Το απόγευμα της Δευτέρας, 26ης Ιουνίου, στον Χώρο Τεχνών του Δήμου Βεροίας πραγματοποιήθηκε η έναρξη των εργασιών του 29ου Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου των ΚΘ’ Παυλείων με θέμα: «Ο Απόστολος Παύλος και η κληρονομιά του Ελληνιστικού κόσμου», με την παρουσία εκπροσώπων των πρεσβυγενών και νεωτέρων Πατριαρχείων και Αυτοκεφάλων Εκκλησιών.
Στην αρχή χορός ιεροψαλτών υπό τη διεύθυνση του καθηγητού της Σχολής Βυζαντινής Μουσικής της Ιεράς Μητροπόλεως κ. Βασιλείου Μαυράγκανου έψαλε βυζαντινούς ύμνους προς τιμήν του ιδρυτού της τοπικής Εκκλησίας, Αποστόλου Παύλου, και στη συνέχεια ο Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεώς Αρχιμ. Δημήτριος Μπακλαγής καλωσόρισε τους εκλεκτούς προσκεκλημένους και τους συνέδρους στη Βέροια.
Μηνύματα και χαιρετισμοί
Ακολούθησε η ανάγνωση των μηνυμάτων της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Σμύρνης κ. Βαρθολομαίο, της Α.Θ.Μ. του Πατριάρχου Αντιοχείας κ.κ. Ιωάννου από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Βεροίας και Αλεξανδρέττας (Χαλεπίου) κ. Εφραίμ και της Α.Θ.Μ. του Πατριάρχου Ιεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου από τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Ναζαρέτ κ. Κυριακό. Τα μηνύματα των υπολοίπων Μακαριωτάτων Προκαθημένων θα αναγνωσθούν στις επόμενες συνεδρίες.
Στη συνέχεια απηύθυναν χαιρετισμό η εκπρόσωπος του Αντιπεριφερειάρχου Ημαθίας κ. Κωνσταντίνου Καλαϊτζίδη, ο Δήμαρχος Βεροίας κ. Κωνσταντίνος Βοργιαζίδης και εκ μέρους της Επιστημονικής Επιτροπής των Παυλείων ο Ομοτ. Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. κ. Χαράλαμπος Ατματζίδης.
Η έναρξη των εργασιών
Τέλος, στο βήμα ανήλθε ο Ποιμενάρχης, Σεβασμιώτατος Μητροπολιτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ο οποίος κήρυξε την έναρξη των εργασιών του 29ου Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου.
Πρόεδρος της πρώτης Συνεδρίας ήταν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Κίτρους, Κατερίνης και Πλαταμώνος κ. Γεώργιος, μέλος της Επιστημονικής Επιτροπής των Παυλείων και εισηγητές ο Ομοτ. Καθηγητής της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ. κ. Χαράλαμπος Ατματζίδης, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Η ελληνιστική ηθική σκέψη και η πρόσληψή της από τον απόστολο Παύλο», και ο Καθηγητής της Φιλοσοφικής Σχολής του Α.Π.Θ. κ. Γεώργιος Ζωγραφίδης, ο οποίος μίλησε με θέμα: «Η φιλοσοφία των Στωικών και των Επικούρειων και ο Απόστολος Παύλος».
Μετά την ολοκλήρωση της πρώτης Συνεδρίας η Σχολική Χορωδία Βεροίας και η χορωδία του Πολιτιστικού Συλλόγου «Αιγές» Βεργίνας, υπό τη διεύθυνση της κ. Ελένης Αναγνώστου, παρουσίασε σύντομο μουσικό πρόγραμμα προς τιμήν του Μεγάλου Αλεξάνδρου, καθώς φέτος η Αποστολική μας Μητρόπολη τιμά το εκλεκτό τέκνο της Ημαθίας που μετέφερε τον ελληνικό πολιτισμό και την ελληνική γλώσσα στην Ανατολή, με την οποία ο Απόστολος Παύλος κήρυξε το Ευαγγέλιο στην Ελλάδα και στον κόσμο.
Ποιοι παρέστησαν
Το επιστημονικό Συνέδριο και τις εκδηλώσεις των ΚΘ’ Παυλείων τιμούν με την παρουσία τους οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Σμύρνης κ. Βαρθολομαίος (Οικουμενικό Πατριαρχείο), Νουβίας κ. Σάββας (Πατριαρχείο Αλεξανδρείας), Βεροίας και Αλεξανδρέττας κ. Εφραίμ (Πατριαρχείο Αντιοχείας), Ναζαρέτ κ. Κυριακός (Πατριαρχείο Ιεροσολύμων), Ναϊσσού κ. Αρσένιος (Πατριαρχείο Σερβίας), ο Θεοφιλέστατος Επίσκοπος Τούλτσεας κ. Βησσαρίωνας (Πατριαρχείο Ρουμανίας), οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Στάρα Ζαγόρας κ. Κυπριανός (Πατριαρχείο Βουλγαρίας), Ζουγκδίδι και Τσαΐτσι κ. Γεράσιμος (Πατριαρχείο Γεωργίας), Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομος (Εκκλησία της Ελλάδος) και Κίτρους, Κατερίνης και Πλαταμώνος κ. Γεώργιος, καθώς και ο Γέρων Γεράσιμος Αγιοπαυλίτης που εκπροσωπεί την Ιερά Κοινότητα του Αγίου Όρους στις εκδηλώσεις που θα πραγματοποιηθούν το πρωί της 29ης Ιουνίου προς τιμήν του Αγίου Γερασίμου του Υμνογράφου – Μικραγιαννανίτου, με τη συμμετοχή πλειάδος Ιεραρχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Η ομιλία του Μητροπολίτη Βεροίας
Ο Σεβασμιώτατος κ. Παντελεήμων κηρύττοντας την έναρξη των εργασιών του 29ου Διεθνούς Επιστημονικού Συνεδρίου ανέφερε μεταξύ άλλων: «Δόξα καί τιμή καί εἰρήνη παντί τῷ ἐργαζομένῳ τό ἀγαθόν, Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καί Ἕλληνι· οὐ γάρ ἐστιν προσωποληψία τῷ Θεῷ» (Ρωμ. 2.10).
Παράδοξος ἠχεῖ ὁ λόγος τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου. Ἀπευθύνεται πρός τούς χριστιανούς τῆς Ρώμης καί ἀναφέρεται σέ Ἰουδαίους καί σέ Ἕλληνες. Ὄχι ἐπειδή οἱ χριστιανοί τῆς Ρώμης εἶναι Ἰουδαῖοι ἤ Ἕλληνες, ἀλλά ἐπειδή γιά τόν μέγα ἀπόστολο Παῦλο «οὐκ ἔνι Ἰουδαῖος οὐδέ Ἕλλην», ὅπως γράφει πρός τούς χριστιανούς τῆς Γαλατίας (Γαλ. 3.23).
Γιά τόν Θεό δέν ὑπάρχει προσωποληψία, θά συνεχίσει ὁ ἀπόστολος, γιατί ὁ Θεός δέν κρίνει μέ βάση τίς ταυτότητες, τίς ἐθνικότητες ἤ τά γένη τῶν ἀνθρώπων, ἀλλά τή διάθεση καί τίς πράξεις τους.
«Δόξα καί τιμή καί εἰρήνη παντί τῷ ἐργαζομένῳ τόν ἀγαθόν».
Ὁ ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν δέν ἔχει καμία ἀμφιβολία ὅτι ὁ Θεός ἐπιφυλάσσει δόξα καί τιμή καί εἰρήνη σέ κάθε ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ζεῖ καί δρᾶ ἔχοντας ὡς γνώμονα «τό ἀγαθόν», γιατί γιά τό ἀγαθό δημιούργησε ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο καί τό ἀγαθό τόν οἰκειώνει μέ τόν Θεό, ὁ ὁποῖος εἶναι κατά τήν οὐσία καί τή φύση ἀγαθός καί δίκαιος. Γι᾽ αὐτό καί διαβεβαιώνει ἀνεπιφύλακτα τούς Ρωμαίους, ἀκυρώνοντας συγχρόνως καί ὁποιονδήποτε ἰσχυρισμό ὅτι ὁ λόγος του εἶναι παράδοξος.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος γεννήθηκε στήν Ταρσό τῆς Κιλικίας, σέ μία πόλη μέ σπουδαῖο παρελθόν, πόλη μεγάλη καί εὐδαίμονα, ὅπως τήν ὀνομάζει ὁ ἱστορικός Ξενοφῶν, ἡ ὁποία ὅμως εἰσῆλθε σέ μία νέα φάση τῆς ἱστορίας της ἀπό τήν ἐποχή πού πέρασε ἀπό ἐκεῖ ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, καί ἀργότερα ἔγινε γνωστή γιά τίς φιλοσοφικές της Σχολές, οἱ ὁποῖες συναγωνιζόταν ἀκόμη καί αὐτές τῶν Ἀθηνῶν.
Στή διάδοση καί ἑδραίωση τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, τόν ὁποῖο εἶχε μεταφέρει ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος ἀπό τή Μακεδονία στήν ἀνατολική λεκάνη τῆς Μεσογείου, συνέβαλε καθοριστικά ἡ δημιουργία τῶν ἑλληνιστικῶν βασιλείων σέ ὅλη τήν εὐρύτερη περιοχή τῆς Ἐγγύς Ἀνατολῆς καί τῆς Αἰγύπτου. Τά ἑλληνιστικά βασίλεια δέν εἶχαν, ὅπως εἶναι γνωστό, ὡς πρότυπο τήν πόλη-κράτος τῆς ἀρχαίας Ἑλλάδος, ἀλλά εἶχαν μία διαφορετική, μία οἰκουμενική προοπτική, μέσα στήν ὁποία διακινοῦντο καί δραστηριοποιοῦντο ἐλεύθερα ἄνθρωποι διαφόρων ἐθνικοτήτων καί πολιτιστικῶν ταυτοτήτων, καί συγχρόνως ἰδέες, θρησκεῖες καί φιλοσοφικά συστήματα, χάρη στή δυνατότητα πού παρεῖχε ἡ χρήση μιᾶς κοινῆς γλώσσας, τῆς Ἑλληνικῆς.
Ἔτσι διευρύνοντο καί οἱ ὁρίζοντες τῶν ἀνθρώπων, πού ἔβγαιναν ἀπό τά στεγανά τῆς δικῆς τους ἰδιοπροσωπίας καί ἐξοικειωνόταν μέ τή συναναστροφή ἄλλων, διαφορετικῶν ἀπό αὐτούς, ἀνθρώπων.
Ἡ κατάσταση αὐτή διατηρήθηκε καί ὅταν ἀργότερα τά ἑλληνιστικά βασίλεια ἀντικαταστάθηκαν ἀπό τή ρωμαϊκή αὐτοκρατορία, ἡ ὁποία στηρίχθηκε στήν προϋπάρχουσα ἑλληνιστική κληρονομιά ἀλλά κυρίως τήν ἑλληνική γλώσσα, ἡ ὁποία συνέχισε νά διευκολύνει τήν ἐπικοινωνία καί τή διοίκηση.
Μεγαλωμένος σέ ἕνα τέτοιο περιβάλλον, σέ ἕνα περιβάλλον στό ὁποῖο ἐπικρατοῦσε ἡ ἑλληνιστική παιδεία καί ὁ ἑλληνικός πολιτισμός, ὁ ἀπόστολος Παῦλος, δέν ἔμοιαζε μέ τούς ἄλλους Ἰουδαίους, δέν ἔμοιαζε μέ τούς ἄλλους μαθητές τοῦ Χριστοῦ. Παρότι Ἰουδαῖος στό θρήσκευμα καί μαθητής τοῦ περίφημου νομοδιδασκάλου Γαμαλιήλ, ὅπως ὁ ἴδιος δηλώνει, ἦταν φυσικό νά μήν ἔχει τά χαρακτηριστικά ἑνός Ἰουδαίου πού εἶχε ἀνατραφεῖ σέ μία κλειστή Ἰουδαϊκή κοινωνία, ἀλλά νά διαθέτει τούς ἀνοικτούς ὁρίζοντες τούς ὁποίους δημιουργοῦσε ἡ ἑλληνιστική παράδοση τῆς πατρίδος του, τῆς Ταρσοῦ.
Ἐξετάζοντας τά πράγματα ἀπό τήν ἀνθρώπινη ὀπτική γωνία, θά μπορούσαμε νά ποῦμε πώς, παρότι κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, ὅταν ὁ ἀπόστολος Πέτρος κήρυξε ἀπό τό ὑπερῶο τῆς Ἱερουσαλήμ γιά πρώτη φορά στό πλῆθος, ὁ καθένας ἀπό τούς παρεπιδημοῦντες Πάρθους καί Μήδους καί Ἐλαμίτες καί τούς ἄλλους, τούς ὁποίους ἀναφέρει ὁ ἱερός συγγραφέας τῶν Πράξεων τῶν Ἀποστόλων, ἄκουαν τό κήρυγμά του «ἐν τῇ ἰδίᾳ αὐτοῦ διαλέκτῳ», θά ἦταν δύσκολο οἱ δώδεκα μαθητές τοῦ Χριστοῦ νά διαδώσουν μέ τήν ἴδια ταχύτητα καί τήν ἴδια ἀποτελεσματικότητα τό Εὐαγγέλιο στόν κόσμο.
Χρειαζόταν ἕνα πρόσωπο, τό ὁποῖο θά μποροῦσε νά ὑπερβεῖ τά στεγανά τοῦ Ἰουδαϊσμοῦ καί γνωρίζοντας τά δεδομένα τοῦ κόσμου, ἔχοντας μεγαλώσει μέσα σ᾽ αὐτόν, νά βαστάσει τό ὄνομα τοῦ Κυρίου ἐνώπιον Ἐθνῶν καί βασιλέων.
Αὐτός εἶναι ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ὁ Χριστός καλεῖ μέ τόν ἐντυπωσιακό κατ᾽ ἄνθρωπο τρόπο τόν Σαῦλο, τόν μεταστρέφει ἀπό διώκτη του σέ ἀπόστολό του καί τόν ὀνομάζει «σκεῦος ἐκλογῆς». Τόν ἐξέλεξε ὡς τό κατάλληλο πρόσωπο γιά νά γίνει ὁ ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν καί νά κηρύξει τό Εὐαγγέλιό του στά ἔθνη, ὑποδηλώνοντας μέ τόν τρόπο αὐτό τόν ρόλο πού διαδραμάτισε στό σχέδιο τῆς Προνοίας τοῦ Θεοῦ ἡ διάδοση τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ καί τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας τρεῖς περίπου αἰῶνες πρίν ἀπό τή γέννηση τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τή σημασία τῆς ἑδραιώσεώς της στή ρωμαϊκή οἰκουμένη, ὥστε νά διευκολύνει τή διάδοση τοῦ σωτηρίου μηνύματος τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἀνάλογη σημασία ἔχει καί ὁ προφητικός λόγος τοῦ Κυρίου πρός τούς μαθητές του, ὅταν θέλησαν νά τόν συναντήσουν κάποιοι Ἕλληνες «ἐκ τῶν ἀναβαινόντων ἵνα προσκυνήσωσιν ἐν τῇ ἑορτῇ», ὅπως σημειώνει ὁ ἱερός εὐαγγελιστής Ἰωάννης. Τότε ὁ Χριστός, ἀνταποκρινόμενος στό αἴτημά τους, εἶπε «ἐλήλυθεν ἡ ὥρα ἵνα δοξασθῇ ὁ υἱός τοῦ ἀνθρώπου» (Ἰωάν. 12.23).
Ἐπάνω στό πνευματικό ὑπόβαθρο τῆς ἑλληνιστικῆς του ἀνατροφῆς ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος οἰκοδομεῖ τό εὐαγγελικό μήνυμα τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ, πού δέν ἀδικεῖ οὔτε καταδικάζει ὅσους δέν τόν γνώρισαν καί, κατά συνέπεια, δέν ἔζησαν σύμφωνα μέ τόν νόμο του, ἀλλά διακηρύττει ὅτι τά ἔθνη «τά μή νόμον ἔχοντα … ἑαυτοῖς εἰσίν νόμος», καί ἑπομένως θά κριθοῦν μέ βάση τίς ἀγαθές πράξεις τους.
«Δόξα καί τιμή καί εἰρήνη παντί τῷ ἐργαζομένῳ τό ἀγαθόν, Ἰουδαίῳ τε πρῶτον καί Ἕλληνι· οὐ γάρ ἐστιν προσωποληψία τῷ Θεῷ» (Ρωμ. 2.10).
Ὁ ἔπαινος αὐτός τοῦ ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν Παύλου θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἰσχύει καί γιά ὅλους ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι ἔγιναν, χωρίς νά τό γνωρίζουν, ὄργανα τοῦ Θεοῦ καί προετοίμασαν τήν ὁδό τοῦ Εὐαγγελίου.
Ἀνάμεσα σέ αὐτούς εἶναι καί ὁ μέγας Μακεδόνας στρατηλάτης, ὁ εὐγενής γόνος τοῦ τόπου μας, τῆς Ἠμαθίας, ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος, τόν ὁποῖο θελήσαμε νά τιμήσουμε στά φετινά ΚΘ´ Παύλεια, μέ δεδομένη τήν ἀντιστοιχία πού ὑπάρχει ἀνάμεσα στό ἔτος τοῦ θανάτου του, τό 323 π.Χ., καί τό ἔτος 2023.
Ἀνεξάρτητα ἀπό ὁποιαδήποτε ἐκτίμηση κάνουν κατά καιρούς διάφοροι ἱστορικοί γιά τό ἔργο καί τήν προσωπικότητα τοῦ μεγάλου Μακεδόνος βασιλέως, δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι πληροῖ τήν προϋπόθεση τοῦ οὐρανοβάμονος ἀποστόλου Παύλου καί ἀνήκει στούς ἐργασθέντες τό ἀγαθόν.
Διότι ἔργο ἀγαθό ἦταν ἡ ἐπιδίωξή του νά ἑνώσει τούς Ἕλληνες, οἱ ὁποῖοι ἐπί πολλές δεκαετίες ἀλληλοσυγκρούοντο καί ἀλληλοεξοντώνοντο σέ ἀτελέσφορους πολέμους καί διαμάχες.
Ἔργο ἀγαθό ἦταν καί ἡ προσπάθειά του νά ἀπαλλάξει τόν ἑλληνικό κόσμο ἀπό τή διαρκῆ ἀπειλή τῶν Περσῶν.
Ἔργο ἀγαθό ὅμως ἦταν κατά μείζονα λόγο ἡ μεταφορά τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ μέχρι τά βάθη τῆς Ἀσίας καί ἡ μετάδοση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας σέ δεκάδες λαούς τῆς Ἐγγύς Ἀνατολῆς, καθιστώντας την γλώσσα διεθνῆ καί διευκολύνοντας μέ τόν τρόπο αὐτό τή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου.
Καί ἐάν ὁ Μέγας Ἀλέξανδρος καί οἱ διάδοχοί του μέ τήν ἐξάπλωση τῆς ἑλληνικῆς γλώσσας καί τοῦ πολιτισμοῦ στήν Ἀνατολή, ξεκινώντας ἀπό τήν Ἠμαθία, συνέβαλαν σέ αὐτήν, ὁ Μέγας ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ἀπόστολος τῶν Ἐθνῶν καί ἱδρυτής τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, ἦταν αὐτός ὁ ὁποῖος μετέφερε μέ ὄργανο τήν ἑλληνική γλώσσα τό Εὐαγγέλιο τῆς σωτηρίας ἀπό τήν Ἀνατολή ὄχι μόνο ἐδῶ στή Βέροια ἀλλά καί σέ ὅλο τόν γνωστό τότε κόσμο, καί κατέστησε τήν ἑλληνική γλώσσα, τή γλώσσα τοῦ Μεγάλου Ἀλεξάνδρου καί τῶν Μακεδόνων, γλώσσα τοῦ Εὐαγγελίου.
Αὐτήν τή σχέση τοῦ Ἀποστόλου Παύλου καί τοῦ Ἑλληνιστικοῦ κόσμου πού ξεκινᾶ ἀπό τόν Μέγα Ἀλέξανδρο θά ἔχουμε τήν εὐκαιρία νά διερευνήσουμε καί νά γνωρίσουμε μέσα ἀπό τίς εἰσηγήσεις τοῦ ΚΘ´ Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου, τό ὁποῖο πραγματοποιεῖ ἡ Ἱερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας στό πλαίσιο τῶν φετινῶν ΚΘ´ Παυλείων, μέ θέμα: «Ὁ Ἀπόστολος Παῦλος καί ἡ κληρονομιά τοῦ ἑλληνιστικοῦ κόσμου» καί ἀρχίζει μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ σήμερα.
Θά ἤθελα πρωτίστως νά ἐκφράσω τίς θερμότατες εὐχαριστίες καί τή βαθύτατη εὐγνωμοσύνη μου πρός τόν Παναγιώτατο Οἰκουμενικό Πατριάρχη κ.κ. Βαρθολομαῖο γιά τό σεπτό Πατριαρχικό του μήνυμα καί τήν ἀποστολή ὡς ἐκπροσώπου του στό Συνέδριο καί τίς λατρευτικές ἐκδηλώσεις πρός τιμήν τοῦ ἀποστόλου Παύλου, τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σμύρνης κ. Βαρθολομαίου.
Εὐχαριστῶ θερμότατα καί τούς Μακαριωτάτους Προκαθημένους τῶν πρεσβυγενῶν καί νεωτέρων Πατριαρχείων καί τῶν Αὐτοκεφάλων Ἐκκλησιῶν γιά τήν τιμητική ἀποστολή τῶν μηνυμάτων τους καί τήν ἐκπροσώπησή τους στό Συνέδριό μας καί στίς λατρευτικές ἐκδηλώσεις πρός τιμήν τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας ἁγίου ἐνδόξου ἀποστόλου Παύλου.
Εὐχαριστῶ ἀκόμη ἐγκάρδια τίς πολιτικές καί στρατιωτικές ἀρχές τῆς πόλεως καί τῆς ἐπαρχίας μας γιά τήν παρουσία τους στήν ἐναρκτήρια Συνεδρία καί τή συμμετοχή τους στά ΚΘ´ Παύλεια.
Ἰδιαιτέρως εὐχαριστῶ τά ἐλλογιμώτατα μέλη τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ Συνεδρίου, ἕνα ἀπό τά ὁποῖα, ὁ ἀείμνηστος καθηγητής Ἰωάννης Καραβιδόπουλος, πού ἐπί 29 χρόνια ὑπῆρξε πρόεδρός της καί συμμετεῖχε στήν προετοιμασία καί αὐτοῦ τοῦ Συνεδρίου, δυστυχῶς δέν εἶναι πλέον σωματικά μαζί μας.
Εὐχόμεθα ἡ μνήμη του νά εἶναι αἰωνία καί ὁ ἀπόστολος Παῦλος νά τοῦ ἀνταποδώσει τούς κόπους καί τήν ἀγάπη του γιά τήν πραγματοποίηση τῶν Παυλείων.
Εὐχαριστῶ ἀκόμη τά μέλη τῆς Ὀργανωτικῆς Ἐπιτροπῆς, καί φυσικά τούς ἐλλογιμωτάτους εἰσηγητές καί συνέδρους, χωρίς τούς ὁποίους δέν θά ἦταν δυνατή ἡ πραγματοποίηση τοῦ Συνεδρίου μας.
Εὐχαριστῶ θερμά καί ὅλους τούς παρόντες, τόν εὐσεβῆ κλῆρο, τούς εὐλαβεῖς μοναχούς καί μοναχές, καί τόν πιστό λαό τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως, ὁ ὁποῖος ἐκφράζει καί μέ τόν τρόπο αὐτό τόν σεβασμό καί τήν τιμή του πρός τόν μέγα ἀπόστολο Παῦλο, τόν ἀκάματο κήρυκα τοῦ Εὐαγγελίου καί ἀπόστολο τῶν Βεροιέων.
Ἐπικαλούμενος τίς δικές του πρεσβεῖες καί τή δική του χάρη κηρύσσω τήν ἔναρξη τοῦ ΚΘ´ Ἐπιστημονικοῦ Συνεδρίου πρός τιμήν του.