Την Κυριακή 7 Απριλίου το πρωί o Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Κοιμήσεως της Θεοτόκου Ναούσης. Στην διάρκεια της Θείας Λειτουργίας τέθηκε σε προσκύνηση το Ιερό Λείψανο της Χειρός της Αγίας Μαρίας της Μαγδαληνής από την Ιερά Μονή Σίμωνος Πέτρας Αγίου Όρους, το οποίο φιλοξενείται στον Ιερό Ναό από χτές το απόγευμα και θα παραμείνει μέχρι το πρωί της Τρίτης 9 Απριλίου.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου:
«Καί εὐθέως κράξας ὁ πατήρ τοῦ παιδίου ἔλεγεν· πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ».
Πίστη καί ἀπιστία εἶναι οἱ δύο ἔννοιες πού μᾶς παρουσίασε ἡ σημερινή εὐαγγελική περικοπή μέ τό θαῦμα τῆς θεραπείας τοῦ δαιμονιζομένου νέου. Δύο ἔννοιες ἀντίθετες, οἱ ὁποῖες συχνά ἐναλλάσσονται στήν ψυχή μας, καί ἄλλοτε αἰσθανόμαστε ὅτι πιστεύουμε καί ἄλλοτε αἰσθανόμαστε ὅτι ἡ λογική ἤ ἡ ἀμφιβολία μας κλονίζουν τήν πίστη μας.
Ὅμως ἡ πίστη στήν ὁποία ἀναφέρεται ὁ Χριστός καί τήν ὁποία μᾶς καλεῖ νά ἀποκτήσουμε εἶναι ἀπόλυτη. Δέν χωρᾶ ἀμφιβολίες, οὔτε ὅμως ἑρμηνεύεται μέ τή λογική. Πίστη εἶναι, ὅπως γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος «ἐλπιζομένων ὑπόστασις, πραγμάτων ἔλεγχος οὐ βλεπομένων». Πίστη εἶναι, δηλαδή, αὐτή πού δίδει ὑπόσταση, πού δίδει ὀντότητα στήν ἐλπίδα μας, καί πού μᾶς δίδει τή δυνατότητα νά ἐλέγχουμε ὅσα δέν βλέπουμε.
Αὐτή τήν πίστη ζητᾶ ὁ Χριστός ἀπό ὅσους τόν πλησιάζουν. Γι᾽ αὐτό καί στήν παράκληση τοῦ πατέρα τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, νά βοηθήσει, ἐάν μπορεῖ, τό παιδί του πού ταλαιπωρεῖτο ἀπό «πνεῦμα ἄλαλον καί κωφόν», ὁ Χριστός δίδει μία ἀνάλογη ἀπάντηση: «εἰ δύνασαι πιστεῦσαι, πάντα δυνατά τῷ πιστεύοντι». Ἐάν μπορεῖς νά πιστεύσεις, τότε ὅλα εἶναι δυνατά γι᾽ αὐτόν πού πιστεύει.
Τή δύναμη αὐτή τῆς πίστεως ὁ Χριστός τήν δίδαξε ἐπίμονα καί ἐπανειλημμένα στούς μαθητές του, δίδοντας ἀκόμη καί «ἀκραῖα», θά λέγαμε, παραδείγματα, ὅταν τούς εἶπε ὅτι ὅποιος ἔχει πίστη σάν τόν κόκκο τοῦ σινάπεως, αὐτός μπορεῖ νά μετακινήσει ἀκόμη καί βουνά, ἀλλά καί δέν διστάζει νά τούς διαβεβαιώσει ὅτι «ὅ πιστεύων εἰς ἐμέ τά ἔργα ἅ ἐγώ ποιῶ κἀκεῖνος ποιήσει καί μείζονα τούτων ποιήσει», δηλαδή, ὅποιος πιστεύει σέ μένα θά κάνει ὄχι μόνο ὅσα κάνω ἐγώ, ἀλλά ἀκόμη περισσότερα. Καί τό ζοῦμε καί τό βλέπουμε ὅτι οἱ ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι πίστευσαν στόν Χριστό, ἔδωσαν τήν ἀγάπη τους στόν Χριστό, ἔφθασαν πράγματι νά κάνουν τέτοια θαύματα πού ὁ νοῦς καί ἡ λογική τοῦ ἀνθρώπου δέν μπορεῖ νά τά χωρέσει.
Ἡ μεγάλη σημασία τήν ὁποία δίδει ὁ Κύριός μας στήν πίστη, ἀποδεικνύεται καί ἀπό τό γεγονός ὅτι τήν θέτει ὡς προϋπόθεση γιά νά κάνει ἕνα θαῦμα. Ὄχι βεβαίως γιατί χρειάζεται ὁ ἴδιος τήν πίστη τῶν ἀνθρώπων γιά νά κάνει τό θαῦμα του, ἀλλά γιατί οἱ ἄνθρωποι ἔχουν ἀνάγκη τήν πίστη γιά νά τό ἀντιληφθοῦν καί νά τό κατανοήσουν, καί πολύ περισσότερο γιά νά ὠφεληθοῦν ἀπό αὐτό.
Ὅμως ὁ Χριστός δέν ἀπορρίπτει καί ὅσους ἔχουν τή θέληση νά πιστεύουν ἀλλά δέν διαθέτουν ἀκόμη ἰσχυρή πίστη. Τούς κατανοεῖ καί τούς ἐνθαρρύνει, ὅπως ἔκανε μέ τόν μαθητή του, τόν ἀπόστολο Πέτρο, ὅταν τοῦ ζήτησε νά περπατήσει καί αὐτός ἐπάνω στά κύματα τῆς λίμνης τῆς Τιβεριάδος, γιά νά τόν πλησιάσει, ἀλλά μόλις μπῆκε μέσα του ἡ ἀμφιβολία γιά αὐτό τό ὁποῖο ἐπιχειροῦσε, ἄρχισε νά κλονίζεται καί νά βυθίζεται στό νερό. Ἀλλά βεβαίως ὁ Χριστός δέν τόν ἄφησε τελικά νά πνιγεῖ.
Κάτι ἀνάλογο βλέπουμε καί στό σημερινό θαῦμα. Ὁ Χριστός παρατηρεῖ τόν πατέρα γιά τήν ὑποκρυπτόμενη στούς λόγους του, «ἐάν μπορεῖς νά κάνεις κάτι γιά τό παιδί μου, βοήθησέ μας», ἀμφιβολία καί ἀπιστία του, ὅμως κάνει τό θαῦμα καί θεραπεύει τόν ταλαίπωρο νεανία, γιατί δέχεται τήν ἐξομολόγηση τοῦ πατέρα, ὁ ὁποῖος παραδέχεται τήν ἀδυναμία τῆς πίστεώς του καί τόν παρακαλεῖ λέγοντας: «πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ».
Τό θαῦμα τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἀπάντηση τῆς ἀγάπης του πρός τόν ἄνθρωπο, τόν ἀδύναμο ἄνθρωπο πού δυσκολεύεται νά τόν πιστεύσει, γιατί ἐπιχειρεῖ νά περάσει τήν πίστη του μέσα ἀπό τή λογική, τή λογική ὄχι τή θεία ἀλλά τήν κοσμική καί τή σαρκική. Ἀρκεῖ μόνο ὁ ἄνθρωπος νά ἀντιλαμβάνεται τήν ἀστοχία του αὐτή καί νά ζητᾶ ἀπό τόν Χριστό νά τοῦ προσθέσει πίστη, ὅπως καί οἱ μαθητές του, λέγοντας: «πρόσθες ἡμῖν πίστιν».
Ἀρκεῖ μόνο νά ζητᾶ τή βοήθεια τοῦ Χριστοῦ, ὅπως ὁ πατέρας τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, λέγοντας: «πιστεύω, Κύριε, βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ».
Αὐτή τήν πίστη, τήν ἰσχυρή πίστη πού ζητᾶ ἀλλά καί μᾶς προσφέρει ὁ Χριστός, καί πού ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη, ἰδιαίτερα σήμερα, σέ μία ἐποχή ἀπιστίας καί ἀδιαφορίας, εἶχαν ὅλοι οἱ ἅγιοι, ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακος, ὁ μεγάλος αὐτός συγγραφεύς τῆς Κλίμακος, ἡ ὁποία δέν εἶναι γραμμένη μόνο γιά τούς μοναχούς ἀλλά γιά ὅλους μας, ἀλλά καί ἡ ἁγία Μαρία ἡ Μαγδαληνή, ἡ μυροφόρος καί ἰσαπόστολος, τῆς ὁποίας τό ἱερό λείψανο τῆς χειρός εἴχαμε τήν τιμή καί τήν εὐλογία νά ὑποδεχθοῦμε χθές τό ἀπόγευμα στόν ἱερό αὐτό ναό, καί τό ὁποῖο μετέφερε στήν πόλη μας καί τήν Ἱερά Μητρόπολή μας ἀπό τήν Ἱερά Μονή Σίμωνος Πέτρας τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ὁ πανοσιολογιώτατος Καθηγούμενός της π. Ἐλισσαῖος καί ἡ τιμία συνοδεία του, τόν ὁποῖο καί εὐχαριστοῦμε ἀπό καρδίας γιά τή μεγάλη εὐλογία τήν ὁποία μᾶς ἐκόμισε.
Μέ αὐτή τήν πίστη, τήν χωρίς ἐνδοιασμούς καί ἀμφιβολίες, ἀκολούθησε ἡ ἁγία Μαγδαληνή τόν Χριστό, διακριτικά καί σιωπηλά στά τρία χρόνια τῆς δημόσιας παρουσίας καί τοῦ κηρύγματός του, καί ἀπό αὐτή τήν πίστη ἄντλησε καί τό θάρρος καί τήν τόλμη ὄχι μόνο νά παραμείνει κοντά του, μαζί μέ τίς ἄλλες μαθήτριες καί μέ πρώτη τήν Παναγία μας καί κατά τήν Σταύρωση ἰδιαιτέρως, ἀλλά νά ἔρθει στόν τάφο του καί τό πρωί τῆς Ἀναστάσεως γιά νά τοῦ προσφέρει τά μύρα καί τήν ἀγάπη της. Καί ἔτσι ἀξιώθηκε νά ζήσει τό μεγαλύτερο θαῦμα, νά συναντήσει, πρώτη αὐτή, τόν Ἀναστάντα Κύριο καί στή συνέχεια νά κηρύξει τήν Ἀνάστασή του στούς ἀνθρώπους σχεδόν σέ ὅλο τόν κόσμο.
Ἔχοντας, λοιπόν, καί ἐμεῖς σήμερα τήν εὐκαιρία νά προσκυνήσουμε τό ἱερό καί χαριτόβρυτο λείψανο τῆς χειρός της καί νά λάβουμε τήν εὐλογία της, ἄς τήν παρακαλέσουμε νά πρεσβεύει στόν Κύριο γιά νά αὐξήσει καί τή δική μας πίστη ἀλλά καί νά μᾶς ἀξιώσει νά ὁλοκληρώσουμε τόν δρόμο τῆς νηστείας καί νά ἑορτάσουμε πνευματικά καί ὅπως θέλει ὁ Κύριος τή λαμπροφόρο Ἀνάστασή του, δηλαδή νά συναναστηθοῦμε καί ἐμεῖς μαζί μέ τόν Χριστό, ἀφοῦ σταυρώσουμε τά πάθη μας, τίς ἀδυναμίες μας, τίς ἁμαρτίες μας, τίς κακίες μας γιά νά ἑορτάσουμε πράγματι τή λαμπροφόρο Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου. Ἀμήν.