Σήμερα, 19 Μαρτίου τιμάται η τρίτη Κυριακή των Νηστειών. Ονομάζεται Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως και εορτάζεται κάθε χρόνο 28 ημέρες πριν το Άγιο Πάσχα.
Κυριακή της Σταυροπροσκυνήσεως ονομάζεται η τρίτη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, κατά την οποία τιμάται ο Σταυρός, το σύμβολο της χριστιανικής πίστης.
- Γράφει η Δέσποινα Σωτηρίου
Η Κυριακή αυτή είναι η μεσονηστήσιμη, βρίσκεται δηλαδή στο μέσο της σαραντάημερης νηστείας. Οι χριστιανοί ατενίζοντας και προσκυνώντας τον Σταυρό, θυμούνται το πάθος του Χριστού και παίρνουν δύναμη να συνεχίσουν τη νηστεία και τον πνευματικό τους αγώνα.
Από την Εκκλησία της Ελλάδος η Γ’ εβδομάδα των Νηστειών είναι αφιερωμένη στις Ιερατικές Κλήσεις. Μια ευκαιρία να εκφραστεί το κάλεσμα για σεβασμό στο υπερμέγιστο μυστήριο της Ιερωσύνης και ενθάρρυνση των νέων παιδιών που επιθυμούν να καταστούν λειτουργοί των μυστηρίων του Χριστού, ελέγχοντας συγχρόνως με διάκριση όσους τα απαξιώνουν και τα απογοητεύουν.
Στην εγκύκλιο της Εκκλησίας της Ελλάδος που διαβάζεται σήμερα στους ναούς όλης της χώρας τονίζεται ιδιαίτεραη αναγκαιότητα οι πιστοί να αναλογισθούν την στάση τους απέναντι στην Ιερωσύνη και τους Ιερείς, οι οποίοι τους Τροφοδοτούν και τους Αιμοδοτούν πνευματικά και ουσιαστικά διά της διδαχής του λόγου του Θεού και της τέλεσης των Μυστηρίων.
Η Εκκλησία της Ελλάδος τονίζει και φέτος μέσα από το μήνυμά της την αξία και την σπουδαιότητα της Ιερωσύνης και των ανθρώπων που λαμβάνουν αυτό το χάρισμα της Εκκλησίας και καλεί ιερείς και υποψηφίους κληρικούς να αναλογισθούν το τι σημαίνει Ιερωσύνη και πόση υπευθυνότητα απαιτεί η ιερατική διακονία. “Να αναλογισθούν ότι, όταν ο Θεός ευδοκεί και ενδύονται την της Ιερωσύνης Χάριν, αυτό γίνεται με αποκλειστικό σκοπό όλοι μας να διακονήσουμε ταπεινά τον λαό του Θεού”.
“Η Ιερωσύνη δεν μας ανήκει. Είναι του Χριστού και μας την προσφέρει ως έργον διακονίας «εις οικοδομήν του σώματος του Χριστού», πάντοτε σε αναφορά προς Εκείνον και τους αδελφούς με τους οποίους συν-εργαζόμεθα για την αύξηση του Σώματος Αυτού. Γι’ αυτό οφείλουμε να την δεχόμαστε και να την διακονούμε ταπεινά, όχι με ατομικό, αλλά με εκκλησιαστικό φρονημα, και όχι με ατομική, αλλά με εκκλησιαστική συνείδηση. Έτσι δεν θα κινδυνεύσουμε να γινουμε ερμαια της έπαρσης και της αλαζονείας, που οδηγούν δυστυχως σε φαινομενα αυτονομησης από το υπόλοιπο Σώμα, απληστίας, αμετροεπειας και πτωσης σε παντοειδή ανομηματα”, τονίζεται.
Ο σφοδρός πόλεμος του διαβόλου και το ταπεινό φρόνημα
Στο κείμενο της Ιεράς Συνόδου γίνεται αναφορά στους κινδύνους που ελλοχεύουν σε αυτή την διακονία και δίδεται απάντηση δια των ευχών του Μεγάλου Βασιλείου στη Θεία Λειτουργία που συνέγραψε . “Γνωρίζοντας τους κινδύνους αυτούς, αλλά και τον σφοδρό πόλεμο του διαβόλου εναντίον της Ιερωσύνης, ο Μέγας Βασίλειος φροντίζει αρκετές φορές στην Θεία Λειτουργία που συνέγραψε να εμπνεύσει αυτό το ταπεινό φρόνημα στους Ιερείς, υπενθυμίζοντας τους ότι ο Θεός είναι Εκείνος που τους δημιούργησε και τους έφερε σε αυτήν την ζωή, Εκείνος που τους επισκέφθηκε «εν ελέει και οικτιρμοίς» και ότι οι ίδιοι είναι άνθρωποι αμαρτωλοί και ανάξιοι, οι οποίοι καταξιώθηκαν να λειτουργούν στο Θυσιαστήριο του Θεού, όχι εξαιτίας των αρετών τους ή γιατί επιδόθηκαν σε κάποιες καλές πράξεις, αλλά «διά τα ελέη και τους οικτιρμούς» Του, αφού Εκείνος, με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος, τους τοποθέτησε σε αυτήν την διακονία”.
Η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος προτρέπει όλους μας να προσευχόμαστε καθημερινά στον Σταυρωθέντα και Αναστάντα Κύριό μας να ενισχύει τον ιερό Κλήρο Του και να δίνει στην Εκκλησία Του Ιερείς με επίγνωση της ευθύνης τους, οι οποίοι θα ανεβαίνουν «ἐν καρδίᾳ συντετριμμένῃ καί πνεύματι ταπεινώσεως» τις κλίμακες του Ιερού Βήματος και θα προσφέρουν για χάρη όλων «δεήσεις καί ἱκεσίας καί θυσίας ἀναιμάκτους», «νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων».
Αναλυτικά η Εγκύκλιος της Ιεράς Συνόδου:
Ἡ Μητέρα μας Ἐκκλησία ὅρισε σήμερα, ἀκριβῶς στό κέντρο τῆς Ἁγίας καί Μεγάλης Τεσσαρακοστῆς, νά προτίθεται ὁ Τίμιος καί Ζωοποιός Σταυρός πρός ἀναψυχή καί ὑποστηριγμό μας καί εἰς ἀνάμνησιν τοῦ Πάθους τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, καθώς διαβάσαμε στόν ἱερό Συναξαριστή. Σύμφωνα μέ τόν ἱερό ὑμνογράφο τῆς Κυριακῆς τῆς Σταυροπροσκυνήσεως, ἡ Ἐκκλησία τοῦ Θεοῦ εὐφραίνεται καί ἀγάλλεται γιατί ὡς ἄλλος Παράδεισος προσκυνεῖ «τό ζωηφόρον ξύλον τοῦ Σταυροῦ», ὁ Ὁποῖος ἀποτελεῖ τό περιτείχισμα καί τό ἑδραίωμά Της.
Ὑψώνεται ἱεροπρεπῶς καί προτίθεται εἰς προσκύνησιν ὁ Τίμιος καί Ζωοποιός Σταυρός τοῦ Κυρίου ἀπό τίς χοϊκές παλάμες τῶν οἰκονόμων τῆς Χάριτος, τῶν Ἱερέων τῆς Ἐκκλησίας, ἀποτελῶντας γι’ αὐτούς «κράτος καί ὀχύρωμα», «καύχημα καί διάσωσμα». Γι’ αὐτό καί ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος ἔχει θεσπίσει τήν τιμή καί τήν προβολή τῶν Ἱερατικῶν Κλήσεων κατά τήν σημερινή Κυριακή τῆς Σταυροπροσκυνήσεως. Γιά νά τονίσει μέ αὐτόν τόν τρόπο τό γεγονός ὅτι διά τῆς σταυροφόρου Ἱερωσύνης καί τῶν τελουμένων ὑπ’ αὐτῆς διά τῆς σημείωσης τοῦ τύπου τοῦ Τιμίου Σταυροῦ Μυστηρίων καί ἁγιαστικῶν πράξεων οἱ πιστοί ἁγιάζονται καί χαριτώνονται, ἀλλά καί βοηθοῦνται νά σηκώσουν τόν δικό τους προσωπικό σταυρό.
Στήν δεύτερη εὐχή τῆς εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίας βρίσκεται ἡ ἀπάντηση στό ἐρώτημα «γιατί χρειάζεται ἡ Ἱερωσύνη»: Ἐπειδή δέν δύναται ἡ ἀνθρώπινη φύση νά ἀντέξει τήν οὐσία τῆς Θεότητος, κατέστησε ὁ Θεός ὁμοιοπαθεῖς διδασκάλους πού ἐπέχουν τόν θρόνο τοῦ Θεοῦ, οἱ ὁποῖοι ἔχουν ὡς σκοπό νά ἀναφέρουν θυσίες καί προσφορές στόν Θεό ὑπέρ παντός τοῦ λαοῦ καί ὡς οἰκονόμοι τῆς Χάριτος νά καταρτίζουν τίς ἐμπιστευθεῖσες σέ αὐτούς ἀνθρώπινες ὑπάρξεις.
Ὁ Ἱερεύς χειροτονεῖται γιά νά ὑπηρετεῖ καί νά λειτουργεῖ τά σεπτά καί ἄχραντα Μυστήρια τοῦ Θεοῦ στό ἅγιο Αὐτοῦ Θυσιαστήριο καί νά ἀναπέμπει στόν Θεό ὅλα τά πρός σωτηρίαν αἰτήματα τοῦ λαοῦ, τόν ὁποῖο τοῦ ἐμπιστεύθηκε ἡ Ἐκκλησία. Νά κηρύσσει τό Εὐαγγέλιο τῆς Βασιλείας καί νά ἱερουργεῖ τόν λόγο τῆς ἀληθείας τοῦ Θεοῦ, νά Τοῦ προσφέρει δῶρα καί θυσίες πνευματικές καί νά ἀνακαινίζει τόν λαό Του διά τοῦ λουτροῦ τῆς παλιγγενεσίας.
Τήν συνείδηση ὅτι οἱ κληρικοί χειροτονοῦνται γιά νά διακονήσουν τόν λαό τοῦ Θεοῦ, μέσῳ τῆς διδαχῆς καί τῆς τέλεσης τῶν Μυστηρίων, εἶχε ἡ Ἐκκλησία ἤδη ἀπό τά πρῶτα βήματά Της. Στό ἀρχαῖο κείμενο Διδασκαλία τῶν Ἀποστόλων καλοῦνται οἱ πιστοί νά τιμοῦν τόν Ἐπίσκοπό τους διότι μέσῳ αὐτοῦ ὁ Κύριος τούς χορηγεῖ τό Ἅγιο Πνεῦμα καί σφραγίζονται, διότι ἐκεῖνος τούς ἀπαλλάσσει ἀπό τίς ἁμαρτίες τους, τούς ἀναγεννᾶ διά τοῦ ὕδατος, τούς ἀνατρέφει μέ τόν λόγο, τούς μορφώνει μέ τά δόγματα καί τούς νουθετεῖ, τούς κάνει κοινωνούς τῆς Εὐχαριστίας τοῦ Θεοῦ καί κληρονόμους τῶν ὑποσχέσεών Του.
Προβάλλονται λοιπόν σήμερα ἀπό τήν Ἐκκλησία μας οἱ Ἱερατικές Κλήσεις, οὕτως ὥστε οἱ πιστοί νά ἀναλογισθοῦν τήν στάση τους ἀπέναντι στήν Ἱερωσύνη καί τούς Ἱερεῖς, οἱ ὁποῖοι τούς Τροφοδοτοῦν καί τούς Αἱμοδοτοῦν πνευματικά καί οὐσιαστικά διά τῆς διδαχῆς τοῦ λόγου τοῦ Θεοῦ καί τῆς τέλεσης τῶν Μυστηρίων, ἀλλά καί τούς βοηθοῦν στήν ἄρση τοῦ προσωπικοῦ σταυροῦ τους.
Μέ ἀφορμή ὅμως αὐτόν τόν ἑορτασμό, καλοῦνται καί οἱ ἴδιοι οἱ Ἱερεῖς ὅπως καί οἱ ὑποψήφιοι Κληρικοί νά ἀναλογισθοῦν τό τί σημαίνει Ἱερωσύνη καί πόση ὑπευθυνότητα ἀπαιτεῖ ἡ ἱερατική διακονία. Νά ἀναλογισθοῦν ὅτι, ὅταν ὁ Θεός εὐδοκεῖ καί ἐνδύονται τήν τῆς Ἱερωσύνης Χάριν, αὐτό γίνεται μέ ἀποκλειστικό σκοπό ὅλοι μας νά διακονήσουμε ταπεινά τόν λαό τοῦ Θεοῦ πού ὁ Ἴδιος μᾶς ἐμπιστεύεται, προσφέροντας τήν Θεία Εὐχαριστία «ὑπέρ τῶν ἡμετέρων ἁμαρτημάτων καί τῶν τοῦ λαοῦ ἀγνοημάτων» σταυρώνοντας καθημερινά τά πάθη καί τίς ἀδυναμίες μας καί ἀποφεύγοντας τίς παγίδες τοῦ Πονηροῦ. Ἔτσι διαφυλάσσουμε τήν Παρακαταθήκη πού θά λάβουμε τήν ἡμέρα τῆς χειροτονίας μας γιά νά τήν παραδώσουμε, ὅταν μᾶς ζητηθεῖ κατά τήν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ.
Ἡ Ἱερωσύνη δέν μᾶς ἀνήκει. Εἶναι τοῦ Χριστοῦ καί μᾶς τήν προσφέρει ὡς ἔργον διακονίας «εἰς οἰκοδομήν τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ»[2], πάντοτε σέ ἀναφορά πρός Ἐκεῖνον καί τούς ἀδελφούς μέ τούς ὁποίους συν-ἐργαζόμεθα γιά τήν αὔξηση τοῦ Σώματος Αὐτοῦ. Γι’ αὐτό ὀφείλουμε νά τήν δεχόμαστε καί νά τήν διακονοῦμε ταπεινά, ὄχι μέ ἀτομικό, ἀλλά μέ ἐκκλησιαστικό φρόνημα, καί ὄχι μέ ἀτομική, ἀλλά μέ ἐκκλησιαστική συνείδηση. Ἔτσι δέν θά κινδυνεύσουμε νά γίνουμε ἕρμαια τῆς ἔπαρσης καί τῆς ἀλαζονείας, πού ὁδηγοῦν δυστυχῶς σέ φαινόμενα αὐτονόμησης ἀπό τό ὑπόλοιπο Σῶμα, ἀπληστίας, ἀμετροέπειας καί πτώσης σέ παντοειδῆ ἀνομήματα.
Γνωρίζοντας τούς κινδύνους αὐτούς, ἀλλά καί τόν σφοδρό πόλεμο τοῦ διαβόλου ἐναντίον τῆς Ἱερωσύνης, ὁ Μέγας Βασίλειος φροντίζει ἀρκετές φορές στήν Θεία Λειτουργία πού συνέγραψε νά ἐμπνεύσει αὐτό τό ταπεινό φρόνημα στούς Ἱερεῖς, ὑπενθυμίζοντάς τους ὅτι ὁ Θεός εἶναι Ἐκεῖνος πού τούς δημιούργησε καί τούς ἔφερε σέ αὐτήν τήν ζωή, Ἐκεῖνος πού τούς ἐπισκέφθηκε «ἐν ἐλέει καί οἰκτιρμοῖς» καί ὅτι οἱ ἴδιοι εἶναι ἄνθρωποι ἁμαρτωλοί καί ἀνάξιοι, οἱ ὁποῖοι καταξιώθηκαν νά λειτουργοῦν στό Θυσιαστήριο τοῦ Θεοῦ, ὄχι ἐξαιτίας τῶν ἀρετῶν τους ἤ γιατί ἐπιδόθηκαν σέ κάποιες καλές πράξεις, ἀλλά «διά τά ἐλέη καί τούς οἰκτιρμούς» Του, ἀφοῦ Ἐκεῖνος, μέ τήν δύναμη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, τούς τοποθέτησε σέ αὐτήν τήν διακονία.
Παιδιά μας εὐλογημένα,
Ὁ Κύριός μας Ἰησοῦς Χριστός, ἀφοῦ ἔγινε ἄνθρωπος γιά τήν σωτηρία μας, φανέρωσε τήν ἁγία Ἐκκλησία Του πρός τόν σκοπό τῆς μεταδόσεως τῆς σωτηρίας στόν κάθε ἕναν ἀπό τούς πιστούς διά τῆς διδασκαλίας, τοῦ ἁγιασμοῦ καί τῆς καθοδηγήσεως αὐτῶν διά τοῦ Μυστηρίου τῆς Ἱερωσύνης. Γι’ αὐτό σᾶς προτρέπουμε καί σᾶς παρακαλοῦμε νά προσεύχεσθε καθημερινά στόν Σταυρωθέντα καί Ἀναστάντα Κύριό μας νά ἐνισχύει τόν ἱερό Κλῆρο Του καί νά δίδει στήν Ἐκκλησία Του Ἱερεῖς μέ ἐπίγνωση τῆς εὐθύνης τους, οἱ ὁποῖοι θά ἀνεβαίνουν «ἐν καρδίᾳ συντετριμμένῃ καί πνεύματι ταπεινώσεως» τίς κλίμακες τοῦ Ἱεροῦ Βήματος καί θά προσφέρουν γιά χάρη ὅλων «δεήσεις καί ἱκεσίας καί θυσίας ἀναιμάκτους», «νῦν καί ἀεί καί εἰς τούς αἰῶνας τῶν αἰώνων».