Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων χοροστάτησε, χθες, στον Όρθρο της Μεγάλης Πέμπτης στον Ιερό Ναό της Αγίας Παρασκευής Μελίκης.
“Ας προσέξουμε γι᾽αυτό και ας διατηρούμε τον εαυτό μας σε διαρκή εγρήγορση, ελέγχοντας τις πράξεις μας και τη ζωή μας, για να μην προδίδουμε τον Χριστό που μας αγάπησε και μας ευεργέτησε και σταυρώθηκε για μας, για «τριάκοντα αργύρια», για κάποιο πρόσκαιρο και αμφίβολο κέρδος, και στερηθούμε με τον τρόπο αυτό τη σωτηρία μας αλλά και την αιώνιο ζωή“, είπε μεταξύ άλλων στην ομιλία του.
Η ομιλία του Μητροπολίτη Βεροίας:
Ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης κ. Παντελεήμων στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Τῇ ἁγίᾳ καί μεγάλῃ Πέμπτῃ, οἱ τά πάντα καλῶς διαταξάμενοι θεῖοι Πατέρες … παραδεδώκασιν ἡμῖν τέσσερά τινα ἑορτάζειν, τόν ἱερόν Νιπτῆρα, τόν μυστικόν Δεῖπνον, τήν ὑπερφυᾶ Προσευχήν, καί τήν προδοσίαν».
Παρακολουθοῦμε ἀπό τήν περασμένη Κυριακή, τήν Κυριακή τῶν Βαΐων, τήν πορεία τοῦ Κυρίου μας πρός τό Πάθος. Τήν παρακολουθοῦμε μέσα ἀπό τά ἀναγνώσματα καί τούς ὕμνους πού τήν περιγράφουν, ἀλλά καί μέσα ἀπό σημαντικά γεγονότα πού συνέβησαν αὐτές τίς ἡμέρες καί τά ὁποῖα οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας μας ὅρισαν νά μνημονεύουμε καί νά ἑορτάζουμε.
Ἔτσι ἀκούσαμε ἀπόψε στό Συναξάριο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Πέμπτης τά τέσσερα γεγονότα πού ἑορτάζουμε αὔριο: τόν ἱερό νιπτῆρα, τόν μυστικό Δεῖπνο, τήν ὑπερφυᾶ προσευχή καί τήν προδοσία.
Τά τέσσερα αὐτά εἶναι τά τελευταῖα γεγονότα πού συμβαίνουν λίγο πρίν ἀπό τό Πάθος τοῦ Κυρίου μας. Τά τρία, θά μπορούσαμε νά ποῦμε, εἶναι θετικά. Ὁ ἱερός νιπτήρας μᾶς διδάσκει τήν ταπείνωση τοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος ἔσκυψε καί ἔπλυνε τά πόδια τῶν μαθητῶν του. Ὁ μυστικός Δεῖπνος τήν ἀγάπη τοῦ Κυρίου μας, ὁ ὁποῖος προσφέρει στούς μαθητές του τό Σῶμα του καί τό Αἷμα του. Ἡ ὑπερφυής προσευχή μᾶς ὑπενθυμίζει τήν ἀγωνία τοῦ Χριστοῦ γιά τή σωτηρία μας καί τήν ἀπόλυτη ὑπακοή του στόν Θεό-Πατέρα του, συγχρόνως ὅμως καί τήν ἀνάγκη τῆς ἐγρηγόρσεως πού συστήνει στούς μαθητές του.
Τό τέταρτο γεγονός πού μνημονεύουμε εἶναι ἡ προδοσία, εἶναι τό ἀρνητικό γεγονός. Ὁ μαθητής, ὁ Ἰούδας, ὁ ὁποῖος βρισκόταν ἐπί τρία χρόνια δίπλα στόν Χριστό, καί ἄκουσε τή διδασκαλία του, εἶδε τά θαύματά του, ἔζησε ὅ,τι ἔζησαν καί οἱ ἄλλοι μαθητές τοῦ Κυρίου, τόν προδίδει. Τόν παραδίδει στούς γραμματεῖς καί τούς φαρισαίους, οἱ ὁποῖοι ἐπί τρία χρόνια προσπαθοῦσαν νά τόν παγιδεύσουν μέ διάφορους τρόπους, γιατί τούς ἤλεγχε ὁ λόγος του καί ἡ ζωή του, γιατί τούς ἐνοχλοῦσαν οἱ ἄνθρωποι πού τόν ἀκολουθοῦσαν, γιατί δέν ἤθελαν νά παραδεχθοῦν ὅτι αὐτός ἦταν ὁ Μεσσίας πού ἔλεγαν οἱ προφητεῖες πού διάβαζαν ἀλλά δυστυχῶς δέν κατανοοῦσαν.
Αὐτός πού δέχθηκε μέχρι τήν τελευταία στιγμή τήν ἀγάπη τοῦ Διδασκάλου του, ὁ Ἰούδας, τόν προδίδει σέ ἐκείνους πού τόν φθονοῦσαν, κάτι πού ἀναγνωρίζει καί ὁ Πόντιος Πιλάτος, ὅταν θά τόν παραδώσουν σέ ἐκεῖνον γιά νά τόν σταυρώσει.
Ὁ Ἰούδας προδίδει τόν Χριστό, γιατί, παρότι ἦταν μέσα στόν στενό κύκλο τῶν μαθητῶν του, δέν θέλησε νά ἀκούσει τόν λόγο τοῦ Κυρίου, τόν ὁποῖο ἐπανέλαβε καί στόν κῆπο τῆς Γεθσημανῆ, ὅταν ὁ ἴδιος ὅμως βρισκόταν ἤδη στόν δρόμο τῆς προδοσίας. «Γρηγορεῖτε καί προσεύχεσθε, ἵνα μή εἰσέλθητε εἰς πειρασμόν».
Ὁ Ἰούδας δέν εἶχε ἀσκηθεῖ στήν ἐγρήγορση καί ἔτσι ἄφησε τό πάθος τῆς φιλαργυρίας πού εἶχε, ὅπως σημειώνουν κάποιες φορές οἱ ἱεροί εὐαγγελιστές, νά κυριεύσει τήν ψυχή του καί νά τόν βάλει στόν πειρασμό νά προδώσει τόν Διδάσκαλό του γιά τριάκοντα ἀργύρια. Δέν εἶχε ἀσκηθεῖ στήν ἐγρήγορση καί γι᾽ αὐτό καί, ὅταν ἀκόμη μεταμελήθηκε γιά τήν προδοσία του καί ἐπέστρεψε τά τριάκοντα ἀργύρια, δέν μετανόησε ὅπως ἔκανε ὁ ἄλλος μαθητής, ὁ Πέτρος, ἀλλά «ἀπελθών ἀπήγξατο», ἐνῶ ὁ Πέτρος μετανόησε, ἔκλαυσε καί ἔλαβε τή συγχώρηση τοῦ Κυρίου.
Ποιός εἶναι ὅμως ὁ λόγος γιά τόν ὁποῖο ἡ Ἐκκλησία μας μνημονεύει αὐτό τό ἀρνητικό γεγονός τῆς προδοσίας τοῦ Ἰούδα;
Ἀσφαλῶς τό μνημονεύει γιατί ἀποτελεῖ ἕνα σημαντικό γεγονός στήν ἐξέλιξη τοῦ θείου Πάθους. Τό μνημονεύει ὅμως γιά νά μᾶς διδάξει πόσο εὔκολα εἶναι δυνατόν νά παρασυρθοῦμε καί ἐμεῖς στόν δρόμο τοῦ Ἰούδα, στόν δρόμο τῆς προδοσίας τοῦ Χριστοῦ, ἐάν δέν προσέξουμε καί ἀφήσουμε τόν ἑαυτό μας νά παρασυρθεῖ ἀπό μικρότερα ἤ μεγαλύτερα πάθη καί ἀδυναμίες. Διότι μπορεῖ καί ἐμεῖς νά λέμε ὅτι πιστεύουμε στόν Χριστό, ὅτι τόν ἀκολουθοῦμε, ὅτι τόν ἀγαποῦμε, ὅτι εἴμαστε μέλη τοῦ Σώματός του, τέκνα τῆς Ἐκκλησίας του, καί ὅμως, ὅταν καλούμεθα νά ἐπιλέξουμε ἀνάμεσα στόν Χριστό καί στήν προσωπική μας εὐχαρίστηση καί ἄνεση, ἐπιλέγουμε τή δεύτερη, τήν ἄνεση. Ὅταν καλούμεθα νά ἐπιλέξουμε μεταξύ Χριστοῦ καί ἀνθρώπων, προτιμοῦμε πάλι τούς δεύτερους, γιά νά μήν τούς δυσαρεστήσουμε, γιά νά μήν χάσουμε τήν ὑποστήριξή τους ἤ τήν ὑπόληψή τους. Ὅταν καλούμεθα νά ἐπιλέξουμε ἀνάμεσα στόν Χριστό καί τό συμφέρον μας, ἐπιλέγουμε δυστυχῶς τό συμφέρον μας, γιατί νομίζουμε ὅτι μποροῦμε νά κάνουμε κάποια ἔκπτωση στήν πίστη μας, μποροῦμε νά παραβοῦμε κάποια ἐντολή τοῦ Χριστοῦ, μποροῦμε νά μήν «ἐκτεθοῦμε» ὡς πιστοί ἀκόλουθοί του καί γίνουμε καί ἐμεῖς «ἀποσυνάγωγοι», καί ζημιωθοῦμε καί χάσουμε κάτι πού θέλουμε πολύ.
Καί μπορεῖ μέ ὅλα αὐτά νά μήν ὁδηγοῦμε τόν Χριστό στόν Σταυρό, ὅπως συνέβη μέ τήν προδοσία τοῦ Ἰούδα, ἀλλά δέν ὑπάρχει ἀμφιβολία ὅτι μέ αὐτά προδίδουμε καί ἐμεῖς τόν Χριστό. Τόν σταυρώνουμε μέ τήν ἄρνηση καί μέ τήν προδοσία μας καί κινδυνεύουμε νά βρεθοῦμε στήν ἴδια θέση μέ τόν Ἰούδα.
Ἄς προσέξουμε γι᾽αὐτό καί ἄς διατηροῦμε τόν ἑαυτό μας σέ διαρκῆ ἐγρήγορση, ἐλέγχοντας τίς πράξεις μας καί τή ζωή μας, γιά νά μήν προδίδουμε τόν Χριστό πού μᾶς ἀγάπησε καί μᾶς εὐεργέτησε καί σταυρώθηκε γιά μᾶς, γιά «τριάκοντα ἀργύρια», γιά κάποιο πρόσκαιρο καί ἀμφίβολο κέρδος, καί στερηθοῦμε μέ τόν τρόπο αὐτό τή σωτηρία μας ἀλλά καί τήν αἰώνιο ζωή.