίτη Κερκύρας, Παξών και Διαποντίων Νήσων κ. Νεκταρίου, ο συνήγορός του κ. Γιάννης Κοντός αναφέρει τα εξής:
“Εκδικάζονται στο Μονομελές Πλημμελειοδικείο Κέρκυρας, δυο δίκες που συζητήθηκαν πολύ κατά τη «γέννηση» τους και που θα συζητηθούν και στο μέλλον, λόγω του ιδιαίτερου περιεχομένου τους. Η ιδιαιτερότητα τους είναι ότι άπτονται λεπτών χριστιανικών και θεολογικών ζητημάτων και έχουν κατηγορούμενο έναν Μητροπολίτη. Και συγκεκριμένα τον Μητροπολίτη Κερκυρας, Παξων και Διαποντιων Νήσων κ. Νεκτάριο, ο οποίος επέλεξε να ακολουθήσει τον δρόμο που τον πρόσταζε η εσωτερική του Χριστιανική συνείδηση. Φυσικό, αφού πρόκειται για Ιεράρχη που η ζωή του είναι ταγμένη να υπηρετεί τον λόγο του Θεού.
Ο Μητροπολίτης, στην μια δικογραφία κατηγορείται ότι με το κήρυγμα του, την 25η Μαρτίου 2020, προέτρεψε, τάχα, τους πιστούς να παραβιάσουν τα μέτρα για την πρόληψη ασθενειών και τάχα, προέτρεψε επίσης να προβούν σε ψεύδη υπεύθυνη δήλωση. Και αυτό επειδή είπε, ελλείψει άλλης πιθανής φόρμουλας τότε: «δηλώστε ότι εξέρχεστε για σωματική άσκηση και ελάτε στην Εκκλησία να κοινωνήσετε, να προσευχηθείτε, να πάρετε δύναμη». Αυτό σε μια εποχή που, ενώ η ατομική προσευχή επιτρεπόταν, εν τούτοις δεν προβλεπόταν η μετάβαση στους Ναούς ως ένα από τα 6 ενδεχόμενα επιτρεπόμενων δραστηριοτήτων. Αξίζει εδώ να αναφερθεί ότι ούτε η Ιερά Σύνοδος ούτε η Πολιτεία απαγόρευσαν ποτέ, καθ’ όλη την διάρκεια της πανδημίας, την Θεία Κοινωνία.
Εκτός αυτού, ο ίδιος ο Κυβερνητικός Εκπρόσωπος Στέλιος Πέτσας, στις 09/04/2020, δήλωσε σε επίσημη ενημέρωση των ΜΜΕ ότι μπορεί κάποιος να κάνει κάποια άλλη έξοδο από το σπίτι του και να μπορέσει να εκτελέσει αυτό που λέμε ατομική λατρεία, περνώντας από την Εκκλησία της ενορίας του. Μήπως και ο κ. Πέτσας προέτρεψε σε παραβίαση διατάξεων νόμου και σε ψεύδη υπεύθυνη δήλωση; Τέλος, είναι προφανές ότι κανένα κρούσμα δεν συνδέθηκε, βεβαίως, με την συγκεκριμένη «προτροπή» του Μητροπολίτη. Η δεύτερη υπόθεση αφορά την φερόμενη παραβίαση των μέτρων απαγόρευσης κατά την εσωτερική λιτάνευση του Ιερου Σκηνώματος του Αγίου Σπυρίδωνα, εντός του Ιερού Προσκυνήματος, την Κυριακή των Βα’ι’ων, δηλαδή στις 12/04/2020. Ειδικότερα, ότι κατά την περιφορά του Ιερού Σκηνώματος, συμμετείχαν πάνω από 4 άτομα, που ήταν την εποχή εκείνη το επιτρεπτό νούμερο. Όταν μόνο για την μεταφορά του Σκηνώματος απαιτούνται 4 Ιερείς. Ο Μητροπολίτης εκαλειτο να πάρει μια απόφαση.
Η να πάει ενάντια στην Ιστορία και την Χριστιανική του συνείδηση και να καταργήσει μια Ιεροπραξια που δεν σταμάτησε ποτέ από το 1630. Η να πραγματοποιήσει την ιεροπραξια αυτή, με τον απολύτως απαραίτητο αριθμό λειτουργών που απαιτείτο, έστω και εντός του Ναού. Και η συνείδηση του, του επέβαλλε το δεύτερο. Σε αυτήν την περίπτωση, όπως και στην πρώτη, νομικά υπάρχει μια σφοδρή σύγκρουση καθηκόντων, στο πρόσωπο ενός Ιεράρχη. Η οποία του επέβαλλε να ακολουθήσει αυτό στο οποίο είναι ταγμένη ολόκληρη η ζωή του. Δηλαδή την υπηρεσία προς τον Θεό. Ευαίσθητος σε αυτές τις ιδιαίτερες περιπτώσεις ο Νομοθέτης του νέου Ποινικού Κώδικα, εισήγαγε το νέο άρθρο 33 ΠΚ, ως λόγο άρσης του καταλογισμού, στις περιπτώσεις που άνθρωποι έρχονται εμπρός από ένα ανυπέρβλητο και «τραγικό δίλλημα» και πρέπει να κάνουν μια επιλογή.
Και αυτή, κατά τη γνώμη μου, είναι ξεκάθαρα μια τέτοια περίπτωση. Υπάρχει απόλυτη εμπιστοσύνη στην κρίση της Δικαιοσύνης. Και της αξίζει η εμπιστοσύνη αυτή, καθότι την επιβεβαιώνει σε κάθε της βήμα. Είναι λοιπόν ελπιδοφόρο το ότι έμπειροι και αξιοσέβαστοι δικαστικοί λειτουργοί την Δευτέρα θα εξετάσουν ενδελεχώς τα λεπτά ζητήματα αυτά και θα αχθούν, θέλω να πιστεύω, σε μια δίκαια απόφαση.