Στον Εσπερινό και στη Μικρή Παράκληση της Υπεραγίας Θεοτόκου, στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Κλειδίου, χοροστάτησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων και κήρυξε το θείο λόγο την Τετάρτη 4 Αυγούστου το απόγευμα.
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Ἄξιόν ἐστιν ὡς ἀληθῶς μακαρίζειν σε τήν Θεοτόκον, τήν ἀειμακάριστον καί παναμώμητον καί Μητέρα τοῦ Θεοῦ ἡμῶν».
Με τον αρχαγγελικό αυτόν ύμνο προς την «παναμώμητον Μητέρα» του Κυρίου μας και μητέρα όλων των χριστιανών συνοδεύσαμε και την αποψινή Παράκλησή μας προς την Υπεραγία Θεοτόκο.
Την μακαρίσαμε μαζί με την Ελισάβετ και μαζί με την άγνωστη εκείνη γυναίκα που ακούοντας τον Χριστό να ομιλεί ύψωσε τη φωνή της για να την μακαρίσει, επειδή αξιώθηκε να γίνει Μητέρα του. Την μακαρίσαμε, επειδή η Παναγία μας αξίζει να μακαρίζεται πάντοτε και από όλους τους ανθρώπους, όπως προφητικά είχε πει και η ίδια μετά τον Ευαγγελισμό της: «ιδού … από του νυν μακαριούσί με πάσαι αι γενεαί».
Πολλοί άνθρωποι θεωρούνται μακάριοι και καλοτυχίζονται από τους συγχρόνους τους, κανείς όμως δεν υπάρχει, ο οποίος να μακαρίζεται ανά τους αιώνες από όλους τους ανθρώπους, εκτός από την Υπεραγία Θεοτόκο.
Γιατί όμως συμβαίνει αυτό; Γιατί η Κυρία Θεοτόκος μακαρίζεται και θα μακαρίζεται πάντοτε από όλους τους χριστιανούς;
Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι απλή και εύκολη και μπορεί ο καθένας μας να την σκεφθεί και να την κατανοήσει.
Μακαρίζεται και θα μακαρίζεται η Παναγία Παρθένος, γιατί αυτό το οποίο αξιώθηκε να ζήσει υπερβαίνει τα χρονικά όρια της επιγείου ζωής, υπερβαίνει τα όρια της υπάρξεώς της και αφορά όλους τους ανθρώπους σε κάθε τόπο και σε κάθε εποχή.
Η τιμή την οποία έκανε ο Θεός στην Υπεραγία Θεοτόκο, αξιώνοντας την να γίνει συνεργός του στο σχέδιο της θείας οικονομίας για τη σωτηρία των ανθρώπων, δεν αφορούσε μόνο εκείνη τη χρονική στιγμη που συνέβη, αλλά συνεχίζει και θα συνεχίζει να έχει επίδραση σε όλους τους ανθρώπους έως της συντελείας του αιώνος, διότι διά της Θεοτόκου έγινε άνθρωπος ο Χριστός και ήλθε στη γη ως σωτήρας και λυτρωτής όλων των ανθρώπων.
Πως όμως αξιώθηκε η Παναγία μας αυτή τη μεγάλη τιμή και αυτόν τον μεγάλο μακαρισμό; Η επιλογή του Θεού στο πρόσωπό της δεν ήταν ασφαλως τυχαία.Ο Θεός την επέλεξε ως «κεχαριτωμένη», ως αυτήν η οποία είχε ήδη τη χάρη του Θεού και διέθετε την καθαρότητα, την οποία Εκείνος ζητά για να ενοικησει στην ψυχή του ανθρώπου. Και η Υπεραγία Θεοτόκος διέθετε αυτή την καθαρότητα, γιατί από μικρό παιδί προφύλασσε τον εαυτό της από την κακία του κόσμου, προφύλασσε τον εαυτό της από την αμαρτία που μολύνει την ψυχή και εκδιώκει τον Θεό. Και όχι μόνο τον προφύλασσε, επιδιώκοντας να μην απομακρύνεται από τον Θεό και τη χάρη του, παραβαίνοντας τις εντολές του, αλλά και προσπαθούσε να πλησιάσει τον Θεό και να ευρίσκεται μέσα στην παρουσία του.
Ίσως κάποιος, βέβαια, πει ότι η Υπεραγία Θεοτόκος έζησε από τριών ετών μέσα στον ναό του Θεού και επομένως δεν αντιμετώπισε τις προκλήσεις του κόσμου που αντιμετωπίζουμε εμείς, άρα ήταν εύκολο να διαφυλάξει τον εαυτό της καθαρό από την αμαρτία.
Η παραμονή της στον ναό ασφαλώς την βοήθησε, αλλά δεν πρέπει να ξεχνούμε ότι η αμαρτία και οι πειρασμοί ελλοχεύουν παντού, και αν ο άνθρωπος δεν είναι προσεκτικος, ο πονηρός μπορεί να τον προσβάλλει όπου και αν ευρίσκεται και να τον παρασύρει και ιδιαιτέρως όταν ευρίσκεται μέσα στον ναό. Πόσες πονηρές σκέψεις περνάνε από όλους μας, όντας μέσα στον ναό. Ας θυμηθούμε ότι ακόμη και τον ίδιο τον Χριστό τόλμησε να πειράσει ο διάβολος, και μάλιστα αυτό συνέβη, όταν ο Χριστός βρισκόταν στην έρημο για να προσευχηθεί, πριν να αρχίσει το κήρυγμά του στον κόσμο. Επομένως είναι ανάγκη να προσεχουμε, για να διατηρούμε τον εαυτό μας, την ψυχή και το σώμα μας καθαρά, οπουδήποτε και αν ευρισκόμεθα.
Είναι όμως ανάγκη για να επιτύχουμε αυτό τον στόχο μας να μην περιορίζουμε την προσπάθειά μας στο να μείνουμε μακριά από την αμαρτία. Χρειάζεται και να προσπαθούμε και να αγωνιζόμεθα για να προσεγγίζουμε τον Θεό, για να τον έχουμε όλο και περισσότερο μέσα στην ψυχή μας και να ζούμε στην παρουσία του. Και μπορούμε να το επιτύχουμε με την προσευχή και τη μελέτη του λόγου του Θεού, όπως το έκανε και η Κυρία Θεοτόκος. Διότι με την προσευχή επικοινωνούμε και συνδεόμεθα με τον Θεό και με τη μελέτη του λόγου του, τον εισάγουμε στην ψυχή μας, τον ακούμε να μας μιλά και να μας οδηγεί στη ζωή μας.
Και όσο περισσότερο ζούμε με την παρουσία του Θεού, τόσο περισσότερη χάρη λαμβάνουμε και τόσο λιγότερο χώρο αφήνουμε στην ψυχή μας για την αμαρτία, διατηρώντας έτσι και την ψυχή μας και τη ζωή μας καθαρή. Με τον τρόπο αυτό και στον Θεό να ευαρεστούμε και την Παναγία μας να χαροποιούμε, διότι ως στοργική μητέρα χαίρεται, όταν μας βλέπει να την τιμούμε και να την μακαρίζουμε όχι μόνο με τα χείλη μας αλλά και με τον αγώνα μας να μιμηθούμε τη δική της καθαρότητα, η οποία την αξίωσε της μοναδικής τιμής να γίνει Μητέρα του Θεού.
Ας το προσπαθήσουμε, ιδιαιτέρως αυτή την περίοδο που η Εκκλησία μας την έχει αφιερώσει στην Παναγία μας και προετοιμαζόμεθα να εορτάσουμε το Πάσχα του καλοκαιριού, τη μεγάλη εορτή της Κοιμήσεώς της, κάνοντας χρήση όλων αυτών τα οποία αναφέραμε, δηλαδή την προσευχή, τη μελέτη και πάνω από όλα την καθαρότητα της ψυχής μας, την οποία θα την επιτύχουμε με τα μυστήρια της Εκκλησίας μας, με την καθαρή εξομολόγηση. Εάν δεν κάνουμε καθαρή εξομολόγηση, εάν κρατούμε μέσα στο μυαλό μας ακόμη και τους πονηρούς λογισμούς που περνούν καθημερινά και δεν τους εξαγορευθούμε, δεν τους πούμε στον πνευματικό, τότε αφήνουμε περιθώριο να το εκμεταλλευθεί ο πονηρός και να μας νικήσει και να ενσπείρει και άλλους λογισμούς και άλλους ακάθαρτους λογισμούς. Γι᾽ αυτό χρειάζεται αυτή η προσπάθεια, ιδιαίτερα την περίοδο του Δεκαπενταυγούστου, για να ζήσουμε το Πάσχα του καλοκαιριού με την Παναγία μας και να ενωθούμε μαζί της. Εύχομαι μέσα από τα μυστήρια, μέσα από την καθαρότητα της ψυχής μας, μέσα από τις ωραίες Παρακλήσεις, τη Μικρή και τη Μεγάλη, που ψάλλουμε καθημερινά, να πλησιάσουμε την Κυρία Θεοτόκο και πράγματι να ζούμε όπως Εκείνη θέλει».