«Oι Άγιοι Πάντες αποτελούν για όλους μας πρότυπα της κατά Θεόν βιοτής, αποτελούν οδοδείκτες της εν Χριστῷ πορείας μας, αποτελούν ελπίδα και καταφυγή στις ώρες της δυσκολίας και της δοκιμασίας, αποτελούν άγρυπνους και στοργικούς πρεσβευτές στον Θεό για τις αδυναμίες μας, βοηθούς και συναντιλήπτορες της προσπαθείας μας να ολοκληρώσουμε κατά Θεόν τη ζωή μας». Αυτά ανέφερε μεταξύ άλλων, κηρύττοντας τον θείο λόγο, στην πανηγυρίζουσα Ιερά Μονή Αγίων Πάντων Βεροίας, στα Πιέρια Όρη, όπου λειτούργησε την Κυριακή των Αγίων Πάντων ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων.
Στην ομιλία του ο Σεβασμιώτατος τόνισε:
«Καί οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διά τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τήν ἐπαγγελίαν … ἵνα μή χωρίς ἡμῶν τελειωθῶσιν».
Στόν ἱερό κατάλογο τῶν μαρτυρηθέντων διά τῆς πίστεως, τόν ὁποῖο συμπεριέλαβε ὁ οὐρανοβάμων ἀπόστολος Παῦλος στήν ἐπιστολή του πρός τούς ἐξ Ἑβραίων χριστιανούς, προσετέθησαν δύο χιλιάδες χρόνια τώρα ἑκατομμύρια μαρτύρων καί ὁσίων, ἁγίων καί θεοφόρων πατέρων καί μητέρων, πού ἔζησαν «ἐν πάσῃ τῇ δεσποτείᾳ Κυρίου», ἀλλά μέ τήν ἴδια πίστη καί μέ τήν ἴδια ἀγάπη πρός τόν Χριστό, μέ τόν ἴδιο ζῆλο καί τήν ἴδια προσδοκία, αὐτή τῆς αἰωνίου ζωῆς.
Ὅλους αὐτούς τούς τιμοῦμε σήμερα, Κυριακή τῶν ἁγίων Πάντων, Κυριακή τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας, πού διέλαμψαν καί διέλυσαν μέ τό φῶς τοῦ Χριστοῦ καί τῆς χάριτός του τό σκότος τοῦ κόσμου καί τῶν ψυχῶν τῶν ἀνθρώπων, πού ἀπέδειξαν μέ τά ἔργα τους τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, πού ἐπιβεβαιώνουν μέ τά θαύματά τους τή δύναμη τήν ὁποία δίδει διά τῆς πίστεως ὁ Χριστός στούς μαθητές του κάθε ἐποχῆς.
Τούς τιμοῦμε ἰδιαιτέρως στήν Ἱερά αὐτή Μονή, ἡ ὁποία εἶναι ἀνατεθειμένη στή χάρη τῶν Ἁγίων Πάντων, οἱ ὁποῖοι «ὡς νέφος περικείμενον» σκέπουν τίς ἀσκούμενες ἐδῶ εὐλαβεῖς μοναχές καί τίς προστατεύουν ἀπό τόν καύσωνα τῶν πολυτρόπων πειρασμῶν.
Τούς τιμοῦμε, διότι οἱ Ἅγιοι Πάντες ἀποτελοῦν γιά ὅλους μας πρότυπα τῆς κατά Θεόν βιοτῆς, ἀποτελοῦν ὁδοδεῖκτες τῆς ἐν Χριστῷ πορείας μας, ἀποτελοῦν ἐλπίδα καί καταφυγή στίς ὧρες τῆς δυσκολίας καί τῆς δοκιμασίας, ἀποτελοῦν ἄγρυπνους καί στοργικούς πρεσβευτές στόν Θεό γιά τίς ἀδυναμίες μας, βοηθούς καί συναντιλήπτορες τῆς προσπαθείας μας νά ὁλοκληρώσουμε κατά Θεόν τή ζωή μας.
Τούς τιμοῦμε ὅμως καί γιά κάτι ἀκόμη. Τούς τιμοῦμε, διότι ἡ πολλή τους ἀγάπη πρός τούς ἀγωνιζόμενους ἐν τῷ κόσμῳ χριστιανούς, ὅπως μᾶς διαβεβαιοῖ ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος, τούς κάνει νά μᾶς ἀναμένουν, προκειμένου νά ἀπολαύσουμε ὅλοι μαζί τή μακαριότητα τήν ὁποία ἐπιφυλάσσει ὁ Θεός στούς ἐκλεκτούς του. Μᾶς ἀναμένουν, «ἵνα μή χωρίς ἡμῶν τελειωθῶσι».
Καί μπορεῖ αὐτό βεβαίως νά ἀνήκει στό σχέδιο τοῦ Θεοῦ, ὥστε καί οἱ πρῶτοι καί οἱ ἔσχατοι νά λάβουν τήν ἴδια ἀνταπόδοση μέσα στό πλαίσιο τῆς θείας δικαιοσύνης καί κρίσεως, ἄν ὅμως σκεφθοῦμε πόσο εὔκολα διαμαρτυρόμεθα καί γογγύζουμε ἐμεῖς, ὅταν δέν λαμβάνουμε ἐγκαίρως τόν μισθό τῶν κόπων μας, τότε μποροῦμε νά κατανοήσουμε πόσο μεγάλη εἶναι ἡ ἀγάπη καί τό ἐνδιαφέρον τῶν ἁγίων Πάντων γιά τή δική μας πορεία καί γιά τή δική μας πρόοδο στήν κατά Χριστόν ζωή, ὥστε νά ἀναμένουν γιά χάρη μας ἤ ἀκόμη καί νά λέγουν αὐτό πού ἔλεγε ὁ σύγχρονος ἅγιος τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ἅγιος Ἀμφιλόχιος τῆς Πάτμου: «παράδεισο χωρίς ἐσᾶς, παιδιά μου, δέν τόν θέλω».
Γι᾽ αὐτό καί ἐπεμβαίνουν στή ζωή μας μέ θαύματα, μέ τή μεσιτεία τους στόν Χριστό γιά μᾶς, μέ τήν παρηγορία πού χαρίζουν στήν ψυχή μας, ὅταν ἐπικαλούμεθα τή βοήθειά τους, μέ τήν ἐνίσχυσή τους στήν ὥρα τοῦ πειρασμοῦ καί τῆς δοκιμασίας, τῆς ἀπογοητεύσεως καί τῆς πτώσεως.
«Καί οὗτοι πάντες μαρτυρηθέντες διά τῆς πίστεως οὐκ ἐκομίσαντο τήν ἐπαγγελίαν … ἵνα μή χωρίς ἡμῶν τελειωθῶσιν».
Εἶναι, λοιπόν, ἀνάγκη νά συνειδητοποιήσουμε ὅτι οἱ ἅγιοι Πάντες μᾶς περιμένουν νά πλησιάσουμε καί ἐμεῖς τόν Χριστό, περιμένουν νά ἀνταποκρινόμεθα στόν λόγο του, νά ἀγωνιζόμεθα νά ζοῦμε σύμφωνα μέ τό θέλημά του, νά ἀγωνιζόμεθα, ὅπως εἴπαμε καί χθές, ὄχι μόνο νά ζοῦμε ἐν Χριστῷ, ἀλλά νά εἶναι ὁ Χριστός πού θά ζεῖ μέσα στήν ψυχή μας, νά εἶναι ὁ Χριστός αὐτός πού θά κινεῖ τήν ὕπαρξή μας πρός Ἐκεῖνον καί πρός τήν ἀγάπη του.
Ἄν συνειδητοποιήσουμε πόσο μεγάλη εἶναι ἡ τιμή καί ἡ εὐλογία νά παρακολουθοῦν οἱ ἅγιοι Πάντες τήν προσπάθειά μας καί τούς ἀγῶνες μας καί νά πρεσβεύουν γιά τήν ἐπιτυχία μας, τότε δέν μπορεῖ παρά νά παρακινηθοῦμε καί ἐμεῖς γιά νά προσπαθοῦμε ἀκόμη περισσότερο καί νά ἀγωνιζόμεθα μέ μεγαλύτερο ζῆλο γιά νά βαδίσουμε στά ἴχνη τους.
Ἄς μήν τούς ἀπογοητεύσουμε, ἄς μήν τούς ἀφήσουμε νά μᾶς ἀναμένουν ἄσκοπα, ἐπιτρέποντας στήν ἀμέλεια, στήν ἀδιαφορία, στή ραθυμία καί στή νωθρότητά μας νά μᾶς καθυστεροῦν καί νά μᾶς ἀπομακρύνουν ἀπό τόν στόχο μας πού εἶναι ἡ ἕνωσή μας μέ τόν Θεό.
Ἄς μήν ἀφήνουμε τόν ἐγωισμό, τό θέλημα, τή γνώμη μας, ἀκόμη καί ἐάν νομίζουμε ὅτι εἶναι ὀρθή καί κατά Θεόν, νά ἐπηρεάζουν τήν πνευματική μας πορεία, ἀλλά ἄς τρέχουμε «δι᾽ ὑπομονῆς», ὅπως ἀκούσαμε νά λέει καί πάλι σήμερα ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «τόν προκείμενον ἡμῖν ἀγῶνα, ἀφορῶντες εἰς τόν τῆς πίστεως ἀρχηγόν καί τελειωτήν Ἰησοῦν», ὥστε νά φθάσουμε στό ποθητό τέρμα, νά φθάσουμε ἐκεῖ ὅπου οἱ ἅγιοι Πάντες μᾶς ἀναμένουν, «ἵνα μή χωρίς ἡμῶν τελειωθῶσι».
Καί αὐτό μποροῦμε νά τό ἐπιτύχουμε μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ μόνο ὅταν εἴμεθα προσηλωμένοι καί ἐξαρτώμεθα ἀπολύτως ἀπό τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος ἐκφράζεται καί ἑρμηνεύεται μόνο ἀπό τήν κοινή πίστη καί πράξη τῆς Ἐκκλησίας, διότι κάθε ἄλλο καί κάθε ἄλλος, ἑκούσια ἤ ἀκούσια, ἀποσποῦν τήν προσοχή μας ἀπό τόν Χριστό, καί μᾶς κάνουν νά χάνουμε τόν προσανατολισμό μας καί τόν σκοπό μας.
Γι᾽ αὐτό ἄς μήν ἀφήνουμε τόν ἑαυτό μας νά ἐξαπατᾶται, ἀλλά προσηλωμένοι στόν Χριστό, πού εἶναι ὁ σκοπός τῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς καί τό μέσον τῆς σωτηρίας μας, εὔχομαι νά ἀξιωθοῦμε ὅλοι νά φθάσουμε ἐκεῖ ὅπου μᾶς περιμένουν οἱ ἅγιοι Πάντες, πρεσβεύοντες ὑπέρ ἡμῶν, «ἵνα μή χωρίς ἡμῶν τελειωθῶσι».