Το Ευαγγελικό Ανάγνωσμα της Κυριακής ΣΤ’ Ματθαίου: Ματθ. θ΄ 1-8
Πρωτότυπο Κείμενο
1 Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον διεπέρασεν καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν. 2 Καὶ ἰδοὺ προσέφερον αὐτῷ παραλυτικὸν ἐπὶ κλίνης βεβλημένον. καὶ ἰδὼν ὁ Ἰησοῦς τὴν πίστιν αὐτῶν εἶπεν τῷ παραλυτικῷ· Θάρσει, τέκνον· ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου. 3 καὶ ἰδού τινες τῶν γραμματέων εἶπον ἐν ἑαυτοῖς· Οὗτος βλασφημεῖ. 4 καὶ εἰδὼς ὁ Ἰησοῦς τὰς ἐνθυμήσεις αὐτῶν εἶπεν· Ἵνα τί ὑμεῖς ἐνθυμεῖσθε πονηρὰ ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν; 5 τί γάρ ἐστιν εὐκοπώτερον, εἰπεῖν, ἀφέωνταί σου αἱ ἁμαρτίαι, ἢ εἰπεῖν, ἔγειρε καὶ περιπάτει; 6 ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἐπὶ τῆς γῆς ἀφιέναι ἁμαρτίας – τότε λέγει τῷ παραλυτικῷ· Ἐγερθεὶς ἆρόν σου τὴν κλίνην καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου. 7 καὶ ἐγερθεὶς ἀπῆλθεν εἰς τὸν οἶκον αὐτοῦ. 8 ἰδόντες δὲ οἱ ὄχλοι ἐθαύμασαν καὶ ἐδόξασαν τὸν Θεὸν τὸν δόντα ἐξουσίαν τοιαύτην τοῖς ἀνθρώποις.
Νεοελληνική Απόδοση
1 Αφού εμπήκε στο πλοίον ο Ιησούς, επέρασε την λίμνην και ήλθε εις την πόλιν του, δηλαδή την Καπερναούμ. 2 Και ιδού έφεραν προς αυτόν ένα παραλυτικόν, κατάκοιτον επάνω στο κρεββάτι· και όταν είδεν ο Ιησούς την πίστιν του παραλυτικού και εκείνων, που τον έφεραν, είπε στον παραλυτικόν· “θάρρος, παιδί μου, μη φοβήσαι ότι αι αμαρτίαι σου θα εμποδίσουν την θεραπείαν· δια την πίστιν σου, σου έχουν ήδη συγχωρηθή αι αμαρτίαι”. 3 Και ιδού, μερικοί από τους γραμματείς που ήσαν παρόντες, εσκέφθησαν· “αυτός βλασφημεί (είναι ασεβής, διότι οικιειοποιείται την εξουσίαν του Θεού να συγχωρή αμαρτίας”). 4 Οταν δε ο Ιησούς, ως παντογνώστης, είδε ολοκάθαρα τας πονηράς σκέψεις των γραμματέων, είπε· “διατί κυκλοφορείτε στον νουν και την καρδίαν σας τέτοιες πονηρές σκέψεις; 5 Διότι, τι είναι ευκολώτερον να πη κανείς· Σου έχουν συγχωρηθή αι αμαρτίαι σου η να πη· Σηκω επάνω και περιπάτει; Το πρώτον, ως εσωτερικόν, δεν το βλέπει κανείς και επομένως δεν ημπορεί να το εξακριβώση. Το δεύτερον, ως εξωτερικόν και αισθητόν, δεν ημπορεί να το αρνηθή, όσον κακόπιστος και αν είναι. 6 Δια να ιδήτε δε και μάθετε καλά, ότι ο υιός του ανθρώπου έχει εξουσίαν να συγχωρή αμαρτίας και να θεραπεύη ασθενείας, τότε λέγει προς τον παραλυτικόν· “σήκω επάνω υγιής, πάρε το κρεββάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου”. 7 Και αμέσως εσηκώθη ο παραλυτικός εντελώς υγιής και επήγε στο σπίτι του. 8 Οταν δε τα πλήθη του λαού είδαν αυτό που έγινε, εθαύμασαν και εδόξασαν τον Θεόν, ο οποίος έδωσεν στον Ιησούν, που τον εθεωρούσαν ως ένα εκ των ανθρώπων, τέτοιαν εξουσίαν, να συγχωρή δηλαδή αμαρτίας και να θεραπεύη ασθενείας.
Σχολιασμός
Η σημερινή ευαγγελική περικοπή, ξεδιπλώνει μπροστά μας βασικές παραμέτρους που άπτονται του θέματος του πόνου στη ζωή μας. Κυρίως για το πώς πρέπει να στεκόμαστε απέναντί του. Ο πόνος δεν είναι κατά φύση κατάσταση, σύμφωνα με την πατερική σκέψη. Προέκυψε και παρείσφρησε στη ζωή του ανθρώπου ως αποτέλεσμα της πτώσης. Έκτοτε είναι συνυφασμένος με την ίδια τη ζωή του. Αποκαλύπτεται στην καθημερινότητα με διάφορες μορφές και όψεις και παραμονεύει σε κάθε του βήμα. Η αγάπη όμως του Θεού δεν εγκαταλείπει το πλάσμα του για να το αφήσει έρμαιο στην τραγικότητα της ασθένειας, του πόνου και της δυστυχίας, αλλά διά μέσου τους είναι δυνατό να ανιχνευθεί το βαθύτερο νόημα της ζωής. Απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό, όμως, είναι η πίστη, η οποία αναδεικνύει την αυθεντικότητα του ανθρώπου σε μια άλλη διάσταση. Είναι αυτή που ακυρώνει την τραγικότητα, όχι μόνο του πόνου και της ασθένειας, αλλά και του θανάτου, ως του έσχατου σημείου εξαθλίωσης του προσώπου.
Αυτά είναι βαθύτερα μηνύματα που απορρέουν από την ευαγγελική διήγηση της θεραπείας ενός παραλύτου. Η δυστυχισμένη εκείνη ύπαρξη οδηγείται μπροστά στον Χριστό, στον αληθινό ιατρό των ψυχών και των σωμάτων. Τη στιγμή που οι άλλοι συνάνθρωποί του ήταν υγιείς, ο παράλυτος εκείνος βρισκόταν στην κλίνη της οδύνης και του πόνου. Όλα γι’ αυτόν κυλούσαν μέσα σε μια τραγικότητα. Όνειρα, ελπίδες, προσδοκίες, είχαν συνθλιβεί και κατακρημνιστεί. Σε μια τέτοια εξαθλιωμένη κατάσταση ευρισκόμενος, ο παράλυτος ήταν φυσικό να διερωτάται μέσα από μεγάλες δόσεις πικρίας που γευόταν, γιατί ο Θεός να επιτρέπει να υποφέρει; Γιατί να τύχει σ’ εκείνον η δοκιμασία και όχι σε άλλους; Γιατί ο πόνος και η δυστυχία να συνοδεύουν τόσο ασφυκτικά τη ζωή του; Αυτό το ερώτημα έχει διαχρονικό, αλλά και επίκαιρο χαρακτήρα και υψώνεται βασανιστικά και αδυσώπητα στη ζωή του κάθε ανθρώπου. Ο καθένας ψάχνει για να βρει μια αξιόπιστη απάντηση, η οποία έχει να κάνει με το βάθος, την ουσία και την πεμπτουσία της ζωής. Δεν μπορεί να περιορίζεται σε στείρες ηθικιστικές ή ακόμα και ψυχολογικές προσεγγίσεις, αλλά απαιτεί μια υπαρξιακή τοποθέτηση ή και επανατοποθέτηση, με ένα βαθύτερο νόημα και περιεχόμενο.
Το βαθύτερο νόημα
Αφετηρία για την σωστή κατανόηση του βαθύτερου περιεχομένου των θλίψεων, είναι η παραδοχή ότι η ίδια η Εκκλησία ποτέ δεν τις αρνήθηκε. Μάλιστα, ο Κύριος διακήρυξε ξεκάθαρα ότι «εν τω κόσμω θλίψιν έξετε». Στις Πράξεις των Αποστόλων σημειώνεται χαρακτηριστικά ότι θα πρέπει να περάσουμε από πολλές θλίψεις. Σε κάποιες περιπτώσεις, ο Θεός επιτρέπει μια αρρώστια, μια δοκιμασία, ένα πόνο. Όχι, βέβαια, για να τιμωρήσει, αλλά για να παιδαγωγήσει και εξαγιάσει τα αγαπημένα του παιδιά. Οι Πατέρες της Εκκλησίας, τονίζουν εμφαντικά ότι ο άνθρωπος που δεν δοκιμάζεται παραμένει άπειρος και ανώριμος στη ζωή του. Αντίθετα, εκείνος που δοκιμάζεται γίνεται όπως τον χρυσό που καθαρίζεται και λαμπικάρεται μέσα στη φωτιά. Αλλά και ο ίδιος ο Χριστός, διαβεβαιώνει ότι κάθε πιστός που διαθέτει πνευματικό καρπό, κλαδεύεται όπως το κλήμα για να καρποφορήσει ακόμα πιο πολύ. Επιπλέον, δεν είναι λίγες οι φορές που οι θλίψεις στη ζωή λειτουργούν ως ένα ξύπνημα από ένα πνευματικό λήθαργο. Ακόμα και σαν εφαλτήριο για μια καινούργια πορεία. Μεταβάλλονται τότε σ’ ένα πνευματικό γύμνασμα της ψυχής. Το θέμα, λοιπόν, δεν είναι αν θα βρεθούμε μπροστά σε θλίψεις και δοκιμασίες, αλλά πώς στεκόμαστε απέναντί τους. Μπορούμε εδώ να θυμηθούμε και το ισχυρό παράδειγμα του πολύαθλου Ιώβ, ο οποίος ενώ πέρασε μέσα από συμπληγάδες δοκιμασιών, όχι μόνο δεν βαρυγκώμησε εναντίον του Κυρίου, αλλά με υποδειγματική υπομονή και βαθιά πίστη έλεγε: «Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον».
Απλώνουν γέφυρες
Ο πόνος και η θλίψη, από μια άλλη σκοπιά, είναι στοιχεία που ρίχνουν και γέφυρες για να πλησιάζουν πιο κοντά οι άνθρωποι μεταξύ τους. Θα πρέπει να γνωρίζουμε ότι οι άνθρωποι που βλέπουμε ότι υποφέρουν και πονούν στη ζωή τους, χρειάζονται σε κάθε περίπτωση και τη δική μας στήριξη. Επιβάλλεται να τους πλησιάζουμε και να τους βοηθάμε στην κατάστασή τους. Να τους συμπαραστεκόμαστε με κάθε μέσο και τρόπο. Αυτό, άλλωστε, καταλείπουν ως ισχυρό παράδειγμα οι τέσσερις συνοδοί που περιέβαλλαν με υποδειγματική αγάπη τον παράλυτο, παρά τα μεγάλα εμπόδια και τις δυσκολίες που συναντούσαν, όταν τον οδηγούσαν μπροστά στον Χριστό. Ποτέ δεν θα πρέπει ν’ αρνούμαστε τη βοήθεια μας σε συνανθρώπους μας, που βυθίζονται στην οδύνη του πόνου και της δυστυχίας. Στις μέρες μας, ιδιαίτερα, που οι λογής κρίσεις καλπάζουν, αφήνοντας πίσω τους τη μιζέρια και την εξαθλίωση των προσώπων, η διάσταση αυτή της προσφοράς και της θυσίας, αποκτά ακόμα μεγαλύτερη σημασία.
Η δύναμη της πίστης
Η τραγικότητα της σημερινής κρίσης της κοινωνίας εστιάζεται περισσότερο στο γεγονός ότι ο άνθρωπος φαίνεται να έχει εγκλωβιστεί στα ίδια του τα έργα, τα οποία σχεδόν κατά κανόνα παραπέμπουν στην αυτοθεοποίησή του. Μπροστά στα τραγικά αδιέξοδα στα οποία έχει βρεθεί, παραμένει αποψιλωμένος από τη δύναμη της πίστης. Ανήμπορος να ιχνηλατήσει την αληθινή αρχοντιά του εαυτού του, ως εικόνας του Θεού. Μόνο όταν εμπιστευθεί τη ζωή του στη δύναμη του Κυρίου, σύμφωνα με το παράδειγμα του πολύαθλου Ιώβ, θα είναι σε θέση να μεταβάλλει τον πόνο σε μέσο που οδηγεί στην ελπίδα και τη σωτηρία του. Ο πόνος, οι θλίψεις, οι δοκιμασίες, μέσα από το μυστήριο της θείας οικονομίας, προσλαμβάνουν ένα βαθύτερο νόημα και περιεχόμενο. Όταν ο άνθρωπος διαθέτει πίστη και υπομονή, αρετές που εγκολπώνεται μέσα από τη μυστηριακή ζωή της Εκκλησίας, τότε όχι μόνο δεν λυγίζει μπροστά στον πόνο, αλλά αυτός γίνεται πολλές φορές αφορμή και για τη σωτηρία του. Αρκεί ν’ αντιληφθεί ότι, όπως ο παράλυτος της περικοπής, θα πρέπει να επιδιώξει να συναντήσει Εκείνον που μπορεί να τον απαλλάξει από την κυριαρχία του κακού και να του προσφέρει την πιο αυθεντική γιατρειά. Κοντά σ’ Εκείνον, ο πόνος αποβάλλει την τραγικότητά του και μεταβάλλεται σε δρόμο λυτρωτικής πορείας. Όπως ο Ιώβ έτσι κι εμείς ας δείχνουμε εμπιστοσύνη στο θέλημα του Θεού, ο οποίος είναι ο αληθινός πατέρας μας. Ας αναφωνούμε κι εμείς το ανεπανάληπτο: «είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον» και όταν διαθέτουμε την υγεία μας, αλλά και όταν πονούμε «επί κλίνης οδύνης».
Αγαπητοί αδελφοί, η περίπτωση του παράλυτου που θεράπευσε ο Κύριος, βρίθει μηνυμάτων και διδαγμάτων, που κι εμείς μπορούμε να εγκολπωθούμε στη ζωή μας. Αρκεί να βάλουμε στο κέντρο της εκείνον που μπορεί να δώσει πραγματική θεραπεία στις λογής ασθένειες που μας προσβάλλουν καθημερινά. Η προσταγή «άρον σου την κλίνην, και ύπαγε εις τον οίκον σου», μάς δίνει τη βεβαιότητα και τη σιγουριά σ’ αυτή μας την πορεία. Η μέρα επιβάλλει να θυμηθούμε και τις μορφές των εν Εφέσω αγίων επτά παίδων και της Ευδοκίας της οσίας. Με την όλη βιωτή τους αυτές οι αγιασμένες μορφές δείχνουν ακριβώς ότι ο άνθρωπος μπορεί με τη δύναμη της πίστης να ακτινοβολεί ως αιώνια ύπαρξη με ακατάλυτη αξία και αιώνια λάμψη.
Χριστάκης Ευσταθίου, Θεολόγος