Την Κυριακή της Πεντηκοστής 7 Ιουνίου το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε και κήρυξε το θείο λόγο στον πανηγυρικό εσπερινό στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος Πανοράματος Βεροίας.
Τη Δευτέρα του Αγίου Πνεύματος 8 Ιουνίου το πρωί ο Σεβασμιώτατος λειτούργησε και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό Αγίας Τριάδος στην αδελφότητα ΠΕΛΕΚΑΝ στο Κομνήνιο Βεροίας.
Στο τέλος ο Σεβασμιώτατος τέλεσε μνημόσυνο για τον ιδρυτή της αδελφότητος μακαριστό Αρχιμ. Αμβρόσιο Κυρατζή.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στον Εσπερινό :
«Πάντα χορηγεῖ τό Πνεῦμα τό ἅγιον».
Μέ ἀπόλυτη βεβαιότητα ἐκφράζεται ὁ ἱερός ὑμνογράφος γιά τό τρίτο πρόσωπο τῆς Παναγίας Τριάδος, πού τιμοῦμε ἰδιαιτέρως κατά τήν αὐριανή ἡμέρα, τήν μεθέορτο τῆς Πεντηκοστῆς.
«Πάντα χορηγεῖ τό Πνεῦμα τό ἅγιον». Δι᾽ αὐτοῦ δίδονται τά πάντα καί δέν ὑπάρχει τίποτε τό ὁποῖο νά μήν μπορεῖ νά μᾶς παράσχει τό ἅγιο Πνεῦμα. Αὐτό, ἄλλωστε, δηλώνει καί ὁ χαρακτηρισμός του ὡς «θησαυρός τῶν ἀγαθῶν», τόν ὁποῖο καθημερινά ἐπαναλαμβάνει ἡ Ἐκκλησία μας καί ὅλοι μας προσευχόμενοι πρός τό ἅγιο Πνεῦμα.
Οἱ ἄνθρωποι ζητοῦμε πολλά καί διάφορα καί ἀγωνιζόμαστε νά τά ἐπιτύχουμε. Ξεχνοῦμε ὅμως ὅτι ὅ,τι καλό καί ἄν ἐπιτυγχάνουμε, ὅ,τι καλό καί ἄν λαμβάνουμε αὐτό δέν εἶναι δικό μας ἐπίτευγμα, δέν εἶναι δικό μας κατόρθωμα ἀλλά εἶναι δωρεά τοῦ ἁγίου Πνεύματος, διότι αὐτό χορηγεῖ τά πάντα στόν ἄνθρωπο, χορηγεῖ ὅλα ὅσα ζητᾶ καί ἐπιθυμεῖ, σύμφωνα μέ τήν ὑπόσχεση τοῦ Κυρίου μας «αἰτεῖτε καί δοθήσεται ὑμῖν».
Αὐτό δέν σημαίνει ὅτι δέν χρειάζεται νά προσπαθοῦμε γιά τήν ἐπίτευξη τῶν στόχων μας. Ἡ προσπάθεια καί ὁ ἀγώνας εἶναι ἀπαραίτητα, εἴτε πρόκειται γιά ὑλικά πράγματα εἴτε γιά πνευματικά. Ἀνάλογα μέ τήν προσπάθειά μας, ἀνάλογα μέ τήν ἔνταση τῆς προσευχῆς μας καί τῆς ἐκζητήσεως τῆς βοηθείας τοῦ Θεοῦ, ἀλλά καί ἀνάλογα μέ τό ἄν αὐτό πού ζητοῦμε εἶναι πρός τό συμφέρον τῆς ψυχῆς, θά τό λάβουμε διά τοῦ ἁγίου Πνεύματος.
Διότι συχνά ἀποκτοῦμε πολλά, ἀλλά δέν αἰσθανόμεθα εὐχαριστημένοι καί ἱκανοποιημένοι, γιατί αὐτά πού ζητοῦμε εἶναι πρόσκαιρα καί προσωρινά. Ἱκανοποιοῦν τή φιλοδοξία μας, τόν ἐγωισμό μας, τήν πλεονεξία μας, ἀλλά δέν ἱκανοποιοῦν τήν ψυχή μας. Καί ἄν ἡ ψυχή δέν εἶναι ἱκανοποιημένη καί ἀναπαυμένη, δέν μπορεῖ νά εἶναι εὐτυχισμένος ὁ ἄνθρωπος, δέν μπορεῖ νά αἰσθάνεται πλήρης ὁ ἄνθρωπος.
Γι᾽ αὐτό καί βλέπουμε κάποιες φορές ἀνθρώπους πού αἰσθάνονται εὐτυχεῖς, πού εἶναι χαρούμενοι καί ἀναπαυμένοι, παρότι δέν ἔχουν αὐτά γιά τά ὁποῖα ἀγωνίζονται καί ἀγωνιοῦν οἱ περισσότεροι συνάνθρωποί τους. Ὑπάρχουν ἄνθρωποι γιά τούς ὁποίους ἰσχύει αὐτό πού γράφει ὁ ἀπόστολος Παῦλος, «ὡς μηδέν ἔχοντες καί τά πάντα κατέχοντες». Εἶναι αὐτοί οἱ ὁποῖοι ἐφαρμόζουν τόν λόγο τοῦ Χριστοῦ «ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐτοῦ καί ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν».
Αὐτοί ἔχουν τά πάντα, γιατί ἔχουν ὅσα τούς χρειάζονται, γιατί ἔχουν ὅλα ὅσα χορηγεῖ τό Πνεῦμα τό ἅγιο. Καί αὐτά εἶναι τά πνευματικά ἀγαθά. Εἶναι αὐτά πού χρειάζεται πραγματικά ὁ ἄνθρωπος γιά νά αἰσθάνεται εὐτυχής καί ἀναπαυμένος. Εἶναι αὐτά πού, ὅταν ἔχει ὁ ἄνθρωπος, ἔχει καί τή δύναμη καί τήν ἀντοχή γιά νά ἀγωνίζεται καί γιά τά ὑλικά πράγματα τά ὁποῖα ἔχει ἀνάγκη, χωρίς νά ἀγωνιᾶ, γιατί ἔχει ἐμπιστοσύνη στήν ἀγάπη καί τήν Πρόνοια τοῦ Θεοῦ.
«Πάντα χορηγεῖ τό Πνεῦμα τό Ἅγιον». Ὅλα μπορεῖ νά τά χαρίσει τό Ἅγιο Πνεῦμα χωρίς καμία ἐξαίρεση, καί τά ὑλικά καί τά πνευματικά, ἀλλά δέν τά χαρίζει ἀδιακρίτως. Τά χαρίζει «κατά τό μέτρον τῆς δωρεᾶς». Τά χαρίζει ἀνάλογα μέ τή διάθεση καί τή δεκτικότητα αὐτοῦ πού τά λαμβάνει. Τά χαρίζει ἀνάλογα μέ τό πόσο χρήσιμα εἶναι αὐτά καί γιά τούς ἄλλους, ὥστε νά συντελεῖται τό ἔργο καί νά οἰκοδομεῖται τό σῶμα τῆς Ἐκκλησίας καί ὁ κόσμος.
Ἄς σκεφθοῦμε τί θά συνέβαινε στόν κόσμο, ἐάν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶχαν τά ἴδια χαρίσματα, ἄν ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶχαν τίς ἴδιες ἱκανότητες. Δέν θά μποροῦσε νά λειτουργήσει ὁ κόσμος, καί τά χαρίσματα θά ἦταν περιττά καί ἄχρηστα, γιατί κανείς δέν θά μποροῦσε νά ὠφεληθεῖ ἀπό τό χάρισμα καί τίς ἱκανότητες τοῦ διπλανοῦ του καί δέν θά αἰσθανόταν τήν ἀνάγκη νά ζήσει μαζί του, νά ἀποτελέσει μία κοινωνία, ἕνα σύνολο, ἕνα σῶμα.
Γι᾽ αὐτό ἄς παραμερίσουμε τήν ἀνθρώπινη λογική μας πού μᾶς κάνει νά νομίζουμε ὅτι θά θέλαμε ἄλλα χαρίσματα, ὅτι ἡ διαίρεση τῶν χαρισμάτων δέν εἶναι δίκαιη ἤ δέν εἶναι ἱκανοποιητική, καί ἄς ἀνοίξουμε τήν ψυχή μας γιά νά δεχθοῦμε τά χαρίσματα καί τή χάρη πού μᾶς προσφέρει τό Πανάγιο Πνεῦμα. Ἄς κάνουμε τήν ψυχή μας δεκτική τῶν δωρεῶν του καί ἄς τοῦ ἐκφράζουμε πάντοτε τήν εὐχαριστία καί τήν εὐγνωμοσύνη μας γιά τίς δωρεές του, καί κυρίως ἄς τό παρακαλοῦμε νά ἐνοικεῖ στίς ψυχές μας, φροντίζοντας νά τίς ἔχουμε καθαρές ἀπό τούς ρύπους καί τίς σκιές τῆς ἁμαρτίας, ὥστε νά μπορεῖ νά σκηνώσει μέσα σ᾽ αὐτές καί νά τίς χαριτώσει.
Η ομιλία του Σεβασμιωτάτου στην Θεία Λειτουργία :
«Ἐν τοῖς προφήταις ἀνήγγειλας ἡμῖν ὁδόν σωτηρίας καί ἐν ἀποστόλοις ἔλαμψε, Σωτήρ ἡμῶν ἡ χάρις τοῦ Πνεύματός σου».
Μέ τή χθεσινή ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς ἔκλεισε ὁ κύκλος τῶν μεγάλων καί σωτηριωδῶν γεγονότων πού συνδέονται μέ τό σχέδιο τῆς θείας οἰκονομίας γιά τή σωτηρία τοῦ ἀνθρώπου. Ὁ Υἱός καί Λόγος τοῦ Θεοῦ, τό δεύτερο πρόσωπο τῆς Ἁγίας Τριάδος, πού «ἐταπείνωσεν ἑαυτόν» καί ἔγινε ἄνθρωπος, «ἵνα θεόν τόν Ἀδάμ ἀπεργάσεται», ὁλοκλήρωσε τό ἔργο καί ἀνελήφθη στούς οὐρανούς, ὑποσχόμενος ὅμως στούς μαθητές του ὅτι θά στείλει τόν Παράκλητο, τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας, τό τρίτο πρόσωπο τῆς Παναγίας Τριάδος, γιά νά τούς διδάξει «πᾶσαν τήν ἀλήθειαν» καί νά ὁδηγήσει τόν κόσμο, ἐκεῖ ὅπου θέλει ὁ Θεός, ἐκεῖ ὅπου θέλησε νά τόν ὁδηγήσει μέ τήν ἐνανθρώπηση, τή σταυρική του θυσία καί τήν ἀνάστασή του ὁ Χριστός, δηλαδή στή σωτηρία καί στή θέωση.
Ὁ Χριστός δίδαξε στούς μαθητές του τήν ἀλήθεια καί ὑπέδειξε δι᾽ αὐτῶν στό ἀνθρώπινο γένος «ὁδόν σωτηρίας». Γνώριζε ὅμως καί ὁ ἴδιος καί δήλωνε ὅτι εἶχε νά τούς πεῖ καί ἄλλα, τά ὁποῖα δέν μποροῦσαν νά τά κατανοήσουν πρίν ἀπό τό πάθος καί τήν ἀνάστασή του. «Ἔτι πολλά ἔχω ὑμῖν λέγειν, ἀλλ᾽ οὐ δύνασθε βαστάζειν ἄρτι».
Καί αὐτά τά πολλά πού δέν μποροῦσαν νά σηκώσουν οἱ μαθητές του, θά ἀναλάμβανε νά τά διδάξει κάποιος ἄλλος, θά ἀναλάμβανε νά τούς τά διδάξει ὁ Παράκλητος. «Ὅταν δέ ἔλθῃ ἐκεῖνος, τό πνεῦμα τῆς ἀληθείας, ὁδηγήσει ὑμᾶς εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν».
Ὁ Χριστός ὑπόσχεται στούς μαθητές του τήν ἔλευση τοῦ Παναγίου Πνεύματος καί τούς βεβαιώνει ὅτι ἐκεῖνο θά ὁλοκληρώσει τή γνώση τους γιά τόν Θεό καί θά τούς ὁδηγήσει στή σωτηρία.
Τούς διαβεβαιώνει ὅμως καί γιά τήν ἑνότητα καί τή συνάφεια πού ἔχει ἡ δική του διδασκαλία, ὅσα δηλαδή ἄκουσαν οἱ μαθητές του ἀπό τά χείλη του στά τρία χρόνια τῆς δημόσιας παρουσίας του, μέ ὅσα θά διδάξει στίς ψυχές τους μυστικά τό Πνεῦμα τῆς ἀληθείας· «οὐ γάρ λαλήσει ἀφ᾽ ἑαυτοῦ, ἀλλ᾽ ὅσα ἀκούσει λαλήσει καί τά ἐρχόμενα ἀναγγελεῖ ὑμῖν».
Ὁ Χριστός διαβεβαιώνει ἀκόμη τούς μαθητές του γιά τήν ἀναγκαιότητα νά ἔλθει τό Πανάγιο Πνεῦμα λέγοντας «συμφέρει ὑμῖν ἵνα ἐγώ ἀπέλθω. Ἐάν γάρ μή ἀπέλθω, ὁ παράκλητος οὐκ ἐλεύσεται πρός ὑμᾶς». Σᾶς συμφέρει, τούς λέγει, νά φύγω ἐγώ, γιά νά ἔλθει ὁ Παράκλητος, ὁ ὁποῖος θά ὁλοκληρώσει τό ἔργο τῆς σωτηρίας τῶν ἀνθρώπων.
Αὐτή τήν ὑπόσχεση ἐκπλήρωσε ὁ Ἰησοῦς διά τοῦ Πατρός του κατά τή χθεσινή ἑορτή τῆς Πεντηκοστῆς μέ τήν ἐπιδημία τοῦ Παναγίου Πνεύματος. Ὁ Παράκλητος ἦρθε καί μένει στήν Ἐκκλησία καί λαλεῖ καί διδάσκει τούς πιστούς καί συγκροτεῖ τόν θεσμό τῆς Ἐκκλησίας καί τελειοῖ τά μυστήρια, στά ὁποῖα μετέχοντας ὁ πιστός λαμβάνει τή θεία χάρη. Καί αὐτό ἰσχύει κατ᾽ ἐξοχήν γιά τό μυστήριο τῆς θείας Εὐχαριστίας, στό ὁποῖο ὁ πιστός δέν κοινωνεῖ ἄρτο καί οἶνο, ἀλλά Σῶμα καί Αἷμα Χριστοῦ, στά ὁποῖα μεταβάλλει τά τίμια Δῶρα τό Πανάγιο Πνεῦμα.
Αὐτή εἶναι ἡ πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας καί δέν εἶναι δυνατόν νά ἀμφισβητεῖται ἀπό κάποιους, οἱ ὁποῖοι προσβάλλουν τό ἅγιο Πνεῦμα συστήνοντας τήν ἀποχή ἀπό τή θεία Κοινωνία γιά νά ἀποφευχθεῖ δῆθεν ἡ μετάδοση τοῦ κορωνοϊοῦ. Μή γένοιτο! Ἄς μήν ἀκοῦμε καί ἄς μήν πιστεύουμε ὅσους ἰσχυρίζονται αὐτές τίς βλασφημίες.
Ἡ ὑπόσχεση, λοιπόν, τοῦ Ἰησοῦ, νά στείλει τό ἅγιο Πνεῦμα, πού ἐκπληρώθηκε κατά τήν ἡμέρα τῆς Πεντηκοστῆς, μᾶς ὑπενθυμίζει καί τίς δικές μας ὑποσχέσεις πρός τόν Θεό. Καί ἡ σημερινή ἡμέρα, κατά τήν ὁποία τιμοῦμε τό Ἅγιο Πνεῦμα, μᾶς προσφέρει, πιστεύω, μία εὐκαιρία νά στραφοῦμε στόν ἑαυτό μας, νά στραφοῦμε στή ζωή μας καί νά ἐξετάσουμε τί ἔχουμε ὑποσχεθεῖ στόν Θεό καί κατά πόσο ἐκπληρώσαμε αὐτές τίς ὑποσχέσεις.
Δέν ὑπάρχει ἄνθρωπος πού νά μήν ἔχει δώσει σέ κάποια ἤ σέ περισσότερες στιγμές τῆς ζωῆς του μία ὑπόσχεση στόν Θεό. Καί οἱ ὑποσχέσεις αὐτές εἶναι ὑποσχέσεις πού δώσαμε μέ δάκρυα σέ εὔκολες καί δύσκολες ὧρες τῆς ζωῆς μας, στίς ὧρες τῆς προσευχῆς, μέσα στά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας μας. Τί κάναμε μέ αὐτές μας τίς ὑποσχέσεις; Πόσες ἀπό αὐτές ἐκπληρώσαμε καί πόσες ἀφήσαμε ἀνεκπλήρωτες;
Ἄς ἐλέγξουμε τόν ἑαυτό μας. Ἄς ἐλέγξουμε πόσο συνεπεῖς εἴμασταν ἀπέναντι στόν Θεό καί ἄς ζητήσουμε τή χάρη τοῦ Παναγίου Πνεύματος νά μᾶς ἐνισχύσει γιά νά τίς ἐκπληρώσουμε, γιατί ἡ ἐκπλήρωση αὐτῶν τῶν ὑποσχέσεών μᾶς ὁδηγεῖ ἐγγύτερα στόν Θεό.
Ἄς παρακαλέσουμε τό Πανάγιο Πνεῦμα καί σήμερα πού τό ἑορτάζουμε ἀλλά καί κάθε ἡμέρα νά μᾶς ὁδηγεῖ «εἰς πᾶσαν τήν ἀλήθειαν» καί νά ἱκετεύει ὑπέρ ἡμῶν στόν θρόνο τοῦ Θεοῦ «στεναγμοῖς ἀλαλήτοις» γιά τή σωτηρία μας.