Την Κυριακή 9 Δεκεμβρίου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Ανατολικού. Στο τέλος ο Σεβασμιώταος προχείρισε σε Πρωτοπρεσβύτερο τον εφημέριο του Ιερού Ναού π. Μιχαήλ Ποδαρά.
Ακολουθεί η ομιλία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας κ. Παντελεήμονος.
«Ἐξ ἡμέραις εἰσίν ἐν αἷς δεῖ ἐργάζεσθαι· ἐν αὐταῖς οὖν ἐρχόμενοι θεραπεύεσθε καί μή τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Σαββάτου».
Μία ἀσθενής καί ταλαίπωρη γυναίκα, τήν ὁποία θεράπευσε ὁ Χριστός, ἦταν ἡ ἀφορμή γιά τήν ἀντίδραση αὐτή τοῦ ἀρχισυναγώγου. «Ἕξι ἡμέρες ὑπάρχουν στίς ὁποῖες πρέπει νά ἐργάζεται ὁ ἄνθρωπος· σέ αὐτές νά ἔρχεσθε στή συναγωγή καί νά θεραπεύεσθε καί ὄχι κατά τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου».
Ἦταν αὐστηρή ἐντολή ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου γιά τούς Ἰουδαίους, ἀλλά ἦταν καί ὑπερβολική ἡ ἀντίδραση τοῦ ἀρχισυναγώγου. Καί δέν ἦταν ἡ εὐλάβεια πρός τόν νόμο πού τόν ἔκανε νά ἀντιδράσει μέ αὐτό τόν τρόπο, ἀλλά ἡ ὑποκρισία του καί ἡ ἀρνητική διάθεσή του ἀπέναντι στόν Χριστό πού θεράπευσε τή συγκύπτουσα, ἀποδεικνύοντας ἔτσι τή θεία του δύναμη καί προέλευση.
Γι᾽ αὐτό καί ὁ Χριστός ἀπαντᾶ καί στηλιτεύει τήν ὑποκρισία τοῦ ἀρχισυναγώγου. Γιατί εἶναι ὑποκριτικό ὁ ἄνθρωπος νά λύνει τά ζῶα του κατά τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου καί νά τά ποτίζει καί νά καταγγέλει τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ, ὁ ὁποῖος ἔλυσε κατά τήν ἡμέρα αὐτή μία γυναίκα ἀπό τά δεσμά τῆς ἀσθενείας καί τοῦ σατανᾶ.
Εἶναι ὑποκριτικό νά ἐμμένει ὁ ἀρχισυνάγωγος στόν τύπο τῆς εὐσεβείας ἀλλά νά ἀδιαφορεῖ γιά τήν οὐσία της, πού εἶναι ἡ ἀγάπη καί τά καλά ἔργα.
Ἀσφαλῶς ὁ Χριστός δέν καταργεῖ οὔτε τήν ἀργία τοῦ Σαββάτου, οὔτε ἀρνεῖται τήν ἀνάγκη νά ἀφιερώνει ὁ ἄνθρωπος μία ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος ἀποκλειστικά στόν Θεό, οὔτε συστήνει τήν καταστρατήγηση τοῦ νόμου πού ὁ ἴδιος ἔδωσε στούς ἀνθρώπους.
Αὐτό πού ἐπιδιώκει νά κάνει εἶναι νά ἀπαγκιστρώσει τόν ἄνθρωπο ἀπό μία τυπική εὐσέβεια, μία εὐσέβεια τοῦ γράμματος, τῆς ἐπιφανείας, πού περιορίζεται στή μηχανική ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ ἀλλά δέν ἔχει καμία ἐπίδραση στήν ψυχή του, δέν τόν φέρνει ἐγγύτερα πρός τόν Θεό, δέν συμβάλλει στήν πνευματική του πρόοδο.
Αὐτό πού ἐπιδιώκει ὁ Χριστός νά διδάξει μέ τή θεραπεία τῆς συγκυπτούσης γυναικός κατά τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου εἶναι ὅτι ἡ ἡμέρα ἡ ἀφιερωμένη στόν Θεό δέν εἶναι μία ἡμέρα ἀπραξίας καί ἀναπαύσεως, μία ἡμέρα κενή. Εἶναι μία ἡμέρα ἡ ὁποία πρέπει νά ἁγιάζεται ἀπό καλά ἔργα, ἀπό ἔργα ἀγάπης, ἀπό ἔργα πού εὐαρεστοῦν τόν Θεό. Διότι ἔτσι ἔχει νόημα, ἔτσι ἀποκτᾶ περιεχόμενο καί οὐσία ἡ ἡμέρα μας καί ἡ ζωή μας, ὅταν τήν ἀφιερώνουμε στόν Θεό κάνοντας ἔργα καί πράξεις οἱ ὁποῖες εἶναι σύμφωνες μέ τό θέλημά του, οἱ ὁποῖες εἶναι χρήσιμες καί ὠφέλιμες γιά τούς ἀδελφούς μας καί οἱ ὁποῖες μᾶς φέρνουν πιό κοντά στόν Θεό. Ἡ ἀργία καί ἡ ἀπραξία δέν εἶναι εὐάρεστη στόν Θεό, ὄχι μόνο γιατί, ὅπως ἔλεγαν καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες, «ἀργία μήτηρ πάσης κακίας», ἀλλά καί γιατί καί ἡ μή τέλεση καλῶν ἔργων εἶναι ἁμαρτία.
Γι᾽ αὐτό καί δέν θά πρέπει νά καθησυχάζουμε τή συνείδησή μας μέ τή σκέψη ὅτι δέν κάνουμε στή ζωή μας καί στήν καθημερινότητά μας κάτι κακό, κάποια ἁμαρτία. Δέν ἀρκεῖ αὐτό. Εἶναι βέβαια καλό νά ἀποφεύγουμε τό κακό, ἀλλά γιά νά εἴμεθα συνεπεῖς ἔναντι τοῦ Θεοῦ θά πρέπει νά ἐπιδιώκουμε καί τό ἀγαθό, θά πρέπει νά κάνουμε ἔργα τά ὁποῖα νά εἶναι σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.
Καί ὅταν ἀφιερώνουμε τόν χρόνο μας σέ τέτοια ἔργα, σέ ἔργα ἀγάπης καί εὐποιΐας, μετουσιώνοντας σέ πράξεις τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, τότε ἀποφεύγουμε νά πέσουμε στήν παγίδα τῆς ὑποκρισίας, στήν ὁποία ἔπεσε ὁ ἀρχισυνάγωγος, ὁ ὁποῖος μή ἔχοντας νά ἐπιδείξει καλά ἔργα, μή ἔχοντας νά ἐπιδείξει ἔργα ἀρετῆς καί φιλανθρωπίας, κρίνει καί κατακρίνει τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος θεράπευσε τή συγκύπτουσα, ἀλλά καί τήν ἴδια τή γυναίκα, γιατί δῆθεν καταπατοῦν τήν ἀργία τοῦ Σαββάτου καί τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ.
Ἄς διδαχθοῦμε, λοιπόν, καί ἐμεῖς σήμερα ἀπό τό θαῦμα τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἐπίπληξη τοῦ ἀρχισυναγώγου καί ἄς προσπαθοῦμε νά μή μένουμε ἁπλῶς σέ μία τυπική καί σχολαστική ἐφαρμογή τοῦ νόμου τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλά ἄς ἀγωνιζόμεθα νά ἁγιάζουμε τίς Κυριακές, τίς ἑορτές καί ὅλες τίς ἡμέρες πού εἶναι ἀφιερωμένες στόν Θεό μέ ἀγαθά ἔργα, μέ ἔργα εὐποιΐας καί φιλανθρωπίας, μέ ἔργα εὐσεβείας καί ἀρετῆς, ὅπως ἔκανε καί ὁ προστάτης τῆς ἐνορίας, ὁ ἅγιος Νικόλαος, τόν ὁποῖο ἑορτάσαμε πρό ἡμερῶν καί ὁ ὁποῖος γέμισε ὁλόκληρη τή ζωή του μέ καλά ἔργα γιά χάρη τῶν ἀδελφῶν του.
Ἄς τό προσέξουμε αὐτό, ἀδελφοί μου, καί ἄς προσπαθήσουμε νά τό ἐφαμόσουμε ἰδιαιτέρως αὐτές τίς ἡμέρες πού προετοιμαζόμεθα γιά τή μεγάλη ἑορτή τῶν Χριστουγέννων καί τίς ἄλλες ἑορτές τοῦ ἁγίου Δωδεκαημέρου, ὥστε νά τίς ζήσουμε ὅπως πραγματικά θέλει ὁ Χριστός, γιά νά αἰσθανθοῦμε τήν πνευματική καί ἀληθινή χαρά στήν ψυχή μας, τή χαρά πού δέν φεύγει, ὅταν περάσουν οἱ ἑορτές, ἀλλά παραμένει «πάσας τάς ἡμέρας τῆς ζωῆς» μας.