Ἐπισκέφθηκαν κάποτε Γέροντες τὸν ἀββᾶ Ἀντώνιο, μαζί τους ἦταν καὶ ὁ ἀββᾶς Ἰωσήφ.
Θέλοντας ὁ Γέροντας νὰ τοὺς δοκιμάσει, τοὺς εἶπε ἕνα ρητὸ ἀπὸ τὴν ἁγία Γραφὴ καὶ ἄρχισε ἀπὸ τοὺς νεώτερους νὰ τοὺς ρωτάει ποιὸ εἶναι τὸ νόημά του.
Ὁ καθένας ἔλεγε ὅπως τὸ καταλάβαινε, καὶ ὁ Γέροντας τοῦ ἀπαντοῦσε:
«Δὲν τὸ βρῆκες».
Τελευταῖο ἀπ᾿ ὅλους ρώτησε τὸν ἀββᾶ Ἰωσήφ:
«Ἐσὺ τί νομίζεις ὅτι σημαίνει ὁ λόγος αὐτός;»
«Δὲν γνωρίζω» ἀπάντησε ἐκεῖνος.
Λέει τότε ὁ ἀββᾶς Ἀντώνιος:
«Ὁπωσδήποτε ὁ ἀββᾶς Ἰωσὴφ βρῆκε τὸν δρόμο, γιατὶ εἶπε: δὲν γνωρίζω».