Την Κυριακή 31 Μαΐου 2020, εορτή των Αγίων 318 Θεοφόρων Πατέρων της Α΄ Οικουμενική Συνόδου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό των Αγίων Κωνσταντίνου και Ελένης και Αγίου Ελευθερίου Διαβατού.
Ο Σεβασμιώτατος στο κήρυγμα του ανέφερε μεταξύ άλλων: “Δικό μας χρέος είναι να εμμένουμε στην πίστη της Εκκλησίας, στην ορθόδοξη πίστη, την οποία μας κληροδότησαν οι πατέρες μας, και να μην ακούμε όσα κάποιοι ισχυρίζονται, επιδιώκοντας να συκοφαντήσουν την Εκκλησία και την πίστη μας”.
ΓΙΑ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ ΚΑΝΤΕ ΚΛΙΚ ΕΔΩ
Αναλυτικά το κήρυγμα:
Προφητικός ὁ λόγος τοῦ πρωτοκορυφαίου ἀποστόλου Παύλου πρός τούς πρεσβυτέρους τῆς Ἐφέσου. Θά ὑπάρξουν, τούς λέγει, ἄνθρωποι καί μέσα ἀπό ἐσᾶς τούς ἴδιους, μέσα ἀπό τούς κόλπους τῆς Ἐκκλησίας, μέσα ἀπό τίς τάξεις τῶν πρεσβυτέρων, πού θά διαστρέφουν τόν λόγο τοῦ Κυρίου προκειμένου νά ἀπομακρύνουν τούς πιστούς ἀπό τήν Ἐκκλησία καί νά ἀκολουθήσουν ἐκείνους.
Καί ὁ λόγος τοῦ ἀποστόλου ἐπιβεβαιώνεται δυστυχῶς πολλές φορές στήν ἱστορία τῆς Ἐκκλησίας μας, ἐπιβεβαιώνεται καί στό πρόσωπο τοῦ πρεσβυτέρου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἀλεξανδρείας, τοῦ αἱρεσιάρχου Ἀρείου, ὁ ὁποῖος τόλμησε νά προσβάλλει μέ τή διδασκαλία του τό πρόσωπο τοῦ ἴδιου τοῦ ἱδρυτοῦ τῆς Ἐκκλησίας μας, νά προσβάλλει τή θεότητα τοῦ ἴδιου τοῦ Χριστοῦ, ὑποστηρίζοντας ὅτι δέν ἔχει τήν ἴδια οὐσία μέ τόν Θεό-Πατέρα, ἀλλά εἶναι κτίσμα του καί ἑπομένως δέν εἶναι Θεός.
Μέ τήν αἱρετική αὐτή διδασκαλία ὁ Ἄρειος ὄχι μόνο κατόρθωσε νά ἀποσπάσει κάποιους πιστούς ἀπό τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά νά τήν διχάσει καί νά τήν διαιρέσει προκαλώντας μεγάλο σχίσμα, γιά τήν ἀποκατάσταση τοῦ ὁποίου συνῆλθε ἡ Α´ Οἰκουμενική Σύνοδος τό 325 μ.Χ., στή Νίκαια τῆς Βιθυνίας, μέ τή συμμετοχή 318 θεοφόρων Πατέρων. Αὐτοί κατεδίκασαν τίς κακοδοξίες τοῦ Ἀρείου καί συνέταξαν τά πρῶτα ἄρθρα τοῦ Συμβόλου τῆς Πίστεως, στά ὁποῖα ἀποδεχόμεθα καί ὁμολογοῦμε ὅτι τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, εἶναι «ὁμοούσιος τῷ Πατρί», καί ὄχι ὁμοιούσιος, ὅπως ὑποστήριζε κακόβουλα ὁ αἱρετικός Ἄρειος.
Αὐτούς τούς ἁγίους πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, ἀνάμεσα στούς ὁποίους συγκαταριθμεῖται ὁ Μέγας Ἀθανάσιος, ὁ ἅγιος Σπυρίδων καί ἄλλοι μεγάλοι πατέρες, τιμᾶ σήμερα ἡ Ἐκκλησία μας, διότι αὐτοί ἀπετέλεσαν «τά πάγχρυσα στόμα τοῦ Λόγου», ἔγιναν οἱ ὑπερασπιστές τῆς θεότητος τοῦ Χριστοῦ καί ἐπέτυχαν νά ἀνακόψουν τήν ἐπικράτηση τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἀρείου πού θά ἀπομάκρυνε τήν Ἐκκλησία ἀπό τό κήρυγμα τοῦ Χριστοῦ καί τῶν ἁγίων ἀποστόλων ἀλλά καί τούς πιστούς ἀπό τή σωτηρία. Διότι δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει σωτηρία χωρίς νά πιστεύουμε ὀρθά στόν Θεό, σύμφωνα μέ ὅσα μᾶς δίδαξε ὁ Χριστός. Δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει σωτηρία, ὅταν πιστεύουμε ἐγωιστικά αὐτό πού ἐμεῖς νομίζουμε καί ὄχι αὐτό τό ὁποῖο διδάσκει διά τῶν ἁγίων ἀποστόλων καί τῶν ἁγίων πατέρων ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία.
Μαζί ὅμως μέ τούς 318 ἁγίους καί θεοφόρους πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, στούς ὁποίους εἶναι ἀφιερωμένη ἡ σημερινή Κυριακή μετά ἀπό τό Πάσχα, τιμοῦμε ἐδῶ στόν ναό σας, μεθέορτα, καί τούς προστάτες τῆς ἐνορίας σας, τούς ἁγίους θεοστέπτους βασιλεῖς καί ἰσαποστόλους, Κωνσταντίνο καί Ἑλένη.
Καί ἀποτελεῖ ἀγαθή συγκυρία τό γεγονός ὅτι ὁ ἅγιος Κωνσταντίνος, ὁ μέγας αὐτός αὐτοκράτορας, συνδέεται στενά μέ τούς ἁγίους καί θεοφόρους πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, διότι εἶναι ἐκεῖνος, ὁ ὁποῖος βλέποντας τή μεγάλη διάδοση τῶν αἱρετικῶν διδασκαλιῶν τοῦ Ἀρείου καί διαβλέποντας τόν κίνδυνο, ὁ ὁποῖος ἐλλόχευε ἀπό αὐτές γιά τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ, συνεκάλεσε τήν Α´ Οἰκουμενική Σύνοδο, συνεκάλεσε τούς ἐπισκόπους ὅλης τῆς Ἐκκλησίας καί τούς ἐκπροσώπους τους, γιά νά διατυπώσουν μέ ἀκρίβεια τήν ὀρθόδοξη διδασκαλία καί πίστη σχετικά μέ τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, τόν Κύριο ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστό, καί νά καταδικάσουν τήν πλάνη τοῦ Ἀρείου.
Ἔτσι ἡ Ἐκκλησία μας ὀφείλει στόν ἅγιο Κωνσταντίνο, ἐκτός ἀπό τή συμβολή του στήν ἀναγνώρισή της ὡς ἐλευθέρας καί τήν παύση τῶν διωγμῶν ἐναντίον τῶν χριστιανῶν, καί τή σύγκληση τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, μέ τήν ὁποία ἀπηλλάγη ἀπό τήν αἵρεση τοῦ Ἀρείου.
Ὑπάρχουν βέβαια κάποιοι οἱ ὁποῖοι συκοφαντοῦν τόν Μέγα Κωνσταντίνο καί ὑποστηρίζουν ὅτι κακῶς ἡ Ἐκκλησία τόν ἀνεγνώρισε ὡς ἅγιο, ἐφόσον βαπτίσθηκε στό τέλος τῆς ζωῆς του. Ξεχνοῦν ὅμως ὅλοι αὐτοί ὅτι γιά τήν Ἐκκλησία καί γιά τόν Θεό αὐτό πού ἔχει σημασία, αὐτό πού βαρύνει καί μετρᾶ εἶναι ἡ πρόθεση καί ἡ διάθεση τοῦ ἀνθρώπου. Καί μπορεῖ ὄντως ὁ ἅγιος καί μέγας Κωνσταντίνος νά ἔλαβε καθυστερημένα τό βάπτισμα, ὅπως συνήθιζαν νά κάνουν καί ἄλλοι κατά τούς πρώτους χριστιανικούς αἰῶνες, ἀλλά τό ἐνδιαφέρον, ἡ μέριμνά του, ἡ φροντίδα γιά τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί τήν ὀρθόδοξη πίστη ἦταν πολύ μεγάλα, ὅπως ἀποδεικνύεται ἄλλωστε καί ἀπό τά ἔργα του. Μάλιστα ἦταν ὄχι μόνο μεγάλα ἀλλά ἦταν πολύ μεγαλύτερα καί οὐσιαστικότερα ἀπό ἐκεῖνο τό ὁποῖο ἔδειξαν καί δείχνουν πολλοί ἀπό τούς ἀνά τούς αἰῶνες βασιλεῖς καί κρατοῦντες, οἱ ὁποῖοι ἦταν βαπτισμένοι χριστιανοί.
Γι᾽ αὐτό καί ὁ ἅγιος καί μέγας Κωνσταντίνος θά πρέπει νά ἀποτελεῖ πρότυπο καί παράδειγμα πρός μίμηση γιά ὅλους ὅσους ἔχουν ἐξουσία, γιά ὅλους ὅσους ἀπό τή θέση εὐθύνης τήν ὁποία κατέχουν, διοικοῦν τήν πατρίδα μας, μία χώρα τῆς ὁποίας ἡ ἱστορία καί ἡ ἐξέλιξη εἶναι ἀπόλυτα ταυτισμένη μέ τήν Ἐκκλησία καί τήν ὀρθόδοξη πίστη μας, ἀλλά καί ἐπηρεάζουν μέ τίς ἀποφάσεις τους τή ζωή τῆς Ἐκκλησίας μας.
Γιατί δέν εἶναι δυνατόν, ἐνῶ ἡ Ἐκκλησία ἀκολούθησε καί ἀκολουθεῖ μέ συνέπεια καί μέ κόστος, θά ἔλεγα, τά περιοριστικά μέτρα πού καλῶς ὅρισε ἡ πολιτεία πρός ἀποφυγή τῆς διαδόσεως τοῦ κορωνοϊοῦ, νά ὑφίσταται τό τελευταῖο διάστημα τήν ἀμφισβήτηση τοῦ ἱερωτέρου μυστηρίου της, τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας, πού ἀποτελεῖ τό κέντρο τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς πίστεώς μας. Δέν γίνεται κάποιοι νά ἀμφισβητοῦν καί νά συκοφαντοῦν τό ἱερό αὐτό Μυστήριο καί νά ὑβρίζουν τό Πνεῦμα τό Ἅγιο, τό ὁποῖο κατέρχεται καί μετουσιώνει τόν ἄρτο καί τόν οἶνο σέ Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ, λέγοντας ὅτι μπορεῖ τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Χριστοῦ νά μεταδώσει στούς πιστούς τήν ἀσθένεια, τόν κορωνοϊό.
Αὐτό δέν εἶναι τίποτε ἄλλο παρά αἵρεση, παρόμοια μέ αὐτή τοῦ Ἀρείου, τήν ὁποία κατεδίκασαν οἱ θεοφόροι πατέρες τῆς Α´ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τούς ὁποίους τιμοῦμε σήμερα.
Δικό μας χρέος εἶναι νά ἐμμένουμε στήν πίστη τῆς Ἐκκλησίας, στήν ὀρθόδοξη πίστη, τήν ὁποία μᾶς κληροδότησαν οἱ πατέρες μας, καί νά μήν ἀκοῦμε ὅσα κάποιοι ἰσχυρίζονται, ἐπιδιώκοντας νά συκοφαντήσουν τήν Ἐκκλησία καί τήν πίστη μας. Ἄς μήν τούς ἀκοῦμε καί ἄς μήν τούς πιστεύουμε, ὅποια θέση καί ἄν κατέχουν, ἀλλά ἄς μένουμε ἑδραῖοι καί ἀμετακίνητοι σέ ὅσα οἱ ἅγιοι καί θεοφόροι πατέρες δι᾽ Ἁγίου Πνεύματος ἐδογμάτισαν, διότι αὐτή ἡ πίστη «τήν οἰκουμένην ἐφώτισε» καί εἶναι ἡ μόνη πού σώζει τόν ἄνθρωπο καί μπορεῖ νά σώσει καί ἐμᾶς διά τῶν πρεσβειῶν καί τῶν τιμωμένων ἁγίων πατέρων ἀλλά καί τῶν ἁγίων θεοστέπτων βασιλέων Κωνσταντίνου καί Ἑλένης.