Στις 30 Νοεμβρίου 2024, ημέρα της μνήμης του Αγίου ενδόξου Αποστόλου Ανδρέου του Πρωτοκλήτου, ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Κεγχρεών κ. Αγάπιος, Πρωτοσύγκελλος της Ι. Μητροπόλεως, τέλεσε τον Όρθρο και την Θ. Λειτουργία στον φερώνυμο πανηγυρίζοντα Ενοριακό Ι. Ναό στην Αρχαία Νεμέα.
Μετά του Θεοφιλεστάτου συλλειτούργησαν οι Αιδεσ. π. Ευάγγελος Νάκος, Εφημέριος του Ι. Ναού Κοιμήσεως Θεοτόκου Δροσοπηγής, ο π. Αναστάσιος Μπενέκος, Εφημέριος Αρχαίας Νεμέας και οι Διάκονοι π. Χρήστος Χίλιας και π. Άγγελος Σαλάτας. Συμπροσευχόμενοι παρέστησαν οι Πανοσ. Αρχιμ. π. Θεόκλητος Φραγκιουδάκης, Ηγούμενος της Ι. Μονής Παναγίας Βράχου Νεμέας, Αιδεσ. π. Ευάγγελος Πανταζής, Συνταξιούχος Κληρικός της Ι. Μητροπόλεως Αργολίδος και δύο Πατέρες εκ της Ι. Μονής Δοχειαρίου Αγίου Όρους.
Τον θείο λόγο κήρυξε ο άγιος Κεγχρεών, ο οποίος και αναφέρθηκε κατ᾽ αρχήν στην περίοδο της Τεσσαρακοστής που διανύουμε για την εορτή των Χριστουγέννων, και πως η Αγία Εκκλησία μας ετοιμάζει τους Χριστιανούς για την υποδοχή της «Μητροπόλεως των Εορτών». Ανάμεσα στους τρόπους προετοιμασίας εμπεριέχονται κάποιοι «σταθμοί» χαρακτηριστικοί για να μην χάνουμε τον προσανατολισμό μας.
Έτσι, αφού κατά την εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου αρχίζουν οι Καταβασίες «Χριστός γεννᾶται» προμηνύοντας τον ερχομό της εορτής των Χριστουγέννων, ο δεύτερος «σταθμός» στην πορεία μας αυτή είναι η εορτή της μνήμης του Αγ. Αποστόλου Ανδρέου κατά την οποία ακούονται προεόρτιοι Χριστουγεννιάτικοι ύμνοι.
Πράττει αυτό η Εκκλησία, ώστε και ᾽μεις, όπως ο Απ. Ανδρέας γεμάτος χαρά από την συνάντησή Του μετά του Ιησού διαμηνύει στον «όμαιμο» αδελφό Του Απ. Πέτρο «εὑρήκαμεν τόν Μεσσία˙ ὅ ἐστι μεθερμηνευόμενον Χριστός» (Ιω. α’, 42) να ομολογήσουμε μετά πίστεως αυτό που ψάλλεται στο «καί νῦν» των αποστίχων του Εσπερινού της εορτής του Αγίου Ανδρέου ως διαβεβαίωση του Μνήστορος Ιωσήφ˙ «…ἐγώ, …, τούς προφήτας ἐρευνήσας… πέπεισμαι ὅτι Θεόν γεννήσει ἡ Μαρία ἀνερμηνεύτως…».
Το βρέφος το εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της Παρθένου, που θα προσκυνήσουμε κατά την νύκτα της Αγίας Γεννήσεως, είναι ο Μεσσίας, ο Λυτρωτής, ο Απεσταλμένος προς σωτηρία του ανθρωπίνου γένους! Τον ίδιο πόθο που είχε στην καρδιά Του ο Ανδρέας ενέβαλε και στην καρδιά του αδελφού Του Πέτρου. Με λόγους δυνατούς Τον έπεισε και Τον έφερε και Αυτόν κοντά στον Απεσταλμένο του Θεού και με τα μάτια Του είδε και πίστευσε και πλημμύρισε και η δική Του η καρδιά από πίστη, ότι όντως ο Ιησούς είναι ο Σωτήρ!
Η ήρεμη καρδιά του απλοϊκού ψαρά της Γεννησαρέτ, παρθένου Ανδρέα, ήταν παρασκευασμένη για να δεχθεί το φως. Οι προρρήσεις των Προφητών για την έλευση του Μεσσία, «τούς προφήτας ἐρευνήσας», είχαν την καρδιά Του γλυκάνει και το κήρυγμα του Βαπτιστού στον Ιορδάνη την σκέψη Του ετοιμάσει, ώστε η υπόδειξη του Προφήτη Διδασκάλου Του˙ «ἴδε ὁ ἀμνός τοῦ Θεοῦ» (Ιω. α’, 36) κάνει Αυτόν και τον Ιωάννη να ακολουθήσουν τον Ιησούν πάραυτα.
Πρώτος ο Ανδρέας είδε τον Χριστό και πρώτος εκλήθη απ᾽ Αυτόν, που γι᾽ αυτό και Πρωτόκλητος ονομάσθηκε από την Αγία μας Εκκλησία, «πέπεισται ὅτι Θεός ἐγεννήθη ἐκ τῆς Παρθένου»! Και την πίστη Του αυτήν, ότι είχεν εύρει τον προσδοκώμενο Μεσσία, επιβεβαίωσε δια του αντίστροφα σε σχήμα χιαστί σταυρικού θανάτου Του, αφού πρώτα διέτρεξε ευαγγελιζόμενος την αληθινή πίστη την Ελληνική Βιθυνία, τον Εύξεινο Πόντο, την Θράκη, την Μακεδονία, την Ανατολική Πελοπόννησο καταφθάνων έως την Λακωνία και συγκεκριμένα διελθών τις πόλεις των Μεγάρων, του Λουτρακίου Κορινθίας, τους «Αριστοναύτες» (=Ξυλόκαστρο) για να καταλήξει στην Πάτρα και να ποτίσει με το τίμιο αίμα Του την Ελληνική γη.
«Ἀνθρώπους ἐσαγήνευσε καλάμῳ τοῦ κηρύγματος… καί ἐκ τοῦ βυθοῦ τῆς πλάνης ἀνήγαγε τά ἔθνη ἅπαντα», αλλά πριν αυτό πράξει, ενδυναμούμενος εκ του Αγίου Πνεύματος κατά την ημέρα της Πεντηκοστής, οδήγησε κι άλλους ανθρώπους πλησίον του Μεσσίου Χριστού, όπως τους Έλληνες «ἐκ τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ» (Ιω. ιβ’, 20).
Αυτός με τον Φίλιππο λέγουν στον Ιησού ότι οι Έλληνες θέλουν να Τον ιδούν για να αποκριθεί ο Ιησούς και να Τους ᾽πει˙ «ἔφθασε τώρα ἡ ὡρισμένη ἀπό τόν Θεόν ὥρα διά νά δοξασθῇ μέ τήν σταύρωσιν καί τήν ἀνάληψίν του ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου καί νά ἀναγνωρισθῇ ὡς Μεσσίας καί Λυτρωτής ἀπό τούς Ἕλληνας, οἱ ὁποῖοι αὐτήν τήν στιγμήν ἀντιπροσωπεύουν καί ὅλον τόν ἐθνικόν κόσμον» (ΒΛπ. Ιω. ιβ’, 23), ώστε από τότε να τελειοποιηθεί ο υπέροχος προορισμός της Ελληνικής Φυλής. Ετέθη, δηλαδή, η αποστολή της από τον Ίδιο τον Σωτήρα να δοξάσει «τόν Υἱόν τοῦ Ἀνθρώπου». Έφερε ο Ανδρέας και ο Φίλιππος τους Έλληνες κοντά στον Χριστό για να πάρουμε εμείς τον ιερώτερο προορισμό.
Τόνισε, δι᾽ αυτού του τρόπου, την υποχρέωση μας να φέρουμε και ᾽μεις άλλους ανθρώπους στον Χριστό όχι μόνο δια των λόγων μας αλλά δια των πράξεών μας και μάλιστα δια της αγάπης μας προς τον πάσχοντα συνάνθρωπό μας, η οποία εκδηλώνεται δια της ελεημοσύνης, την οποία και θα ζητήσει μετά από λίγες ημέρες η Εκκλησία δια του «Εράνου της αγάπης».
Μετέφερε, επίσης, τις ευχές του Σεβασμιωτάτου Ποιμενάρχου κ. Διονυσίου για «έτη πολλά» και «καλά Χριστούγεννα». Τέλος δε, ο Εφημέριος του Πανηγυρίζοντος Ι. Ναού ευχαρίστησε τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη για τις ευχές του, ευχόμενος την ταχεία επιστροφή του και την ανάληψη και πάλι των καθηκόντων του, τον Θεοφιλέστατο Επίσκοπο Κεγχρεών κ. Αγάπιο για την λειτουργική του παρουσία, τους συνοδούς του Διακόνους, τους Ιεροψάλτας, τους Εκκλησιαστικούς Επιτρόπους και τους Πιστούς της κωμοπόλεως που τίμησαν την Ι. μνήμη του Πολιούχου τους Πρωτοκλήτου Αποστόλου.
Συμπροσευχόμενος παρέστη ο κ. Αναστάσιος Ταγαράς, Αντιπρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Κορινθίων, ενώ μετά το τέλος της Θ. Λειτουργίας προσήλθαν να υποβάλλουν τα σέβη τους οι Αιδεσ. π. Αθανάσιος Αλτανόπουλος, Εφημέριος του Ι. Ναού Ευαγγελισμού της Θεοτόκου Νεμέας και Αρχιερατικός Επίτροπος Νεμέας-Κλεωνών, ο π. Ευάγγελος Μπακασσέτας, Εφημέριος του Ι. Ναού Εισοδίων της Θεοτόκου Νεμέας, και ο π. Αθανάσιος Καραντζιάς, Εφημέριος του Ι. Ναού Αγ. Κωνσταντίνου Κουτσίου.