Κατά την Κυριακή 13 Ιανουαρίου 2019, το πρωί, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας, κ. Παντελεήμων, λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στην Ιερά Μονή Αγίας Κυριακής Λουτρού.
Ακολουθεί επακριβώς η ομιλία του Σεβασμιωτάτου εις την Θείαν Λειτουργίαν:
Μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Κυριακή μετά τά Θεοφάνεια, Κυριακή μετά τό μεγάλο γεγονός τῆς θείας ἐπιφανείας καί τῆς ἀποκαλύψεως τῆς ἑνότητος τῶν τριῶν προσώπων τῆς Ἁγίας Τριάδος στούς ἀνθρώπους, ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος ἀναφέρεται στό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα στήν ἑνότητα μεταξύ τῶν ἀνθρώπων πού εἶναι ὁ σκοπός τοῦ Θεοῦ, πού εἶναι ὁ στόχος τῆς Ἐκκλησίας του καί πού εἶναι ἡ προοπτική τῶν ἀνθρώπων πού πιστεύουν στόν ἀληθινό Θεό. Γιατί ἡ ἑνότητα τῶν ἀνθρώπων ἐπιτυγχάνεται μέ ἕνα καί μόνο τρόπο, ἐπιτυγχάνεται μέ τήν πίστη καί μέ τήν ἐπίγνωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ.
Γι᾽ αὐτό ἦρθε, ἄλλωστε, καί ὁ Χριστός στή γῆ. Ἦρθε γιά νά ἑνώσει «τά τό πρίν διεστῶτα», νά ἑνώσει τόν ἄνθρωπο μέ τόν Θεό, καθώς μέ τήν παρακοή καί τήν ἁμαρτία ὁ ἄνθρωπος εἶχε ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τόν Θεό καί εἶχε χωρισθεῖ ἀπό τήν ἀγάπη του.
Ἦρθε ὅμως καί γιά νά ἑνώσει τούς ἀνθρώπους μεταξύ τους, γιατί τά πάθη καί οἱ κακίες διχάζουν τούς ἀνθρώπους καί τούς κάνουν νά βλέπουν ὁ ἕνας στό πρόσωπο τοῦ ἄλλου ὄχι τόν ἀδελφό, ὄχι τόν συνοδοιπόρο, ὄχι ἔστω τόν ὁμοιοπαθῆ, ἀλλά τόν ἀνταγωνιστή καί τόν ἐχθρό.
Ἦρθε ἀκόμη ὁ Χριστός στή γῆ γιά νά ἑνώσει καί τόν ἄνθρωπο μέ τόν ἴδιο του τόν ἑαυτό, γιατί ἡ ἁμαρτία, τά πάθη, οἱ ἀδυναμίες, οἱ κακίες δέν τόν χωρίζουν μόνο ἀπό τόν Θεό καί τόν συνάνθρωπό του, ἀλλά διαταράσσουν καί τήν ἑνότητα τοῦ ἐσωτερικοῦ του κόσμου, τήν ἑνότητα τῶν συναισθημάτων καί τῶν λογισμῶν του, τήν ἑνότητα τῶν ἐπιθυμιῶν καί τῶν πράξεών του.
Ἦρθε ὁ Χριστός στή γῆ γιά νά φέρει αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἑνότητα στόν κόσμο, προβάλλοντας μάλιστα ὡς τέλειο πρότυπό της γιά πρώτη φορά τήν ἑνότητα τῆς Παναγίας Τριάδος, ὅπως ἐμφανίζεται κατά τήν ἡμέρα τῆς βαπτίσεώς του, στήν ἀφετηρία δηλαδή τῆς δημόσιας ζωῆς καί τοῦ κηρύγματός του, στά ρεῖθρα τοῦ Ἰορδάνου. Προβάλλει τήν ἑνότητα, στήν ὁποία θά ἀναφερθεῖ πολλές φορές μιλώντας στούς μαθητές του καί γιά τήν ὁποία θά προσευχηθεῖ τίς τελευταῖες ὧρες πρίν ἀπό τό πάθος του, «ἵνα πάντες ἕν ὦσι».
Ἴσως κάποιοι διερωτηθοῦν γιατί χρειαζόταν νά ἔρθει ὁ Χριστός γιά νά ἀποκαταστήσει αὐτή τήν ἑνότητα. Ἀλλά τήν ἀπάντηση μᾶς τή δίδει ὁ ἀπόστολος Παῦλος μέσα ἀπό τή φράση πού προανέφερα: «Μέχρι καταντήσωμεν οἱ πάντες εἰς τήν ἑνότητα τῆς πίστεως καί τῆς ἐπιγνώσεως τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ».
Τί μᾶς λέγει, λοιπόν, ὁ ἀπόστολος; Ὅτι ἡ βάση τῆς ἑνότητος εἶναι ἡ πίστη καί ἡ ἐπίγνωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἑνότητά μας, δηλαδή, τόσο μέ τόν Θεό ὅσο καί μέ τούς συνανθρώπους μας ὅσο καί μέ τόν ἴδιο τόν ἑαυτό μας δέν ἐπιτυγχάνεται χωρίς τήν πίστη στόν Θεό, χωρίς νά πιστεύουμε στή σχέση μας μέ τόν Θεό καί σέ ὅσα αὐτός μᾶς διδάσκει. Καί ἀκόμη στηρίζεται στήν ἐπίγνωση τοῦ Υἱοῦ τοῦ Θεοῦ, στό νά ἔχουμε, δηλαδή, συνείδηση ποιός εἶναι ὁ Χριστός καί τί ἔκανε γιά μᾶς.
Καί ὅλα αὐτά εἶναι ἀπαραίτητα, γιατί ὁ Θεός καί ἡ πίστη μας σέ αὐτόν ὄχι μόνο μᾶς βοηθοῦν νά ἀπαλλαγοῦμε ἀπό ὅ,τι μᾶς χωρίζει ἀπό τόν Θεό καί τούς συνανθρώπους μας, ἀλλά καί μᾶς δείχνει τόν δρόμο νά βρεθοῦμε πιό κοντά τους, νά τούς αἰσθανθοῦμε οἰκείους μας, νά αἰσθανθοῦμε τόν Θεό πατέρα μας, τόν Χριστό ὡς τόν πρωτότοκο ἀδελφό μας, τούς ἀνθρώπους ὡς τέκνα τοῦ Θεοῦ καί κατά συνέπεια ἀδελφούς μας καί ὡς μέλη τοῦ μυστικοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, πού εἶναι ἡ Ἐκκλησία, καί τοῦ ὁποίου μέλη εἴμαστε καί ἐμεῖς.
Διαφορετικά ἡ ἑνότητα δέν ἔχει οὔτε βάση οὔτε προοπτική, γιατί ἔξω ἀπό τήν πίστη τοῦ Θεοῦ καί μέ ἄγνοια ὅλων αὐτῶν, τά ὁποῖα μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός ὅτι πρέπει νά κάνουμε στή ζωή μας, ἀποκαλύπτοντάς μας τήν ἀλήθεια γιά τόν Θεό, δέν ὑπάρχει ἑνότητα.
Γι᾽ αὐτό καί βλέπουμε τούς ἀνθρώπους, παρότι ἀντιλαμβάνονται πόσο μεγάλο ἀγαθό εἶναι ἡ ἑνότης καί τήν ἐπιδιώκουν μέ πολλούς τρόπους, δυστυχῶς δέν τήν ἐπιτυγχάνουν. Καί δέν τήν ἐπιτυγχάνουν, γιατί προσπαθοῦν νά τήν στηρίξουν ὄχι στήν πίστη καί τήν ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἐπάνω σέ ἄλλες βάσεις καί σέ ἄλλα θεμέλια. Ἐπιχειροῦν νά τήν στηρίξουν ἐπάνω στά συμφέροντα, στά χρήματα, στά αἰσθήματα, πράγματα πού εὔκολα μεταβάλλονται, πού εὔκολα ἀλλάζουν καί διαλύονται, παρασύροντας μαζί τους καί ὁτιδήποτε μοιάζει μέ ἑνότητα, ἀπογοητεύοντας ἔτσι τούς ἀνθρώπους.
Ἐμεῖς ὅμως πού ἀκούσαμε, σήμερα τόν λόγο τοῦ ἀποστόλου Παύλου, ἄς προσπαθήσουμε νά καλλιεργήσουμε αὐτή τήν ἑνότητα μέ τόν Θεό, τούς συνανθρώπους καί τόν ἑαυτό μας, καλλιεργώντας συγχρόνως τήν πίστη καί τήν ἐπίγνωση τοῦ Θεοῦ μέσα στήν Ἐκκλησία μας, πού εἶναι ὁ κατ᾽ ἐξοχήν χῶρος ἑνότητος τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό καί μέ τούς ἀδελφούς μας.
Ἄς προσπαθήσουμε νά τήν στερεώσουμε ζώντας σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὥστε νά ἔχουμε τή χάρη του καί νά μετέχουμε στήν κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, πού θά καθιστᾶ καί ἐμᾶς κοινωνούς τῆς ἑνότητος τῆς πίστεως καί τῆς ἑνότητος μέ τόν Θεό καί τούς ἀδελφούς μας.