Ι.Μ. Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας
08 Μαΐου, 2024

Μητροπολίτης Βεροίας: «Να ζούμε μέσα στο φως της Αναστά­σεως»

Διαδώστε:

Το εσπέρας της Τρίτης της Διακαινησίμου, 7 Μαΐου, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε στον Εσπερινό και στην Παράκληση του Αγίου Λουκά του Ιατρού στον Ιερό Ναό του στην Ιερά Μονή Παναγίας Δοβρά Βεροίας, ενώ όπως κάθε Τρίτη τέθηκε σε προσκύνηση το χαριτόβρυτο Ιερό Λείψανο του Αγίου Λουκά.

Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: Τρίτη τῆς Διακαινησίμου, τρίτη ἡμέρα μετά τήν ἡμέρα τῆς λαμπρο­φόρου Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου μας, καί ἡ Ἐκκλησία μας συνε­χίζει νά ζεῖ τό μέγα θαῦμα τῆς Ἀνα­στά­σεως. Αὐτό τό θαῦμα ζοῦ­με καί ἐμεῖς, τά πιστά τέκνα της, ὅπως τό ἔζησαν καί οἱ μα­θητές τοῦ Χρι­στοῦ, ἔχοντας ὅμως ἀκόμη μεγαλύτερη τή βεβαιότητα τῆς ἀληθείας τοῦ γεγονότος τῆς Ἀνα­στά­σεως.

Οἱ μαθητές τοῦ Χριστοῦ, ὅταν εἶ­δαν τόν Διδάσκαλό τους ἐπάνω στόν Σταυ­ρό, γράφει ὁ ἅγιος Λου­κᾶς, ἀρχιεπίσκοπος Συμφερου­πό­­λεως, «τούς φάνηκε ὅτι ὅλα χάθη­καν … ὅλα γκρεμίστηκαν: ὅλη ἡ ἐλπίδα καί ἡ πίστη τους».

«Οἱ μαθητές» τοῦ Χριστοῦ, συνε­χίζει ὁ ἅγιος Λου­­κᾶς, «ξέχασαν τά λόγια τοῦ Χρι­στοῦ ὅτι τήν τρίτη ἡμέρα μετά τόν θάνατό του θά ἀνα­στηθεῖ. Ἐάν τά εἶχαν θυμηθεῖ, ἐάν χωρίς ὑπο­λείμματα ἀμφιβο­λίας εἶχαν βά­­λει μέσα στήν καρδιά τους τή ὑπόσχεση τῆς με­γά­­λης χα­ρᾶς, τότε δέν θά ἦταν θλιμ­­μένοι, ἀλλά θά περίμεναν τήν Ἀνάσταση τοῦ Χρι­στοῦ. Ἡ ἀπόγνωση τῶν ἀπο­­στόλων ὅμως ἦταν τόσο ἀπέ­ραντη, ὥστε, ἀκόμη καί ὅταν ὁ Κύ­ριος ἀνα­­στήθηκε, ὅταν ἡ ἁγία Μαρία ἡ Μαγδαληνή τόν εἶδε, ὅταν οἱ ὑπό­λοιπες μυροφό­ρες, πού εἶδαν ἄδειο τόν τάφο καί τόν Ἄγ­γε­λο κα­θι­σμέ­­νο στόν παρα­με­ρι­σμέ­νη πέ­τρα, ἔτρεξαν πρός τούς ἀποστό­λους μέ μεγάλο φόβο καί χαρά γιά νά ἀναγ­­γείλουν τό γε­γονός, ἀκόμη καί τότε οἱ ἀπό­στο­λοι θεώρησαν τά λόγια τους ψεύ­τικα καί δέν τίς πί­στεψαν».

Καί ἐάν οἱ ἀπόστολοι ἀρχικά ἀμ­φέ­βαλαν, «εἶναι παράλογο», γρά­φει καί πάλι ὁ ἅγιος Λουκᾶς, «νά ἀμφι­βάλ­λουμε ἐμεῖς γιά τήν ἀλή­θεια τῆς Ἀνα­­στάσεως τοῦ Χριστοῦ για­τί, ἐάν δέν πιστεύουμε ὅτι ὁ Κύ­ριος ἀναστήθηκε καί θά ἀναστη­θοῦ­με ὅλοι ἐμεῖς, αὐτό ση­μαί­νει ὅτι ἀπορρίπτουμε ὅλη τή διδα­σκα­λία του, ὅλο τό ἔρ­γο του, ὅλα ὅσα ἐμ­φάνισε στό κό­σμο. Τό κήρυγμά του ἦταν κήρυγ­μα περί τῆς αἰω­νίου ζωῆς στή βασιλεία τοῦ Θεοῦ, ὑπόδειγμα τοῦ δρόμου πρός τή σω­τηρία. Πῶς, λοιπόν, νά μήν πιστεύ­ουμε ὅτι ὁ Χριστός ἀναστή­θη­κε;»

Ἐπιπλέον, ἐμεῖς ἔχουμε ἀδιάσει­στα τεκμήρια γιά τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, πού δέν μᾶς ἀφήνουν περιθώρια ἀμφιβολίας. Καί ἕνα ἀπό αὐτά εἶναι οἱ ἅγιοι μάρτυρες τῆς Ἐκκλησίας μας καί τά ἀνα­ρί­θμη­τα θαύματά τους.

Σήμερα ἑόρτασε ἡ Ἐκκλησία μας τή μνήμη τῶν νεοφανῶν ἁγίων Ρα­φαήλ, Νικολάου καί Εἰρήνης, οἱ ὁποῖοι μαρτύρησαν γιά τήν πίστη τους στόν Χριστό στά μέσα τοῦ 15ου αἰῶνος, ἀλλά παρέμειναν ἄγνω­στοι γιά πέντε περίπου αἰῶ­νες, μέχρι πού τό 1959 ἀπο­κάλυ­ψαν μέ θαυ­μα­στό τρόπο τήν πα­ρου­σία τους. Καί ἀπό τότε δέν ἔπαυ­σαν νά θαυ­ματουργοῦν καί νά θεραπεύουν τούς ἀνθρώπους πού τούς ἐπικα­λοῦνται, ἀποδεικνύο­ντας ἔτσι τό θαῦμα τῆς Ἀναστά­σεως, ἐφόσον «ὀστέα ξηρά», ὅπως εἶναι τά ἱερά λείψανά τους, παρέ­χουν ὑγεία καί ζωή.

Ἀλλά καί ἡ ἐμφάνισή τους σέ διαφόρους ἀνθρώπους, πού δέν τούς γνώριζαν, ἀποτελεῖ ἀπόδειξη ὅτι ζοῦν, ἀποτελεῖ ἀπόδειξη τοῦ λόγου τοῦ Κυρίου ὅτι, ὅσοι τόν πιστεύουν, θά ἀναστηθοῦν μαζί του στήν αἰώνια ζωή.

Εἶναι θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως καί ἡ ἐμφάνιση τῆς ἁγίας Εἰρήνης σέ μία εὐσεβῆ γυναίκα, πού τήν εἶδε στόν ὕπνο της μαζί μέ τόν ἅγιο Ραφαήλ καί τόν ἅγιο Νικόλαο ἔξω ἀπό τόν ναό τους στή Λέσβο, καθώς προχωροῦσαν γιά νά εἰσέλθουν. Ὅμως ἡ ἁγία Εἰρήνη δέν ἤθελε νά μπεῖ. Καί ὅταν οἱ ἄλλοι δύο ἅγιοι τήν ρώτησαν γιατί δέν θέλει, ἡ ἁγία ἀπήντησε ὅτι ὁ π. Γεράσιμος ὁ ὑμνογράφος, ὁ νέος ὅσιος τῆς Ἐκ­κλησίας μας, δέν τήν συμπεριέ­λαβε τό ὄνομά της στό Ἀπολυτίκιο πού συνέθεσε.

Ἡ εὐλαβής γυναίκα, πού δέν κα­τά­λαβε τί ἀκριβῶς σήμαιναν ὅσα εἶδε, ἐνημέρωσε τόν Μητρο­πο­λίτη καί ἐκεῖνος τόν Γέροντα Γερά­σιμο, ὁ ὁποῖος προσέθεσε τό ὄνομα τῆς ἁγί­ας στό Ἀπολυτίκιο, ζητώντας συγ­χρόνως συγγνώμη ἀπό τήν ἁγία γιά τήν ἀκούσια παράλειψη. Καί ἔτσι τό Ἀπολυτίκιο ψάλλεται μέχρι σήμερα, διορθωμένο, καί μέ τά τρία ὀνόματα τῶν νεοφανῶν ἁγίων πού τιμήσαμε.

Ὅλα αὐτά τά θαύματα τῶν ἁγίων μᾶς πείθουν ἀκόμη περισσότερο γιά τό θαῦμα τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου, τό ὁποῖο ἀποτελεῖ καί θε­μέλιο τῆς πίστεώς μας, διότι, ὅπως γράφει ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπό­στο­λος Παῦλος, «εἰ Χριστός οὐκ ἐγή­γερται ματαία ἡ πίστις ὑμῶν, μά­ταιον καί τό κήρυγμα ἡμῶν».

Ἄν, δηλαδή, δέν ἀναστήθηκε ὁ Χριστός, τότε εἶναι μάταιη ἡ πίστη καί μάταιο τό κήρυγμά μας.

Ὅμως ὁ Χριστός ἀναστήθηκε καί τό φῶς πού ἔλαμψε ἀπό τό κενό μνημεῖο του φωτίζει καί τούς ἁγί­ους μας ἀλλά καί ὅλους ἐμᾶς πού τόν πιστεύουμε.

«Ἄς ζήσουμε, λοιπόν, καί ἐμεῖς» καταλήγει ὁ ἅγιος Λουκᾶς, «μέσα σέ αὐτό τό φῶς καί ἄς στραφοῦμε πρός αὐτό ὁλοκληρωτικά», ὥστε νά ἀντιμετωπίσουμε μέ τή χάρη του καί ὅλες τίς δοκιμασίες καί τίς θλίψεις καί τούς πειρασμούς πού συναντοῦμε στή ζωή μας. Καί ἄς τό μεταφέρουμε μέ τή ζωή μας καί στόν κόσμο μας πού τό ἔχει ἀνά­γκη, γιά νά ἀπαλλαγεῖ ἀπό τό σκο­τάδι τῆς ἀμφιβολίας καί τῆς ἁμαρ­τίας, τῆς βίας καί τῆς κακίας, καί νά ζήσει τή χαρά τοῦ Ἀνα­στάντος Κυρίου μας, ὁ ὁποῖος θυσιάσθηκε γιά νά μᾶς χαρίσει τή ἀληθινή χα­ρά, ἀρκεῖ ἐμεῖς νά ἀγωνιζόμεθα νά ζοῦμε μέσα στό φῶς τῆς Ἀναστά­σεώς του, ὡς τέκνα φωτόμορφα τῆς Ἐκκλησίας.

Διαδώστε: