Κατά το διήμερο 16 και 17 Ιανουαρίου πανηγύρισε στη Βέροια ο πολιούχος της πόλεως, Όσιος Αντώνιος ο Νέος.
Δυστυχώς, φέτος, εξαιτίας της πανδημίας του κορωνοϊού οι λατρευτικές εκδηλώσεις τελέστηκαν “κεκλεισμένων των θυρών” χωρίς την συμμετοχή του πιστού λαού τηρουμένων όλων των προβλεπόμενων μέτρων για την προστασία της δημόσιας υγείας.
Ανήμερα της εορτής, σήμερα Κυριακή 17 Ιανουαρίου το πρωί, στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό του Αγίου Αντωνίου του Νέου Πολιούχου Βεροίας τελέστηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία ιερουργούντος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος, ο οποίος κήρυξε και το θείο λόγο.
Μετά τη θεία Λειτουργία εψάλησαν τα εγκώμια του Οσίου Αντωνίου και ακολούθησε λιτανεία του ιερού λειψάνου του Οσίου εντός του Ιερού Ναού.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Ἔχει σε ἡ πόλις τῆς Βεροίας, προστάτην καί ἀρωγόν καί ἀντιλήπτορα … διό καί … θερμῶς τιμᾶ σε, Ἀντώνιε παμμάκαρ».
Μέ ἀκράδαντη τήν πίστη ὅτι ἡ πόλη τῆς Βεροίας ἔχει θαυματουργό προστάτη καί ἀρωγό καί ἀντιλήπτορα τόν ὅσιο καί θεοφόρο πατέρα ἡμῶν Ἀντώνιο τόν νέο, τόν τιμοῦμε σήμερα μαζί μέ τόν ὁμώνυμό του Μέγα Ἀντώνιο καί τόν κατά τήν ἡμέρα τῆς μνήμης τους μαρτυρήσαντα ἅγιο νεομάρτυρα Γεώργιο τόν ἐν Ἰωαννίνοις.
Τόν τιμοῦμε καί τοῦ ἐκφράζουμε τήν εὐγνωμοσύνη μας, γιατί κατά τή διάρκεια ὅλων αὐτῶν τῶν μηνῶν τῆς πανδημίας φύλαξε καί προστάτευσε τήν πόλη μας ἀπό μεγαλύτερα δεινά καί ἀπό περισσότερη ὀδύνη καί μᾶς ἀξίωσε νά τόν τιμήσουμε καί σήμερα, τηρώντας τά ὑγειονομικά μέτρα γιά τήν ἀποφυγή τῆς διασπορᾶς τοῦ κορωνοϊοῦ καί τῶν συνεπειῶν της.
Καί ἄν ἡ ἀδυναμία νά εἴμεθα σήμερα στόν ἱερό του ναό ὅλοι μαζί, κλῆρος καί λαός, εὐλαβεῖς προσκυνητές τῆς μνήμης τοῦ ἁγίου μας, ὅπως τό κάναμε κάθε χρόνο, μᾶς θλίβει καί μᾶς στενοχωρεῖ, καί μᾶς δημιουργεῖ ἐρωτηματικά καί ἀπορίες καί γεννᾶ ἴσως κρίσεις καί κατακρίσεις, τήν ἀπάντηση σέ ὅλα αὐτά μᾶς τήν δίδει ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ἱδρυτής τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας. Μᾶς τή δίδει μέ τό σημερινό ἀποστολικό ἀνάγνωσμα, μέ τό ὁποῖο μᾶς παροτρύνει καί μᾶς προτρέπει: «Πείθεσθε τοῖς ἡγουμένοις ὑμῶν καί ὑπείκετε».
Εἶναι χρέος μας ἡ ὑπακοή σέ ἐκείνους πού ἡγοῦνται, σέ ἐκείνους πού ἔχουν εὐθύνη τῆς προστασίας ἐν προκειμένῳ τῆς ὑγείας μας. Καί ἡ ὑπακοή αὐτή λογίζεται ὡς ὑπακοή στόν Θεό, ὁ ὁποῖος γνωρίζει τήν εἰλικρινῆ μας διάθεση νά προστρέξουμε στόν ναό τοῦ πολιούχου μας ὁσίου Ἀντωνίου γιά νά τιμήσουμε τή μνήμη του καί νά ἀσπασθοῦμε τό χαριτόβρυτο καί θαυματουργό λείψανό του· γνωρίζει τόν πόθο καί τήν πίστη μας, κατά τόν ἅγιο Συμεών τόν νέο Θεολόγο, διότι «καί τήν πίστιν οἶδε, καί τήν προθυμίαν βλέπει, καί τούς στεναγμούς ἀκούει», καθώς δέν διαφεύγει ἀπό τόν Θεό «οὐδέ σταλαγμός δακρύων, οὐδέ σταλαγμοῦ τι μέρος».
Γι᾽ αὐτό καί ἄς μήν σπεύσουμε νά προβάλλουμε ὡς ἀντίλογο τό «πειθαρχεῖν δεῖ Θεῷ μᾶλλον ἤ ἀνθρώποις», ἀλλά ἄς ἐκλάβουμε τίς ἐντολές τῶν ὑπευθύνων γιά τή δημόσια ὑγεία ὡς ἀφορμή ἀσκήσεως ὑπακοῆς καί ταπεινώσεως καί ὄχι ὡς εὐκαιρία ἐπιδείξεως τῆς πίστεως πού νομίζουμε ὅτι ἔχουμε.
Ναί, πιστεύουμε στή χάρη τῶν θαυμάτων τοῦ πολιούχου ἁγίου μας. Πιστεύουμε ὅτι μᾶς προστατεύει καί θά μᾶς προστατεύει πάντοτε, ἀλλά μᾶς προστατεύει, ὅταν ἡ πίστη μας συμπορεύεται μέ τήν ὑπακοή καί τήν ταπείνωση.
Αὐτό μᾶς διδάσκει καί ἡ ζωή τοῦ ὁσίου Ἀντωνίου τοῦ Βεροιέως πού τιμοῦμε σήμερα. Γιατί, ὅταν ἐκεῖνος δέχθηκε στό σπήλαιο πού διέμενε καί ἀσκεῖτο τήν ἐπίσκεψη τοῦ διαβόλου, ὁ ὁποῖος ἐμφανίσθηκε ὡς ἄγγελος καί τοῦ ἐξέφρασε τήν εὐαρέσκεια τοῦ Θεοῦ γιά τήν ἀρετή του καί γιά τούς ἀσκητικούς του πόνους καί τοῦ εἶπε ὅτι δέν χρειάζεται ἄλλο νά ταλαιπωρεῖ τό σῶμα του μέ τήν ἄσκηση, ἀλλά μπορεῖ πλέον νά βγεῖ στόν κόσμο καί νά διδάξει τούς ἀνθρώπους, ὁ ὅσιος Ἀντώνιος δέν παραπλανήθηκε καί δέν σκέφθηκε ὅτι ἡ ἐπιστροφή του στόν κόσμο γιά νά βοήθησει τούς ἀνθρώπους ἦταν ἕνα ἔργο θεάρεστο καί γι᾽ αὐτό ὁ Θεός θά τόν προστάτευε ἀπό τήν ἀπάτη τοῦ κόσμου καί τούς πειρασμούς τῆς ἐν τῷ κόσμῳ ζωῆς, ἀλλά ἀπήντησε μέ ταπείνωση, λέγοντας ὅτι εἶναι ἐλάχιστος μεταξύ τῶν ἀνθρώπων, ὥστε νά εἶναι ἄξιος νά δεχθεῖ τήν ἐπίσκεψη ἑνός ἀγγέλου, καί παρέμεινε στό σπήλαιό του ἀγωνιζόμενος. Ἔτσι ὄχι μόνο δέν στερήθηκε τή χάρη τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ἔλαβε καί περισσότερη, καί ὁ Θεός τόν ἀπήλλαξε ἀπό τίς προσβολές τοῦ πονηροῦ.
Ἄς μιμηθοῦμε, λοιπόν, καί ἐμεῖς, πού θέλουμε νά τιμήσουμε τόν πολιοῦχο μας ὅσιο Ἀντώνιο, τό παράδειγμά του καί ἄς ταπεινωθοῦμε. Καί ἀντί νά θεωρήσουμε τούς ἑαυτούς μας ὡς εὐλαβεῖς καί πιστούς πού θά προστατεύσει ὁ ἅγιος γιά τήν πίστη μας, ἀκόμη καί ἄν ἐκτεθοῦμε στήν ἐπήρεια τοῦ κορωνοϊοῦ, ἡ ὁποία μᾶς στέρησε τόσους ἀδελφούς μας, κληρικούς καί λαϊκούς, ἄς ταπεινωθοῦμε καί ἄς ποῦμε καί ἐμεῖς αὐτό πού εἶπε καί ὁ ὅσιος Ἀντώνιος τήν ὥρα τοῦ πειρασμοῦ, ὅτι εἴμεθα ἐλάχιστοι μεταξύ τῶν ἀνθρώπων καί δέν εἴμεθα ἄξιοι ἀκόμη καί τῆς προστασίας τοῦ ἁγίου. Καί ἄς τό αἰσθανθοῦμε αὐτό βαθειά μέσα στήν ψυχή μας καί ἄς προσπαθήσουμε νά ἀγωνισθοῦμε περισσότερο γιά νά τιμήσουμε πραγματικά τόν ἅγιό μας.
Καί ἐκεῖνος πού ξέρει τήν ἀγάπη καί τόν σεβασμό μας καί θά δεῖ τήν θέλησή μας νά τόν τιμήσουμε ἀκολουθώντας τό παράδειγμά του, καί θά πρεσβεύει γιά μᾶς στόν Θεό καί θά ἐπιδαψιλεύει τή χάρη καί τήν εὐλογία του στή ζωή μας καί στήν πόλη μας