Ι.Μ. Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας
10 Δεκεμβρίου, 2018

Χειροθεσία Πρωτοπρεσβυτέρου στην Μητρ. Βεροίας

Διαδώστε:

Την Κυριακή 9 Δεκεμβρίου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Αγίου Νικολάου Ανατολικού. Στο τέλος ο Σεβασμιώταος προχείρισε σε Πρωτοπρεσβύτερο τον εφημέριο του Ιερού Ναού π. Μιχαήλ Ποδαρά.

Ακολουθεί η ομιλία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας κ. Παντελεήμονος.

«Ἐξ ἡμέραις εἰσίν ἐν αἷς δεῖ ἐρ­γά­ζεσθαι· ἐν αὐταῖς οὖν ἐρχό­μενοι θε­ραπεύεσθε καί μή τῇ ἡμέρᾳ τοῦ Σαββάτου».

Μία ἀσθενής καί ταλαίπωρη γυ­ναίκα, τήν ὁποία θεράπευσε ὁ Χρι­στός, ἦταν ἡ ἀφορμή γιά τήν ἀντί­δραση αὐτή τοῦ ἀρχισυνα­γώγου. «Ἕξι ἡμέρες ὑπάρχουν στίς ὁποῖες πρέπει νά ἐργάζεται ὁ ἄνθρωπος· σέ αὐτές νά ἔρχεσθε στή συνα­γω­γή καί νά θεραπεύεσθε καί ὄχι κατά τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου».

Ἦταν αὐστηρή ἐντολή ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου γιά τούς Ἰουδαίους, ἀλ­λά ἦταν καί ὑπερβολική ἡ ἀντί­δραση τοῦ ἀρχισυναγώγου. Καί δέν ἦταν ἡ εὐλάβεια πρός τόν νό­μο πού τόν ἔκανε νά ἀντιδράσει μέ αὐτό τόν τρόπο, ἀλλά ἡ ὑπο­κρισία του καί ἡ ἀρνητική διάθεσή του ἀπέναντι στόν Χριστό πού θερά­πευσε τή συγ­κύπτουσα, ἀποδει­κνύ­οντας ἔτσι τή θεία του δύναμη καί προέλευ­ση.

Γι᾽ αὐτό καί ὁ Χριστός ἀπαντᾶ καί στηλιτεύει τήν ὑποκρισία τοῦ ἀρ­χι­­­­συναγώγου. Γιατί εἶναι ὑποκρι­τι­κό ὁ ἄνθρωπος νά λύνει τά ζῶα του κατά τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου καί νά τά ποτίζει καί νά καταγ­γέ­λει τόν Θεάνθρωπο Ἰησοῦ, ὁ ὁ­ποῖ­ος ἔλυσε κατά τήν ἡμέρα αὐτή μία γυναίκα ἀπό τά δεσμά τῆς ἀσθε­νείας καί τοῦ σατανᾶ.

Εἶναι ὑποκριτικό νά ἐμμένει ὁ ἀρ­­­­χισυνάγωγος στόν τύπο τῆς εὐ­σεβείας ἀλλά νά ἀδιαφορεῖ γιά τήν οὐσία της, πού εἶναι ἡ ἀγάπη καί τά καλά ἔργα.

Ἀσφαλῶς ὁ Χριστός δέν καταργεῖ οὔτε τήν ἀργία τοῦ Σαββάτου, οὔ­τε ἀρνεῖται τήν ἀνάγκη νά ἀφιε­ρώνει ὁ ἄνθρωπος μία ἡμέρα τῆς ἑβδομάδος ἀποκλειστικά στόν Θεό, οὔτε συστήνει τήν καταστρα­τήγηση τοῦ νόμου πού ὁ ἴδιος ἔδω­­σε στούς ἀνθρώπους.

Αὐτό πού ἐπιδιώκει νά κάνει εἶ­ναι νά ἀπαγ­κιστρώσει τόν ἄνθρω­πο ἀπό μία τυπική εὐσέβεια, μία εὐσέβεια τοῦ γράμματος, τῆς ἐπι­φανείας, πού περιορίζεται στή μη­χανική ἐφαρμογή τῶν ἐντο­λῶν τοῦ Θεοῦ ἀλλά δέν ἔχει καμία ἐπί­δρα­ση στήν ψυχή του, δέν τόν φέρ­νει ἐγ­γύτερα πρός τόν Θεό, δέν συμ­βάλ­λει στήν πνευματική του πρό­οδο.

Αὐτό πού ἐπιδιώκει ὁ Χριστός νά διδάξει μέ τή θεραπεία τῆς συγκυ­πτού­σης γυναικός κατά τήν ἡμέρα τοῦ Σαββάτου εἶναι ὅτι ἡ ἡμέρα ἡ ἀφιερωμένη στόν Θεό δέν εἶναι μία ἡμέρα ἀπραξίας καί ἀναπαύ­σεως, μία ἡμέρα κενή. Εἶναι μία ἡμέρα ἡ ὁποία πρέπει νά ἁγιάζεται ἀπό καλά ἔργα, ἀπό ἔργα ἀγάπης, ἀπό ἔργα πού εὐαρεστοῦν τόν Θεό. Διότι ἔτσι ἔχει νόημα, ἔτσι ἀποκτᾶ περιεχόμενο καί οὐσία ἡ ἡμέρα μας καί ἡ ζωή μας, ὅταν τήν ἀφιε­ρώνουμε στόν Θεό κάνοντας ἔργα καί πράξεις οἱ ὁποῖες εἶναι σύμ­φω­­νες μέ τό θέλημά του, οἱ ὁποῖες εἶναι χρήσιμες καί ὠφέλι­μες γιά τούς ἀδελφούς μας καί οἱ ὁποῖες μᾶς φέρνουν πιό κοντά στόν Θεό. Ἡ ἀργία καί ἡ ἀπραξία δέν εἶναι εὐάρεστη στόν Θεό, ὄχι μόνο γιατί, ὅπως ἔλεγαν καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλ­ληνες, «ἀργία μήτηρ πάσης κα­κί­ας», ἀλλά καί γιατί καί ἡ μή τέ­λεση καλῶν ἔρ­γων εἶναι ἁμαρτία.

Γι᾽ αὐτό καί δέν θά πρέπει νά κα­θησυχάζουμε τή συνείδησή μας μέ τή σκέψη ὅτι δέν κάνουμε στή ζωή μας καί στήν καθημερινότητά μας κά­τι κακό, κάποια ἁμαρτία. Δέν ἀρ­κεῖ αὐτό. Εἶναι βέβαια καλό νά ἀποφεύγουμε τό κακό, ἀλλά γιά νά εἴμεθα συνεπεῖς ἔναντι τοῦ Θε­οῦ θά πρέπει νά ἐπιδιώκουμε καί τό ἀγαθό, θά πρέπει νά κά­νουμε ἔργα τά ὁποῖα νά εἶναι σύμφωνα μέ τό θέλημα τοῦ Θεοῦ.

Καί ὅταν ἀφιερώνουμε τόν χρόνο μας σέ τέτοια ἔργα, σέ ἔργα ἀγά­πης καί εὐποιΐας, μετουσιώνοντας σέ πράξεις τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, τότε ἀποφεύγουμε νά πέσουμε στήν παγίδα τῆς ὑποκρισίας, στήν ὁποία ἔπεσε ὁ ἀρχισυνά­γωγος, ὁ ὁποῖος μή ἔχοντας νά ἐπιδείξει κα­λά ἔργα, μή ἔχοντας νά ἐπιδεί­ξει ἔργα ἀρετῆς καί φιλανθρω­πί­ας, κρίνει καί κατακρίνει τόν Χρι­στό, ὁ ὁποῖος θεράπευσε τή συγκύ­πτουσα, ἀλλά καί τήν ἴδια τή γυ­ναί­κα, γιατί δῆθεν καταπατοῦν τήν ἀργία τοῦ Σαββάτου καί τήν ἐν­τολή τοῦ Θεοῦ.

Ἄς διδαχθοῦμε, λοιπόν, καί ἐμεῖς σήμερα ἀπό τό θαῦμα τοῦ Χριστοῦ καί τήν ἐπίπληξη τοῦ ἀρχισυνα­γώ­γου καί ἄς προσπαθοῦμε νά μή μένουμε ἁπλῶς σέ μία τυπική καί σχολαστική ἐφαρμογή τοῦ νόμου τοῦ Εὐαγγελίου, ἀλλά ἄς ἀγωνι­ζόμεθα νά ἁγιάζουμε τίς Κυριακές, τίς ἑορτές καί ὅλες τίς ἡμέρες πού εἶναι ἀφιερωμένες στόν Θεό μέ ἀγαθά ἔργα, μέ ἔργα εὐποιΐας καί φιλανθρωπίας, μέ ἔργα εὐσεβείας καί ἀρετῆς, ὅπως ἔκανε καί ὁ προ­στάτης τῆς ἐνορίας, ὁ ἅγιος Νι­κό­λαος, τόν ὁποῖο ἑορτάσαμε πρό ἡμερῶν καί ὁ ὁποῖος γέμισε ὁλό­κλη­ρη τή ζωή του μέ καλά ἔργα γιά χάρη τῶν ἀδελφῶν του.

Ἄς τό προσέξουμε αὐτό, ἀδελφοί μου, καί ἄς προσπα­θήσουμε νά τό ἐφαμόσουμε ἰδιαιτέ­ρως αὐτές τίς ἡμέρες πού προετοιμαζόμεθα γιά τή μεγάλη ἑορτή τῶν Χριστου­γέν­νων καί τίς ἄλλες ἑορτές τοῦ ἁγίου Δωδεκαημέρου, ὥστε νά τίς ζήσουμε ὅπως πραγματικά θέλει ὁ Χριστός, γιά νά αἰσθανθοῦμε τήν πνευματική καί ἀληθινή χαρά στήν ψυχή μας, τή χαρά πού δέν φεύγει, ὅταν περάσουν οἱ ἑορτές, ἀλλά παραμένει «πάσας τάς ἡμέ­ρας τῆς ζωῆς» μας.

Διαδώστε: