Την Κυριακή 16 Μαΐου το πρωί ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων λειτούργησε και κήρυξε τον θείο λόγο στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό Μεταμορφώσεως του Σωτήρος Χριστού Ναούσης. Στο τέλος, τελέστηκε μνημόσυνο για τα θύματα της Γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, παρουσία του Υφυπουργού Οικονομικών κ. Απόστολου Βεσυρόπουλου, των Βουλευτών Ημαθίας κ. Αναστασίου Μπαρτζώκα, κ. Λαζάρου Τσαβδαρίδη και κ. Φρόσως Καρασαρλίδου, του Αντιπεριφερειάρχη Ημαθίας κ. Κωνσταντίνου Καλαϊτζίδη, του Δημάρχου Ναούσης κ. Νικόλα Καρανικόλα και των λοιπών τοπικών πολιτικών αρχών καθώς και με την συμμετοχή της Ευξείνου Λέσχη Ναούσης και άλλων πολιτιστικών συλλόγων και σωματείων.
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Μή ἐκθαμβεῖσθε· Ἰησοῦν ζητεῖτε τόν Ναζαρηνόν τόν ἐσταυρωμένον; ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν».
Στον τάφο του Χριστού μας μετέφερε το ευαγγελικό ανάγνωσμα· εκεί όπου ο Ιωσήφ με τον Νικόδημο, τους οποίους τιμούμε σήμερα, Κυριακή τρίτη από του Πάσχα, μαζί με τις Μυροφόρες γυναίκες, είχαν ευλαβικά τοποθετήσει το νεκρό σώμα του Διδασκάλου τους. Δεν μας μετέφερε όμως για να θρηνήσουμε μαζί με τις μαθήτριες του Κυρίου μας, αλλά για να ζήσουμε και εμείς τη χαρά της Αναστάσεώς του, για να ζήσουμε το θαύμα το οποίο μέσα στη νύκτα του φόβου και της απογνώσεως, μέσα στο σκοτάδι της θλίψεως και του πόνου, άλλαξε τη ροή της ιστορίας και μετέβαλε την πορεία του κόσμου.
Πριν από τρεις ημέρες η κατάσταση φαινόταν ζοφερή. Ο Ιησούς που είχαν πιστεύσει και είχαν ακολουθήσει, ο Ιησούς που είχε κάνει τόσα θαύματα και είχε αναστήσει νεκρούς, εκείτο ο ίδιος νεκρός, άπνους, σχεδόν μόνος και εγκαταλελειμένος από τους ανθρώπους τους οποίους ευεργέτησε. Κανείς άλλος δεν είχε τολμήσει να ζητήσει το σώμα του, εκτός από τον Ιωσήφ. Κανείς άλλος δεν είχε ενδιαφερθεί να φέρει τα απαραίτητα για την ταφή του αρώματα, εκτός από τον Νικόδημο. Κανείς άλλος δεν είχε φροντίσει να μάθει που θα ταφεί, εκτός από τις Μυροφόρες γυναίκες.
Και όμως σήμερα τα πάντα αλλάζουν. Ο εσταυρωμένος Ιησούς δεν χρειαζόταν τη βοήθεια των ανθρώπων για να αναστηθεί. Δεν χρειαζόταν χρόνο για να σώσει «παγγενεί» τον Αδάμ και να λυτρώσει το ανθρώπινο γένος από τα δεσμά της αμαρτίας. Δεν χρειαζόταν βοήθεια για να εξέλθει από το μνημείο αναστημένος και θριαμβευτής.
Ο άγγελος, τον οποίο συναντούν οι Μυροφόρες γυναίκες το πρωί της μιας των Σαββάτων στο μνήμα του Χριστού, είναι μάρτυρας του γεγονότος της Αναστάσεως. Είναι εκείνος που εξηγεί στις μαθήτριες του Κυρίου το θαύμα, για να μην εκπλαγούν, για να μην τρομάξουν, αλλά για να το πιστεύσουν, για να πιστεύσουν ότι το θαύμα της Αναστάσεως είναι αυτό που αλλάζει τα πάντα, που καινοποιεί τον κόσμο, που ανιστά τις ψυχές των ανθρώπων που θα το πιστεύσουν και θα θελήσουν να το ζήσουν.
Είκοσι αιώνες τώρα, που οι άνθρωποι ζούμε μέσα στο θαύμα της Αναστάσεως, έχουμε πολλές ευκαιρίες να διαπιστώσουμε την επίδραση της στον κόσμο και στη ζωή μας. Γιατί η Ανάσταση είναι η απόδειξη ότι ο Χριστός έχει τη δύναμη να επεμβαίνει καθοριστικά στην ιστορία του ανθρώπου και να μεταβάλλει και τις πιο δυσοίωνες συνθήκες και καταστάσεις. Έχει τη δύναμη να διώχνει τον φόβο και να φέρνει την χαρά και την αισιοδοξία. Την χαρά και την αισιοδοξία που δίνει η προοπτική μιάς νέας ζωής «εν Χριστώ Ιησού», που δεν αιθεροβατεί, αλλά στηρίζεται στο θαύμα της Αναστάσεως και στη δύναμη του Αναστάντος Κυρίου να αλλάξει τον κόσμο και να ανατρέψει τις συνθήκες και τις καταστάσεις που επικρατούν.
Αυτή η πραγματικότητα κάνει όσους πιστεύουμε στον Αναστάντα Χριστό να μην απογοητευόμεθα και να μη φοβούμεθα ακόμη και στις πιο δύσκολες συνθήκες, γιατί γνωρίζουμε ότι σε όλα τα γεγονότα της ζωής μας και της ζωής του κόσμου την τελευταία λέξη την έχει ο Χριστος.
Η πίστη στον Αναστάντα Χριστό ήταν αυτή στην οποία βασίστηκε όχι μόνο η ελληνική επανάσταση του 1821, που τιμούμε φέτος, ούτε μόνο η θυσία των Ναουσαίων που εορτάσαμε πανηγυρικά την περασμένη Κυριακή, αλλά και η καρτερία και η δύναμη με την οποία οι πατέρες και οι πρόγονοί μας στον Πόντο άντεξαν τις φρικτές συνέπειες του σχεδίου της γενοκτονίας, υπέμειναν εξορίες, βασανιστήρια, μαρτύρια και εν τέλει τον ξερριζωμό από τις πατρογονικές τους εστίες, από εκεί όπου ο Ελληνισμος άκμαζε τρεις χιλιάδες χρόνια, για να πάρουν τον δρόμο της προσφυγιάς.
Κάθε άλλος λαός θα είχε υποκύψει στα δεινά, όμως ο Ποντιακός Ελληνισμός άντεξε και παρότι αδικημένος, ταλαιπωρημένος, κατατρεγμένος κατόρθωσε με την πίστη στον Αναστάντα Κύριο να σταθεί όρθιος, να διατηρήσει την παράδοση και τον πολιτισμό του, να αγωνίζεται για την εκπλήρωση των δικαίων του και να πιστεύει ακράδαντα ότι τίποτε δεν μπορεί να χαθεί για όποιον πιστεύει στη δύναμη του Αναστάντος Χριστού.
Αυτή τη δύναμη έχει ανάγκη ο κάθε άνθρωπος, και αυτή η δύναμη είναι το μήνυμα της σημερινής ημέρας, που μαζί με τις Μυροφόρες γυναίκες και τους κεκρυμμένους μαθητές του Χριστού, τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο, τιμούμε και τους πατέρες μας, τα θύματα της γενοκτονίας του Ποντιακού Ελληνισμού, που με τον δικό τους τρόπο καλούν και εμάς να αντλήσουμε από τη δύναμη της Αναστάσεως για να αντιπαλαίσουμε όλες τις δυσκολίες της εποχής μας και να συνεχίσουμε να αγωνιζόμεθα με την πιστη, την ελπίδα και την αισιοδοξία που μας χαρίζει ο Αναστημένος Χριστος, με την πίστη και την ελπίδα που αγωνίσθηκαν και οι πατέρες μας.
Ας ακούσουμε το μήνυμα αυτό και ας αντλήσουμε δύναμη από τη δύναμη της πίστεως στον Χριστό για να συνεχίσουμε τη ζωή και τον αγώνα μας.
Σήμερα που εορτάζουμε τους δύο αυτούς εκλεκτούς Ιουδαίους, τον Ιωσήφ και τον Νικόδημο, ο οποίος ήταν βουλευτής, εορτάζουν και οι βουλευτές μας. Εορτάζουν, διότι ήταν αυτός ο οποίος μπορεί να μην ήταν σαν τους μαθητές του Κυρίου ή να μην τον ακολουθούσε παντού, όπως τον ακολουθούσαν εκείνοι, αλλά ήταν, θα έλεγα, πιο πιστός από αυτούς, διότι είχε το θάρρος μέσα σε εκείνον τον κυκεώνα της σταυρώσεως να πάει, όταν εκοιμήθη ο Κύριος επί του Σταυρού και να ζητήσει το Σώμα του, να το αλείψει με μύρα και να το θάψει μαζί με τον Ιωσήφ. Εύχομαι αυτή την πίστη αλλά και την τόλμη που είχε ο βουλευτής αυτός, να την έχετε και σεις μέσα στη Βουλή και πάντοτε να είστε υπέρ των δικαίων της Μακεδονίας και της πατρίδος μας».