Κατά το διήμερο 1 και 2 Φεβρουαρίου εορτάστηκε στην Ιερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας η εορτή της Υπαπαντής του Κυρίου.
Την παραμονή της εορτής το εσπέρας ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον πανηγυρικό εσπερινό και κήρυξε το θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό Υπαπαντής του Κυρίου στην Πατρίδα του Δήμου Βεροίας.
Ανήμερα της εορτής ο Σεβασμιώτατος λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό της Υπαπαντής του Κυρίου Βεροίας. Στο τέλος χειροθέτησε Αναγνώστη τον κ. Ιωάννη Τρέβλια.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στον Εσπερινό:
«Δεῦτε καί ἡμεῖς, ἄσμασιν ἐνθέοις, Χριστῷ συναντηθῶμεν, καί δεξώμεθα αὐτόν».
Μία συνάντηση οὐρανοῦ καί γῆς, μία συνάντηση τοῦ Θεοῦ μέ τόν ἄνθρωπο καί τοῦ ἀνθρώπου μέ τόν Θεό ἑορτάζουμε στόν πανηγυρίζοντα αὐτόν ἱερό ναό τῆς Ὑπαπαντῆς τοῦ Κυρίου.
Ὡς βρέφος τεσσαρακονθήμερο εἰσέρχεται ὁ Χριστός στόν ναό τοῦ Σολομῶντος στίς ἀγκάλες τῆς Παναγίας Μητρός του γιά νά ἐκπληρώσει τήν ἐπιταγή τοῦ νόμου καί νά δείξει ὅτι ἔγινε ἄνθρωπος κατά πάντα, ὥστε νά μᾶς προσφέρει πρότυπο ζωῆς καί τηρήσεως τοῦ νόμου τοῦ Θεοῦ.
Εἰσέρχεται ὅμως καί γιά νά συναντήσει τόν πρεσβύτη Συμεών, ὁ ὁποῖος ὁλόκληρη τή ζωή του περίμενε τόν Μεσσία καί προσευχόταν στόν Θεό νά τόν ἀξιώσει νά τόν δεῖ πρίν νά πεθάνει.
Καί ἡ προσευχή του ἐκπληρώνεται καί ἡ ἐπιθυμία του ἱκανοποιεῖται καί ὁ Συμεών ἀξιώνεται νά δεῖ αὐτόν πού πολλοί δίκαιοι καί προφῆτες ἐπεθύμησαν νά δοῦν καί νά συναντήσουν καί δέν μπόρεσαν. Καί ἀξιώνεται ὄχι μόνο νά τόν δεῖ καί νά τόν συναντήσει, ἀλλά νά τόν πάρει στά χέρια του καί νά εὐχαριστήσει τόν Θεό γιά τήν ἐκπλήρωση τοῦ πόθου του.
Στό σημεῖο αὐτό ἀκριβῶς ἔγκειται τό νόημα καί ἡ σημασία αὐτῆς τῆς συναντήσεως. Ὁ πρεσβύτης Συμεών δέν βλέπει μόνο τόν Χριστό, ἀλλά καί ἀντιλαμβάνεται ποιός εἶναι καί ποιά ἀξία ἔχει ἡ παρουσία του γιά τόν ἴδιο. Δέν τόν βλέπει μόνο, ὅπως ὅλοι ἐκεῖνοι πού βρισκόταν τήν ἴδια στιγμή στόν ναό τοῦ Σολομῶντος, ἀλλά τόν παίρνει στίς ἀγκάλες του καί εὐχαριστεῖ τόν Θεό γιά τό δῶρο πού τοῦ χάρισε. Ὁ πρεσβύτης Συμεών ἀντιλαμβάνεται ὅτι συναντώντας τόν Χριστό πού εἶναι ἡ Ζωή, μπορεῖ νά ἀπέλθει ἀπό τήν ἐπίγεια καί πρόσκαιρη ζωή, γιατί ἔχει γνωρίσει αὐτόν πού χαρίζει τήν αἰώνια ζωή. Ἀντιλαμβάνεται ὅτι συναντώντας τόν Χριστό, πού εἶναι ὁ ἄρχων τῆς εἰρήνης, μπορεῖ νά ἀφήσει εἰρηνικός τόν κόσμο, γιατί εἶδε αὐτόν πού χαρίζει τή σωτηρία καί φέρνει τήν εἰρήνη καί τήν καταλλαγή μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπων.
Στή διάρκεια τῆς ἐπιγείου ζωῆς τοῦ Κυρίου μας πολλοί ἦταν αὐτοί πού τόν εἶδαν, πολλοί ἦταν αὐτοί πού ἐπεδίωξαν νά τόν δοῦν, πού τόν περίμεναν ἐκεῖ ἀπό ὅπου θά περνοῦσε, πού συνωστίσθηκαν γιά νά τόν δοῦν καί νά τόν πλησιάσουν, πού θέλησαν νά τόν συναντήσουν καί νά τοῦ μιλήσουν. Πόσοι ὅμως τόν συνάντησαν πραγματικά καί οὐσιαστικά; Πόσοι θά μποροῦσαν νά ἐπαναλάβουν τούς λόγους τοῦ πρεσβύτου Συμεών «εἶδον οἱ ὀφθαλμοί μου τό σωτήριόν σου»;
Ἀσφαλῶς ὄχι ὅλοι. Ἄς θυμηθοῦμε τόν νέο πού τόν πλησίασε γιά νά τόν ρωτήσει πῶς θά κερδίσει τήν αἰώνια ζωή, καί «ἀπῆλθε λυπούμενος», ἤ τούς ἐννέα λεπρούς, πού ἄν καί περίμεναν τόν Χριστό γιά νά τοῦ ζητήσουν νά τούς θεραπεύσει, μετά δέν ἐπέστρεψαν γιά νά τόν εὐχαριστήσουν,ἤἀκόμη τούς Γεργεσηνούς, πού ἐνῶ εἶδαν ὅτι θεράπευσε τούς δύο δαιμονισμένους συμπολίτες τους τόν πλησίασαν γιά νά τοῦ ποῦν νά ἀπομακρυνθεῖ ἀπό τήν πόλη τους.
Στά παραδείγματα αὐτά θά μπορούσαμε νά προσθέσουμε πολύ περισσότερα, γιατί πολλοί ἦταν ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι τόν εἶδαν, τόν ἄκουσαν, δέχθηκαν τίς εὐεργεσίες του, ἀλλά ἡ ψυχή τους δέν τόν συνάντησε.Ἦταν γι᾽αὐτούς μία ἐπιφανειακή καί ἐπιπόλαιη γνωριμία χωρίς βάθος, χωρίς περιεχόμενο, χωρίς ἀντίκρυσμα.
Ἀλλά ἄς μήν βιασθοῦμε νά κρίνουμε καί νά κατακρίνουμε αὐτούς τούς ἀνθρώπους, γιατί συχνά μπορεῖνά βρισκόμεθα καί ἐμεῖς στή δική τους θέση καί νά ἀντιδροῦμε μέ τόν ἴδιο τρόπο. Νά βλέπουμε τόν Χριστό, νά τόν συναντοῦμε στή μελέτη τοῦλόγου του, στή θεία Λειτουργία καί στά ἱερά μυστήρια,ἀλλά νά μήν ἀποκομίζουμε τίποτε ἀπό αὐτή τή συνάντηση. Νά μήν μᾶς ἀγγίζει, νά μήν αἰσθανόμεθα τίποτε μέσα στήν ψυχή μας. Εἴτε γιατί ὁνοῦς καί ἡψυχή μας εἶναι γεμάτα ἀπό ἄλλα πράγματα, ἀπό λογισμούς, ἀπό μέριμνες, ἀπό πάθη καί ἁμαρτίες εἴτε γιατί δέν δίδουμε σημασία σέ αὐτή τή συνάντηση, γιατί μᾶς ἔχει γίνει συνήθεια, γιατί προσερχόμεθα σέ αὐτή ἀπό ὑποχρέωση ἤἀκόμη καί ἀπό ἀνάγκη.
Γι᾽αὐτό καί ὁπρεσβύτης Συμεών ἀποτελεῖπρότυπο καί ὑπόδειγμα τῆς συναντήσεως τοῦἀνθρώπου μέ τόν Θεό. Ἔζησε μέσα στήν ψυχή του αὐτή τή συνάντηση μέ τόν Θεό, γιατί τήν ἐπιθυμοῦσε, τήν ποθοῦσε, προσευχόταν γι᾽αὐτή, τήν εἶχε κάνει στόχο καί σκοπό τῆς ζωῆς του. Καί ὁ Θεός τόν ἀξίωσε νά τήν ζήσει, ὅπως τό ἐπιθυμοῦσε, ὅπως εἶναι πρόθυμος νά τό κάνει καί γιά ἐμᾶς, ἐάν προσερχόμεθα στή συνάντηση μέ τόν Χριστό μέ τήν ἴδια λαχτάρα καί μέ τήν ἴδια προετοιμασία μέ τήν ὁποία προσῆλθε καί ὁΣυμεών.
Ἄς ἀκούσουμε, λοιπόν, τήν προτροπή τοῦἱεροῦὑμνογράφου, τήν ὁποία προέταξα, «Δεῦτε καί ἡμεῖς, ἄσμασιν ἐνθέοις, Χριστῷσυναντηθῶμεν, καί δεξώμεθα αὐτόν», καί μέ τήν ὁποία μᾶς καλεῖὄχι μόνο νά συναντηθοῦμε μέ τόν Χριστό, ἀλλά νά τόν δεχθοῦμε στήν ψυχή μας γιά νά τήν ἀλλοιώσει, γιά νά τήν μεταμορφώσει καί γιά νά μᾶς χαρίσει τή σωτηρία.
Σέ μᾶς ἐπαφίεται, λοιπόν, ἐάν ἐπιθυμοῦμε αὐτή τή συνάντηση νά σπεύσουμε καί νά εἴμεθα πάντοτε ἕτοιμοι προκειμένου νά συναντήσουμε τόν Χριστό μέσα ἀπό τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, μέσα ἀπό τήν προσευχή μας καί μέσα ἀπό τή σχέση μας μέ τήν Ἐκκλησία καί τή ζωή της. Ἄς προβληματισθεῖὁκαθένας μας πῶς μποροῦμε νά ἀξιοποιήσουμε αὐτή τή συνάντηση.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θ. Λειτουργία :
«Σοῦ δέ αὐτῆς τήν ψυχήν διελεύσεται ρομφαία».
Στόν ναό τοῦ Σολομῶντος φέρει σήμερα ἡ Παναγία Παρθένος τό τεσσαρακονθήμερο βρέφος της. Τό φέρει γιά νά ἐκπληρώσει τόν τύπο τοῦ Μωσαϊκοῦ νόμου. Τό φέρει ὅμως, χωρίς νά τό γνωρίζει, καί γιά νά ἐκπληρώσει ὁ Θεός τήν ἐπιθυμία ἑνός ἐκλεκτοῦ δούλου του, τοῦ πρεσβύτου Συμεών, ὁ ὁποῖος ἐπί χρόνια τόν ἱκέτευε νά τόν ἀξιώσει νά δεῖ τόν Μεσσία καί νά πάρει στά χέρια του τόν Σωτήρα τοῦ κόσμου.
Καί ἡ ἐντολή τοῦ Νόμου ἐκπληροῦται καί ὁ πόθος τοῦ εὐλαβοῦς πρεσβύτου γίνεται πραγματικότης, καί ὁ Θεός φωτίζει τόν νοῦ του ὄχι μόνο γιά νά δεῖ «τό σωτήριον» του, ἀλλά καί γιά νά προφητεύσει γιά τό μέλλον τοῦ βρέφους πού κρατᾶ στά χέρια του καί τῆς Μητέρας του.
Ἀπό τή στιγμή πού ἡ ταπεινή Κόρη τῆς Ναζαρέτ ἀπήντησε στόν ἀρχάγγελο Γαβριήλ τό «ἰδού ἡ δούλη Κυρίου, γένοιτό μοι κατά τό ρῆμα σου», ἡ ζωή της ἑνώθηκε μέ τό παιδίο πού συνέλαβε ἐκ Πνεύματος Ἁγίου, μέ τόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ, στόν ὁποῖο θά δάνειζε τήν ἀνθρώπινη σάρκα. Ἔτσι ἡ προφητεία τοῦ Συμεών γιά τόν Χριστό δέν εἶναι ἀνεξάρτητη ἀπό αὐτήν γιά τήν Παναγία Μητέρα του. Ἐάν Ἐκεῖνος «κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν … καί εἰς σημεῖον ἀντιλεγόμενον», ἐάν δηλαδή ἡ παρουσία τοῦ Χριστοῦ στόν κόσμο θά γίνει γιά ἐκείνους πού θά τόν πιστεύσουν αἰτία σωτηρίας, ἐνῶ γιά ἐκείνους πού δέν θά θελήσουν νά τόν πιστεύσουν ἤ θά τόν ἀρνηθοῦν αἰτία καταδίκης καί κατακρίσεως, καί ἄλλοι θά σταθοῦν δίπλα του, ἐνῶ ἄλλοι θά τόν ἀμφισβητήσουν, γιά τήν Παναγία Μητέρα του αὐτή ἡ διχοστασία, αὐτή ἡ διάσπαση τῶν ἀνθρώπων πού θά προκαλέσει, θά ἔχει ὀδυνηρές συνέπειες. Θά εἶναι σάν μία ρομφαία πού θά διαπεράσει τήν ψυχή της.
Ἡ Παναγία μας δέν μπορεῖ νά καταλάβει ἐκείνη τή στιγμή τό νόημα τῆς προφητείας τοῦ Συμεών, ἀλλά ἀσφαλῶς θά τό θυμηθεῖ, ὅταν θά βλέπει ἄλλους νά ἀκολουθοῦν τόν Υἱό της καί νά ἀκοῦν τούς λόγους του, καί ἄλλους νά τόν κατηγοροῦν, νά ψάχνουν ἀφορμές γιά νά τόν κατακρίνουν καί γιά νά τόν συκοφαντήσουν, νά στήνουν παγίδες καί νά προσπαθοῦν νά τόν διαβάλλουν στούς ἀνθρώπους, καί στό τέλος, ὅταν ὅλα αὐτά δέν ἀποδίδουν, νά τόν προδίδουν γιά τριάκοντα ἀργύρια καί νά τόν ἀνεβάζουν στόν Σταυρό ὡς κακοῦργο.
«Σοῦ δέ αὐτῆς τήν ψυχήν διελεύσεται ρομφαία».
Γιά τήν ψυχή τῆς Παναγίας Μητέρας τοῦ Κυρίου ρομφαία εἶναι ἡ θλίψη καί ἡ ὀδύνη πού προκαλεῖ ἡ στάση τῶν ἀνθρώπων ἀπέναντι στόν Υἱό της, ὁ ὁποῖος «διῆλθεν εὐεργετῶν καί ἰώμενος» τούς ἀνθρώπους. Ρομφαία εἶναι ἡ αἴσθηση τῆς ἀγνωμοσύνης καί τῆς ἀδικίας πού ὑπομένει ὁ Χριστός, ὁ ὁποῖος ἐγκατέλειψε τούς πατρικούς κόλπους γιά νά ἔλθει στή γῆ καί νά σώσει τόν πλανηθέντα ἄνθρωπο. Ρομφαία γιά τήν Παναγία εἶναι ὁ πόνος τοῦ Υἱοῦ της, τόν ὁποῖο ὑπομένει χάριν τῶν ἀνθρώπων καί αὐτῶν ἀκόμη τῶν σταυρωτῶν του.
Ὅμως ἡ προφητεία τοῦ πρεσβύτου Συμεών μπορεῖ νά ἀφορᾶ τήν Παναγία Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, ἀφορᾶ ὅμως καί ὅλους ὅσους ἀνά τούς αἰῶνες πιστεύουν στόν Υἱό της καί συντάσσονται μαζί του. Ὅλους ἐκείνους οἱ ὁποῖοι τόν κρατοῦν μέσα στήν ψυχή τους μέ ἀγάπη, ὅπως τόν κρατοῦσε καί ἡ Παναγία μας στήν ἀγκάλη της.
Καί τούς ἀφορᾶ, γιατί στήν πορεία τῆς ζωῆς τους δοκιμάζουν καί αὐτοί πόνους καί θλίψεις καί αἰσθάνονται τή ρομφαία τῶν πειρασμῶν καί τῶν ἀπογοητεύσεων, τῆς κακίας καί τῶν διωγμῶν, ὅσων ἀντιστρατεύονται τόν Χριστό νά διαπερνᾶκάποιες φορές καί τή δική τους ψυχή. Γιατί ἡ συμπόρευση μέ τόν Χριστό τούς φέρνει ἀναγκαστικά ἀντιμέτωπους μέ ἐκείνους πού τόν ἀμφισβητοῦν, πού τόν ἀρνοῦνται, πού θέλουν νά ἐξαφανίσουν τό ὄνομά του, πού αἰσθάνονται ὅτι τούς ἐλέγχει ὁλόγος καί τό θέλημά του. Καί αὐτοί βρίσκουν πολλές ρομφαῖες γιά νά διαπερνοῦν τίς ψυχές τῶν πιστῶν. Εἶναι οἱ θλίψεις καί οἱ διωγμοί, γιά τούς ὁποίους εἶπε ὁ Χριστός τούς μαθητές του ὅτι θά τούς ἀντιμετωπίσουν καί ἐκεῖνοι, ὅπως καί ὁ ἴδιος. Εἶναι οἱ κακίες, τά σχόλια καί οἱ εἰρωνεῖες πού μπορεῖ νά δοκιμάζουμε καί ἐμεῖς κάποιες φορές, ὅταν ὁμολογοῦμε τήν πίστη μας, ὅταν μέ τή ζωή μας δείχνουμε ὅτι εἴμεθα μέλη τοῦσώματος τοῦ Χριστοῦ καί πιστά τέκνα τῆς Ἐκκλησίας του.
Ὅμως δέν θά πρέπει νά ἀνησυχοῦμε γιά ὅλα αὐτά, δέν θά πρέπει νά ἀπογοητευόμεθα καί νά ἀποθαρρυνόμεθα. Θά πρέπει νά μᾶς παρηγορεῖ καί νά μᾶς διδάσκει ἡ ὑπομονή τῆς Παναγίας Μητέρας τοῦ Κυρίου μας. Θά πρέπει νά μᾶς ἐνθαρρύνει ὁ λόγος τοῦ πρεσβύτου Συμεών γιά τόν Χριστό ὅτι «οὗτος κεῖται εἰς πτῶσιν καί ἀνάστασιν πολλῶν», διότι ὁτιδήποτε καί ἐάν ὑπομείνουμε στή ζωή μας γιά χάρη του, Αὐτός εἶναι ἡ ἀνάστασή μας καί εἶναι ἡ σωτηρία μας.