Την Τετάρτη 16 Σεπτεμβρίου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Αγίου Δημητρίου Τριλόφου επί τη εορτή της Αγίας Ευφημίας.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:
“Ασφαλώς δεν μπορεί να νοείται πιστός ο οποίος αρνείται και αμφισβητεί αυτά τα εκλεκτα μέλη του σώματος του Χριστού· δεν μπορεί να νοείται πιστος που ακολουθεί επιλεκτικά τις εντολές της κεφαλης του σώματος στο οποίο ανήκει. Όποιος το επιχειρεί όχι μόνο δεν μπορεί να ανήκει στο σώμα του Χριστού, δεν μπορεί να είναι μελος της Εκκλησίας, αλλα γίνεται και εχθρός της επικινδυνος, καθώς ειναι σαν να επιχειρεί να κρημνίσει το οικοδομημά της αφαιρωντας κάποια από τα στοιχεία που το στηριζουν”.
Αναλυτικά το κήρυγμα του Σεβασμιωτάτου:
«Τῶν αἱμάτων σου ρείθροις, Μάρτυς Χριστοῦ, ποντισμόν ἀσεβείας διηνεκῶς ἐργάζῃ πανεύφημε». Τιμᾶ καί πανηγυρίζει σήμερα ἡ ἁγία μας Ἐκκλησία μία μάρτυρά της. Μία νεαρή γυναίκα, πού ἀγάπησε τόν Χριστό, πού ἔζησε τή ζωή της μακριά ἀπό τίς ἐπιρροές τοῦ κόσμου καί τῆς ἁμαρτίας καί δέν δίστασε νά ἀποδείξει τήν πίστη της στόν Χριστό θυσιάζοντας καί τήν ἴδια της τή ζωή. Δέν δίστασε νά δώσει τό αἷμα της γιά νά καταποντίσει τήν ἀσέβεια καί τήν ἀθεΐα.
Καί ἡ ἁγία αὐτή δέν εἶναι ἄλλη ἀπό τήν ἁγία Εὐφημία, τήν ὁποία τιμᾶ ἰδιαιτέρως ἡ ἐνορία σας, καί ἡ ὁποία μέ τή ζωή καί τό μαρτύριό της δικαιώνει ὄντως τό ὄνομά της, καθώς εὐφήμως μνημονεύεται 17 αἰῶνες τώρα ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία καί κοσμεῖ ὄχι μόνο ὡς παρθένος καί μάρτυς, ἀλλά καί ὡς ὑπερασπίστρια τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, καθώς μέ θαυμαστό τρόπο ἐπικύρωσε διά τοῦ ἱεροῦ της λειψάνου τόν Ὅρο τῆς Δ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου.
Ἡ ἐμμονή καί ἡ ὑπεράσπιση τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, εἶναι, ἄλλωστε, μία ἀπό τίς ἀπαραίτητες προϋποθέσεις στή ζωή τῶν ἁγίων καί τῶν μαρτύρων τῆς Ἐκκλησίας μας.
Δέν νοεῖται μαρτύριο μία ὁποιαδήποτε θυσία τῆς ζωῆς ἑνός ἀνθρώπου γιά κάποιες ἀρχές ἤ γιά κάποιες ἰδέες. Δέν νοεῖται μαρτύριο ἡ θυσία τῆς ζωῆς κάποιου πού ὑπῆρξε αὐτό πού λέμε «καλός ἄνθρωπος».
Τό μαρτύριο προϋποθέτει τήν ἀκριβῆ πίστη καί τήν ἐμμονή σ᾽ αὐτήν, γιατί, ὅπως τονίζει καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος, κανένας δέν στεφανώνεται στούς ἀγῶνες, ἐάν δέν ἀγωνισθεῖ σύμφωνα μέ τούς ὅρους καί τούς κανόνες. «Καί ἐάν τις ἀθλῇ οὐ στεφανοῦται, ἐάν μή νομίμως ἀθλῇ».
Αὐτή ὅμως ἡ νόμιμη ἄθληση πού εἶναι συνώνυμη καί ταυτόσημη τῆς ἀκριβοῦς καί ἀπαρεγκλίτου τηρήσεως τῆς πίστεως δέν ἦταν μόνο ζητούμενο καί προϋπόθεση γιά τούς μάρτυρες. Εἶναι ζητούμενο καί προϋπόθεση καί γιά ὅλους ἐμᾶς πού θέλουμε νά εἴμαστε μέλη τῆς Ἐκκλησίας, μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ.
Καί αὐτό σημαίνει ὅτι ἔχουμε χρέος νά ζοῦμε καί νά πορευόμεθα στή ζωή μας σύμφωνα μέ τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, σύμφωνα μέ τή διδασκαλία τῶν πατέρων καί τή ζωή τῶν ἁγίων. Διότι ἡ ὀρθόδοξη πίστη δέν εἶναι μία συλλογή κανόνων καί ἀρχῶν ἀπό τίς ὁποῖες ἐπιλέγουμε ὅσες μᾶς ἱκανοποιοῦν, ὅσες δέν μᾶς ἐνοχλοῦν ἤ ὅσες δέν προσκρούουν στά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας, καί αὐτές τίς ἀκολουθοῦμε, ἐνῶ τίς ἄλλες τίς ἀπορρίπτουμε καί τίς ἀθετοῦμε.
Ἡ ὀρθόδοξη πίστη εἶναι μία θεόσδοτη ἀλήθεια, γιά τήν ἀποκάλυψη τῆς ὁποίας ἔγινε ἄνθρωπος ὁ ἴδιος ὁ Υἱός τοῦ Θεοῦ, γιά τήν διάδοση τῆς ὁποίας οἱ ἀπόστολοι διέτρεξαν ὅλη τήν οἰκουμένη, ἀγωνίσθηκαν καί τήν παρέδωσαν στούς διαδόχους τους, τούς πατέρες καί τούς ἁγίους, παραδίδοντάς τους ταυτόχρονα καί τήν ἐντολή τοῦ Κυρίου νά μήν ἀλλοιώσουν «ἰῶτα ἕν ἤ μία κεραία» ἀπό τόν λόγο του.
Αὐτή τήν ἀλήθεια τῆς πίστεως οἱ πατέρες καί οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας δέν τήν δίδαξαν μόνο, ἀλλά καί τήν βίωσαν, γιατί ἡ ἀλήθεια τῆς πίστεώς μας δέν εἶναι θεωρία ἀλλά πράξη, δέν εἶναι κήρυγμα ἀλλά ζωή· καί ἐπιπλέον ἀγωνίσθηκαν καί ἐδιώχθησαν καί μαρτύρησαν γιά νά τήν παραδώσουν καί σέ μᾶς ἀπαραχάρακτη. Διότι κανείς δέν ἔχει δικαίωμα νά τήν ἀλλοιώσει· καί ὅποιος τό ἐπιχειρήσει εἶναι σάν νά ἀμφισβητεῖ τόν ἴδιο τόν Χριστό, τόν ἀρχηγό καί τελειωτή τῆς πίστεώς μας· εἶναι σάν νά ἀμφισβητεῖ καί ἀκυρώνει τούς πόνους καί τούς ἱδρῶτες τῶν ἁγίων πατέρων· εἶναι σάν νά ἀρνεῖται καί νά ἀπορρίπτει τά τίμια αἵματα τῶν μαρτύρων, οἱ ὁποῖοι θυσίασαν τή ζωή τους γιά τήν πίστη.
Ἀσφαλῶς δέν μπορεῖ νά νοεῖται πιστός ὁ ὁποῖος ἀρνεῖται καί ἀμφισβητεῖ αὐτά τά ἐκλεκτά μέλη τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ· δέν μπορεῖ νά νοεῖται πιστός πού ἀκολουθεῖ ἐπιλεκτικά τίς ἐντολές τῆς κεφαλῆς τοῦ σώματος στό ὁποῖο ἀνήκει. Ὅποιος τό ἐπιχειρεῖ ὄχι μόνο δέν μπορεῖ νά ἀνήκει στό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, δέν μπορεῖ νά εἶναι μέλος τῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά γίνεται καί ἐχθρός της ἐπικίνδυνος, καθώς εἶναι σάν νά ἐπιχειρεῖ νά κρημνίσει τό οἰκοδόμημά της ἀφαιρώντας κάποια ἀπό τά στοιχεῖα πού τό στηρίζουν.
Ὅσοι, λοιπόν, τιμοῦμε καί πανηγυρίζουμε σήμερα τήν ἁγία μεγαλομάρτυρα Εὐφημία, ἄς ἀκολουθήσουμε τό παράδειγμα τῆς ζωῆς της καί ἄς βαδίσουμε στόν δρόμο τῆς ὀρθοδόξου πίστεως, χωρίς νά παρεκκλίνουμε ἀπό αὐτόν, γιατί μόνο αὐτός θά μᾶς ὁδηγεῖ στή σωτηρία, γιά τήν ὁποία πρεσβεύει διηνεκῶς ἡ ἁγία Εὐφημία γιά ὅλους μας, καί θά πρεσβεύει, ἄν τήν παρακαλοῦμε αὐτό τό διάστημα ἰδιαιτέρως, καί γιά νά μᾶς λυτρώσει ὁ Θεός καί ἀπό τήν ἀπειλή τοῦ κορωνοϊοῦ καί γιά νά μᾶς λυτρώσει ἀπό τίς ἐπίβουλες διαθέσεις τῶν γειτόνων μας, πού ἀπειλοῦν τά σύνορά μας καί τά νησιά μας.