Αξιοθαύμαστη η πρωτοβουλία της Κομητείας της Θεολογικής Σχολής του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών για το τριμήμερο Επιστημονικό Συνέδριο με την ευκαιρία των 240 χρόνων από τον μαρτυρικό θάνατο του σύγχρονου αποστόλου των Ελληνικών γραμμάτων και της πίστεως Κοσμά του Αιτωλού, αξιοσημείωτη όμως και η ομιλία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Αιτωλίας και Ακαρνανίας κ. Κοσμά, ο οποίος ανέδειξε συγκλονιστικά ιστορικά στοιχεία από τη ζωή και το έργο του Αγίου.
Η εναρκτήρια συνεδρία, που πραγματοποιήθηκε στην Αίθουσα Τελετών του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, το απόγευμα της Τρίτης, 10 Δεκεμβρίου. Το θέμα που ο Σεβασμιώτατος ανέπτυξε, ήταν: «Ο Άγιος Κοσμάς, ως καλός ποιμένας των “ερριμμένων” λογικών προβάτων».
Ο Σεβασμιώτατος, αφού ευχαρίστησε τον Κοσμήτορα της Θεολογικής Σχολής και τους Προέδρους των δύο τμημάτων για την τιμή και την πρόσκληση να είναι ο ομιλητής του Επιστημονικού Συνεδρίου κατά την εναρκτήρια συνεδρία του, αναφέρθηκε διεξοδικά στο ποιμαντικό έργο του αγίου Κοσμά του Αιτωλού.
Μοναδικό και πρωτότυπο το έργο του Αγίου, τόνισε ο Σεβασμιώτατος, αφού την εποχή εκείνη, ήταν «φρικτή η ζωή των υποδούλων ραγιάδων. Τα πρόβατα τα λογικά της ποίμνης του Χριστού ζούσαν χωρίς κατήχησι, χωρίς πνευματική τροφή, χωρίς οδηγούς, χωρίς πατέρες. Γι’ αυτό, ο πολύς λαός ήταν έρμαιο της αγνοίας, της αμαθείας, εκτεθειμένος στην πλάνη, στην προδοσία, επιρρεπής στην άρνησι της ορθοδόξου πίστεως, αλλά και της ελληνικής του ταυτότητος».
Επίσης, αναφέρθηκε σε συγκεκριμένα σημεία της ποιμαντικής δράσεως του Αγίου, τονίζοντας ότι ο Άγιος Κοσμάς υπήρξε ο κατεξοχήν ποιμένας της εποχής εκείνης, μιμητής του Καλού Ποιμένος, Ιησού Χριστού. Στήριξε και ενίσχυσε τους υποδούλους Έλληνες με πολλή στοργή και μοναδικό ενδιαφέρον, αφού στις Διδαχές του και στο κήρυγμά του ασχολήθηκε με όλους τους τομείς της ζωής του ανθρώπου, από τα καθαρά θεολογικά θέματα (εκκλησιολογία, τριαδολογία), μέχρι τα πιο πρακτικά και καθημερινά (μπόλιασμα δένδρων, καλλιέργεια γης).
Ο Σεβασμιώτατος κ. Κοσμάς, επεσήμανε την προσωπική ενασχόληση του Αγίου με την Παιδεία, αφού ίδρυσε πολλά σχολεία και αγωνίσθηκε ιδιαιτέρως για την ελληνική γλώσσα, την οποία έπρεπε απαραιτήτως να μαθαίνουν τα ελληνόπουλα, ώστε να διατηρήσουν την ταυτότητά τους. Παράλληλα, ο Άγιος Κοσμάς «αγωνίσθηκε να προσφέρῃ ηθικά και κοινωνικά μηνύματα. Εκήρυξε την κοινωνική δικαιοσύνη, την ισότητα των δικαιωμάτων, το σεβασμό, την φιλανθρωπία, την ολιγάρκεια, την κατάργησι της πολυτελείας. Εργάσθηκε για την ίδρυσι νοσοκομείων, για την περίθαλψι των πτωχών, την εν γένει μόρφωσι της κοινωνίας. Πρώτος εδραίωσε την αργία της Κυριακής, πρώτος μίλησε για τα δικαιώματα της γυναίκας, αγωνίσθηκε για την κατάπαυση της φρικτής ληστείας και άναψε τη φλόγα για την Επανάσταση του 1821, αφού μιλούσε για το «ποθούμενο» και ετοίμασε μεγάλους αγωνιστές της εθνικής παλιγγενεσίας».
Όλα αποδεικνύουν ότι «ο Άγιος Κοσμάς είναι ο παγκόσμιος ποιμένας και ο πάντοτε επίκαιρος», τόνισε στο τέλος ο Μητροπολίτης κ. Κοσμάς. Ο Άγιος «τερμάτισε την ποιμαντική του προσφορά με το μαρτυρικό του τέλος. Ένα Μαρτύριο, που συνεχώς θα μιλάει στους Έλληνες και θα υπενθυμίζει την μεγάλη θυσία για να σωθούν τα ερριμμένα πρόβατα της υποδούλου Πατρίδος».
Αμέσως μετά, η πολυμελής Βυζαντινή Χορωδία Αγρινίου, υπό την διεύθυνση του μουσικολογιωτάτου κ. Ανδρέα Λανάρα, παρουσίασε ύμνους από την ακολουθία του Αγίου Κοσμά. Η εμφάνιση της χορωδίας υπήρξε εξαιρετική και εισέπραξε το θερμό χειροκρότημα και τα συγχαρητήρια του ακροατηρίου.
Κατά την έναρξη και μετά την προσφώνηση του Αντιπρύτανη Διοικητικών Υποθέσεων, Καθηγητού κ. Αθανασίου Τσακρή, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Αβύδου κ. Κύριλλος ανέγνωσε το μήνυμα του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ. Βαρθολομαίου, ενώ ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Ευρίπου κ. Χρυσόστομος ανέγνωσε το μήνυμα του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών κ. Ιερωνύμου. Χαιρετισμούς απηύθυναν: ο Κοσμήτωρ της Θεολογικής Σχολής Καθηγητής κ. Απόστολος Νικολαΐδης, ο Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας Αναπληρωτής Καθηγητής κ. Θωμάς Ιωαννίδης, ο Πρόεδρος του Τμήματος Κοινωνικής Θεολογίας και Θρησκειολογίας Καθηγητής κ. Σωτήριος Δεσπότης, ενώ παρέστησαν Καθηγητές και Καθηγήτριες των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, καθώς και φοιτητές και φοιτήτριες του Πανεπιστημίου.
Οι εργασίες του Συνεδρίου συνεχίσθηκαν την Τετάρτη 11 και την Πέμπτη 12 Δεκεμβρίου 2019, όπου συμμετείχαν εξειδικευμένα μέλη ΔΕΠ των Θεολογικών Σχολών Αθηνών και Θεσσαλονίκης, Μητροπολίτες και άλλοι ειδικοί ερευνητές.