Πέντε χρόνια μὲ πολεμοῦσε ὁ διάβολος νὰ φύγω ἀπὸ τὸν Γέροντά μου, τὸν παπα-Νικηφόρο. Οὔτε ἕνα βῆμα δὲν ἔκανα. Ἑωσότου ὁ πόλεμος ἔφυγε μοναχός του.
Τὸ νὰ φύγει κανένας ἀπ᾿ τὸν κόσμο εὔκολο εἶναι· τὸ νὰ βρεῖ ἄνθρωπον ὁδηγό, εἶναι πολὺ δύσκολο! Εἶναι δύσκολο!
Ἂν ἐσὺ μόνο γιὰ τὸν ἑαυτό σου ἔχεις μέριμνα, ὁ Γέροντας ποὺ εἶναι τόσες ψυχὲς ἀπάνω σ᾿ αὐτὸν καὶ κρεμνιῶνται; Ἐσὺ θὰ πᾶς νὰ πεῖς τὸ λογισμό σου, ὁ ἄλλος θὰ πάει νὰ πεῖ τὸν λογισμό του, ὁ ἄλλος τὸ λογισμό του. Καὶ τότες ὁ Γέροντας τί γίνεται; Ὅλους τους βαστάζει ὁ Γέροντας; Ἔ, βέβαια, τώρα δὲν βαστάζει ὁ Γέροντας καθολικά, ὁ Χριστὸς τοὺς βαστάζει ὅλους. Ἐν τούτοις ὅμως ὁ Γέροντας τοὺς οἰκονομάει ὅλους.
Ἡ πηγὴ τῆς εἰρήνης, ἡ πηγὴ τῆς χάριτος ἡ πηγὴ τῆς σωτηρίας, ἡ πηγὴ τοῦ Παραδείσου εἶναι ὁ Γέροντας.
Ὁ Γέροντας παρακολουθεῖ τὸ λογισμὸ τοῦ ὑποτακτικοῦ του:
– Ἔλα ῾δῶ, παιδί μου.
– Ναί, εὐλόγησον.
– Πῶς μὲ βλέπεις;
– Γέροντα, ἄγγελο σὲ βλέπω.
-Καλά. Θὰ ῾ρθεῖ καιρὸς ποὺ θὰ μὲ δεῖς ἄνθρωπο.
Μετὰ ἀπὸ λίγο καιρό:
– Πῶς μὲ βλέπεις, παιδί μου;
– Ἄνθρωπο.
– Αὔριο θὰ μὲ δεῖς ὡς διάβολο.
Ἔ, αὔριο:
– Πῶς μὲ βλέπεις;
– Διάβολο.
Ἔτσι εἶναι. Γιατί λίγο, λίγο, λίγο ὁ διάβολος -τό ῾χω πάθει, πατέρες, ἀπὸ πείρα τὸ λέω- ὁ διάβολος προσπαθεῖ νὰ σὲ ξεκολλήσει ἀπὸ τὸν Γέροντα, νὰ σὲ ξεκολλήσει!
ΑΓΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ