Με την ευκαιρία του 36ου Πανελληνίου Ανταμώματος Βλάχων, το οποίο φέτος πραγματοποιήθηκε στην ηρωική και αγιοτόκο πόλη της Ναούσης με αφορμή την επέτειο των 200 ετών από το ολοκαύτωμα της πόλεως και τη θυσία των Αγίων Ναουσαίων Νεομαρτύρων, την Κυριακή ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό της Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Ναούσης.
Στο τέλος της Θείας Λειτουργίας ο εκπρόσωπος της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, Αρχιερατικός Επίτροπος Μελίκης Αρχιμ. Σωφρόνιος Φάκας μετέφερε τις ευχές της Σεπτής Κορυφής της Ορθοδοξίας.
Οι εκδηλώσεις ολοκληρώθηκαν στον Χώρο Μαρτυρίου – Κιόσκι με τον μεγάλο χορό «Κόρλου Μάρι» και με τη συμμετοχή όλων των Συλλόγων που συμμετείχαν στο Αντάμωμα, παρουσία της Υφυπουργού Παιδείας και Θρησκευμάτων κ. Ζέττα Μακρή, του Υφυπουργού Οικονομικών και Βουλευτού Ημαθίας κ. Απόστολου Βεσυρόπουλου και των τοπικών πολιτικών αρχών.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:
«Παρ᾽ οὐδενί τοσαύτην πίστιν ἐν τῷ Ἰσραήλ εὗρον».
Δέν εἶναι ἡ πρώτη φορά κατά τήν ὁποία ὁ Χριστός θεραπεύει ἕναν παραλυτικό, ἕναν ἄνθρωπο πού δέν μποροῦσε νά περπατήσει. Ἀλλά ἡ θεραπεία αὐτή δέν εἶναι σάν τίς ἄλλες. Διαφέρει. Διαφέρει, γιατί ἀσθενής εἶναι ὁ δοῦλος ἑνός ἑκατοντάρχου, ἑνός Ρωμαίου ἀξιωματικοῦ, ὁ ὁποῖος εἶναι εἰδωλολάτρης. Αὐτό εἶναι τό πρῶτο παράδοξο. Δέν εἶναι Ἰσραηλίτης, εἶναι εἰδωλολάτρης, καί παρότι εἰδωλολάτρης σπεύδει νά συναντήσει τόν Χριστό μόλις μπαίνει στήν Καπερναούμ καί νά τοῦ ἀναφέρει τό πρόβλημά του. Καί αὐτό εἶναι τό δεύτερο παράδοξο. Ἕνας κύριος ἐνδιαφέρεται γιά τήν ὑγεία τοῦ δούλου του, πού σύμφωνα μέ τόν νόμο ἀποτελεῖ ἰδιοκτησία του, τοῦ ἀνήκει καί θεωρεῖται σάν ἕνα ἀντικείμενο, τό ὁποῖο εὑρίσκεται ἁπλῶς στήν ὑπηρεσία του, χωρίς νά ἔχει δικαιώματα καί ἀξία.
Καί σ᾽ αὐτό τό παράδοξο ἔρχεται νά προστεθεῖ καί ἕνα τρίτο. Ὁ Χριστός, μόλις ἀκούει γιά τόν ἄρρωστο δοῦλο, προσφέρεται ἀμέσως νά τόν ἐπισκεφθεῖ τό σπίτι τοῦ ἑκατοντάρχου καί νά τόν θεραπεύσει.
Τά παράδοξα ὅμως δέν σταματοῦν ἐδῶ. Κάθε ἄνθρωπος στή θέση τοῦ ἑκατοντάρχου θά δεχόταν μέ ἐνθουσιασμό τήν προσφορά τοῦ Χριστοῦ, νά ἔλθει στό σπίτι του γιά νά θεραπεύσει, ἐκεῖνος ὅμως ἀρνεῖται λέγοντας ὅτι δέν εἶναι ἱκανός νά τόν δεχθεῖ στό σπίτι του, καί ὅτι ἀρκεῖ ὁ λόγος του γιά νά θεραπευθεῖ ὁ δοῦλος του, ὅπως ἀρκεῖ ὁ δικός του λόγος γιά νά κάνουν οἱ δικοί του ὑφιστάμενοι αὐτό πού τούς ζητᾶ.
Αὐτό τό τελευταῖο παράδοξο, τό ὁποῖο ἐντυπωσιάζει τόν Χριστό καί τό ὁποῖο ἐγκωμιάζει καί ἐπαινεῖ, δέν εἶναι σάν τά ἄλλα παράδοξο, γιατί λέγεται πίστη. Καί ὁ Χριστός πού θέτει ὡς προϋπόθεση κάθε θαύματός του τήν πίστη, στήν περίπτωση τοῦ ἑκατοντάρχου δέν προλαβαίνει κἄν νά τήν ζητήσει.
Ὁ ἑκατόνταρχος, ἄν καί εἰδωλολάτρης, ὅπως εἴπαμε, τήν διαθέτει καί τήν προσφέρει στόν Ἰησοῦ γιά νά ἀκούσει τόν ἔπαινό του: «Τόση πίστη δέν βρῆκα σέ κανένα Ἰσραηλίτη». «Παρ᾽ οὐδενί τοσαύτην πίστιν ἐν τῷ Ἰσραήλ εὗρον».
Αὐτοί πού θά ἔπρεπαν νά διαθέτουν πίστη, γιατί γνώριζαν στόν ἀληθινό Θεό, γνώριζαν τά ἀναρίθμητα θαύματά του στήν Παλαιά Διαθήκη καί ἀνέμεναν τόν Χριστό ὡς Μεσσία καί λυτρωτή τῶν ἀνθρώπων, δέν πίστευαν στά θαύματά του. Ὁ εἰδωλολάτρης ὅμως ἑκατόνταρχος ὄχι μόνο πίστευε ὅτι ἡ θεία δύναμη τοῦ Χριστοῦ ἐνεργεῖ καί θαυματουργεῖ ἀκόμη καί ἀπό ἀπόσταση, ἀλλά καί συνδύαζε αὐτή τήν πίστη του μέ ταπεινοφροσύνη καί βαθειά συναίσθηση τῆς ἀναξιότητός του ἔναντι τοῦ Χριστοῦ.
Γι᾽αὐτό καί ὁ Χριστός ὄχι μόνο θεραπεύει τόν δοῦλο τοῦ ἑκατοντάρχου, ἀλλά καί ἐπαινεῖ τήν εἰλικρινῆ του πίστη καί προλέγει ὅτι ὅσοι ἔχουν τέτοια πίστη θά ἀξιωθοῦν τῆς βασιλείας τοῦ Θεοῦ, ἐνῶ ὅσοι εἶναι μόνο κατ᾽ ὄνομα πιστοί, αὐτοί θά μείνουν ἐκτός τοῦ οὐρανίου νυμφῶνος.
Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ καί τό παράδειγμα τῆς πίστεως τοῦ ἑκατοντάρχου εἶναι ἀνάγκη νά προβληματίσει καί ἐμᾶς σήμερα. Γιατί ὅλοι ἔχουμε ἀνάγκη τήν πίστη, ὄχι μόνο γιά νά ζοῦμε θαύματα, ἀλλά κυρίως γιά νά γίνουμε δι᾽ αὐτῆς ἄξιοι νά κερδίσουμε τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.
Πολλές φορές ἐπαναπαυόμεθα ὅτι εἴμεθα πιστοί, εἴμεθα μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἤ ἀκόμη ὅτι ἐκκλησιαζόμεθα καί μετέχουμε στή ζωή τῆς Ἐκκλησίας. Ὅμως δέν θά πρέπει νά ἐπαναπαυόμεθα καί νά ἀδιαφοροῦμε. Θά πρέπει νά ἐξετάζουμε τήν πίστη μας καί νά τήν ἐλέγχουμε καθημερινά, γιά νά παρακολουθοῦμε πόσο ἀληθινή καί πόσο βαθειά εἶναι.
Ὁ Χριστός δέν θέλει μία πίστη ἐπιφανειακή, μία πίστη στά λόγια ἤ στήν ταυτότητα. Θέλει μία πίστη εἰλικρινῆ καί οὐσιαστική, πού δέν θά ἐξανεμίζεται στήν πρώτη δυσκολία, ἀλλά θά μᾶς συντροφεύει καί θά μᾶς στηρίζει σέ ὅλη μας τή ζωή. Θέλει μία πίστη ὄχι γενική καί ἀόριστη γιά τόν Θεό, ἀλλά μία πίστη πού στηρίζεται στήν εἰλικρινῆ βεβαιότητά μας ὅτι ὁ Θεός εἶναι ὑπαρκτός, εἶναι δίπλα μας, θέλει νά μᾶς σώσει, θέλει νά μᾶς λυτρώσει καί μπορεῖ νά τό κάνει, ὅσες καί ἄν εἶναι οἱ δυσκολίες, ὅσες καί ἄν εἶναι ἀτυχίες πού ἀντιμετωπίζουμε στή ζωή μας. Ἀρκεῖ νά ἔχουμε πίστη.
Πίστη σάν αὐτή πού εἶχε ὁ Ρωμαῖος ἑκατόνταρχος τῆς σημερινῆς εὐαγγελικῆς περικοπῆς, ἀλλά καί σάν αὐτή πού εἶχαν οἱ πατέρες καί οἱ πρόγονοί μας, μέ τήν ὁποία ἄντεξαν τίς δυσκολίες καί τίς ταλαιπωρίες πού ὑπέστησαν στήν μακραίωνη ἱστορία τοῦ Γένους μας. Πίστη σάν αὐτή πού εἶχαν οἱ κάτοικοι τῆς ἡρωικῆς καί μαρτυρικῆς πόλεως τῆς Ναούσης, οἱ ὁποῖοι θυσιάστηκαν γιά τήν ἐλευθερία καί μαρτύρησαν γιά τήν πίστη τους στό Χριστό, κατά τό φοβερό Ὁλοκαύτωμα τοῦ 1822, στό ὁποῖο εἶναι ἀφιερωμένο τό φετινό Ἀντάμωμά σας, τό 36ο Πανελλήνιο Ἀντάμωμα τῶν Βλάχων, μέ ἀφορμή τήν ἐπέτειο τῶν 200 χρόνων.
Καί ἀκόμη πίστη σάν καί αὐτή πού διέθεταν οἱ πατέρες καί οἱ μητέρες σας, οἱ Βλάχοι, πού ἦρθαν σέ αὐτή τήν πόλη πολλά χρόνια πρίν ἀπό τήν καταστροφή τοῦ 1822, καί μέ τήν πίστη τους, μέ τήν ἐργατικότητά τους, μέ τή θέληση καί τή δύναμη τῆς ψυχῆς τους συνέβαλαν στήν ἀνάπτυξή της στά δύσκολα χρόνια τῆς σκλαβιᾶς.
Μέ τήν ἴδια πίστη στόν Θεό καί στή βοήθειά του ξεσηκώθηκαν καί οἱ Βλάχοι μαζί μέ τούς ἄλλους Ναουσαίους καί ἀγωνίσθηκαν γιά τήν ἐλευθερία τῆς πατρίδος καί θυσιάσθηκαν γι᾽ αὐτήν καί μαρτύρησαν γιά νά μήν τήν ἀρνηθοῦν, ἀφήνοντας καί σέ σᾶς τούς ἀπογόνους τους ἀλλά καί σέ ὅλους μας ὑπέροχο παράδειγμα πίστεως στόν Χριστό.
Ἄς ἔχουμε, λοιπόν, καί ἐμεῖς ἀλλά ἰδιαιτέρως ἐσεῖς οἱ Βλάχοι, πάντοτε κατά νοῦ τό παράδειγμα τῶν προγόνων σας, ἀλλά καί τόν ἔπαινο τῆς πίστεως τοῦ ἑκατοντάρχου, πού ἀκούσαμε στό σημερινό εὐαγγελικό ἀνάγνωσμα, καί ἄς προσπαθοῦμε ὄχι μόνο νά διατηροῦμε τήν πίστη μας ἀλλά καί νά τήν αὐξάνουμε, γιατί εἶναι ἡ μόνη πού ἑλκύει τή χάρη καί τή βοήθεια τοῦ Θεοῦ, καί εἶναι αὐτή πού θά μᾶς σώσει ὡς Ἔθνος καί θά μᾶς ἀξιώσει νά κερδίσουμε καί ἐμεῖς τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ.