Στον τόπο του μαρτυρίου του, το Διδυμότειχο, τιμήθηκε ιεροπρεπώς η μνήμη του Ιερομάρτυρος αγίου Παρθενίου του εκ Πάτμου, ο οποίος δολοφονήθηκε από τους Οθωμανούς, εξερχόμενος του Ναού, στις 5 Μαρτίου του 1805.
Συγκεκριμένα, αφ’ εσπέρας του Σαββάτου της Τυρινής, στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Αθανασίου, χοροστατούντος του Σεβ. Μητροπολίτου Διδυμοτείχου, Ορεστιάδος και Σουφλίου κ. Δαμασκηνού εψάλη αγρυπνία, με τη συμμετοχή του ιερού κλήρου της πόλεως.
Ο Σεβασμιώτατος μίλησε για τους νεομάρτυρες της πίστεως κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Μεταξύ άλλων εσημείωσε· «Η ζωή και το μαρτύριο των νεομαρτύρων, ως αυθεντικών φορέων της κληρονομιάς του Βυζαντίου, αποτελούν διαχρονικό παράδειγμα για εμάς τους νεοέλληνες. Όπως εκείνοι συγκρούσθηκαν με την μουσουλμανική θεοκρατία και αντιστάθηκαν στην τουρκική εξουσία, έτσι και εμείς οι νεοέλληνες καλούμεθα αφ’ ενός να αντισταθούμε σε κάθε είδους συμπεριφορές και εκδηλώσεις της σκοταδιστικής βίας και αφ’ ετέρου να εμπνευσθούμε από τις διαχρονικές αξίες του Γένους, για τις οποίες οι νεομάρτυρες θυσιάσθησαν και που είναι αγάπη για τον Χριστό και την Πατρίδα. Οι νεομάρτυρες αντιστάθηκαν στην εκδικητική μανία των αρνητών του Χριστού και αντέταξαν την ανεξικακία και την αυτοθυσία, ακολουθώντας τα ίχνη του Εσταυρωμένου και Αναστάντος Χριστού».
Σ υ ν α ξ ά ρ ι·
Ο Αγιος Ιερομάρτυς Παρθένιος (Παρθενιάδης) ήταν μέλος του αναγεννητικού κινήματος των ιεροπρεπών Κολλυβάδων. Υπήρξε μοναχός της συνοδείας του οσίου Νήφωνος (†1809) στο Άγιον Όρος, τον οποίο ακολούθησε στην αναγκαστική του έξοδο από αυτό, λόγω των Κολλυβαδικών ταραχών (1773). Μετέβη στην Ικαρία, όπου ο Όσιος Νήφων ίδρυσε την Μονή του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (1775), και παρέμεινε επί τριετία. Αναχωρώντας ανέφερε στους μοναχούς προφητικά πως, όταν δουν το ένα από τα δύο κυπαρίσσια που φύτεψε να ξεραθεί, θα τον θανατώσουν. Έτσι και έγινε. Το 1798 εγκαταστάθηκε στην Πάτμο με μικρή συνοδεία στην περιοχή Λιβάδι, όπου έκτισε ταπεινά οικήματα. Για την ολοκλήρωση των οικοδομών αναγκάσθηκε να ταξιδέψει και να κάνει εράνους προς συγκέντρωση των απαραίτητων χρημάτων. Έτσι έφθασε έως το Διδυμότειχο της Θράκης. Κατά την εδώ παραμονή του δεν έπαυσε να κηρύττει τον Χριστό και το αγαθό, την τήρηση της αργίας της Κυριακής, να συμβουλεύει και να εξομολογεί. Όταν μια νέα πήγε να εξομολογηθεί την αμαρτία της, την σχέση της μ’ ένα Οθωμανό, και την συμβούλευσε να την διακόψει, το έμαθε εκείνος, και τον φόνευσε, καθώς ο Όσιος Πατήρ εξήρχετο του ναού, μετά από την Θεία Λειτουργία της Κυριακής. Ήταν 5 Μαρτίου 1805.