Φέτος συμπληρώθηκαν τρία χρόνια από την αναγραφή στις Αγιολογικές Δέλτους του ονόματος του Επισκόπου Εδέσσης Καλλινίκου του Αιτωλού, που έγινε στις 23 Ιουνίου 2020, από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και στην Ναύπακτο εορτάσθηκε με λαμπρότητα η επέτειος αυτή της αγιοκατατάξεως του αγίου Καλλινίκου.
Συγκεκριμένα, στο Παρεκκλήσιο του Αγίου που ευρίσκεται στο Βόρειο κλείτος του Ιερού Ναού της Αγίας Παρασκευής Ναυπάκτου, το απόγευμα της Τετάρτης, 22 Ιουνίου, τελέσθηκε πανηγυρικός Εσπερινός με Αρτοκλασία, στον οποίο χοροστάτησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ναυπάκτου και Αγίου Βλασίου κ. Ιερόθεος.
Είχαν δε εκτεθή προς προσκύνηση και αγιασμό των πιστών η εικόνα και το ιερό λείψανο του αγίου Καλλινίκου.
Ο Σεβασμιώτατος στο κήρυγμά του αναφέρθηκε στον όρο αγιοκατάταξη, που δεν σημαίνει ότι με την απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου γίνεται κάποιος άγιος, αλλά ότι κατατάσσεται στο Αγιολόγιο, γι’ αυτό η πράξη αυτή είναι πράξη κατατάξεως στο αγιολόγιο της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Στην συνέχεια ανέφερε μερικές φράσεις από την Πράξη κατατάξεως στο αγιολόγιο του Μητροπολίτου Εδέσσης Καλλινίκου. Γράφεται ότι ο Άγιος βίωσε «θεοφιλώς και ασκητικώς» και διακρίθηκε «εν οσιότητι και αγιότητι». Ο άγιος Καλλίνικος αγάπησε τον Θεό, και ήταν Επίσκοπος ασκητής, όσιος.
Έπειτα, γράφει ότι ήταν «τύπος και υπογραμμός αρετής και εγκρατείας και αγαθοεργίας». Ο άγιος Καλλίνικος διακρινόταν από την αρετή, την εγκράτεια και την αγαθοεργία, την φιλανθρωπία του, έφυγε από τον κόσμο αυτόν πάμπτωχος. Τέλος, στην Πράξη κατατάξεως στο αγιολόγιο της Εκκλησίας γράφεται ότι όσο ζούσε και μετά τον θάνατό του αξιώθηκε από τον Θεό «του χαρίσματος της των θαυμάτων ενεργείας». Εξεδίωξε δαιμόνια, όσο ζούσε, από δαιμονισμένους ανθρώπους, και τώρα διαρκώς θαυματουργεί με την ενέργεια του Θεού. Καθημερινώς μας πληροφορούν ότι γίνονται θαύματα, κυρίως από ασθένειες που και αυτός αντιμετώπισε, πράγμα που δείχνει ότι έχει μεγάλη παρρησία στον Θεό ως φίλος του. Γι’ αυτό πρέπει να ζητάμε τις πρεσβείες του.
Πανηγυρική Θεία Λειτουργία
Το πρωί της Πέμπτης, 23 Ιουνίου, ο Σεβασμιώτατος κ. Ιερόθεος προεξήρχε της πανηγυρικής θείας Λειτουργίας στο εν λόγω Παρεκκλήσιο και κήρυξε τον θείο λόγο.
Στο κήρυγμά του κατ’ αρχάς αναφέρθηκε σε ένα γεγονός που συνέβη μετά την είσοδο του Χριστού στα Ιεροσόλυμα, κατά την περιγραφή του Ευαγγελιστού Ιωάννου (Ιω. ιβ΄, 27-30).
Ο Χριστός είπε ως άνθρωπος: «Πάτερ δόξασόν σου το όνομα». Και τότε ήρθε φωνή από τον ουρανό. «Και εδόξασα και πάλιν δοξάσω».
Την φωνή αυτήν άκουσε ο όχλος. Άλλοι, όμως, έλεγαν ότι έγινε βροντή, άλλοι ότι του μίλησε Άγγελος. Τότε ο Χριστός είπε ότι «ου δι’ εμέ αύτη η φωνή γέγονεν, αλλά δι’ ημάς».
Οι Προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης άκουγαν την φωνή του Θεού, όπως ο Σαμουήλ. Στην Καινή Διαθήκη άλλες δύο φορές ελάλησε ο Θεός Πατήρ, στον Ιορδάνη ποταμό και στο Όρος Θαβώρ.
Στην συνέχεια, ο Σεβασμιώτατος είπεν ότι ο άγιος Καλλίνικος σε δυσκολίες και πειρασμούς έλεγε ότι «θα λαλήση ο ουρανός», πίστευε, δηλαδή, ότι θα ομιλήση ο Θεός.
Αυτό έδειχνε την πίστη του στον Θεό, την υπομονή του, την αντιμετώπιση των θεμάτων κατά Θεόν. Αυτό έκαναν οι Προφήτες όταν έλεγαν: «Λάλει, Κύριε, ότι ο δούλος σου ακούει». Ο Θεός τους μιλούσε και μετά έλεγαν στον λαό: «Τάδε λέγει Κύριος».
Ελάλησε ο Θεός με την αγιοκατάταξή του και λαλεί με τα θαύματα που επιτελούνται.
Κατέληξε ο Σεβασμιώτατος λέγοντας ότι πρέπει να αναπτύξουμε διάλογο με τον Θεό και να ακούμε την φωνή του ουρανού.