Την Κυριακή της Ορθοδοξίας 8 Μαρτίου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό του Αγίου Δημητρίου Ναούσης.
Στο τέλος τέλεσε την καθιερωμένη τελετή της Κυριακής της Ορθοδοξίας και αμέσως μετά Δοξολογία επί τη επετείω της ενάρξεως της Επαναστάσεως του 1822 στην πόλη της Νάουσας.
Μετά την Θεία Λειτουργία στον αύλειο χώρο του Ιερού Ναού παρουσία των τοπικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών πραγματοποιήθηκαν τα αποκαλυπτήρια του μνημείου για την επέτειο της ενάρξεως της Επαναστάσεως του 1822.
Για τις φωτογραφίες πατήστε ΕΔΩ
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ
«Σαρκός τό ἐκτύπωμα ἀναστηλοῦντές σου, Κύριε, σχετικῶς ἀσπαζόμεθα, τό μέγα μυστήριον τῆς οἰκονομίας τῆς σῆς ἐκδηλοῦντες».
Πρώτη Κυριακή τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί τόν πένθιμο χαρακτήρα τῶν προηγουμένων ἡμερῶν διαδέχεται ὁ πανηγυρικός τῆς σημερινῆς Κυριακῆς τῆς Ὀρθοδοξίας.
Ἡ Ἐκκλησία μας ἑορτάζει τή νίκη τῆς πίστεως κατά τῆς ἀπιστίας, τή νίκη τῆς ἀληθείας κατά τοῦ ψεύδους, τή νίκη τῆς εὐσεβείας κατά τῆς ἀσεβείας, ἀναμιμνησκόμενη τήν ἀναστήλωση τῶν ἱερῶν της εἰκόνων τήν πρώτη Κυριακή τῶν Νηστειῶν τοῦ ἔτους 843 καί τήν ἀπόφαση τῆς Ζ´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου γιά τήν τιμητική προσκύνησή τους ἀπό τούς πιστούς, οἱ ὁποῖοι ἀποδίδουν μέ αὐτήν τιμή στό εἰκονιζόμενο ἱερό πρόσωπο.
Ἡ Κυριακή ὅμως τῆς Ὀρθοδοξίας δέν σηματοδοτεῖ ἁπλῶς τό τέλος μιᾶς μακρόχρονης διαμάχης στούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας ἀλλά καί τῆς βυζαντινῆς αὐτοκρατορίας. Δηλώνει καί ὁμολογεῖ περίτρανα ἀνά τούς αἰῶνες τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας στό μέγα μυστήριο τῆς θείας οἰκονομίας, ὅπως ψάλλει σήμερα καί ὁ ἱερός ὑμνογράφος. Δηλώνει καί ὁμολογεῖ τήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας ὅτι ὁ Χριστός δέν ἔλαβε μόνο μορφή ἀνθρώπου, ἀλλά ἀνέλαβε ὁλόκληρη τήν ἀνθρώπινη φύση ἐκτός ἁμαρτίας.
Καί αὐτή τή φύση, πού ἔφερε ἀσυγχύτως μαζί μέ τή θεία, τήν ἀνακαίνισε μέ τή σταυρική του θυσία καί τήν ἀνέστησε ἀπό τόν θάνατο πού τῆς προκάλεσε ἡ ἁμαρτία μέ τήν Ἀνάστασή του. Καί ἀκόμη τήν ἐτίμησε σέ ὕψιστο βαθμό ἀναλαμβάνοντάς την μαζί του στόν οὐρανό κατά τήν ἡμέρα τῆς ἐνδόξου Ἀναλήψεώς του.
Αὐτό εἶναι τό βαθύτερο περιεχόμενο καί νόημα τῆς σημερινῆς ἡμέρας, τό ὁποῖο ἐκφράζει ἡ τιμητική προσκύνηση τῶν ἱερῶν λειψάνων καί τῶν ἱερῶν εἰκόνων. Καί γι᾽ αὐτό ἐμεῖς οἱ ὀρθόδοξοι δέν προσκυνοῦμε τιμητικά μόνο τήν ἱερή εἰκόνα τοῦ Κυρίου μας, ἀλλά καί τῆς Παναγίας Μητέρας του καί τῶν ἐκλεκτῶν δούλων του, τῶν ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας μας. Διότι καί αὐτοί μέ τόν ἀγώνα καί τό μαρτύριό τους ἀλλά καί μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ ἐπέτυχαν τόν ἁγιασμό τῆς ἀνθρωπίνης τους φύσεως, τόν ἁγιασμό τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματός τους, ὥστε νά μεταδίδουν τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί σέ μᾶς τούς πιστούς πού ἀποδίδουμε τόν σεβασμό μας στίς ἱερές εἰκόνες καί τά τίμια καί χαριτόβρυτα λείψανά τους.
Ὅμως ἡ πίστη αὐτή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας σχετικά μέ τίς ἱερές εἰκόνες καί τήν τιμητική προσκύνησή τους δέν εἶναι ἁπλῶς μία δογματική λεπτομέρεια. Εἶναι μία ὑπαρξιακή βεβαιότητα γιά τόν κάθε ἄνθρωπο, γιά τόν κάθε πιστό. Διότι ὁ Θεός δέν ἐτίμησε τόν ἄνθρωπο μόνο δημιουργώντας τον κατ᾽ εἰκόνα καί καθ᾽ ὁμοίωσή του· δέν τόν ἐτίμησε μόνο ἐμφυσώντας του τή θεία πνοή, ἀλλά τόν ἐτίμησε προσλαμβάνοντας διά τοῦ δευτέρου προσώπου τῆς Ἁγίας Τριάδος, τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, τήν ἀνθρώπινη σάρκα καί τήν ἀνθρώπινη φύση, καί θεώνοντας την μέ τήν ἐν σώματι εἰς οὐρανούς ἄνοδό του.
Ἀπό τήν τιμή αὐτή, τήν ὁποία ἔδωσε ὁ Χριστός στήν ἀνθρώπινη ὕπαρξη, ἀπορρέει καί ὁ σεβασμός τοῦ ἀνθρωπίνου προσώπου, τόν ὁποῖο ὀφείλουμε καί νά προστατεύουμε καί νά ἀποδίδουμε. Καί ἕνα ἀπό τά σημαντικότερα στοιχεῖα αὐτοῦ τοῦ σεβασμοῦ καί αὐτῆς τῆς τιμῆς τοῦ Θεοῦ πρός τόν ἄνθρωπο εἶναι ἡ ἐλευθερία του, ἡ φυσική καί ἡ πνευματική, ἡ ἐλευθερία του ὡς δικαίωμα αὐτοδιαθέσεως τοῦ σώματος καί τῆς ψυχῆς του, ἡ ἐλευθερία του ὡς ἐλευθερία ζωῆς καί πίστεως.
Αὐτήν τήν ἐλευθερία διεκδίκησαν καί οἱ πατέρες μας, ὅταν τήν Κυριακή τῆς Ὀρθοδοξίας τοῦ 1822, συγκεντρωμένοι στόν ναό τοῦ μεγαλομάρτυρος ἁγίου Δημητρίου, ζήτησαν τήν εὐλογία τοῦ Θεοῦ γιά νά ξεκινήσουν τόν ἀγώνα γιά τήν ἀπελευθέρωση τους ἀπό τόν πολύχρονο τουρκικό ζυγό· γιά νά διεκδικήσουν τό δικαίωμά τους νά ζοῦν ἐλεύθεροι καί χωρίς φόβο, νά λατρεύουν τόν Θεό καί νά ὁμολογοῦν τήν πίστη τους, νά ὁμιλοῦν ἐλεύθερα τή γλώσσα τους καί νά τή διδάσκουν στά παιδιά τους μαζί μέ τήν ἱστορία καί τίς παραδόσεις τοῦ Γένους μας.
Γνώριζαν ὅτι τό ἐγχείρημά τους ἦταν παράτολμο. Γνώριζαν ποιές θά ἦταν οἱ συνέπειες μιᾶς ἀποτυχίας, ἀλλά δέν δίστασαν. Μέ πίστη στόν Θεό καί μέ τή βεβαιότητα ὅτι ἀγωνίζονται γιά τό δίκαιο καί ὁ Θεός θά εὐλογήσει τήν προσπάθειά τους, ξεκίνησαν ἕτοιμοι καί νά θυσιασθοῦν γιά τήν πίστη στόν Θεό καί γιά τήν ἐλευθερία τῆς πατρίδος τους.
Τό παράδειγμά τους, παράδειγμα πίστεως καί ἐλπίδος στόν Θεό, παράδειγμα γενναιότητος καί θάρρους, εἶναι πάντοτε ἐπίκαιρο καί ὀφείλει νά μᾶς ἐμπνέει ὅλους, ἰδιαιτέρως, ἐπιτρέψτε μου νά πῶ, τήν κρίσιμη αὐτή ἐποχή καί περίοδο τήν ὁποία διέρχεται ἡ πατρίδα μας.
Ὅλοι εἴμεθα θεατές ὅσων γίνονται στά σύνορα τῆς πατρίδος μας. Ἡ πίστη μας στόν Θεό ἀλλά καί ἡ ἀγάπη γιά τήν ἐλευθερία τήν ὁποία ὅλοι δικαιοῦνται εἶναι δεδομένη, γι᾽ αὐτό καί ἔχουμε ὑποχρέωση νά προσευχόμεθα στόν Θεό νά ἐνισχύει καί τόν στρατό καί τήν ἀστυνομία πού φυλάσσουν τά σύνορα τῆς πατρίδος μας, ὄχι γιατί δέν θέλουμε ἀνθρώπους, δέν θέλουμε ἀνθρώπους πού ζοῦν τά προβλήματά τους, ὅπως τά ἔζησε καί ὁ δικός μας λαός, ἀλλά γιατί πρόκειται γιά μία τακτική ἀλλοτριώσεως καί ἀλλοιώσεως καί τῆς ἐθνικῆς μας συνειδήσεως καί τῆς ἴδιας τῆς πατρίδας μας ἀπό ἀνθρώπους ξένους ὄχι μόνο πρός τήν πατρίδα μας ἀλλά καί πρός τά ἔθη μας καί πρός τήν πίστη μας καί πρός τήν ἀνθρώπινη ἀξία. Πρέπει, λοιπόν, νά εἴμεθα ἐν ἐπιφυλακῇ καί ἐν προσευχῇ, οὕτως ὥστε ὁ Θεός νά φωτίζει καί τούς κρατοῦντες ἀλλά καί αὐτούς οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται ἐκεῖ μέ κάθε θυσία γιά νά χαρίζουν σέ μᾶς αὐτή τήν ἐλευθερία, τήν ὁποία μέ τόσους κόπους καί μέ τόσους πόνους μᾶς παρέδωσαν οἱ πατέρες μας.
Γι᾽ αὐτό καί ἄς προσπαθοῦμε καί ἄς ἀγωνιζόμεθα καί ἐμεῖς πάντοτε μέ ἐμπιστοσύνη στόν Θεό, ὅπως καί οἱ πατέρες μας, γιά νά διαφυλάξουμε καί τήν πίστη καί τήν ἐλευθερία ὡς ἄτομα καί ὡς ἔθνος. Καί ὁ Θεός νά εἶναι, ἀδελφοί μου, μαζί μας.