Ι.Μ. Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας
28 Απριλίου, 2021

Βεροίας Παντελεήμων: «Ας μιμηθούμε τη μετάνοια και την τόλ­μη της αμαρτωλής γυναίκας»

Διαδώστε:

Στην Ακολουθία του Νυμφίου στον Ιερό Μητροπολιτικό Ναό των Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου Βεροίας χοροστάτησε ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμων τη Μεγάλη Τρίτη 27 Απριλίου το απόγευμα.

Ο Σεβασμιώτατος στην ομιλία του ανέφερε μεταξύ άλλων: «Αὕτη τόν δεσπότην ἐπεγίνωσκεν, οὗτος τοῦ δεσπότου ἐχωρίζετο».

Δύο διαφορετικές συμπεριφορές και δύο διαφορετικές πορείες ιχνηλατούν οι ιεροί υμνογράφοι των ύμνων του Όρθρου της Με­γά­λης Τετάρ­της που ψάλαμε απόψε. Μπο­ρεί τα πρόσωπα και τα περι­στα­τικά να μας είναι γνωστά, μπορεί να τα ακούμε κάθε χρόνο αυτή την ημέρα, αλλά είναι σκόπιμο να τα μελετήσουμε για λίγο και να κατανοήσουμε, γιατί η Εκ­κλησία μας μας τα υπενθυμίζει και μας τα προβάλλει.

Από τη μία πλευρά, είναι η αμαρ­τωλή γυναίκα που πλένει τα πόδια του Χριστού με μύρο, και από την άλλη ο μαθητής του, ο Ιούδας.

Η γυναίκα είναι βυθισμένη στην αμαρ­τία, ευρίσκεται μακριά από τον Θεό και θα λέγαμε, είναι χωρίς προοπτική να αλλάξει ζωή. Τόσο αμαρτωλή ήταν!

Αντί­θε­τα, τον Ιούδα τον είχε επιλέξει ο Χριστός για μαθητή του, όπως και τους άλλους ένδεκα, και ζούσε κοντά του επί τρία χρόνια. Τον γνώριζε, είχε παρακο­λουθήσει τη διδασκαλία, τη ζωή και τα θαύ­ματά του. Επί τρία χρό­νια ζούσε μέ­σα στην αγάπη του, έβλεπε την ευσπλαγχνία και τη συγκαταβα­τι­κότητά του προς τους ανθρώπους, την υπομονή και την ανοχή του, την ταπείνωση και τη μακροθυμία του. Γνώριζε ότι το μόνο που ζη­τού­σε από τους ανθρώπους ήταν η πίστη και τολμούσε να πλησιάζει και να στηρίζει τους αμαρτωλούς, τους πονεμένους και τους αδικη­με­νους και να υπερασπίζεται εκεί­νους που η κακία των ανθρώπων κα­τέκρινε. Ποιος θα περίμε­νε, λοι­πόν, ότι ο Ιούδας θα μπορούσε πο­τέ να τον αρνη­θεί ή πολύ περισ­σό­τερο να τον προ­δώσει;

Και όμως και οι δύο αλλάζουν πο­ρεία. Η αμαρτωλή γυναίκα δια­γράφει με μία κίνηση το παρελθόν της. Γιατί αν αμαρτία είναι η αστο­χία του ανθρώ­που να πλησιά­σει τον Θεό και η άρνησή του, η μετά­νοια είναι η από­δειξη ότι τον ανα­γνωρίζει και θέλει να ζει μαζί του. Και αυτό ακριβώς κάνει και η πρώην αμαρτωλή. Με το μύρο που κομίζει στον Χριστό και η πράξη της να του αλείψει με αυτό τα πόδια, αποδεικνύει ότι τον ανα­γνω­ρίζει ως σωτήρα και λυτρωτή της, ότι τον αναγνωρίζει ως δε­σπότη και Θεό της.

Δεν εξα­γο­ράζει την άφεση με το πολύτιμο μύρο. Με τη μετάνοιά της την εξα­γοράζει. Με την ταπεί­νωσή της να γονατίσει ενώπιον του Χριστού την κερδίζει.

Τι συμβαίνει όμως με τον Ιούδα; Εκείνος κρίνει μία πράξη που ο Διδάσκαλός του αποδέχεται και επαι­­νεί, όχι γιατί την έχει ανάγκη, αλλά γιατί αποτελεί έκφραση της μετανοίας της γυναίκας. Εκείνος υποκρίνεται ενδιαφέρον για τους πτωχούς και έτσι ψεύδεται ενώ­πιον του Θεού. Αμφισβητεί τη Θεό­τητά του, καθώς αρνείται στην αμαρτωλή γυναίκα τη δυνα­τότητα να προσφέρει ο,τι πιο πολύτιμο είχε στον Χριστό, και ο ίδιος χωρί­ζε­ται με την επιλογή του από Αυτόν.

«Αύτη τον δεσπότην επεγίνωσκεν, ούτος του δεσπότου εχωρίζετο».

Οι θέσεις αντιστρέφονται, η προο­πτική μεταβάλλεται. Η αμαρτωλή γυναίκα κερδίζει τη σωτηρία και ευρίσκεται μαζί με τον Χριστόν. Ο μαθητής χωρίζεται από τον Διδά­σκαλο και βαδίζει την οδό απω­λεί­ας.

Ας διδαχθούμε από τα δύο πρό­σω­πα και τη στάση τους, και ας μη νομίζουμε ότι έχουμε εξασφαλίσει την οικειότητα με τον Θεό και τη σωτηρία, επειδή ευρισκόμεθα μέσα στην Εκκλησία ή επειδή νομίζουμε ότι ακολουθούμε τον δρόμο του Θεού. Μία αδυναμία, ένας πειρα­σμός, ένα πάθος μπορεί να μας οδη­­γήσει μακριά του, μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του, μπορεί να μας κάνει και να τον αρ­νηθούμε.

Ας μην επαναπαυό­με­θα ποτέ, και κυρίως ας μην ακο­λου­θούμε την τακτική του Φαρι­σαίου, ο οποίος υποτιμούσε τον τε­λώ­νη, που τελι­κά δικαιώθηκε. Ας μην μιμούμεθα τον Ιού­δα, ο οποί­ος υποτιμούσε την αμαρ­τωλή γυ­ναίκα, που τελι­κά κέρδισε τη σωτη­ρία της. Η γνώ­μη που έχουμε για τον εαυτό μας δεν μπορεί να μας σώσει. Αντίθετα μπορεί να μας παρασύρει στην απώλεια και μά­λιστα, κά­ποιες φορές, διά της κα­τα­κρίσεως των αδελφών μας.

Αυτό που μας σώζει είναι η ταπεί­νωση και η εν μετα­νοία προσέγ­γι­ση του Θεού, όπως έσωσε και την αμαρ­τωλή γυναίκα. Είναι η εν εξο­μο­λογήσει εκζήτηση του θείου ελέ­ους. Είναι η αγνή προσφορά της καρ­δίας μας στον Χριστό για να την αγιάσει.

Ας αποφύγουμε την υπεροψία και την υποκρισία του Ιούδα. Ας μιμηθούμε τη μετάνοια και την τόλ­μη της αμαρτωλής γυναίκας, και ας προσέλθουμε στον Χριστό ζητώντας το έλεός του· ζητώντας του να μας ελευθερώσει από τις αδυναμίες και τα πάθη μας.

Και εάν προσέλθουμε με ταπεί­νωση και αγάπη, να είμεθα βέβαιοι ότι θα τύχουμε της αφέσεως, όπως και η αμαρτωλή γυναίκα, της οποί­ας τη θεάρεστη πράξη μνημονεύει από σήμερα η Εκκλησία μας, προβάλ­λο­ντας την ως παράδειγμα για όλους μας».

Διαδώστε: