Η υποδοχή της Ιεράς Εικόνος της Παναγίας Φανερωμένης από την ομώνυμη Ιερά Μονή που βρίσκεται στο Χιλιομόδι Κορινθίας, πραγματοποιήθηκε χθες στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό Παναγίας «Ρόδον το Αμαραντόν».
Το Ιερό Σέβασμα της Παναγίας, κόμισε η Καθηγουμένη της Ιεράς Μονής, Οσιολογιωτάτη Γερόντισσα Ξένη και το υποδέχθηκε, επικεφαλής κλήρου και λαού, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ.
Στη σύντομη προσλαλιά του ο Σεβασμιώτατος, αφού ευχαρίστησε τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Κορίνθου κ. Διονύσιο για την κανονική άδεια και ευλογία του, σημείωσε πως το Ιερό Σέβασμα της Παναγίας «έρχεται σε αυτή την τραγική εποχή ως εφαλτήριο ευλογίας και αγιασμού».
«Μας ενδυναμώνει στο δύσκολο αυτό και ολισθηρό δρόμο της καθημερινότητός μας εδώ, στην μεγαλούπολη του Πειραιά, στο πρώτο λιμάνι της χώρας», τόνισε ο Σεβασμιώτατος κ. Σεραφείμ και αναφέροντας πως η πόλη μας είναι μία Παναγιοσκέπαστη πόλη, υπενθύμισε πως «σε αυτόν τον Ναό έγινε το μεγάλο θαύμα της θεραπείας από την λοιμώδη νόσο της ευλογιάς το 1895, με την παρουσία και την ευλογία και την θαυμαστή εύρεση της Ιεράς Εικόνος της Παναγίας ”Ρόδον το Αμάραντον”».
Η Ιερά Εικόνα της Παναγίας Φανερωμένης «έρχεται στον δικό της χώρο. Στο χώρο που εκείνη αγίασε, θεράπευσε και χαρίτωσε», είπε στην συνέχεια, υπογραμμίζοντας πως με αυτό τον τρόπο εμείς λαμβάνουμε έλεος και Χάρη από την Παναγία, της οποίας «όλες οι Ιερές Εικόνες, απεικονίζουν ένα θαύμα δια του οποίου ο Κύριος εστόλισε την Μητέρα Του».
Τέλος, ο Σεβασμιώτατος προσφέροντας ως ευλογία έναν ηγουμενικό Σταυρό στην Γερόντισσα Ξένη, ευχαρίστησε θερμά για την έλευση του Ιερού Σεβάσματος, ευχόμενος παράλληλα την σκέπη της Υπεραγίας Θεοτόκου στην αδελφότητα.
Το κήρυγμα του Μητροπολίτη Πειραιώς
Στην συνέχεια τελέστηκε η Ακολουθία του Ακαθίστου Ύμνου, κατά την διάρκεια της οποίας ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Πειραιώς κ. Σεραφείμ κήρυξε τον Θείο Λόγο.
«Ο άνθρωπος είναι ο βασιλέας της κτίσεως. Κανένα άλλο δημιούργημα δεν είναι πλασμένο κατ’ εικόνα του Δημιουργού του. Κανένα άλλο πλάσμα επάνω στη γη μας, αλλά και στο σύμπαν, δεν έχει ελευθερία βουλήσεως, δεν έχει λογική, δεν έχει συναίσθημα, δεν έχει αυτεξουσιότητα, δεν έχει τη δυνατότητα να παρεμβαίνει στην κτίση, να αλλάζει τον κόσμο, να δέχεται ή να απορρίπτει», είπε αρχικά ο Σεβασμιώτατος, τονίζοντας πως ο άνθρωπος «μέσα του περιέχει έναν ολόκληρο κόσμο και είναι πιο πολύτιμος από όλο το σύμπαν, παρότι μικρός και αδύναμος πλέον. Γιατί», όπως εξήγησε, «ο άνθρωπος επέλεξε αντί της ζωής το θάνατο. Αντί της αφθαρσίας τη φθορά. Αντί του Δημιουργού της υπάρξεως, την κτιστή πραγματικότητα» «και πίστεψε και πιστεύει ότι μπορεί να ζήσει ελεύθερος, χαριτωμένος, πλήρης, γεμάτος, ώριμος εμπιστευόμενος τον εαυτό του».
Στην συνέχεια, ο Σεβασμιώτατος επεσήμανε: «συνέβη και το εξής τραγικό: Μαζί με τον άνθρωπο συμπαρασύρθηκε και η δημιουργία και μπήκε και αυτή κάτω από το ζυγό του θανάτου και της φθοράς. Και κάτι ακόμη πιο τραγικό: Από άρχων και βασιλέας και κυρίαρχος της δημιουργίας ο άνθρωπος, έγινε, δυστυχώς, εξάρτημα. Τα στοιχεία της φύσεως έγιναν εχθρικά απέναντι στον βασιλέα τους που είναι ο άνθρωπος». «Αυτό δεν είναι μια ιστορία του παρελθόντος, αλλά είναι μια πραγματικότητα του παρόντος, αφού ο άνθρωπος φτάνει στην αποκαραδοκία, στην ευτέλεια, στην πραγματική παράνοια να θεσμοθετεί ακόμη και την ανατροπή της ανθρώπινης οντολογίας και φυσιολογίας ως δήθεν έννομο αγαθό, ως θεσμό δικαίου. Φτάνει στο σημείο να περνάει από τα κοινοβούλιά του νόμους αθέσμους, ανατρεπτικούς της ζωής και της φυσιολογίας του ανθρωπίνου όντος».
«Η Αγία μας Εκκλησία» «αγωνίζεται να μας ξαναδώσει την ελευθερία μας, την αξιοπρέπειά μας», «να κατανοούμε την αιωνιότητά μας και το αθάνατο και άφθαρτο προορισμό μας», σημείωσε στην συνέχεια ο Σεβασμιώτατος, υπογραμμίζοντας πως «αυτό μας το χαρίζει και μας το εγγυάται η Μητέρα του Θεού και των ανθρώπων, η υπερύμνητος Κυρία Θεοτόκος». «Η Γέφυρα που μας ενώνει με τον Θεό και που γίνεται αιτία επαναπροσδιορισμού των αξιών του βίου μας».
«Καθώς ατενίζουμε το πρόσωπό της γεμίζει η καρδιά μας και η ψυχή μας απαντοχή, δύναμη και ελπίδα. Σωστό προσανατολισμό και στοχοπροσήλωση Αγία», είπε σε άλλο σημείο του κηρύγματός του, κάνοντας αναφορά στην εύρεση της θαυματουργού Ιεράς Εικόνος της Παναγίας μας στα βράχια της Πειραϊκής το 1895, καθώς και στην εμφάνισή της στον Ιερό Ναό Ευαγγελιστρίας Πειραιώς το βράδυ της 24ης προς 25η Μαρτίου 1929.
Τέλος, τονίζοντας πως «καλούμεθα σε αυτή τη δύσκολη εποχή των μεγάλων ανατροπών, των συγχύσεων, των αντινομιών, του ψεύδους, της απάτης, της ανατροπής των ηθικών αξιών να αντλήσουμε δύναμη και Χάρη από την Υπεραγία Θεοτόκο» και θυμίζοντας το θαύμα του έτους 626 όταν η Παναγία απέτρεψε την Άλωση της Πόλεως από τους Αβάρους, υπογράμμισε πως «η καρδιά μας και η ψυχή μας και το γένος μας, συνδέονται άρρηκτα με τη Μητέρα του Θεού και των ανθρώπων».
«Σε αυτή την ωραία περίοδο της Αγίας Τεσσαρακοστής δεν υπάρχει ιερότερο πρόσωπο από εκείνη που γέννησε τον Θεό για να μας χαρίσει τη ζωή την αθάνατη και να μας εμπνεύσει, να μας οδηγήσει, να μας συνεπάρει, να μας σηκώσει από τα σκουπίδια της ζωής και να μας χαρίσει την αληθινή επίγνωση του αρχικού προορισμού μας». «Καθώς βλέπουμε γύρω μας συντρίμμια ψυχών και σωμάτων», «καθώς οι άνθρωποι πορεύονται σαν να μην έχουν ποιμένα», «ας σκύψουμε βαθιά και ας γονατίσουμε πιστά μπροστά στην Παναγία μας και ας την παρακαλέσουμε να μας χαρίσει την Χάρη της, τον αγιασμό της, την μεσιτεία της, τη μητρική της σκέπη και ευλογία», ανέφερε ολοκληρώνοντας το κήρυγμά του ο Σεβασμιώτατος.