Με αφορμή τη συμπλήρωση είκοσι ετών από την προς Κύριον εκδημίαν του μακαριστού Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κυρού Παντελεήμονος Β´ Χρυσοφάκη, πνευματικού πατρός του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος, ενός φιλαγίου και ρέκτου ιεράρχου, η Ιερά Μητρόπολη Θεσσαλονίκης με πρωτοβουλία του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου κ. Ανθίμου διοργάνωσε το μεσημέρι της Κυριακής 9 Ιουλίου 2023 στην αίθουσα της «Χριστιανικής Καταφυγής» του Αγίου Δημητρίου Ημερίδα αφιερωμένη στην προσωπικότητα και στο έργο του αειμνήστου Μητροπολίτου Παντελεήμονος Β’.
Η Ημερίδα άρχισε με εκκλησιαστικούς ύμνους που έψαλε η Χορωδία του Προσκυνηματικού Ιερού Ναού του Αγίου Δημητρίου υπό τη διεύθυνση του Πρωτοψάλτου κ. Δημητρίου Χριστοδούλου. Την Ημερίδα προλόγισε ο Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης Αρχιμ. Φώτιος Ζαρζαβατσάκης, ο οποίος παρουσίασε και τους ομιλητές.
Πρώτος ομιλητής ήταν ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Ο Μητροπολίτης Παντελεήμων και ο πολιούχος της πόλης, Άγιος Δημήτριος». Ο Σεβασμιώτατος ως Πρωτοσύγκελλος του μακαριστού Ιεράρχου συμμετείχε ενεργά στις προσπάθειες για την επανακομιδή των Ιερών Λειψάνων του Αγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου 8 περίπου αιώνες μετά την απομάκρυνσή τους από τη Θεσσαλονίκη.
Δεύτερος ομιλητής ήταν ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης Αρχιμ. Ιάκωβος Αθανασίου, ο οποίος μίλησε με θέμα: «Η επιστημονική θεολογική συμβολή του Μητροπολίτου Παντελεήμονος του Β΄ στον καταρτισμό της Εκκλησίας της Θεσσαλονίκης», ενώ τρίτος ομιλητής ήταν ο Γραμματέας του Μητροπολιτικού Συμβουλίου της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης Αρχιμ. Ευθύμιος Βακαλάκης, ο οποίος ανέπτυξε το θέμα: «Η συμβολή του Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος του Β΄ εις τα Εθνικά θέματα».
Την Ημερίδα παρακολούθησαν οι Σεβασμιώτατοι Μητροπολίτες Μιλήτου κ. Απόστολος, Κίτρους, Κατερίνης και Πλαταμώνος κ. Γεώργιος, Γρεβενών κ. Δαβίδ, Τρίκκης, Γαρδικίου και Πύλης κ. Χρυσόστομος, Φιλίππων, Νεαπόλεως και Θάσου κ. Στέφανος, οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι Πατάρων κ. Αθηναγόρας και Κοτυαίου κ. Διονύσιος, κληρικοί της Ιεράς Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης, πνευματικά παιδιά του μακαριστού Ιεράρχου και ευσεβείς Θεσσαλονικείς.
Περισσότερες φωτογραφίες στο άλμπουμ:
Κατά την εισήγηση του, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων εξέφρασε τις θερμές του ευχαριστίες προς τον Παναγιώτατο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης κ. Άνθιμο για την ευγενή πρόσκληση και ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Γεγονός μέγα και θαυμαστόν απετέλεσε διά την ιστορικήν και ένδοξον πόλιν της Θεσσαλονίκης η ανακάλυψις και επανακομιδή των Λειψάνων του Πολιούχου και Προστάτου αυτής Ενδόξου Μεγαλομάρτυρος Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτου».
Με αυτούς τους λόγους άρχιζε ο αείμνηστος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Παντελεήμων ο Β´ την Ποιμαντορική του εγκύκλιο «προς τους ευλαβεστάτους εφημερίους» της Ιεράς Μητροπόλεώς μας, με την οποία προλόγιζε την έκδοση των Ακολουθιών του αγίου ενδόξου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου του Μυροβλύτου, ποίημα του νέου αγίου της Εκκλησίας μας, του οσίου Γερασίμου του Υμνογράφου, το 1979.
Έναν χρόνο νωρίτερα, στις 15 Ιουνίου του 1978, στην Ακαδημία Αθηνών είχε παρουσιασθεί από τον καθηγητή Αναστάσιο Ορλάνδο η ανακάλυψη των ιερών λειψάνων του πολιούχου της Θεσσαλονίκης από την αρχαιολόγο Μαρία Θεοχάρη στο San Lorenzo inCampo της Ιταλίας.
Η ανακοίνωση αυτή έγινε γνωστη από τον ημερήσιο τύπο λίγες ημέρες αργότερα, αμέσως μετά τον φοβερό και καταστροφικό σεισμό της Θεσσαλονίκης, στις 20 Ιουνίου.
Η ένταση του σεισμού, οι καταστροφές και η σύγχυση που προκάλεσε, καθώς ήταν η πρώτη φορά που συνέβαινε τόσο μεγάλος σεισμος σε μία πόλη όπως η Θεσσαλονίκη, δημιούργησαν τεράστιο φόβο και απόγνωση στους Θεσσαλονικείς, για τους οποίους η είδηση της ευρέσεως των ιερών λειψάνων του προστάτου τους αγίου Δημητρίου ήχησε ως ουράνια παρηγορία και συγκίνησε τις ψυχές τους με πρώτη αυτή του ποιμενάρχου τους.
Από την ημέρα της ενθρονίσεώς του, η οποία συνέπεσε με την εορτή της μεταθέσεως του ιερού λειψάνου της αγίας Θεοδώρας της εν Θεσσαλονίκη, στις 3 Αυγούστου του 1974, ο Μητροπολίτης Παντελεήμων περιέβαλε με μεγάλο σεβασμο και τιμή τους Θεσσαλονικείς αγίους και ιδιαιτέρως τον πολιούχο της πόλεως, άγιο μεγαλομάρτυρα και μυροβλύτη Δημήτριο, και είχε μάλιστα την ευλογία να υποδεχθεί το 1976 για πρώτη φορά τμήμα του ιερού λειψάνου του αγίου ισαποστόλου Κυρίλλου, του φωτιστού των Σλάβων, το οποίο μετέφερε ο Μητροπολίτης Χαλκηδόνος Μελίτων από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
Κανείς όμως δεν μπορούσε να φαντασθεί ότι ήταν ποτέ δυνατόν να βρεθούν και να επιστρέψουν στη Θεσσαλονίκη τα χαριτόβρυτα λείψανα του πολιούχου της, τα οποία λάνθαναν για 750 περίπου χρόνια.
Και όμως η ανακάλυψή τους από τη Μαρία Θεοχάρη υπήρξε η αρχή ενός ακόμη θαύματος του φιλοπόλιδος αγίου για χάρη των ευσεβών Θεσσαλονικέων και του ποιμενάρχου τους.
Η αγάπη μου για τον μεγαλομάρτυρα άγιο Δημήτριο, ο οποίος με θαυμαστό τρόπο αποκάλυψε την παρουσία του σε μία δύσκολη συγκυρία για την προσφιλή πόλη του, οδήγησαν τον Αύγουστο του 1978, όταν ο Παναγιώτατος μας έδωσε άδεια να ξεκουραστούμε μετά από τον μεγάλο σεισμό και τις ταλαιπωρίες τις καθημερινές, τα βήματά μου στο Αββαείο της μικρής ιταλικής κωμοπόλεως, του San Lorenzo in Campo, όπου φυλασσόταν τα ιερά λείψανα του Αγίου.
Η συγκίνησή μου για την ευλογία να προσκυνήσω για πρώτη φορά τα μυρόβλυτα λείψανα του πολιούχου της Θεσσαλονίκης, στον ιερό ναό του οποίου είχα την ευλογία να διακονώ, έγινε χαρά ανεκλάλητη, όταν ο προιστάμενος του Αββαείου μου προσέφερε ένα ανέλπιστο δώρο, ένα μικρό τμήμα του θαυματουργού λειψάνου του αγίου μεγαλομάρτυρος Δημητρίου ως ανάμνηση και ευλογία της επισκέψεώς μου.
Οι αδελφές από την Ιερά Μονή του Πανοράματος θα ενθυμούνται αυτή τη συγκινητική στιγμή, όταν επιστρέφοντας από την Ιταλία μετέφερα αυτό το μικρό λείψανο του αγίου Δημητρίου στον Παναγιώτατο, κάνοντάς τον κοινωνό αυτής της μεγάλης ευλογίας. Το μικρό αυτό τεμάχιο του ιερού λειψάνου, του πρώτου το οποίο επέστρεφε στη Θεσσαλονίκη μετά από αιώνες, ενεθάρρυνε τον Παναγιώτατο να ζητήσει επισήμως την επιστροφή των ιερών λειψάνων του πολιούχου της Θεσσαλονίκης από το Αββαείο του San Lorenzo και τον επίσκοπο του Fano, της μικρής επισκοπής κοντά στο San Lorenzo, τον Costanzo Micci, στη δικαιοδoσία του οποίου ανήκε το Αββαείο.
Kατά αγαθή συγκυρία ο επίσκοπος Micci είχε ως νεαρός θεολόγος εκπονήσει διατριβή σχετικά με τα λείψανα του αγίου Δημητρίου, τα οποία είχαν απομακρύνει βίαια οι σταυροφόροι από τον ναό του Μεγαλομάρτυρος στη Θεσσαλονίκη το 1204, και γνώριζε καλά την ιστορία τους.
Ο Παναγιώτατος εμπιστεύθηκε στην ελαχιστότητά μου την προσπαθεια της επανακομιδής των λειψάνων του αγίου Δημητρίου, στέλνοντάς με στην Ιταλία για να υποβάλλω το δίκαιο αίτημα της Εκκλησίας και των Θεσσαλονικέων στις εκκλησιαστικές αρχές και τον λαό του SanLorenzo in Campo, ο οποίος είχε αναπτύξει στους αιώνες που είχαν περάσει μία βαθειά σχέση με τον μεγαλομαρτυρα Άγιο.
Ένα μήνα αργότερα και ενώ ήμουν εκεί όλο αυτό το διάστημα, αφού έλαβε την έγκριση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και του Οικουμενικού Πατριάρχου ήλθε και ο ίδιος στην Ιταλία, για να υποστηρίξει ως ο Ποιμενάρχης της Θεσσαλονίκης, που είχε δοκιμασθεί πρόσφατα από τον μεγάλο σεισμό, το αίτημα του κλήρου και του λαού της πόλεως για την επιστροφή των τιμίων λειψάνων του πολιούχου της.
Εγώ όσο παρέμενα εκεί επί ένα μήνα, βλέποντας και τις διαθέσεις βέβαια τόσο του κλήρου όσο και του λαού, και είχε μεγάλη φωνή ο λαός και δη οι δημοσιογράφοι, προσπάθησα να ετοιμάσω μία μικρή ξύλινη λειψανοθήκη, η οποία υπάρχει εδώ στον ναό, για τα τυχόν λείψανα τα οποία θα μας έδιδαν. Δεν ξέραμε τι ακριβώς.
Ο Παναγιώτατος επισκέφθηκε αρχικά τον επίσκοπο του Fano Κωνστάντιο. Οι στιγμές ήταν συγκινητικές, ο πόθος και η λαχτάρα του Παναγιωτάτου να αποκτήσει και πάλι τον πολύτιμο θησαυρό, που η πόλη της Θεσσαλονίκης είχε στερηθεί τόσους αιώνες και με θαυμαστό τρόπο είχε αποκαλυφθεί πρόσφατα, κυριαρχούσε στους λόγους του. Η φωνή του παλλόταν από την αγάπη του προς τον άγιο Δημήτριο και το ποίμνιό του. Απευθυνόταν προς τον επίσκοπο του Fano, ο οποίος είχε συνδέσει τη ζωή του με τον πολιουχο της Θεσσαλονίκης και του ζητούσε τον για αιώνες προστάτη και της δικής του επαρχίας. Και εκείνος όμως κατανοούσε τον πόθο και τη λαχτάρα του Παναγιωτάτου να λάβει μαζί του, επιστρέφοντας στη Θεσσαλονίκη, το χαριτοβρυτο λείψανο.
Η αγάπη του Παναγιωτάτου για τον άγιο μεγαλομάρτυρα και μυροβλύτη Δημήτριο, έκδηλη στο προσωπό του, στους λόγους του, στη συγκίνηση και στα δάκρυά του εν τέλει υπερίσχυσε. Ο επίσκοπος Κωνστάντιος πείσθηκε και δέχθηκε να προσφέρει τον πολύτιμο θησαυρό, εφόσον βεβαίως συμφωνούσαν να τον παραχωρήσουν ο προιστάμενος του Αββαείου του San Lorenzo in Campo και οι κάτοικοι της πόλεως.
Η υπόθεση δεν ήταν εύκολη, γιατί οι κάτοικοι αγαπούσαν ιδιαιτέρως τον άγιο Δημήτριο και ήταν βέβαιο ότι δεν ήθελαν να τον αποχωρισθούν.
Η αγωνία κορυφώθηκε, όταν ο Παναγιώτατος έφθασε στο San Lorenzo. Το ίδιο και η συγκίνησή του, όταν για πρώτη φορά στάθηκε ενώπιον του ιερού λειψάνου του Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου στην κρύπτη του Αββαείου.
Επί αιώνες αρχιεπίσκοποι Θεσσαλονίκης και αυτοκράτορες επεθύμησαν να δούν και να προσκυνήσουν τα λείψανα του αγίου Δημητρίου, αλλά κανείς δεν κατόρθωσε να ικανοποιήσει τον πόθο του. Και τώρα για πρώτη φορά Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης βρισκόταν ενώπιον των ιερών λειψάνων του πολιούχου της πόλεώς του, ενώπιον του προσφιλεστάτου Αγίου.
Οι κάτοικοι του San Lorenzo συγκεντρώθηκαν στον ναό για να συζητήσουν το θέμα της επιστροφης των ιερών λειψάνων. Ο Παναγιώτατος με πειστικότητα, με ενθουσιασμό και με την πεποίθηση ότι εξέφραζε την επιθυμία όχι μόνον των Θεσσαλονικέων αλλά και του μεγαλομάρτυρος Αγίου Δημητρίου, διετύπωσε το δίκαιο αίτημα.
Ήταν ανάγκη, έλεγε, ιδιαιτερως κατά την περίοδο αυτή της δοκιμασίας, να χαρίσει εις το ποίμνιό του τον χαμένο θησαυρό, ήταν ανάγκη να επαναφέρει την καρδία εις την νεκρά σχεδόν εκ του καταστρεπτικού σεισμού Θεσσαλονίκη, ήταν ανάγκη να στέψει την νύμφη του Θερμαικού με τον αδαμαντοκόλλητο στέφανο, τον οποίον αφήρεσαν οι επιδρομείς, εξ αιτίας της ανεκτιμήτου αξίας του.
Οι συναντήσεις και συνομιλίες με τους άρχοντες και τον λαό ήταν πολλες και επίπονες, όμως στο τελος νίκησε η αγάπη μας για τον συμπαθέστατο του Κυρίου μαρτυρα και πολιούχο μας. Η κραυγη αγωνίας των φοβισμένων από τον σεισμο Θεσσαλονικέων που ζητούσαν τον προστάτη και σωτήρα της πολεώς τους έφθασε μέχρι το San Lorenzo και άγγιξε τις ψυχές των Λαουρεντίνων.
Σημειωθήτω δε ότι, όταν ξεκινήσαμε την τελευταία φορά από το Μιλάνο για να πάμε στο San Lorenzo in Campo ήταν φυσικό να έχει πολύ άγχος ο Δεσπότης, σκεπτόμενος «αν δεν μου δώσουν κάτι, πως θα γυρίσω πίσω στη Θεσσαλονίκη; Τι θα πω στον λαό;» Αντίθετα, εγώ όμως είχα μία άλλη διάθεση, την οποία διεπίστωσε ο Παναγιώτατος και μου λέει μέσα στο αυτοκίνητο: «Σε βλέπω να είσαι χαρούμενος κατά κάποιον τρόπο». Λέω, «είμαι χαρούμενος, Παναγιώτατε, διότι είδα ένα όνειρο που με χαροποίησε». Λέει, «τι είδες;». «Είδα χθες το βράδυ ότι ήμουν μέσα στο Αββαείο του San Lorenzo in Campo και έψαχνα να βρω την κάρα του αγίου Δημητρίου. Και την βρήκα. Και την έβαλα σε ένα δίσκο και έβαλα γύρω-γύρω κόκκινα Δημητριάτικα, χρυσάνθεμα κόκκινα». Με κοιτάζει ο Δεσπότης. Του λέω, «η μητέρα μου» – το εξήγησα κιόλας– «έλεγε το κόκκινο είναι γρήγορο, κάτι θα συμβεί».
Τα δάκρυα της επιθυμίας και της λαχτάρας του Παναγιωτάτου να έχουμε «μεθ’ ημών τον χαριτοβρυτο Δημητριο» μαλάκωσαν τις καρδιές των Λαουρεντίνων και συγκατένευσαν στο αίτημά μας, αίτημα ολοκληρου της Θεσσαλονίκης, αιτημα κλήρου και λαού, αρχόντων και αρχομένων.
Το όνειρο και ο πόθος των Θεσσαλονικέων οκτώ αιώνων είχε αρχίσει να γίνεται πραγματικότητα. Το Αββαείο του San Lorenzo και η επισκοπή του Fano θα επέστρεφαν στην πόλη του αγίου Δημητρίου άμεσα την τιμία Κάρα του και σε δεύτερη φάση το μεγαλύτερο μερος των ιερών λειψάνων του, γεγονός που πραγματοποιήθηκε τον Απρίλιο του 1980.
Την επόμενη ημέρα σε επίσημη τελετή παραδόθηκε η τιμία Κάρα παρουσία των τοπικών αρχών. Ανοίχθηκε η λάρνακα και ο Παναγιώτατος παρέλαβε με τα ίδια του τα χέρια την τιμία Κάρα του Μεγαλομάρτυρος, ενώ τα δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια όλων. Ψαλλοντας το απολυτίκιο του Αγίου ανέβηκε από την κρύπτη στον κυρίως ναό. Οι κάτοικοι του San Lorenzo είχαν κατακλύσει τον μεγαλοπρεπη ναό περιμένοντας να αποχαιρετησουν για τελευταία φορα την τιμία Κάρα που επί αιώνες φιλοξενούσαν.
Την επόμενη ημέρα ο μακαριστος μητροπολίτης Παντελεήμων έστειλε μήνυμα στη Θεσσαλονίκη, διακηρύσσοντας προς πάσα κατεύθυνση: «κατέχουμε τον χαριτοβρυτο Δημήτριο».
Ο μεγαλομάρτυς και μυροβλύτης άγιος Δημήτριος επέστρεφε επί τέλους στην πόλη του, προσφέροντας στον λαό της και στον Ποιμενάρχη της ένα ανεκτίμητο δώρο εις ανταπόδοση της δικής τους αγάπης.
Η μεγάλη αυτή ευλογία του μεγαλομάρτυρος αγίου Δημητρίου προς τον μακαριστό Μητροπολίτη Παντελεήμονα, να τον αξιώσει δηλαδη να επανακομίσει τα ιερά και μυρόβλυτα λείψανά του στη Θεσσαλονίκη, τον συνέδεσε με μοναδικό τρόπο με τον άγιο Δημήτριο.
Ο περικαλλής ναός του πολιούχου της Θεσσαλονίκης έγινε στο εξής το κέντρο της λειτουργικής ζωής της Θεσσαλονίκης. Με πρωτοβουλία του μακαριστού Μητροπολίτου Παντελεήμονος επανήλθε σε χρήση το τυπικό της Μεγάλης Εβδομάδος του Αγίου Δημητρίου, το οποίο είχε καθιερώσει ο μέγας προκάτοχός του, ο άγιος Συμεών Θεσσαλονίκης, ενώ ο ίδιος χοροστατούσε και λειτουργούσε τακτικωτατα στον ναό του αγίου Δημητρίου, απολαμβάνοντας, θα μπορούσα να πω, την ιδιαίτερη αυτή επικοινωνία του με τον μεγαλομάρτυρα άγιο Δημήτριο, ο οποίος τον αξίωσε να ψαύσει με τα χέρια του τα μυρόβλυτα λείψανά του και να τα μεταφέρει στην πόλη του.
Ο σύνδεσμος του αειμνήστου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης Παντελεήμονος με τον άγιο Δημήτριο και τον ναό του, όπου πλέον εφυλάσσοντο τα χαριτόβρυτα λείψανά του, ήταν τόσο μεγάλος, ώστε συχνότατα εξέφραζε την επιθυμία του προς τους στενούς συνεργάτες του να μην χωρισθεί ποτέ από τον προσφιλέστατό του άγιο, αλλά να ταφεί μετά την κοίμησή του στον ναό του.
Και ο μεγαλομάρτυς άγιος Δημήτριος δεν μπορούσε να μην ικανοποιήσει τον διακαή πόθο του μακαριστού Μητροπολίτου Παντελεήμονος, να ευρίσκεται διαπαντός σωματικά πλησίον του, όπως πιστεύουμε και ευχόμεθα ότι βρισκεται πλησίον του και στην επουράνιο Ιερουσαλήμ.
Να έχουμε την ευχή του.