Με λαμπρότητα εορτάστηκε και φέτος η μνήμη των αγίων Κρητών Νεομαρτύρων, του Aγίου ιερομάρτυρος Γερασίμου Μητροπολίτου Κρήτης και των συν αυτώ μαρτυρησάντων Αγίων επισκόπων, κληρικών και λαϊκών, που πότισαν με τα μαρτυρικά τους αίματα την Mεγαλόνησο, απ’ άκρη σ’ άκρη, την διετία 1821-1822.
Η Ιερά Μητρόπολη Πέτρας και Χερρονήσου σεμνύνεται κατά την ημέρα αυτή αφού στην χορεία των Νεομαρτύρων συγκαταλέγονται και οι Επίσκοποι Πέτρας Ιωακείμ εκ Φουρνής Μεραμβέλλου, Χερρονήσου Ιωακείμ εκ Λασιθίου και Κνωσού Νεόφυτος, εκ Μοχού Πεδιάδος, οι οποίοι μετά από απόφαση του Διοικητικού Συμβουλίου του Ιερού Συνδέσμου Εφημερίων της Μητροπόλεως Πέτρας και Χερρονήσου καθιερώθησαν ως προστάτες του για να εμπνέουν τους αδελφούς κληρικούς με την Πίστη τους στον αληθινό Θεό, την αγάπη τους στην Εκκλησία και με το σταυροαναστάσιμο πνεύμα της αείποτε μαρτυρικής ιερωσύνης.
Η πανηγυρική θεία Λειτουργία τελέσθηκε στην παλαιά Ιερά Μονή της Παναγίας της Κεραπολίτισσας, πλησίον του χωρίου Καστελλίου Μεραμβέλλου, ιερουργούντος του Σεβαστού Μητροπολίτου κ. Γερασίμου και την συμμετοχή όλων των κληρικών της Μητροπόλεως, οι οποίοι με ένθερμο ζήλο διηκόνησαν το θυσιαστήριο, το αναλόγιο και την διεξαγωγή της εορτής.
Μετά την Θεία Λειτουργία προσεφέρθη πλούσιο πρωινό προς όλους τους παρευρισκόμενους και επακολούθησε γενική ιερατική σύναξη.
Αρχικά ο Σεβασμιώτατος ανεφέρθη στην ιστορία της Μονής της Κεραπολίτισσας, που ιδρύθηκε το 1614 από τον ιερομόναχο Ιωαννίκιο Πατσούδη και στην βιογραφία του πεπαιδευμένου προκατόχου του επισκόπου Δωροθέου Διαμαντίδη, ο οποίος φρόντισε μετά ζήλου την εκπαίδευση της επαρχίας του και το 1846 ίδρυσε στους χώρους της Μονής το πρώτο σχολείο της επαρχίας Μεραμβέλλου (το οποίο λειτούργησε μέχρι το 1939) και εν συνεχεία ίδρυσε σχολεία στις Μονές Κρεμαστών, Κρουσταλλένιας και σε πολλούς οικισμούς.
Μετά την αναφορά για την μεγάλη προσφορά της Μονής στην εκπαίδευση μίλησε για τις πρωτόγνωρες συνθήκες που ζήσαμε όλοι κατά την παρελθούσα περίοδο εξαιτίας του κορωνοϊού και μάλιστα κατά την περίοδο της Μ. Τεσσαρακοστής και της Αναστάσεως και ανέπτυξε το θέμα της «εκκοσμίκευσης» και τις πιέσεις που ασκεί η εκκοσμικευμένη κοινωνία στην Εκκλησία να προσαρμοστεί στα δικά της μέτρα και ιδεώδη και τα λάθη μας ως κληρικών και πιστών στο θέμα αυτό.
Τόνισε ότι η εκκοσμίκευση στην πράξη λειτουργεί ως μία πλήρης αλλοίωση του χριστιανικού μηνύματος και ως μία εισβολή επί μέρους κοσμικών στοιχείων στην Εκκλησία, που σκοπεύουν στην αλλοίωση του Ευαγγελίου.
Ανέπτυξε τις διάφορες μορφές της τον «προοδευτισμό» τον εκσυγχρονισμό, τον φιλελευθερισμό, που περισσότερο προβάλλουν τη γνώση έναντι του μυστηρίου, και μίλησε για τους φανατικούς, τους συνωμοσιολόγους τους «πεφωτισμένους», και τον νεογεροντισμό που οι θεωρίες τους αποπροσανατολίζουν τους πιστούς από το πνεύμα της Ορθοδοξίας και τους οδηγούν μακριά από την αλήθεια και την ζωή της Βασιλείας του Θεού.
Υπενθύμισε ότι σκοπός της Εκκλησίας, είναι να προσλαμβάνει, να μεταμορφώνει και να «εκκλησιοποιεί» τον κόσμο, λειτουργώντας σαν ζύμη οσμωτικά μέσα του, αλλά και ταυτόχρονα διακριτικά, πλέοντας, όπως η κιβωτός του Νώε, εν μέσω των ταραχών τού βίου, χωρίς να συγχωνεύεται και να αφομοιώνεται πλήρως από τον κόσμο, καθιστάμενη τελικά ολόκληρη κόσμος.
Αναφερόμενος σε πορίσματα πολλών θεολογικών συνεδρίων τόνισε ότι απαιτείται, σε κάθε ιστορική στιγμή, η προσεκτική τήρηση της χρυσής ισορροπίας μεταξύ ανανέωσης και Παράδοσης. Το μέτρο, έχει να κάνει αφενός με την πιστή, όσο αφορά στο περιεχόμενο, διατήρηση της παρακαταθήκης την οποία λάβαμε κατά την ημέρα της χειροτονίας μας, και αφετέρου με την οικονομία, όσο αφορά στην έκφραση και τη μορφή η οποία βέβαια θα πρέπει να αποκλείει κάθε ενδεχόμενο σκανδαλισμού του «πλησίον» εφόσον αυτό που προέχει, είναι πάντοτε η αγάπη.
Τελειώνοντας παρακάλεσε τους ιερείς μαζί με την προσευχή και την ιερουργία των θείων μυστηρίων που αποτελεί το κύριο και ύψιστο έργο του κληρικού, να καταρτίζονται διαρκώς, γιατί η θεολογική άγνοια, η ημιμάθεια, η σύγχυση ή και η αποτυχία βίωσης της Ορθόδοξης Πίστης, δημιουργούν τις κατάλληλες συνθήκες ανάπτυξης της εκκοσμίκευσης, της σύγχρονης αυτής αίρεσης κατά τον π. Αλέξανδρο Σμέμαν.
Μετά την συνοπτική παρουσίαση της εισήγησης του Σεβασμιωτάτου από τον Πανοσιολ. Πρωτοσύγκελλο π. Τίτο Ταμπακάκη, επακολούθησαν ερωτήσεις και γόνιμη διαλογική συζήτηση. Τέλος προσεφέρθη πλούσια πανηγυρική τράπεζα από το Σύνδεσμο Κληρικών της Μητροπόλεως.