Στην τελική ευθεία βρίσκονται οι εργασίες αναστήλωσης στην ιστορική Ιερά Μονή της Παναγίας Σουμελά στην Τραπεζούντα του Πόντου. Το μοναστήρι, ένας από τους πιο σημαντικούς πόλους έλξης θρησκευτικού τουρισμού, έκλεισε το 2015 λόγω του κινδύνου που προκαλούν οι πτώσεις βράχων από το κοντινό βουνό. Μετά την ολοκλήρωση του 70% των εργασιών, το μοναστήρι άνοιξε για το κοινό πέρυσι και τώρα οι υπόλοιπες εργασίες αναστήλωσης πλησιάζουν στο τέλος τους.
Μεγάλο μέρος των βελτιωτικών έργων στην κλίση της πλαγιάς, πραγματοποιήθηκε από μια ειδική ομάδα αναρριχητών με σκοπό την αποτροπή του κινδύνου πτώσης βράχων και μαζών πάγου. Στο πλαίσιο του έργου, ογκώδεις βράχοι που θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια των ανθρώπων και της περιοχής κατεδαφίστηκαν, ενώ επικίνδυνα σημεία καλύφθηκαν με χαλύβδινα δίχτυα.
Η πρόσβαση σε επισκέπτες αναμένεται να δοθεί τον Ιούλιο μετά την αποκατάσταση των δωματίων του μοναστηριού.
«Βλέπουμε και εκτιμούμε τι έχει γίνει εδώ, αλλά είχαμε σοβαρές προσδοκίες για να ανοίξει τώρα», δήλωσε ο Χασάν Βολκάν Καντάρτσι, επαγγελματίας τουρισμού από την Ένωση Τουρκικών Ταξιδιωτικών Πρακτορείων, υπενθυμίζοντας το αίτημα για άνοιγμα του μοναστηριού από τις αρχές Ιουλίου.
«Μετά το άνοιγμα, μπορούν να συνεχιστούν οι εργασίες αναστήλωσης σε τμήματα όπως το παρεκκλήσι. Το σύνολο του συγκροτήματος μπορεί να μην είναι 100% ανοιχτό, αλλά το μεγαλύτερο μέρος του θα είναι ανοιχτό για τους επισκέπτες.», σημείωσε ο Καντάρτσι.
Ο Οσμάν Μπεκτάς, συνταξιούχος μηχανικός γεωλογίας από το Πολυτεχνείο του Καραντενίζ, δήλωσε επίσης ότι οι εργασίες αναστήλωσης στην περιοχή διήρκεσαν περισσότερο από το αναμενόμενο.
«Το μοναστήρι έκλεισε για χρόνια λόγω του κινδύνου από πτώσεις βράχων και των εργασιών αναστήλωσης. Αυτό δεν είναι λογικό.», σημείωσε ο Μπεκτάς.
Επίσης, εξέφρασε την αντίθεση του σχετικά με τις εργασίες ανατινάξεων που πραγματοποιήθηκαν σε τμήμα των βράχων.
«Το πλέξιμο με χαλύβδινα σχοινιά είναι μια πολύ πιο σωστή μέθοδος. Η έκρηξη θα προκαλούσε νέες πτώσεις βράχων και αυτό συνέβη.», πρόσθεσε ο Μπεκτάς. Οι εργασίες αναστήλωσης δεν έπρεπε να διαρκέσουν για πέντε χρόνια, σύμφωνα με τον ειδικό.