Στον Μητροπολιτικό Ιερό Ναό Αγίων Αποστόλων Πέτρου και Παύλου Βεροίας τελέστηκε σήμερα, 13 Σεπτεμβρίου (Κυριακή προ της Υψώσεως), μετά το πέρας της Θείας Λειτουργίας, το καθιερωμένο μνημόσυνο για τα θύματα της Μικρασιατικής καταστροφής, καθώς και σύντομη ομιλία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτη Βεροίας, Ναούσης και Καμπανίας κ. Παντελεήμονος.
Επίσης, ο Σεβασμιώτατος τέλεσε ετήσιο μνημόσυνο υπέρ ανάπαυσεως της ψυχής του μακαριστού ιατρού και συνεργάτου της Ιεράς Μητροπόλεως, Ορέστη Σιδηρόπουλου.
Ο Σεβασμιώτατος κατά την κύρια ομιλία του αναφέρθηκε στον Σταυρό του Χριστού, ενώ ακολούθως μίλησε και για τους Μάρτυρες της Μικράς Ασίας:
«Ἐμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μή ἐν τῷ σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Επανειλημμένα ο πρωτοκορυφαίος απόστολος Παύλος αναφέρεται στον Σταυρό του Χριστού. Και δεν το κάνει χωρίς λόγο, γιατί ο Σταυρός του Χριστού ήταν μία πρόκληση για την εποχή του. Ήταν μία πρόκληση όχι μόνο για τους Ιουδαίους αλλά για όλους τους ανθρώπους. Διότι ο σταυρός ήταν το πιο επονείδιστο μέσο τιμωρίας και ο εσταυρωμένος ήταν ο πιο απαξιωτικός χαρακτηρισμός τον οποίο μπορούσε να δώσει κανείς σε έναν άνθρωπο. Γι᾽ αυτό εθνικοί και Ιουδαίοι χλεύαζαν τους χριστιανούς ως μαθητές και πιστούς του Εσταυρωμένου, μη μπορώντας να καταλάβουν πώς μπορεί ένας Θεός να σταυρώνεται και πώς ένας άνθρωπος μπορεί να πιστεύει σε έναν Εσταυρωμένο Θεό.
Ποιος όμως λέγει ότι η ανθρώπινη λογική συμβαδίζει με τη θεία πραγματικότητα; Ποιος ισχυρίζεται ότι η γνώμη των ανθρώπων συμπορεύεται με τη θεία αγάπη; Ποιος νομίζει ότι αυτό που μπορεί στα μάτια των ανθρώπων να φαντάζει ως αδυναμία δεν μπορεί να είναι η δύναμη του Θεού;
Και αυτό είναι όντως ο Σταυρός του Κυρίου. Είναι σημείο αντιλεγόμενο, «Ιουδαίοις μεν σκάνδαλον, Έλλησι δε μωρία». Είναι όμως και απόδειξη της απέραντης αγάπης του Θεού για τον αμαρτωλό και αποστάτη άνθρωπο, τον οποίο ο Θεός επέλεξε να σώσει από την αμαρτία και να τον αποκαταστήσει κοντά του ως τέκνο του και κληρονόμο της βασιλείας του, θυσιάζοντας τον μονογενή και αγαπητό Υιό του, θυσιάζοντάς τον με τον πιο εξευτελιστικό τρόπο ακόμη και για τον πιο αμαρτωλό άνθρωπο.
Αυτή ακριβώς η θυσία του Κυρίου μας επί του Σταυρού δεν αλλάζει μόνο τη σχέση του ανθρώπου με τον Θεό, δεν του χαρίζει μόνο την απολύτρωση και τη σωτηρία. Μεταποιεί συγχρόνως και τον ίδιο τον Σταυρό και τον κάνει από ξύλο τιμωρίας και θανάτου, ξύλο ζωής και αφθαρσίας. Τον κάνει από όργανο αισχύνης και εξευτελισμού, πηγή δυνάμεως και όπλο κατά του διαβόλου. Τον κάνει από μέσο ταπεινώσεως, αντικείμενο καυχήσεως.
Γι᾽ αυτό και ο πρωτοκορυφαίος απόστολος Παύλος διακηρύσσει πανηγυρικά: «ἐμοί δέ μή γένοιτο καυχᾶσθαι εἰ μή ἐν τῷ Σταυρῷ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ».
Δεν υπάρχει τίποτε άλλο για το οποίο μπορεί να καυχάται ο μέγας απόστολος παρά μόνο για τον Σταυρο του Κυρίου μας. Μπορεί να καυχάται, γιατί δια του Σταυρού δεν νικήθηκε μόνο ο διάβολος και ο,τι είχε κάνει μέχρι τη στιγμή εκείνη στους ανθρώπους, αλλά διότι δι᾽ αυτού μπορεί ο κάθε πιστός, μπορεί ο καθένας που πιστεύει στον Χριστό να θριαμβεύει κατά των αοράτων και ορατών εχθρών, να νικά κάθε αντικείμενο πονηρό πνεύμα, να υπερβαίνει κάθε εμπόδιο και κάθε πειρασμό, να τον έχει ως φυλακτήριο και ως μέσο σωτηρίας.
Γιατί άλλο, λοιπόν, μπορεί να καυχάται ο ταπεινόφρων απόστολος, παρά για το σύμβολο της νίκης και του θριάμβου του Κυρίου του, με το οποίο μπορεί και ο ίδιος να αντιμετωπίζει όλες τις δυσκολίες, τα εμπόδια και τους πειρασμούς που συναντά στο αποστολικό του έργο;
Γι᾽ αυτό και όχι μόνο είναι δικαιολογημένη η καύχησή του, αλλά δικαιολογείται και γιατί τόσο συχνά επανέρχεται στο κήρυγμά του και στις επιστολές του στον Σταυρό του Κυρίου μας.
Γνωρίζει, άλλωστε, ο απόστολος Παύλος ότι όλοι όσοι πιστεύουν στον Χριστό θα συναντήσουν προβλήματα, θα ακούσουν σχόλια, θα δεχθούν χλευασμούς, θα γίνουν στόχος εκείνων οι οποίοι δεν πιστεύουν και αμφισβητούν την εις Χριστόν πίστη. Γνωρίζει ότι θα βρεθούν αντιμέτωποι με την κακία και την πονηρία των ανθρώπων και θα χρειασθούν όπλο ισχυρό και ακατανίκητο, για να μπορέσουν να τις ξεπεράσουν.
Και για τον λόγο αυτό προβάλλει τον Σταυρό του Κυρίου και μας καλεί να γίνει και για μας καύχηση και δύναμη, φυλακτήριο και αμυντήριο, αυτός που θα προηγείται στη ζωή μας και θα είναι η αφετηρία και η σφραγίδα όλων των έργων μας, για να μας ενισχύει η δύναμή του και να μας συνοδεύει η χάρη του.
Με αυτό το ισχυρό όπλο, με τον Σταυρό του Κυρίου μας, πορεύθηκε στη ζωή του και ο αείμνηστος αδελφός μας Ορέστης, του οποίου τελούμε σήμερα το ετήσιο μνημόσυνο, αναμιμνησκόμενοι με αγάπη το έργο του, την προσφορά του στην τοπική κοινωνία, στην Εκκλησία μας, στους ανθρώπους και στο κοινό καλό. Ως πιστός χριστιανός, ως συνειδητό μέλος της Εκκλησίας, ως καλός σύζυγος και πατέρας, ως άριστος ιατρός, ως αγωνιστής στον στίβο της Τοπικής Αυτοδιοικήσεως υπήρξε άνθρωπος της προσφοράς και της θυσίας, χωρίς ποτέ να εγκαταλείψει την προσπάθεια και να απογοητευθεί. Ενισχυόμενος από τη δύναμη του τιμίου και ζωοποιού Σταυρού βάδιζε πάντοτε τον δρόμο της συνέπειας και της προσφοράς, τον δρόμο της αγάπης και της διακονίας του κάθε ανθρώπου.
Γι᾽ αυτό και εμείς τον μνημονεύουμε με πολλή αγάπη και ευχόμεθα ο φιλάνθρωπος Θεός να τον αναπαύει στη χαρά της βασιλείας του και να στηρίζει και να παρηγορεί τους οικείους του, τους οποίους θλίβει και στενοχωρεί η απουσία του. Αλλά και αυτοί πιστεύουν στη χάρη του τιμίου Σταυρού από όπου αντλούν δύναμη και ευλογία και ενίσχυση. Αμήν.
Ομιλία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας στο μνημόσυνο των θυμάτων της Μικρασιατικής Καταστροφής
«Η σημερινή Κυριακή προ της Υψώσεως του τιμίου Σταυρού έχει καθιερωθεί από την Εκκλησία μας ως ημέρα μνήμης των εθνομαρτύρων Μητροπολιτών Χρυσοστόμου Σμύρνης, Αμβροσίου Μοσχονησίων, Γρηγορίου Κυδωνιών, Προκοπίου Ικονίου, Ευθυμίου Ζηλων και όλων εκείνων των πατέρων και αδελφών μας, οι οποίοι σφαγιάσθηκαν και χάθηκαν κατά τη Μικρασιατική καταστροφή.
Ενενήντα οκτώ χρόνια μετά τα τραγικά γεγονότα, που ξερίζωσαν τον Μικρασιατικό Ελληνισμό από τις πατρογονικές εστίες του, από τα ιερά χώματα της Ιωνίας και των άλλων περιοχών, όπου για αιώνες άκμαζε ο Ελληνισμός, από τα χώματα που είναι ποτισμένα από το αίμα των εκατομμυρίων μαρτύρων της πίστεώς μας και αγιασμένα από τα ιερά λείψανα των αγίων της Εκκλησίας μας, μνημονεύουμε σήμερα με συγκίνηση τη θυσία τους και διατηρούμε ζωντανή στην ψυχή μας τη μνήμη των αλησμόνητων πατρίδων μας, τις παραδόσεις των πατέρων μας και τον πολιτισμό τους, που τόσο άδικα και βάναυσα χάθηκε από τους τόπους εκείνους, αλλά δεν χάθηκε από τη μνήμη μας και την καρδιά μας, γιατί δεν χάνεται ο,τι δεν ξεχνιέται. Και ο Ελληνισμός δεν ξέχασε και δεν θα ξεχάσει ποτέ, αλλά θα συνεχίσει να αγωνίζεται, όπως κάνει και σήμερα, έναντι όσων δεν αναγνωρίζουν ούτε την εθνική κυριαρχία του, ούτε τα δίκαιά του, ούτε ακόμη και τις διεθνείς συνθήκες, και εποφθαλμιούν προκλητικά τα νησιά μας και την πατρώα γη. Θα συνεχίσει να αγωνίζεται ενωμένος και θα τους αντιμετωπίσει όλους με τη βοήθεια της Υπερμάχου Στρατηγού του Γένους μας και τις πρεσβείες των αγίων μας, ακολουθώντας το παράδειγμα της γενναιότητος αλλά και της θυσίας των πατέρων μας».