“Τήν ταπείνωση συστήνει καί σέ μᾶς ἡ Παναγία μας, γιατί εἶναι ἡ βάση καί τό θεμέλιο κάθε ἀρετῆς πού ἐπιδιώκουμε καί θέλουμε. Διότι, ἐάν δέν ἔχουμε ταπείνωση, ἀκόμη καί ἐάν ἀποκτήσουμε ἀρετές, δέν θά μπορέσουμε νά τίς διατηρήσουμε, γιατί ἡ ὑπερηφάνεια τίς ὑποσκάπτει” ανέφερε, μεταξύ άλλων, κατά τη διάρκεια της αγρυπνίας σε ναό της Νάουσας ο Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων. Πιο συγκεκριμένα την Παρασκευή 12 Απριλίου το βράδυ στον Ιερό Ναό του Αγίου Μηνά Ναούσης τελέστηκε η καθιερωμένη Ιερά Αγρυπνία του Ακαθίστου Ύμνου. Tης Ιεράς Αγρυπνίας προεξήρχε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ο οποίος κήρυξε το θείο λόγο και τέλεσε το τεσσαρακονθήμερο μνημόσυνο για την ανάπαυση της ψυχής της μακαριστής πρεσβυτέρας Θωμαής, συζύγου του εφημερίου του Ιερού Ναού π. Αθανασίου Νίκου.
Αναλυτικά, η ομιλία του Σεβασμιωτάτου:
«Ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπί τήν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ».
Σάββατο τοῦ Ἀκαθίστου, καί ἐμεῖς ἀγρυπνήσαμε ἀπόψε ἐδῶ, στόν ναό τοῦ ἁγίου Μηνᾶ, σέ μία ἀγρυπνία εὐχαριστίας καί εὐγνωμοσύνης πρός τήν Παναγία μας, πρός τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, τήν Ὑπέρμαχο Στρατηγό τοῦ Γένους μας, καθώς ἡ ἡμέρα αὐτή, ἡ ἑορτή αὐτή συνδέεται μέ ἕνα ἱστορικό γεγονός, πού μᾶς μεταφέρει αἰῶνες πίσω. Μᾶς μεταφέρει στήν ἐποχή κατά τήν ὁποία οἱ πατέρες μας μέ δάκρυα χαρᾶς καί εὐγνωμοσύνης εὐχαριστοῦσαν ὁλόκληρη τή νύχτα, ὄρθιοι, ἀκάθιστοι, σέ ἔνδειξη τιμῆς καί σεβασμοῦ, τήν προστάτιδα τῆς Πόλεως, τήν Παναγία, πού τούς εἶχε σώσει ἀπό τή βέβαιη καταστροφή.
Ὅμως ὁ ὕμνος αὐτός, πού ἐψάλη ἐκεῖνο τό βράδυ πρός τήν Παναγία μας, μᾶς μεταφέρει μερικούς αἰῶνες ἀκόμη πιό πίσω. Μᾶς μεταφέρει στήν ἐπίσκεψη τοῦ πρωτοστάτου ἀγγέλου, τοῦ ἀρχαγγέλου Γαβριήλ, στήν ταπεινή Κόρη τῆς Ναζαρέτ, ἀλλά καί στή δική της ἐπίσκεψη στήν Ἐλισάβετ, γιά νά τῆς ἀνακοινώσει τό θαῦμα πού εἶχε ἀρχίσει νά ζεῖ, τήν ἐκ Πνεύματος Ἁγίου κυοφορία τοῦ Υἱοῦ καί Λόγου τοῦ Θεοῦ καί τή συμμετοχή της στό σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας γιά τή σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Συγχρόνως ὅμως μᾶς θυμίζει καί τόν δικό της ὕμνο πρός τόν Θεό, «ὅτι ἐπέβλεψεν ἐπί τήν ταπείνωσιν τῆς δούλης αὐτοῦ», ὅπως ἀκούσαμε πρό ὀλίγου στό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα.
Ἡ ταπείνωση τῆς Παναγίας Παρθένου ἦταν ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ὁ Θεός ἐπέβλεψε ἐπ᾽ αὐτήν. Ἦταν ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο τήν ἐπέλεξε ἀπό ὅλες τίς γυναῖκες τοῦ κόσμου γιά νά τήν περιβάλλει μέ τή μεγαλύτερη τιμή πού ἔλαβε ποτέ ἄνθρωπος στή γῆ, νά γίνει δηλαδή ἡ Μητέρα τοῦ Υἱοῦ του, νά γίνει αὐτή πού θά δάνειζε τήν ἀνθρώπινη σάρκα στόν ἄυλο Θεό, αὐτή πού θά ἀντιπροσέφερε στόν Υἱό καί Λόγο τοῦ Θεοῦ σάρκα γιά νά λάβει πνεῦμα, ὥστε ὁ ἄνθρωπος νά μπορέσει νά γίνει καί πάλι κατά χάριν Θεός.
Καί αὐτή τήν ταπείνωση ὑποδεικνύει ἡ Παναγία μας καί σέ ὅλους ἐμᾶς πού τήν τιμοῦμε ἀπόψε. Τήν ὑποδεικνύει σέ ὅλους ἐμᾶς πού ἀναζητοῦμε τό ἔλεος καί τή χάρη τοῦ Θεοῦ καί τήν παρακαλοῦμε νά μεσιτεύσει γιά χάρη μας στόν Υἱό της.
Αὐτή τήν ταπείνωση συστήνει καί σέ μᾶς ἡ Παναγία μας, γιατί εἶναι ἡ βάση καί τό θεμέλιο κάθε ἀρετῆς πού ἐπιδιώκουμε καί θέλουμε. Διότι, ἐάν δέν ἔχουμε ταπείνωση, ἀκόμη καί ἐάν ἀποκτήσουμε ἀρετές, δέν θά μπορέσουμε νά τίς διατηρήσουμε, γιατί ἡ ὑπερηφάνεια τίς ὑποσκάπτει, ἀπομακρύνοντας ἀπό τήν ψυχή μας τήν χάρη τοῦ Θεοῦ, στήν ὁποία ὀφείλονται οἱ ὅποιες ἀρετές κατορθώσαμε νά ἐπιτύχουμε, καί ἀφήνει ἀνοικτή τήν πόρτα τῆς ψυχῆς μας στόν πονηρό πού θέλει νά συλήσει ὅ,τι καλό καί σωτήριο ὑπάρχει καί νά μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τόν Θεό.
Καί ἡ Παναγία μας δέν μᾶς συστήνει μόνο νά ἐπιδιώκουμε τήν ταπείνωση, ἀλλά μᾶς παρακινεῖ καί μέ τό παράδειγμα τῆς ζωῆς της. Γιατί ἡ ταπείνωσή της δέν εἶναι ἐπιφανειακή, δέν εἶναι ὑποκριτική, εἶναι οὐσιαστική καί ἀληθινή. Ποιός στή θέση της δέν θά καυχᾶτο γιά τήν ἐπίσκεψη τοῦ ἀρχαγγέλου; Ποιός δέν θά κόμπαζε γιά τό ἀγγελικό ἐγκώμιο; Ποιός δέν θά ὑπερηφανευόταν γιά τή μεγάλη, γιά τήν οὐράνια τιμή πού τῆς ἔγινε; Ποιός δέν θά δοκίμαζε ἔστω καί γιά λίγο τόν πειρασμό τῆς ὑπερηφανείας καί τοῦ ἐγωισμοῦ;
Ὅμως ἡ Παναγία Παρθένος εἶναι προφυλαγμένη καί ἀπό αὐτόν, γιατί ἔχει θώρακα ἀσφαλῆ καί ἄτρωτο τήν ταπείνωση καί ἔχει ὡς περικεφαλαία, πού ἀπομακρύνει τούς λογισμούς τῆς ὑπερηφανείας, τό ταπεινό της φρόνημα.
Γι᾽ αὐτό καί κατά τήν ἐπίσκεψή της στήν Ἐλισάβετ δέν καυχᾶται γιά τή χάρη πού ἔλαβε, ἀλλά δοξάζει τόν Θεό, ὁ ὁποῖος ἐπέβλεψε «ἐπί τήν ταπείνωσίν» της, ἔστω καί ἄν γνωρίζει καί προλέγει ὅτι στό ἑξῆς θά τήν μακαρίζουν «πᾶσαι αἱ γενεαί».
Μακαρίζοντας, λοιπόν, καί τιμώντας καί ἐμεῖς ἀπόψε, ἀδελφοί μου, τήν Παναγία μας ὡς Κεχαριτωμένη, ὡς Νύμφη ἀνύμφευτη ἀλλά καί ὡς Ὑπέρμαχο Στρατηγό τοῦ Γένους μας, ἄς θελήσουμε νά μιμηθοῦμε τήν ταπείνωσή της. Ἄς προσπαθήσουμε νά συνειδητοποιήσουμε τήν ἁμαρτωλότητά μας ἔναντι τοῦ Θεοῦ, διότι αὐτή θά μᾶς βοηθήσει νά ταπεινωθοῦμε. Ἄς προσπαθήσουμε νά αἰσθανθοῦμε τήν ἄπειρη ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ, πού ταπεινώθηκε καί ἔγινε ἄνθρωπος γιά νά μᾶς σώσει. Καί ἄς ἔχουμε πάντοτε κατά νοῦν τήν ταπείνωση τῆς Παναγίας Παρθένου, ἡ ὁποία τήν ὕψωσε καί τήν ἀνέδειξε Κυρία καί βασίλισσα τῶν ἀγγέλων καί τῶν ἀνθρώπων καί δέσποινα τοῦ κόσμου, καί ἄς ἀγωνιζόμαστε ζητώντας καί τή δική της βοήθεια γιά νά ἐπιτύχουμε τήν ἀληθινή ταπείνωση καί νά ἀξιωθοῦμε τῆς χάριτος καί τοῦ ἐλέους τοῦ Θεοῦ.
Αὐτό εὐχόμαστε ἀπόψε καί γιά τή μακαριστή ἀδελφή μας, τήν πρεσβυτέρα, τῆς ὁποίας τελοῦμε τό μνημόσυνο καί ἡ ὁποία μέ ὑπομονή καί ταπείνωση δέχθηκε στή ζωή της τό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅσο καί ἄν αὐτό ἦταν βαρύ καί δύσκολο, καί ἀγωνίσθηκε νά ἀνταποκριθεῖ στήν ἀποστολή τς καί ὡς πρεσβυτέρα καί ὡς σύζυγος καί μητέρα ἀλλά καί ὡς συνειδητό μέλος τῆς Ἐκκλησίας μας. Καί προσευχόμαστε καί πιστεύουμε ὅτι ὁ ἀγαθός Θεός διά πρεσβειῶν τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου θά τήν ἀναπαύσει ἐν χώρᾳ ζώντων καί θά παρηγορεῖ καί τόν π. Ἀθανάσιο καί τόν υἱό της τόν Γεώργιο καί τήν οἰκογένειά της γιά νά συνεχίζουν τόν ἀγώνα τῆς ζωῆς τους διατηρώντας πάντοτε τήν ἀγαθή ἀνάμνησή της, καί εὐχόμενοι πάντοτε ὁ Θεός νά τήν ἀναπαύει καί μετά τῶν ἁγίων καί μετά τῶν δικαίων.