Την Τρίτη 21 Μαΐου, το πρωί, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον πανηγυρίζοντα Ιερό Ναό των Αγίων Ισαποστόλων Κωνσταντίνου και Ελένης και Αγίου Ελευθερίου Διαβατού.
Στην διάρκεια της Θείας Λειτουργίας τέθηκε σε προσκύνηση των πιστών η Τιμία Κάρα του Αγίου Ελευθερίου, η οποία με την ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Ελασσώνος κ. Χαρίτωνα βρίσκεται αυτές τις ημέρες στην Ιερά Μητρόπολη.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου Βεροίας:
«Οὐκ ἀπειθής ἐγενόμην τῇ οὐρανίῳ ὀπτασίᾳ».
Ἐνώπιον τοῦ βασιλέως Ἀγρίππα ὁ πρωτοκορυφαῖος ἀπόστολος Παῦλος ἀπολογεῖται γιά τίς κατηγορίες τῶν ἀρχιερέων τοῦ Ἰσραήλ. Καί περιγράφει μέ ὅλη τήν ἐνάργεια πού μπορεῖ νά ἔχει ἡ διήγηση ἑνός ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος ἔζησε μία οὐράνια καί ὑπερκόσμια ἐμπειρία, τή μεταστροφή του ἀπό τόν Ἰουδαϊσμό στόν Χριστιανισμό. Περιγράφει τή συνάντησή του μέ τόν Χριστό στόν δρόμο πρός τή Δαμασκό. Περιγράφει τό φῶς πού εἶδε νά τόν περιλούει. Περιγράφει τή φωνή τοῦ Χριστοῦ πού ἄκουσε νά τόν καλεῖ μέ τό ὄνομά του καί νά τόν καθοδηγεῖ στή νέα ζωή, τήν ὁποία τόν καλοῦσε νά ἀκολουθήσει ὡς ἀπόστολός του.
Καί ὁμολογεῖ ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὅτι δέν ἦταν δυνατόν, παρότι ἦταν ἕνας ζηλωτής Ἰουδαῖος, πού καταδίωκε ὅσους πίστευαν στόν Χριστό, νά ἀπειθήσει στήν οὐράνια ὀπτασία, ἀλλά πίστευσε στόν Χριστό καί ἔγινε ὑπέρμαχος καί προασπιστής καί κήρυκας τοῦ Εὐαγγελίου του.
«Οὐκ ἀπειθής ἐγενόμην τῇ οὐρανίῳ ὀπτασίᾳ».
Τήν ἴδια αὐτή ὁμολογία καί διαβεβαίωση, θά μποροῦσε νά δώσει καί ὁ ἅγιος καί Μέγας Κωνσταντίνος, τοῦ ὁποίου τή μνήμη τιμοῦμε σήμερα μαζί μέ αὐτή τῆς εὐσεβοῦς μητρός του, τῆς ἁγίας Ἑλένης, στόν περικαλλῆ αὐτό ἱερό ναό τῆς ἐνορίας σας πού εἶναι ἀφιερωμένος στή χάρη τῶν δύο θεοστέπτων καί ἰσαποστόλων ἁγίων βασιλέων.
Καί αὐτό, γιατί καί ὁ Μέγας Κωνσταντίνος ἀξιώθηκε νά δεῖ, ὅπως μαρτυροῦν οἱ βιογράφοι του καί ὅπως ὅλοι γνωρίζετε, μία οὐράνια ἀποκάλυψη, ἕνα ὅραμα ὑπερκόσμιο. Ἀξιώθηκε νά δεῖ, λίγο πρίν ἀπό τή μάχη του μέ τόν συναυτοκράτορά του Μαξέντιο, τόν ὑπερασπιστή τῶν εἰδώλων, τόν Σταυρό τοῦ Κυρίου φωτεινό στόν οὐρανό καί νά ἀκούσει τήν οὐράνια ἐντολή «ἐν τούτῳ νίκα». Νίκησε, δηλαδή, μέ τόν Σταυρό αὐτό.
Καί «οὐκ ἀπειθής γενόμενος τῇ οὐρανίῳ ὀπτασίᾳ» ὁ Μέγας Κωνσταντίνος, πού δέν ἦταν τότε χριστιανός, δέχθηκε τήν κλήση τοῦ Χριστοῦ, καί ἀγωνίσθηκε ἐναντίον τοῦ ἀντιπάλου του ἔχοντας ὡς σύμβολό του καί ὡς βοηθό του τόν Σταυρό τοῦ Χριστοῦ.
Καί ὄχι μόνο νίκησε τόν Μαξέντιο καί κατετρόπωσε τόν στρατό του, ἀλλά τό πρῶτο πράγμα πού ἔκανε ἦταν νά ὑπογράψει μαζί μέ τόν Λικίνιο τό διάταγμα τῆς ἀνεξιθρησκείας, τό διάταγμα μέ τό ὁποῖο δινόταν μετά ἀπό τρεῖς αἰῶνες ἀνηλεῶν διωγμῶν τό δικαίωμα στούς χριστιανούς νά πιστεύουν καί νά λατρεύουν ἐλεύθερα τόν Χριστό, καί στή συνέχεια ἔγινε ὁ πρῶτος Ρωμαῖος αὐτοκράτορας πού ὑπερασπίσθηκε καί στήριξε τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ καί βαπτίσθηκε καί ὁ ἴδιος χριστιανός, ὅπως εἶχε βαπτισθεῖ ἤδη καί ἡ ἁγία μητέρα του, ἡ ἁγία Ἑλένη, ἡ ὁποία πολλά προσέφερε στήν Ἐκκλησία καί στή χριστιανική πίστη μέ τό ἔργο της. Διότι, ἐάν στόν υἱό της, τόν Μέγα Κωνσταντίνο, ὀφείλουμε τήν ἐλευθερία καί τή θεσμική κατοχύρωση τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, στήν ἁγία Ἑλένη ὀφείλουμε τήν ἀποκάλυψη καί τή διατήρηση ὅλων τῶν ἱερῶν ἐκείνων τόπων, ὅπου πάτησαν τά πόδια τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί τοῦ ἱερωτέρου συμβόλου τῆς πίστεώς μας, τοῦ Σταυροῦ τοῦ Κυρίου, καί τήν ἀνέγερση μεγάλων ναῶν σέ ὅλα σχεδόν τά προσκυνήματα τῶν ἁγίων Τόπων.
Ἐάν ὅμως ὁ Χριστός κάλεσε στήν πίστη του τόν πρωτοκορυφαῖο ἀπόστολο Παῦλο καί τόν ἰσαπόστολο ἅγιο καί μέγα Κωνσταντίνο μέ αὐτόν τόν ἐντυπωσιακό τρόπο, μέ αὐτήν τήν προσωπική ὀπτασία, γιατί καί οἱ δύο ἐπρόκειτο νά διαδραματίσουν ἕναν σημαντικό ρόλο στή διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου καί στήν ἑδραίωση τῆς Ἐκκλησίας, δέν στερεῖ ὅλους ἐμᾶς, ὅλους τούς ἀνθρώπους, ἀπό τήν προσωπική κλήση.
Προσωπική κλήση ἀπηύθυνε διά τοῦ τότε ἐπισκόπου Ρώμης Ἀνικήτου ὁ Χριστός καί στόν ἅγιο Ἐλευθέριο, τοῦ ὁποίου τήν κάρα μετέφερε στήν Ἱερά Μητρόπολή μας πρός προσκύνηση καί ἁγιασμό ὅλων μας ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Ἐλασσῶνος κύριος Χαρίτων, πρός τόν ὁποῖο ἐκφράζουμε καί πάλιν καί πολλάκις τίς εὐχαριστίες μας γιά τή μεγάλη αὐτή εὐλογία πού μᾶς χάρισε.
Καί ὁ ἅγιος Ἐλευθέριος ἀποδέχθηκε αὐτή τήν κλήση τοῦ Χριστοῦ διά τοῦ ἐπισκόπου Ρώμης καί ἀφιερώθηκε στό κήρυγμα καί τή διακονία τοῦ Εὐαγγελίου καί ἀξιώθηκε νά γίνει μάρτυρας καί νά τιμᾶται καί ἀπό τόν Θεό καί ἀπό τήν Ἐκκλησία.
Ὁ Χριστός ὅμως καλεῖ καί ἐμᾶς κοντά του. Καλεῖ καί ἐμᾶς νά γίνουμε διάκονοί του, νά γίνουμε τέκνα του, ἀπευθύνοντας στόν καθένα μας τή δική του προσωπική κλήση.
Αὐτό πού καλούμεθα ἐμεῖς νά κάνουμε, εἶναι νά ἀναγνωρίσουμε τήν κλήση τοῦ Χριστοῦ καί νά τήν ἀποδεχθοῦμε, νά μήν γίνουμε ἀπειθεῖς στήν οὐράνια κλήση μας, ἀλλά νά ὑπακούσουμε καί νά ἀκολουθήσουμε τόν Χριστό, ὅπως ἔκαναν οἱ ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ἀπόστολος Παῦλος, ὁ ἅγιος Κωνσταντίνος καί ἡ μητέρα του ἁγία Ἑλένη, ἀλλά καί ὁ ἅγιος Ἐλευθέριος, ὥστε νά ἀξιωθοῦμε νά κερδίσουμε τή σωτηρία μας καί τήν αἰώνιο ζωή, ὅπως καί οἱ ἅγιοί μας.