Χοροστατούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ. Σεραφείμ, τελέστηκε χθες, Τετάρτη 2 Οκτωβρίου 2024, η Ακολουθία του Εσπερινού στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό Αγίου Διονυσίου Πειραιώς.
Κατά τη διάρκεια του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος, αναφερόμενος στην έλευση του Αποστόλου των Εθνών Παύλου, στην πόλη των Αθηνών και στον χώρο λατρείας “του αγνώστου θεού”, έκανε λόγο για τον περίφημο λόγο του Αποστόλου στην Πνύκα.
Έναν λόγο, που όπως χαρακτηριστικά είπε ο Σεβασμιώτατος «μένει στους αιώνας. Ανεπανάληπτο σε πυκνότητα νοημάτων και σε βάθος αληθείας. Κήρυξε εκεί ο Παύλος τον Θεό που αγνοούσαν και που λάτρευαν χωρίς να ξέρουν». Ο Παύλος, συνέχισε ο Σεβασμιώτατος, εξήγησε στους Αθηναίους, ότι ο Θεός «είναι αιώνιο πνεύμα που από άπειρη αγάπη δημιουργεί τον κόσμο και που έχει ως σκοπό, αυτός ο κόσμος, να αντιπελαργήσει την αγάπη». «Ο Θεός γίνεται για τον άνθρωπο το πιο δικό του πρόσωπο, γιατί έρχεται και μπαίνει μέσα στην καρδιά του, μέσα στην ψυχή του και η σχέση πια με τον Θεό, είναι σχέση έρωτος», πρόσθεσε.
«Αυτά είπε ο Παύλος και κήρυξε την Ανάσταση, δηλαδή το τέλος του θανάτου», σημείωσε στη συνέχεια, τονίζοντας πως «ο θάνατος είναι ο πιο μεγάλος εχθρός μας, ο έσχατος και μοναδικός μας. Δεν υπάρχει άλλη δύναμη στον κόσμο να νικήσει το θάνατο, παρά μονάχα η Ανάσταση του Χριστού που εγγυάται και τη δική μας Ανάσταση».
«Οι Αθηναίοι τον άκουσαν, αλλά ήταν αδύνατον σε αυτούς να καταλάβουν το μήνυμα του θείου Παύλου», επεσήμανε στην συνέχεια ο Σεβασμιώτατος, σημειώνοντας πως «από όλους τους Αθηναίους λίγοι επίστευσαν και αναφέρονται ονομαστικώς»: ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης και η Δάμαλις.
«Έτσι, λοιπόν, εισάγεται στην Εκκλησία ο Άγιος Διονύσιος ο Αρεοπαγίτης, ο δικαστής δηλαδή. Το μέλος του Αρείου Πάγου της αρχαίας Αθήνας, ο οποίος έγινε και ο πρώτος Επίσκοπος των Αθηναίων», υπογράμμισε στην συνέχεια, συμπληρώνοντας πως «η παράδοση μας λέει ότι ο Άγιος Διονύσιος ακολούθησε τα βήματα του Αποστόλου Παύλου πέραν του γνωστού τότε κόσμου έως την τότε Γαλατία, τη σημερινή Γαλλία και μαρτύρησε αποκεφαλισθείς στην πόλη των Παρισίων».
«Είναι ένα πρόσωπο που έρχεται σε μας από την ιστορική αρχαιότητα της Εκκλησίας, αλλά την ίδια στιγμή μας μεταγγίζει την ευσέβεια του βίου του, γιατί ο άνθρωπος αυτός ευλογήθηκε από τον Θεό να κατανοήσει τα άπειρα Μυστήρια της Θείας υπάρξεως», είπε σε άλλο σημείο του κηρύγματός του ο Σεβασμιώτατος, επισημαίνοντας: «Για αυτό και μας παρέδωκε συγγραφές, έργα δηλαδή, που είναι μνημεία πνευματικής βαθύτητος, τα λεγόμενα αρεοπαγιτικά συγγράμματα μέσα στα οποία παρουσιάζεται εύγλωττα και έκτυπα η πορεία του ανθρώπου προς τον Θεό. Τα βήματά της, ο τρόπος της». Τα συγγράμματα αυτά «μας καλούν να εξέλθουμε από το χωματένιο μας σκήνωμα, το χώμα που είμαστε και το πνεύμα μας να ενωθεί με το πνεύμα του Δημιουργού του και να γίνει ο Θεός οικιστής της καρδιάς μας».
Σκοπός μας είναι «να επιτύχουμε ακριβώς αυτό: να γίνουμε μέτοχοι της ζωής του Θεού και ο Θεός κοινωνός της δικής μας ζωής. Και αυτό δεν είναι αδύνατο, ούτε δύσκολο. Είναι απόλυτα εφικτό», είπε ολοκληρώνοντας το κήρυγμά του ο Σεβασμιώτατος, τονίζοντας πως αυτό «το απέδειξαν οι Άγιοι για αυτό και τα σκηνώματά τους είναι αδιαλώβητα και άφθαρτα».
Τέλος, ο Σεβασμιώτατος ευχαριστώντας τον Ηγούμενο της Ιεράς Μονής Οσίου Γρηγορίου, Αγίου Όρους, γέροντα Χριστοφόρο, για την έλευση και προσκύνηση της Αγίας Κάρας Κάρας του Αγίου Διονυσίου, σημείωσε πως «η αποδοχή της διδαχής του Αγίου και ο Άγιος και με το μαρτύριό του και με τη ζωή του και με τα συγγράμματα του, μας καλεί ακριβώς να εκμεταλλευτούμε την αγάπη του Θεού».