Την Παρασκευή 15 Μαΐου πραγματοποιήθηκε τριπλή ιερατική σύναξη στην Ιερά Μητρόπολη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας, από μία στις έδρες των τριών μεγάλων αρχιερατικών περιφερειών, προκειμένου να αποφευχθεί ο μεγάλος συνωστισμός των ιερέων και να μπορέσουν να τηρηθούν οι κανόνες ασφαλείας της ΔΙΣ.
Συνάξεις έγιναν στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Μεταμοφρώσεως του Σωτήρος Ναούσης, στον Ιερό Ναό Αγίου Αντωνίου Πολιούχου Βεροίας και στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Κοιμήσεως Θεοτόκου Αλεξανδρείας.
Ο Σεβασμιώτατος ενημέρωσε διεξοδικά τους ιερείς για τα μέτρα ασφαλεἰας που θα πρέπει να τηρηθούν κατά το μεταβατικό στάδιο επιστροφής στην κανονικότητα, καθώς επίσης και για άλλα θέματα υπηρεσιακής φύσεως.
Μεταξύ άλλων τόνισε:
Ἡ χάρη τοῦ Θεοῦ μᾶς ἀξίωσε νά συναντηθοῦμε καί πάλι μετά ἀπό ἕνα ἀσυνήθιστα μεγάλο χρονικό διάστημα πρόσωπο πρός πρόσωπο, ὄχι βεβαίως ὅπως θά ἐπιθυμούσαμε νά βρεθοῦμε ὅλοι μαζί ἐπί τό αὐτό, ἀλλά, ἀκολουθώντας τίς ὁδηγίες καί τά μέτρα τά ὁποῖα συστήνουν οἱ εἰδικοί καί ἡ Ἱερά Σύνοδος τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, κατά ἀρχιερατικές περιφέρειες.
Γι᾽ αὐτό καί πρωτίστως θά πρέπει νά ἐκφράσουμε ἀπό καρδίας τήν εὐγνωμοσύνη μας στόν Θεό, ὁ ὁποῖος μέσα σέ ὅλη αὐτή τή δοκιμασία τῆς ἐπιδημίας πού ἔπληξε τόν κόσμο καί προκάλεσε τόσα πολλά προβλήματα, τόσο πολύ πόνο καί τόσους πολλούς θανάτους ἀνθρώπων, πού ἔφυγαν ἀπό τή ζωή μέ ἐξαιρετικά ὀδυνηρό τρόπο, μόνοι, στερημένοι ἀπό τούς προσφιλεῖς καί τούς οἰκείους τους, διεφύλαξε τήν πατρίδα μας, τήν ἐπαρχία μας καί ἐμᾶς σώους καί ὑγιεῖς σέ μεγάλο βαθμό καί μέ ἐλάχιστες, μόνο, ἀπώλειες ἀδελφῶν μας.
Καί εἴμεθα καί θά πρέπει νά εἴμεθα εὐγνώμονες καί νά εὐχαριστοῦμε διαρκῶς καί τήν Παναγία μητέρα μας, τήν Ὑπεραγία Θεοτόκο, καί τούς ἁγίους μας, καί κατ᾽ ἐξοχήν τούς ἁγίους τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας, διότι εἴμεθα βέβαιοι ὅτι καί ἐκεῖνοι διά τῶν πρεσβειῶν τους μᾶς προφύλαξαν καί μᾶς προστάτευσαν ἀπό τή λοιμική καί θανατηφόρο αὐτή ἀσθένεια, ἡ ὁποία τόσο ἀπροσδόκητα καί βίαια εἰσέβαλε στή ζωή μας καί ἀνέτρεψε τά πάντα γύρω μας, καί εἶχε καί ἔχει ἀκόμη πολλές δυσάρεστες συνέπειες γιά τήν πατρίδα μας καί γιά πολλές ὁμάδες συνανθρώπων μας πού πέρασαν καί περνοῦν ἰδιαίτερα δύσκολα, ἐξαιτίας τῶν συνεπειῶν τῆς πανδημίας καί τῶν μέτρων προφυλάξεων, στήν ἐπαγγελματική καί οἰκονομική ζωή.
Ἡ περίοδος αὐτή τῆς πανδημίας καί τῆς ὑποχρεωτικῆς ἀπομονώσεως καί ἀναστολῆς ὅλων τῶν δραστηριοτήτων μας, ἀκόμη καί αὐτῆς τῆς λειτουργικῆς καί μυστηριακῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας μας καί μάλιστα κατά τή διάρκεια τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, τῆς Μεγάλης Ἑβδομάδος καί τῶν ἁγίων ἡμερῶν τοῦ Πάσχα, ἦταν ἀσφαλῶς πολύ δύσκολη γιά ὅλους μας. Ἦταν μία περίοδος ὀδυνηρῆς δοκιμασίας, μία περίοδος μεγάλου καί πολυμόρφου πειρασμοῦ, τήν ὁποία «κρίμασιν οἷς οἶδε ὁ Θεός» ἐπέτρεψε νά ζήσουμε καί νά ὑπομείνουμε.
Ὅλοι ὑποστήκαμε τά ἴδια περιοριστικά μέτρα καί ἀπομονωθήκαμε ἀναγκαστικά ἀπό τό περιβάλλον μας, τό φυσικό καί τό πνευματικό, ἀπό τούς ναούς μας, ἀπό τίς Ἀκολουθίες μας, ἀπό τό πνευματικό μας ἔργο, ἀπό τούς ἐνορίτες μας, τό ποίμνιό μας, τούς ἀνθρώπους πού στηρίζονται σέ μᾶς, ἀλλά καί ἐκείνους πού στίς δύσκολες αὐτές ὧρες εἶχαν ἀνάγκη τήν ἐνίσχυση καί τήν παρηγορία τῆς Ἐκκλησίας.
Ὅλα αὐτά ἀποτελοῦν δοκιμασία καί προκαλοῦν ὀδύνη καί πόνο ψυχῆς σέ κάθε ποιμένα, σέ κάθε πνευματικό πατέρα, πού δέν μπορεῖ νά βρίσκεται δίπλα στά παιδιά του, ὅπως θά ἤθελε, πού «ἀκούει τῆς φωνῆς» τους, πού αἰσθάνεται τήν ἀγωνία τους, ἀλλά δέν μπορεῖ νά ἀγγίξει οὔτε τό χέρι τους.
Αὐτό πού μπορούσαμε νά κάνουμε ἦταν βεβαίως ἡ προσευχή γιά ὅλα αὐτά πού δέν μπορούσαμε νά κάνουμε καί γιά ὅλους ἐκείνους πού δέν μπορούσαμε νά βρεθοῦμε δίπλα τους. Καί θέλω νά πιστεύω ὅτι, καθώς ὅλοι εἴχαμε περισσότερο χρόνο γιά ἀπομόνωση καί περισυλλογή, θά ἀξιοποιήσαμε αὐτή τήν εὐκαιρία ὄχι μόνο γιά τόν ἑαυτό μας ἀλλά καί γιά τό ποιμνιό μας.
Καί ἐάν ὁ καθένας ἀπό σᾶς ζοῦσε καί αἰσθανόταν τό βάρος αὐτῆς τῆς δοκιμασίας, ὁ Ἐπίσκοπος πού ἔχει τήν εὐθύνη ὄχι μόνο τοῦ λαοῦ ἀλλά καί τοῦ ἱεροῦ κλήρου τῆς ἐπαρχίας του, εἶναι φυσικό νά αἰσθάνεται ἀκόμη περισσότερο πόνο καί θλίψη γιά ὅλη αὐτή τήν κατάσταση γιά τόσο μεγάλο διάστημα.
Γιά μένα ἦταν ἀκόμη μεγαλύτερη ἡ ὀδύνη, καί γιά τόν εὐσεβῆ λαό μας πού περνοῦσε αὐτή τήν περίοδο χωρίς τήν πνευματική τροφοδοσία πού εἶχε ἀνάγκη καί μακριά ἀπό τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησία μας, ἀλλά καί γιά ὅλους ἐσᾶς, τούς κληρικούς τῆς Ἱερᾶς μας Μητροπόλεως.
Συγχρόνως ὅμως ἦταν μεγάλο καί τό βάρος τῆς εὐθύνης νά βοηθήσουμε τούς ἀδελφούς μας, χωρίς νά παραβοῦμε τίς ὁδηγίες τῆς Ἱερᾶς Συνόδου καί τῶν ἁρμοδίων τῆς πολιτείας· νά στηρίξουμε τούς ἀδελφούς μας χωρίς νά θέσουμε σέ κίνδυνο τήν ὑγεία καί τή ζωή τους. Γιατί τό βλέπουμε ἀκόμη καί σήμερα πόσο γρήγορα διαδίδεται ὁ ἰός, ὥστε καί ἡ συμμετοχή κάποιων συνανθρώπων μας στή Λάρισα, σέ μία νεκρώσιμη ἀκολουθία, ἦταν ἀρκετή γιά νά αὐξηθοῦν σέ σημαντικό βαθμό ὁ ἀριθμός τῶν κρουσμάτων.
Στή δυσκολία καί στό βάρος αὐτῆς τῆς κρίσιμης καί ὀδυνηρῆς περιόδου ἕνα ἐπιπλέον βάρος γιά μένα ἦταν καί οἱ κάθε εἴδους ἀπόψεις καί κριτικές πού ἀκουόταν καί γραφόταν γιά τή στάση τῆς Ἐκκλησίας ἀπό κληρικούς καί λαϊκούς.
Εἶχα τήν εὐκαιρία καί σέ ἄλλη περίπτωση νά τό πῶ, ἀλλά θά ἤθελα νά τό ἐπαναλάβω καί σήμερα. Εἶναι εὔκολο νά κάνει κανείς κριτική, ὅταν δέν ἔχει εὐθύνη ἤ ὅταν ἔχει περιορισμένη εὐθύνη. Εἶναι εὔκολο νά προβάλλει τήν πίστη του καί τήν ἀγάπη του στόν Θεό ἤ καί τήν ἱερατική του συνείδηση, ὑπονοώντας τί; ὅτι οἱ ἄλλοι δέν ἔχουν;
Ἡ ὑπακοή στήν Ἐκκλησία, τό εἶπα καί ἄλλοτε, εἶναι πάνω καί ἀπό τό μαρτύριο, γιατί εἶναι ὑπακοή στόν ἴδιο τόν Χριστό, ὁ ὁποῖος εἶναι ἡ κεφαλή τοῦ σώματος, ἡ κεφαλή τῆς Ἐκκλησίας. Ὅποιος διαχωρίζει τόν ἑαυτό του καί τόν θέτει ὑπεράνω τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς Ἱερᾶς Συνόδου πού εἶναι τό ἀνώτατο διοικητικό, συλλογικό ὄργανο τῆς Ἐκκλησίας μας, δέν βρίσκεται στόν σωστό δρόμο, διότι κανείς δέν σώθηκε ἔχοντας ἐμπιστοσύνη στόν ἑαυτό του. Οὔτε βέβαια κανείς μπορεῖ νά συστήνεται ὡς εὐσεβής, ὡς πιστός πού θέτει ὑπεράνω πάντων τήν πίστη του, τή θεία λειτουργία, τά μυστήρια τῆς Ἐκκλησίας, καί συγχρόνως νά χρησιμοποιεῖ χαρακτηρισμούς γιά τούς ὑπευθύνους εἴτε τῆς πολιτείας εἴτε, δυστυχῶς, καί τῆς Ἐκκλησίας, πού ἀπάδουν ὄχι μόνο τῆς χριστιανικῆς ἰδιότητός του ἀλλά καί τῆς εὐπρεπείας πού ὀφείλει νά ἔχει ὁ λόγος μας.
Κανείς μας δέν ἦταν εὐχαριστημένος γιά τούς ναούς μας πού ἔκλεισαν, γιά τήν ἀναστάσιμη καί τίς ἄλλες θεῖες λειτουργίες πού τελέσθηκαν χωρίς πιστούς, οὔτε γιά τούς ἀδελφούς μας πού στερήθηκαν τή θεία Εὐχαριστία. Τό ἀντίθετο ἀσφαλῶς. Ἀλλά ἄς σκεφθοῦμε καί τήν εὐθύνη τῆς Ἐκκλησίας, τῆς Ἱεραρχίας, τῶν ἐπισκόπων. Πόσο μεγάλο θά ἦταν τό βάρος ἀλλά καί τό σκάνδαλο ἄν ἡ καλοπροαίρετη, ἔστω, ἀπροσεξία κάποιων ἀδελφῶν μας θά γινόταν αἰτία νά ἀσθενήσουν ἤ καί νά καταλήξουν κάποιοι ἄλλοι ἀδελφοί μας. Ἄν, ἐπειδή κάποιοι δέν θά ἔπαιρναν τά ἀπαραίτητα μέτρα ἤ δέν θά παρέμεναν στό σπίτι τους γιά νά προφυλαχθοῦν, ὑπῆρχε ἐκθετική αὔξηση τῶν κρουσμάτων, ἡ Ἐκκλησία θά βρισκόταν στό στόχαστρο ὄχι μόνο κάποιων πού δέν πιστεύουν ἤ πού ἀμφισβητοῦν τήν ἱερότητα τοῦ μυστηρίου τῆς θείας Εὐχαριστίας, ἀλλά καί ἄλλων τῶν ὁποίων συγγενεῖς καί φίλοι θά νοσοῦσαν.
Ἀσφαλῶς καί ἐμμένουμε στήν πίστη μας ὅτι ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι σῶμα καί αἷμα Χριστοῦ, εἶναι φάρμακο ζωῆς καί ἀθανασίας καί δέν μεταδίδεται ἐπ᾽ οὐδενί δι᾽ αὐτοῦ οὔτε ἀσθένεια οὔτε ὁτιδήποτε ἄλλο. Αὐτό ἀποτελεῖ ἀκράδαντη πίστη τῆς Ἐκκλησίας μας καί ὅλων μας, ἀλλά καί διαχρονική ἐμπειρία ἀναριθμήτων ἱερέων πού διακόνησαν τό ἱερό μυστήριο ὑπό δύσκολες γιά τά ἀνθρώπινα δεδομένα ὑγειονομικές συνθῆκες. Αὐτό εἶναι ἀδιαπραγμάτευτο καί δέν δεχόμαστε καμία ἀμφισβήτηση ἐπ᾽ αὐτοῦ, ἀνεξάρτητα ἀπό τό τί μπορεῖ νά λέγουν διάφοροι ἄνθρωποι ἤ κύκλοι.
Καί ἀκόμη, κανείς δέν γίνεται νά ἀμφισβητήσει τήν ἀναγκαιότητα τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου γιά τόν κάθε πιστό, ὁ ὁποῖος, ὅταν προσέρχεται κατάλληλα προετοιμασμένος, «μετά φόβου Θεοῦ, πίστεως καί ἀγάπης», γίνεται σύσσωμος καί σύναιμος Χριστοῦ.
Οἱ συνθῆκες πού δημιούργησε, δυστυχῶς, ἡ λοιμώδης ἀσθένεια, πού μᾶς ἔπληξε καί μᾶς ὁδήγησαν στήν ἀναγκαστική ἀπομόνωση, ὁδήγησαν καί στήν ἀναγκαστική ἀποχή τῶν πιστῶν ἀπό τό μέγα αὐτό μυστήριο. Πιστεύουμε ὅμως ὅτι ὁ ἐλεήμων καί παντογνώστης Κύριος γνωρίζει τόν εἰλικρινῆ πόθο τῶν ψυχῶν τῶν ἀδελφῶν μας πού βίωσαν αὐτή τή στέρηση τῆς κοινωνίας μαζί του καί τούς ἔδωσε τή χάρη πού τούς ἔλειψε μέ ὅλους τρόπους. Ἄλλωστε ἡ στέρηση αὐτή ὄχι μόνο τῶν ἱερῶν μυστηρίων ἀλλά καί τῆς λειτουργικῆς ζωῆς θέλω νά πιστεύω ὅτι ἔδωσε σέ ὅλους μας τήν εὐκαιρία νά συνειδητοποιήσουμε τί εἴχαμε καί ἴσως δέν ἐκτιμούσαμε ὅσο ἔπρεπε, τί εἴχαμε καί δέν προσέχαμε πῶς τό ζούσαμε.
Ἡ Ἱερά Μητρόπολή μας προσπάθησε νά ἀναπληρώσει ὅσο μποροῦσε αὐτή τή στέρηση τῆς λειτουργικῆς ζωῆς γιά τούς ἀδελφούς μας. Προσπάθησε μέσα ἀπό τή δυνατότητα πού δίδει τό διαδίκτυο νά φέρει στά σπίτια τῶν ἀδελφῶν μας ὅλο αὐτό τό διάστημα τῶν δύο μηνῶν τίς ἱερές Ἀκολουθίες καί νά τούς βοηθήσει νά αἰσθανθοῦν, ἀκούοντας καί βλέποντας τήν τέλεση τῶν ἱερῶν Ἀκολουθιῶν ἀπό τήν Ἱερά Μονή τῆς Παναγίας Δοβρᾶ, τό νόημα καί τῆς περιόδου τῆς Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς καί τοῦ Πάσχα. Σέ αὐτό ἀπέβλεπαν καί οἱ πρωινές καί ἑσπερινές ὁμιλίες στό τέλος τῶν Ἀκολουθιῶν.
Φυσικά αὐτό δέν σημαίνει ὅτι θά ἀντικαταστήσουμε τούς ναούς μέ τό διαδίκτυο. Ὅμως δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι γιά πάρα πολλούς ἀδελφούς μας ἡ μετάδοση αὐτή ἦταν ἕνα στήριγμα, ἦταν μιά εὐκαιρία προσευχῆς σέ μία περίοδο κατά τήν ὁποία καί ἀνάγκη τήν εἶχαν ἀλλά καί περισσότερο χρόνο εἶχαν στή διάθεσή τους. Καί εἶναι συγκινητικά ὅσα μᾶς μεταφέρουν μέ διαφόρους τρόπους ὅσοι τίς παρακολουθοῦσαν, καί ἦταν πολλές ἑκατοντάδες καί χιλιάδες, ἀλλά ἐξίσου συγκινητικό ἦταν ὅτι πολλοί ἦταν καί ἐκεῖνοι πού εἶχαν τήν εὐκαιρία νά ἀκούσουν καί νά προσευχηθοῦν μαζί μας στίς πρωϊνές ἀκολουθίες στίς ὁποῖες, ὑπό κανονικές συνθῆκες, πιθανόν δέν θά συμμετεῖχαν ποτέ προηγουμένως, ἀλλά καί νά προσεύχονται μαζί μας καθημερινά στό Μεγάλο ἤ καί τό Μικρό Ἀπόδειπνο.
Ὅλα αὐτά δέν μποροῦμε νά τά δοῦμε παρά ὡς μία ἄλλη εὐκαιρία πού μᾶς ἔδωσε ὁ Θεός μέσα ἀπό αὐτή τή δοκιμασία καί δέν γνωρίζουμε σέ πόσες ψυχές μίλησε ἡ ἀγάπη του καί τίς ἀλλοίωσε μέ τόν τρόπο πού Ἐκεῖνος γνωρίζει. Ἐμεῖς ἁπλῶς προσπαθήσαμε νά κάνουμε τό καθῆκον μας στό μέτρο τῶν δυνατοτήτων μας πρός δόξα τοῦ Ὀνόματός του καί σωτηρία τῶν ἀνθρώπων.
Τώρα ὅμως ἐπανερχόμεθα προοδευτικά στήν κανονικότητα.