Τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος 13 Ιουνίου ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδος στην αδελφότητα «ΠΕΛΕΚΑΝ» στο Κομνήνιο Βεροίας.
Στο τέλος, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων, τέλεσε μνημόσυνο για τον μακαριστό ιδρυτή της αδελφότητος π. Αμβρόσιο Κυρατζή.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Ταχεῖαν καί σταθηράν δίδου παραμυθίαν τοῖς δούλοις σου, Ἰησοῦ, ἐν τῷ ἀκηδιάσαι τά πνεύματα ἡμῶν».
Τήν ἱκεσία τοῦ ἱεροῦ ὑμνογράφου τοῦ κοντακίου τῆς Πεντηκοστῆς ἐπαναλάβαμε καί ἐμεῖς σήμερα, Δευτέρα μετά τήν Πεντηκοστή, ἡμέρα κατά τήν ὁποία ἑορτάζουμε τό τρίτο πρόσωπο τῆς Παναγίας Τριάδος, τό Πανάγιο Πνεῦμα, τό ὁποῖο ἐπεφοίτησε κατά τή χθεσινή ἡμέρα «ἐπί τούς ἁγίους μαθητάς καί ἀποστόλους τοῦ Κυρίου». Καί στούς στίχους αὐτούς ὁ ἱερός ὑμνογράφος μᾶς ὑπενθυμίζει μία ἰδιότητα τοῦ ἁγίου Πνεύματος τήν ὁποία συχνά παραβλέπουμε, τονίζοντας περισσότερο τή φωτιστική καί σοφιστική του ἐνέργεια.
Τό ἅγιο Πνεῦμα ὅμως δέν φώτισε μόνο τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, οὔτε τούς προσέθεσε μόνο τήν κατά Θεόν σοφία, ἡ ὁποία θά τούς καθιστοῦσε ἱκανούς νά κηρύξουν τό Εὐαγγέλιο τοῦ Χριστοῦ σέ ὅλη τήν κτίση, ἀλλά καί παρηγόρησε τίς ψυχές τους πού ἦταν ταλαιπωρημένες ἀπό ὅλα ὅσα εἶχαν ἀντιμετωπίσει μέ τό Πάθος καί τή Σταύρωση τοῦ Κυρίου, πού ἦταν φοβισμένες ἀπό τήν κακία καί τήν ἐμπάθεια τῶν Φαρισαίων, πού ἦταν θλιμμένες, γιατί δέν εἶχαν πλέον κοντά τους τόν Διδάσκαλό τους, στόν ὁποῖο μποροῦσαν νά καταφύγουν καί νά στηριχθοῦν.
Ὁ Χριστός μέ τήν κάθοδο τοῦ ἁγίου Πνεύματος ἐξεπλήρωσε τήν ὑπόσχεσή του πρός τούς μαθητές του ὅτι δέν θά τούς ἐγκαταλείψει καί ὅτι, παρά τίς θλίψεις πού θά ἀντιμετωπίσουν στόν κόσμο, αὐτοί θά ἔχουν τήν χαρά του «πεπληρωμένην» μέσα στήν ψυχή τους. Θά ἔχουν πλήρη τή χαρά πού δίδει ὁ Κύριος στούς μαθητές του.
Καί πῶς θά τήν ἔχουν αὐτή τή χαρά; Ποιός θά τούς τήν δίδει; Πῶς δέν θά αἰσθάνονται μόνοι καί ἐγκαταλελειμένοι; γεννᾶται τό ἐρώτημα.
Τό ἔργο αὐτό ἀναλαμβάνει τό Πανάγιο Πνεῦμα μέ τήν κάθοδό του στόν κόσμο καί τήν ἐπιφοίτησή του στούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ. Γι᾽ αὐτό καί τό ἅγιο Πνεῦμα ὀνομάζεται καί «Παράκλητος», παρακαλεῖ, δηλαδή, παρηγορεῖ τούς ἀνθρώπους πού τό ἐπικαλοῦνται, πού τό δέχονται στήν ψυχή τους καί ἀγωνίζονται νά τό διατηρήσουν μέσα τους. Παρηγορεῖ καί ἐνισχύει τούς ἀνθρώπους πού δοκιμάζονται ἀπό τίς θλίψεις, πού ἀπογοητεύονται ἀπό τά προβλήματα, πού ἀποθαρρύνονται ἀπό τίς ἀποτυχίες, πού αἰσθάνονται πληγωμένοι ἀπό «τά πεπυρωμένα βέλη τοῦ πονηροῦ» καί ἀδύναμοι νά συνεχίσουν τήν προσπάθειά τους.
Καί δέν ὑπάρχει κανένας ἄνθρωπος, ὁ ὁποῖος νά μήν αἰσθάνεται κάτι ἀπό αὐτά πού ἀνέφερα, πού νά μήν αἰσθάνεται ὅτι κανείς δέν μπορεῖ νά τόν καταλάβει καί νά τοῦ ἐλαφρύνει τό βάρος πού καλεῖται νά σηκώσει εἴτε στήν καθημερινότητά του εἴτε στόν πνευματικό του ἀγώνα, πού νά μήν αἰσθάνεται κάποιες στιγμές μόνος, ἐγκαταλελειμένος, ἀπογοητευμένος ἤ καί φοβισμένος ἀπό ὅσα συμβαίνουν γύρω του, ἀκόμη καί ἄν δέν τόν ἀφοροῦν ἄμεσα.
Τό ζοῦμε ὅλοι, ἰδιαιτέρως στίς ἡμέρες μας, στίς ὁποῖες ἡ κρίση, ἡ πανδημία, ἡ ἀναταραχή πού ἐπικρατεῖ στόν κόσμο μας, οἱ πόλεμοι καί «οἱ ἀκοές πολέμου», ἡ κατάπτωση τῶν ἀρχῶν καί τῶν ἀξιῶν, τά ἀνησυχητικά κοινωνικά φαινόμενα πού ἐξελίσσονται γύρω μας μᾶς προβληματίζουν καί μᾶς ἀπογοητεύουν. Καί σέ αὐτά προστίθενται καί οἱ δυσκολίες πού ἀντιμετωπίζει ὁ καθένας μας στή ζωή του καί τόν ἀποθαρρύνουν καί τόν θλίβουν.
Ὅμως δέν θά πρέπει οὔτε νά θλιβόμεθα οὔτε νά ἀπογοητευόμεθα, διότι δέν εἴμεθα μόνοι στόν κόσμο, ὅσο μόνοι καί ἄν νομίζουμε ὅτι εἴμεθα. Ὁ Παράκλητος, τό Πανάγιο Πνεῦμα, ἐπιφοίτησε στόν κόσμο ὄχι μόνο γιά τούς ἀποστόλους ἀλλά καί γιά ὅλους τούς μαθητές τοῦ Χριστοῦ, γιά ὅλους ὅσους πιστεύουν σέ Αὐτόν, γιά ὅλους ἐμᾶς· γιά νά μᾶς παρηγορεῖ καί νά μᾶς ἐνισχύει, γιά νά μᾶς ἐνθαρρύνει καί νά μᾶς ἐνδυναμώνει, γιά νά δροσίζει τίς ταλαιπωρημένες ψυχές μας μέ τήν οὐράνια αὔρα του, γιά νά μᾶς χαροποιεῖ μέ τήν χαρά πού μᾶς ὑποσχέθηκε ὁ Χριστός, «ἥν οὐδείς αἴρει ἀφ᾽ ἡμῶν».
Τό Πανάγιο Πνεῦμα εἶναι καί ὁ δικός μας Παράκλητος, ἀρκεῖ νά ἐπιζητοῦμε τήν παρηγορία πού προσφέρει. Ἀρκεῖ νά τό παρακαλοῦμε λέγοντας «ἐλθέ καί σκήνωσον ἐν ἡμῖν». Ἀρκεῖ νά μένουμε καί ἐμεῖς «ὁμοθυμαδόν ἐπί τό αὐτό», ὅπως ζήτησε ὁ Χριστός ἀπό τούς μαθητές του, νά μένουμε μέσα στήν Ἐκκλησία καί ἑνωμένοι μέ τήν ὑπακοή μέ τήν Ἐκκλησία, ὥστε νά ἔχουμε πάντοτε τή χάρη του καί τήν παρηγορία του στίς ψυχές μας, γιά νά μποροῦμε νά ἀντιμετωπίζουμε τίς θλίψεις τῆς παρούσης ζωῆς, διότι «διά πολλῶν θλίψεων δεῖ ἡμᾶς εἰσελθεῖν εἰς τήν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν», ἀλλά καί τήν ἀπουσία προσφιλῶν καί σεβαστῶν μας προσώπων, ὅπως καί τοῦ μακαριστοῦ πνευματικοῦ πατρός τῆς Ἀδελφότητος, τοῦ π. Ἀμβροσίου, πού αὐτές τίς ἡμέρες συμπληρώθηκαν πέντε χρόνια ἀπό τήν κοίμησή του.
Εὐχόμεθα ὁ Θεός νά ἀναπαύει καί ἐκεῖνον καί τίς ψυχές ὅλων τῶν ἀδελφῶν, ἡ εὐχή του νά σᾶς συνοδεύει καί τό Πανάγιο Πνεῦμα νά μᾶς ἐνισχύει καί νά μᾶς παρηγορεῖ πάντοτε.