Χθες το απόγευμα ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε και κήρυξε τον θείο λόγο, όπως κάθε Τρίτη απόγευμα, στον Εσπερινό της εορτής της αποδόσεως της Υπαπαντής του Κυρίου και στην Παράκληση του Αγίου Λουκά του Ιατρού στον Ιερό Ναό του στην Ιερά Μονή Παναγίας Δοβρά Βεροίας.
Η Ιερά Ακολουθία μεταδόθηκε απευθείας στην ιστοσελίδα της Ιεράς Μητροπόλεως, στην αντίστοιχη σελίδα στο Facebook και στον ραδιοφωνικό σταθμό «Παύλειος Λόγος 90,2 FM».
Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων:
Τήν περασμένη Κυριακή ἡ Ἐκκλησία μας ἑόρτασε τή μνήμη ἑνός μεγάλου καί σοφοῦ ἱεράρχου, τοῦ ἁγίου Φωτίου, πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως. Εἶχε ἐντρυφήσει ἀπό παιδί ὁ Μέγας Φώτιος στή μελέτη καί τή μόρφωση καί εἶχε κατακτήσει πολλές γνώσεις σέ ὅλες τίς ἐπιστῆμες, ὥστε νά ξεχωρίζει καί νά διακρίνεται ἀνάμεσα στούς σοφούς τῆς Κωνσταντινουπόλεως. Γι᾽ αὐτό καί ὁ αὐτοκράτορας τοῦ Βυζαντίου τοῦ ἐμπιστεύθηκε τή μόρφωση τῶν παιδιῶν του. Γρήγορα κατέκτησε ὑψηλές θέσεις καί τιμές στά ἀνάκτορα, ἀλλά ὁ Φώτιος δέν ἦταν προσκολλημένος σέ αὐτές, οὔτε ἐπεδίωκε τήν κοσμική δόξα καί τόν πλοῦτο πού προσφέρει. Ἔτσι, ὅταν ὁ Θεός τόν κάλεσε νά διακονήσει τήν Ἐκκλησία καί τήν ὀρθόδοξη πίστη, ὁ Φώτιος, πού εἶχε γαλουχηθεῖ ἀπό τούς εὐσεβεῖς γονεῖς του μέ τήν πίστη καί τήν ἀγάπη στόν Χριστό, δέν δίστασε νά ἐγκαταλείψει τά κοσμικά ἀξιώματα καί νά ἀνταλλάξει τό παλάτι καί τίς ἀνέσεις του μέ τή δύσκολη καί πολυεύθυνη διακονία τοῦ ὀρθοδόξου ἱεράρχου καί μάλιστα τοῦ πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως.
Ἡ Ἐκκλησία τόν εἶχε ἀνάγκη, καί ὁ Φώτιος μέ προθυμία δέχθηκε νά προσφέρει τίς γνώσεις του, τήν εὐστροφία του, τίς δυνάμεις του, τήν ἐμπειρία του, γιά νά στηρίξει τήν Ἐκκλησία νά δώσει τή μαρτυρία τοῦ Εὐαγγελίου στούς ἀνθρώπους.
Καί θά μπορούσαμε νά ποῦμε ὅτι ἡ πορεία τῆς ζωῆς του εἶναι παράλληλη μέ τήν πορεία τῆς ζωῆς τοῦ ἁγίου Λουκᾶ. Γιατί καί οἱ δύο ἦταν ἄνθρωποι τῆς μελέτης, ἦταν καθηγητές, καί ὅμως ἄφησαν τή μελέτη, ἄφησαν τίς βιβλιοθῆκες καί τά πανεπιστημιακά ἕδρανα, γιά τή δράση καί τό κήρυγμα πού ἀπαιτεῖ ἡ διακονία τοῦ ἱεράρχου.
Εἶναι ὅμως παράλληλες οἱ πορεῖες τῆς ζωῆς τοῦ Μεγάλου Φωτίου καί τοῦ ἁγίου Λουκᾶ καί στή συνέχεια, ἄν καί ἔζησαν σέ διαφορετικές χῶρες καί σέ διαφορετικές συνθῆκες, γιατί καί οἱ δύο διώχθηκαν, ἀπομακρύνθηκαν ἀπό τούς θρόνους τους καί συκοφαντήθηκαν, γιατί δίδασκαν τήν ὀρθόδοξη πίστη καί ἐργαζόταν γιά τό συμφέρον τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.
Ὅμως τόσο ὁ Μέγας Φώτιος ὅσο καί ὁ ἅγιος Λουκᾶς ἀγωνίσθηκαν γιά νά ὑπερασπισθοῦν τήν Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ ἀλλά καί νά διαδώσουν τήν ὀρθόδοξη πίστη ὁ ἕνας, ὁ ἅγιος Φώτιος, στούς Σλάβους πού ζοῦσαν στό σκοτάδι τῆς εἰδωλολατρείας, καί ὁ ἄλλος, ὁ ἅγιος Λουκᾶς, στούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς του, πού ζοῦσαν στό σκοτάδι τῆς ἀθεΐας πού ἐπέβαλε τό ἄθεο καθεστώς τῆς τότε Σοβιετικῆς Ἑνώσεως.
Καθώς, λοιπόν, ἑορτάσαμε τήν περασμένη Κυριακή τόν Μέγα Φώτιο, θελήσαμε νά τόν μνημονεύσουμε καί ἀπόψε πού ψάλαμε, ὅπως κάθε Τρίτη, τήν παράκληση τοῦ ἁγίου Λουκᾶ, γιά νά διδαχθοῦμε ἀπό τή ζωή τους καί κυρίως γιά νά κατανοήσουμε ὅτι ἡ ζωή τους δέν ἦταν εὔκολη ἤ ἄνετη. Χρειάσθηκε κόπος καί πόνος καί δάκρυα ἀλλά καί πίστη καί ὑπομονή γιά νά φθάσουν ἐκεῖ πού ἔφθασαν, γιά νά φθάσουν στήν ἁγιότητα καί νά εὐφραίνονται τώρα στή χαρά τῆς βασιλείας τῶν οὐρανῶν, ἡ ὁποία δέν ἑτοιμάσθηκε ἀπό τόν Θεό μόνο γιά ὁρισμένους, ἀλλά γιά ὅλους. Ἀρκεῖ καί ἐμεῖς νά ἀγωνιζόμεθα, νά ὑπομένουμε καί νά μήν προσκολλώμεθα στά ὑλικά καί τά ἐγκόσμια πράγματα, ἀλλά νά προσπαθοῦμε νά ἀποκτήσουμε τό ἕνα, ὅπως λέει ὁ Κύριος, «ἑνός ἐστί χρεία». Καί αὐτό δέν εἶναι παρά ἡ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας, γιά τήν ὁποία θά πρέπει νά παρακαλοῦμε τόν Θεό καί νά ἐπικαλούμεθα καί τίς πρεσβεῖες τῆς Ὑπεραγίας Θεοτόκου καί τῶν ἁγίων μας. Διότι συνήθως παρακαλοῦμε τούς ἁγίους μας γιά τίς σωματικές μας ἀνάγκες, ξεχνοῦμε ὅμως νά ζητοῦμε τή βοήθειά τους καί τή μεσιτεία τους καί γιά τίς πνευματικές μας ἀνάγκες.
Ἄς τό κάνουμε καί αὐτό, καί τότε, ὅπως ἐπεμβαίνουν οἱ ἅγιοι στή ζωή μας καί θεραπεύουν τίς σωματικές μας ἀσθένειες, θά ἐπεμβαίνουν καί θά μᾶς βοηθοῦν καί στίς ψυχικές μας ἀνάγκες. Ἄλλωστε καί τά θαύματά τους δέν ἀποβλέπουν νά θεραπεύσουν μόνο τό σῶμα μας, ἀλλά νά θεραπεύσουν δι᾽ αὐτοῦ καί τήν ψυχή μας.
Ἕνα ἀπό τά πολλά θαύματα τοῦ ἁγίου Λουκᾶ, ἄς ἀκούσουμε καί ἀπόψε γιά νά μήν ξεχνοῦμε ὅτι ὁ ἅγιος ἐπεμβαίνει στή ζωή μας, ἀρκεῖ ἐμεῖς νά τόν παρακαλοῦμε.
Κάποια ἡμέρα ἦρθε ἐδῶ στό μοναστήρι ἕνα ἀνδρόγυνο καί πῆρε τήν Παράκληση τοῦ ἁγίου καί τήν εἰκόνα του. Θά πήγαιναν ἕνα ταξίδι στή Γερμανία καί εἶπαν ὅτι θά τά δώσουν σέ μία φιλική οἰκογένεια γιά νά γνωρίσουν καί αὐτοί τόν ἅγιο καί νά τόν ἐπικαλοῦνται.
Πράγματι τούς τά ἔδωσαν καί τούς εἶπαν ὅτι εἶναι σύγχρονος ἅγιος, θαυματουργός, ἔζησε μέσα στήν ἀθεΐα καί ἦταν ἕνας ὁμολογητής τῆς πίστεως.
Οἱ ἄνθρωποι εἶπαν ἀμέσως ὅτι ἔχουμε τόν ἀδελφό μας στήν Ἀμερική πού εἶναι στό τελευταῖο στάδιο τοῦ καρκίνου. Νά τόν πάρουμε στό τηλέφωνο, νά τοῦ ποῦμε νά ἐπικαλεσθεῖ τόν ἅγιο. Τόν πῆραν πράγματι καί ἐκεῖνος ἀπογοητευμένος εἶπε: ἐμένα μέ εἶδαν ὅλοι οἱ γιατροί ἐδῶ στήν Ἀμερική, δέν γίνομαι καλά, τελείωσε ἡ ζωή μου. Ἦταν τελείως ἀπογοητευμένος. Οἱ ἄνθρωποι τόν παρεκάλεσαν, ἐκεῖνος ἀνένδοτος.
Ἔκλεισαν τό τηλέφωνο. Τήν ἄλλη ἡμέρα, ὅπως κάθε βράδυ, κάθε μέρα, περνοῦν οἱ γιατροί ἀπό τούς ἀσθενεῖς, πέρασαν καί ἀπό αὐτόν οἱ καθηγητές καί μεταξύ αὐτῶν ἦταν ἕνας τελευταῖος.
Τοῦ λέει ὁ ἀσθενής: πρώτη φορά σᾶς βλέπω. Τοῦ λέει ἐκεῖνος, ναί, πρώτη φορά ἔρχομαι ἐδῶ, ἀλλά ἦρθα γιά σένα. Καί ποιός εἶστε; Εἶμαι ὁ γιατρός, ὁ Λουκᾶς ὁ ἰατρός, ὁ ἀρχιεπίσκοπος Συμφερουπόλεως, καί ἦρθα νά σᾶς θεραπεύσω. Τόν εὐλόγησε καί ἐξαφανίσθηκε.
Ὁ ἄνθρωπος τά ἔχασε. Τά ἔχασαν καί στό νοσοκομεῖο, στήν Ἀμερική. Τόν ἐξετάζουν τήν ἄλλη μέρα, ὁ ἄνθρωπος πού ὁ ἄνθρωπος πού ἦταν στό τελευταῖο στάδιο τοῦ καρκίνου, ἦταν ὑγιέστατος.