Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων τέλεσε σήμερα το πρωί Προηγιασμένη Θεία Λειτουργία και κήρυξε το θείο λόγο στον Ιερό Ναό του Αγίου Αλεξάνδρου στην Αλεξάνδρεια.
Για τις φωτογραφίες πατήστε ΕΔΩ
Η ΟΜΙΛΙΑ ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ
«Ἡ γυνή, ἥν ἔδωκας μετ᾽ ἐμοῦ, αὕτη μοι ἔδωκεν ἀπό τοῦ ξύλου, καί ἔφαγον».
Τή σκηνή ἑνός δράματος, τοῦ μεγαλύτερου ἴσως στήν ἱστορία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους, παρακολουθήσαμε σήμερα νά μᾶς ἀφηγεῖται ὁ προφήτης Μωυσῆς στό ἀνάγνωσμα ἀπό τό βιβλίο τῆς Γενέσεως.
Τό δράμα αὐτό εἶναι γνωστό σέ ὅλους μας. Εἶναι ἡ παρακοή τῶν πρωτοπλάστων, ἡ παράβαση δηλαδή τῆς ἐντολῆς τοῦ Θεοῦ πού ὁδήγησε ὄχι μόνο αὐτούς ἀλλά καί ὁλόκληρο τό ἀνθρώπινο γένος στήν ἔξωση ἀπό τόν παράδεισο καί στήν εἴσοδο τῆς ἁμαρτίας καί τοῦ κακοῦ στόν κόσμο.
Ἡ πιό τραγική σκηνή ὅμως αὐτοῦ τοῦ δράματος εἶναι ὁ διάλογος τοῦ Θεοῦ μέ τόν Ἀδάμ καί τήν Εὔα, ἀφοῦ ὑπήκουσαν στόν πονηρό ὄφι καί ἔφαγαν ἀπό τόν καρπό τοῦ δένδρου τῆς γνώσεως, παραβαίνοντας ἔτσι τήν ἐντολή τοῦ Θεοῦ. Καί εἶναι τραγική, διότι παρότι καί ὁ Ἀδάμ καί ἡ Εὔα γνωρίζουν ὅτι μέ τή θέλησή τους καί μέ τή δική τους ἀπόφαση ἀκολούθησαν τή δόλια συμβουλή τοῦ πονηροῦ, δέν ἀναλαμβάνουν τήν εὐθύνη τῆς πράξεώς τους, τήν ἐπιρρίπτουν ἀλλοῦ καί τολμοῦν νά κατηγορήσουν ἀκόμη καί τόν Θεό γι᾽ αὐτό.
«Ἡ γυνή, ἥν ἔδωκας μετ᾽ ἐμοῦ, αὕτη μοι ἔδωκεν ἀπό τοῦ ξύλου, καί ἔφαγον». Ἡ γυναίκα πού μοῦ ἔδωσες, αὐτή μοῦ ἔδωσε νά φάω, λέει ὁ Ἀδάμ. Ὁ ὄφις μέ ἐξαπάτησε, δικαιολογεῖται ἡ Εὔα.
Δύο φράσεις, δύο δικαιολογίες, πού ὅμως ἔχουν τήν ἴδια ἀφετηρία, τήν ἐγωιστική ἐμμονή στό λάθος, κρίνουν τήν ἐξέλιξη τῆς ζωῆς τῶν πρωτοπλάστων ἀλλά καί τῆς δικῆς μας.
Ὅλοι κατανοοῦμε πώς οἱ δικαιολογίες τους πρός τόν Θεό δέν εὐσταθοῦν, καί ὅμως τίς ἐπαναλαμβάνουμε καί ἐμεῖς καθημερινά στή ζωή μας. Μιλοῦμε μέ εὐκολία γιά τό προπατορικό ἁμάρτημα καί καταδικάζουμε τήν ἐπιπολαιότητα τοῦ Ἀδάμ καί τῆς Εὔας, ἀλλά συγχρόνως τό χρησιμοποιοῦμε ὡς ἄλλοθι γιά τή δική μας παρακοή, γιά τίς δικές μας πτώσεις καί ἁμαρτίες.
Ἄν ἀναλογισθοῦμε τή ζωή μας, ἄν ἐξετάσουμε τίς πράξεις μας μέ εἰλικρίνεια, ἄν ἐρευνήσουμε τή στάση μας ἔναντι τοῦ Θεοῦ, ἀκόμη καί μέσα στό μυστήριο τῆς ἱερᾶς ἐξομολογήσεως, δέν θά δυσκολευθοῦμε νά βροῦμε παρόμοιες σκηνές μέ αὐτή πού μᾶς περιέγραψε τό βιβλίο τῆς Γενέσεως. Δέν θά δυσκολευθοῦμε νά ἐντοπίσουμε καί τίς δικαιολογίες πού ἐμεῖς οἱ ἴδιοι ἐπικαλούμεθα γιά νά δικαιώσουμε τόν ἑαυτό μας, γιά νά ἀποσείσουμε τήν εὐθύνη πού ἔχουμε γιά τήν παρακοή τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ.
Πίσω ἀπό κάθε ἁμαρτία κρύβεται μία δικαιολογία, πού εἶναι τελικά πιό ἐπικίνδυνη ἀπό τήν ἴδια τήν ἁμαρτία, διότι εἶναι ὁ τρόπος τοῦ πονηροῦ νά μᾶς κρατήσει δεμένους στήν ἁμαρτία καί νά μᾶς παρασύρει καί στήν ἑπόμενη. Εἶναι ὁ τρόπος τοῦ πονηροῦ γιά νά μᾶς ἐμποδίσει ἀπό τή μετάνοια καί νά μᾶς στερήσει τή συγχώρηση καί τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ. Εἶναι ἡ μέθοδος τοῦ διαβόλου γιά νά μᾶς ἀπομακρύνει ἀπό τήν ταπείνωση πού ὁδηγεῖ στή μετάνοια καί νά μᾶς αὐξήσει τόν ἐγωισμό, ὁ ὁποῖος ἀποδιώκει τή χάρη καί τήν εὐσπλαγχνία τοῦ Θεοῦ. Καί τό χειρότερο εἶναι ὅτι ἡ παγίδα αὐτή τῆς δικαιολογήσεως τοῦ ἑαυτοῦ μας γιά τίς πτώσεις καί τίς ἁμαρτίες μας καί ἡ ἐπιρρίψη τῆς εὐθύνης σέ ἄλλα πρόσωπα, στίς συνθῆκες πού ὑπάρχουν, σέ δυσκολίες πού ἀντιμετωπίζουμε, εἶναι τόσο ὕπουλη, ὥστε συχνά δέν ἀντιλαμβανόμεθα ὅτι πέφτουμε σ᾽ αὐτήν. Εἶναι τόσο πολύ συνυφασμένη μέ τήν καθημερινότητά μας καί εἴμεθα τόσο ἐξοικειωμένοι μαζί της, ὥστε αὐτό τήν κάνει ἀκόμη περισσότερο ἐπικίνδυνη γιά τήν πνευματική μας πορεία.
Γι᾽ αὐτό καί ὁ προφήτης καί ψαλμωδός Δαβίδ δέν παραλείπει νά παρακαλεῖ τόν Θεό, στόν ἑκατοστό τεσσαρακοστό ψαλμό πού ψάλλουμε στήν Ἀκολουθία τοῦ Ἑσπερινοῦ, νά διατηρεῖ τήν καρδιά του μακριά ἀπό λόγους πονηρίας, ὥστε νά μήν προφασίζεται προφάσεις καί δικαιολογίες πού ὁδηγοῦν στήν ἁμαρτία. «Μή ἐκκλίνῃς», λέγει, «τήν καρδίαν μου εἰς λόγους πονηρίας, τοῦ προφασίζεσθαι προφάσεις ἐν ἁμαρτίαις».
Αὐτή τήν παράκληση ἄς ἐπαναλαμβάνουμε καί ἐμεῖς καθημερινά, ἰδιαιτέρως ὅμως κατά τήν περίοδο αὐτή τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, καί ἄς προσπαθοῦμε νά ἀγωνιζόμασθε ὥστε νά μήν παραβαίνουμε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ. Ἀλλά καί ὅταν τίς παραβαίνουμε, νά παραδεχόμεθα τό σφάλμα μας καί νά μετανοοῦμε εἰλικρινά, χωρίς νά προσπαθοῦμε νά δικαιώνουμε τόν ἑαυτό μας μέ προφάσεις καί δικαιολογίες, γιά νά βροῦμε τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ καί νά ἀπολαύσουμε τή συγχώρηση καί τή χάρη του.