Σαν σήμερα, 14 Σεπτεμβρίου, το 1814 ιδρύεται η Φιλική Εταιρεία στην Οδησσό. Είναι η περίοδος που στην Ευρώπη επικράτησαν οι ιδέες της Ιεράς Συμμαχίας στη Βιέννη και ατόνησαν οι φιλελεύθερες ιδέες της Γαλλικής Επανάστασης.
Το 1814 είναι η χρονιά κατά την οποία ο Νικόλαος Σκουφάς, ο Αθανάσιος Τσακάλωφ και ο Εμμανουήλ Ξάνθος, ο οποίος με την ίδρυση της Φιλικής Εταιρείας αναλαμβάνει τη θέση του ταμία και του γραμματέα, με το ψευδώνυμο Θεοδωρίδης. Γνωρίστηκε με δύο Έλληνες Ηπειρώτες εμπόρους, με τους οποίους ίδρυσε εμπορική εταιρεία.
Αυτοί έκριναν αναγκαίο να μεταλαμπαδεύσουν στους υπόδουλους Έλληνες την ιδέα της επανάστασης. Αποφάσισαν την ίδρυση μιας μυστικής εταιρείας σύμφωνα με τα μασονικά πρότυπα, που αποσκοπούσε στην απελευθέρωση του υπόδουλου ελληνισμού.
Επίσης, ένας ακόμη στόχος ήταν να ενωθούν κάτω από το κοινό αγώνα της οργάνωσης όλες οι τάξεις του ελληνισμού, Φαναριώτες, Προεστώτες, Κλέφτες, Αρμαρτωλοί, διάφοροι οπλαρχηγοί, λόγιοι, έμποροι, άνθρωποι με μεγάλη οικονομική δύναμη, οι οποίοι είχαν τη δυνατότητα να επηρεάσουν αρκετά την άποψη των πολιτικών ανδρών των ευρωπαϊκών κρατών.
Επίσης, συμμετείχαν φτωχοί και άσημοι κληρικοί, αλλά και ιεράρχες που διαδραμάτισαν σημαντικό ρόλο στον απελευθερωτικό αγώνα.
Η μύηση
Σύμφωνα με άρθρο του υπ. Διδάκτορα Σωτήριου Μυλωνά στο διαδικτυακό περιοδικό ΠΕΜΠΤΟΥΣΙΑ Η Φιλική Εταιρεία δέχτηκε γενικά στους κόλπους της μέλη από όλα τα κοινωνικά στρώματα της ελληνικής κοινωνίας. Στηρίχτηκε στις μεθόδους οργάνωσης αντίστοιχων ευρωπαϊκών μυστικών οργανώσεων, ενώ παράλληλα ακολούθησε μια πρωτότυπη οργάνωση, που την επέκτεινε όχι μόνο εντός των ορίων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, αλλά και εκτός αυτής.
Όσοι επρόκειτο να μπουν στην Εταιρεία ορκίζονταν από ιερέα πάνω στο ιερό ευαγγέλιο για την πίστη τους και την αφοσίωσή τους σ’ αυτήν και διατελούσαν οιονεί κατηχούμενοι. Ο κληρικός ο οποίος επρόκειτο να ορκίσει τον μυούμενο φορούσε το πετραχήλι του και του έδειχνε το Ευαγγέλιο.
Τότε ο κατηχητής απομάκρυνε λίγο τον μυούμενο και του διάβαζε τον όρκο ο οποίος ήταν ο εξής: «Ορκίζομαι εις το όνομα της Αληθείας και της Δικαιοσύνης ενώπιον του Υπερτάτου Όντος, να φυλάξω, θυσιάζων και την ιδίαν μου ζωήν, υποφέρων και τα πλέον σκληρά βάσανα, μυστικόν καθ’ όλην την δύναμιν της λέξεως το μυστήριον, το οποίον θα μοι εξηγηθεί και ότι θα αποκριθώ την αλήθειαν εις ό,τι ερωτηθώ». Αυτό τον όρκο ο μυούμενος τον επαναλάμβανε 3 φορές.
Στη συνέχεια ο κατηχητής τον ρωτούσε μεγαλόφωνα μπροστά στον κληρικό εάν αυτά που επανέλαβε στον όρκο 3 φορές είναι αληθινά. Ο μυούμενος έπρεπε να αποκριθεί ότι όσα επανέλαβε είναι αληθινά και για την ασφάλεια τους ορκίζεται το Ευαγγέλιο.