Το Διεθνές Πρακτορείο “Ορθοδοξία” συνεχίζει το φωτορεπορτάζ και τις αποστολές σε όλον τον ορθόδοξο κόσμο, σε μοναστήρια, προσκυνήματα και αγιασμένους τόπους από τα μαρτύρια των Αγίων της Πίστεως μας. Στην Κύπρο, επισκεφθήκαμε την εγκλείστρα του Αγίου Νεοφύτου που βρίσκεται στη Μονή, όπου φυλάσσεται και το Άγιο Λείψανό του, οπότε και σας παρουσιάζουμε το ρεπορτάζ, το οποίο είναι ταγμένο στη σειρά του Πρακτορείου μας: “Μονές και ασκητικοί τόποι στην Κύπρο”.
Ο AΓΙΟΣ ΝΕΟΦΥΤΟΣ
Ὁ μοναχός Νεόφυτος γεννήθηκε στὰ Λεύκαρα τῆς ἐπαρχίας Λάρνακας τὸ 1134 καὶ σὲ ἡλικία 18 ἐτῶν εἰσῆλθε ὡς δόκιμος στὴ Μονή τοῦ Ἁγίου Ἱωάννου τοῦ Χρυσοστόμου τοῦ Κουτζουβένδη, κειμένης στίς νότιες ὑπώρειες τοῦ Πενταδακτύλου, πάνω ἀπὸ τὴν πρωτεύουσα Λευκωσία. Ἀσκήτευσε στό κοινόβιο τοῦ Κουτζουβένδη ἀπὸ τὸ 1152 μέχρι τὸ 1158.
Ὅπως ἐξομολογεῖται ὁ ἴδιος στήν Τυπική Διαθήκη του, ἔργο τοῦ 1214, ἀπό τήν ἀρχή τῆς μοναχικῆς του ζωῆς, μέρα καὶ νύχτα, τόσο στὶς ἀγροτικὲς ἀσχολίες ὅσο καὶ κατά τή διάρκεια τοῦ ὕπνου, τὸν παρενοχλοῦσε ὁ ἔρωτας γιὰ τὴν ἡσυχαστική ζωή. Προσκυνητής στά Ἱεροσόλυμα γύρω στὸ τέλος τοῦ 1158, μετὰ ἀπὸ ἑξάμηνη περιοδεία στὰ μοναστήρια καὶ ἀσκητήρια τῆς Παλαιστίνης, μὴ βρίσκοντας ἐρημίτη νά μαθητεύσει στὸν τρόπο ζωῆς τῶν ἀναχωρητῶν μοναχῶν, ἔλαβε ἐπιβεβαίωση, σὲ ὅραμα θεϊκό, πώς ἡ ἀγάπη τῆς ἡσυχίας ἦταν καὶ θέλημα τῆς Ἄνωθεν Προνοίας, καὶ ὅτι ἀλλοῦ θὰ εὐδοκιμοῦσε, ἐκεῖ ὅπου καὶ ὁ Θεός θὰ κατέβαινε νὰ σφραγίσει ψωμί!
Ἐνισχυμένος ἀπὸ τὸ ὄραμα, γύρισε στήν Κύπρο καί ἀναζήτησε χῶρο ἥσυχο γιὰ νὰ ἀσκητεύσει. Τελικὸς χῶρος κατάπαυσής του ἦταν τὸ σπήλαιο κοντὰ στὴν πηγὴ καὶ τὸ χείμαρρο, ἑννέα χιλιόμετρα βορειοδυτικὰ τῆς Πάφου. Ἀπὸ τὸν Ἰούνιο τοῦ 1159 ἐγκαταστάθηκε ἐκεῖ καί διαμόρφωσε τήν Ἐγκλείστρα του, ὅπως τοῦ ἄρεσε. Πρῶτα ἔκτισε ὅλο τὸ στόμιο τοῦ σπηλαίου ποὺ ἔβλεπε ἀνατολικά ἀφήνοντας εἴσοδο μόνο ἀπὸ τὰ νότια, χώρισε τὸ σπήλαιο μὲ ἕνα ἐσωτερικό τοῖχο, διαμόρφωσε τὸ κελλίον του στὸ βάθος ὅπως τὸ βλέπουμε καὶ σήμερα ἀκόμη καὶ πρὸς τὴν εἴσοδο τοῦ σπηλαίου ἔστησε ἁγία τράπεζα ἀπὸ μαρμάρινη πλάκα.
Ἕνδεκα χρόνια ἔζησε μόνος, ὅπως ποθοῦσε. Ἡ ἐπιμονὴ ὅμως τοῦ ἐπιχώριου ἐπισκόπου Πάφου νὰ γίνει ἱερεύς καὶ νὰ δεχθεῖ ἕνα μαθητή, ὁδήγησε ἀπὸ τὸ 1170 σὲ σταδιακή μετεξέλιξη τοῦ ἡσυχαστικοῦ ἀσκητηρίου σὲ σκήτη ὀλιγάριθμων μοναχῶν καὶ τελικὰ σέ κοινοβιακή μονή ἐμπνεόμενη ἀπὸ τὸ ἡσυχαστικὸ ἰδεῶδες. Ἔγραψε ἕναν πρῶτο Κανονισμό Λειτουργίας τῆς μονῆς γύρω στό 1187.
Γιά περισσότερο ἀπὸ ἑξήντα χρόνια, μελετοῦσε ἀκατάπαυστα τά βιβλία πού δανειζόνταν ἀπὸ τὶς γειτονικές ἐπισκοπές Πάφου καὶ Ἀρσινόης (σημερινή Πόλις-Χρυσοχούς). Ἀσχολήθηκε μὲ τὴν συγγραφὴ πνευματικῶν ἔργων, ἀλλὰ μὴ ἔχοντας λάβει ἐγκύκλια μόρφωση, παρά μόνο τὰ πρῶτα γράμματα στὸ κοινόβιο τοῦ Κουτζουβένδη, στήν προσπάθειά του νὰ συντάξει κείμενα στήν ὑψηλή ἐκκλησιαστική γλῶσσα τῆς ἐποχῆς, κατέστῃ ταυτόχρονα καὶ ὁ πρῶτος καταγραφέας τῆς δημώδους ἑλληνικῆς, τοῦ κυπριακοῦ ἱδιώματος. Ἀνέπτυξε μιὰ ἔντονη συγγραφική δραστηριότητα, πού τὸν ἀνέδειξε στὸν μεγαλύτερο συγγραφέα τοῦ μεσαιωνικοῦ ἑλληνισμοῦ τῆς Κύπρου. Μεγάλο μέρος, ἑννέα ἀπὸ τὰ δεκαέξι βιβλία πού συνέγραψε, ἔχει ἀνακαλυφθεῖ σὲ βιβλιοθῆκες τοῦ ἐξωτερικοῦ καὶ ἀποτέλεσε τὴ συλλογὴ μὲ τίτλο Συγγράμματα Ἁγίου Νεοφύτου τοῦ Ἐγκλείστου πού ἐκδόθηκαν πρόσφατα μὲ φροντίδα τῆς μονῆς πού ἵδρυσε.
Ὁ Ἅγιος Νεόφυτος ὁ Ἔγκλειστος μιμήθηκε τὰ λαυρεωτικά καὶ κοινοβιακά φροντιστήρια φιλοσοφίας πού ἵδρυε ὅπου πήγαινε ὁ Ἅγιος Σάββας στὰ Ἱεροσόλυμα. Θεμελίωσε στὸ ἀσκητήριο τῆς Πάφου μιὰ κουλτούρα ἀγωγῆς μελέτης, μιὰ διαδικασία συστηματικῆς πνευματικῆς παιδείας, πού ἀπέκλειε τὴ μεγάλη συγκέντρωση μοναχῶν (=πολυάν-θρωπο μεγαλοκοινοβιακό σύστημα), γιὰ νὰ γίνεται μιὰ καλύτερη παρακολούθηση τῆς προόδου των. Ὁ Ἔγκλειστος Γέρων τῆς Πάφου, τό 1197 ἔσκαψε στὸ βράχο, πάνω ἀπὸ τὸ ναὸ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ, τὴν Ἀνωτέρα
Ἐγκλείστρα ἤ Νέα Σιών, ὅπως τὴν ὀνόμασε καὶ ἀπὸ ἐκεῖ ἐπέβλεψε τὴν ὁλοκλήρωση τῶν κτισμάτων καὶ τῶν τοιχογραφιῶν τῆς μονῆς, ἔγραψε τὰ περισσότερα βιβλία του καὶ ἐπανεῦρε τὴν ἀγαπημένη του ἡσυχία. Τὸ 1214 συντάσσει τὴν ἀναθεωρημένη καὶ τελευταῖα Τυπική Διάταξη/Διαθήκη, ἐνῷ δὲν μαρτυρεῖται καμμία πλέον δραστηριότητά του μετὰ τὸ 1220.
Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου τοῦ Ἐγκλείστου, ἡ Μονή τῆς Ἁγίας Ἐγκλείστρας συνέχισε τὴ ζωὴ της μέσα ἀπὸ ἕνα συμβατικὸ τρόπο μοναστηριακῆς ζωῆς μὲ κύριο γνώρισμα τὶς ἀγροτικὲς ἀσχολίες. Πότε οἱ μοναχοὶ ἐγκατέλειψαν τὸν κοινοβιακὸ τρόπο ζωῆς δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ γνωρίζουμε.
Οἱ πιὸ σημαντικοὶ σταθμοὶ στὴν ἱστορία τῆς μονῆς εἶναι οἱ ἑπόμενοι:
Νεόφυτος μοναχός, ὁ νέος κτίτωρ (†1512): Ἡ ἀνακαίνιση τό 1503 τριῶν τοιχογραφιῶν στὸ ναὸ τοῦ Τιμίου Σταυροῦ ὡς καὶ τοῦ παντοκράτορα στὸ ἱερό βῆμα τῆς Ἐγκλείστρας καὶ ἡ προικοδότηση μὲ πολλά σκεύη καὶ χρειώδη τοῦ ναοῦ δαπάναις τοῦ μοναχοῦ Νεοφύτου, τοῦ καὶ νέου κτίτορος ὅπως ὀνομάστηκε, ἴσως εἶναι δηλωτική καὶ μιᾶς νέας οἰκοδομικῆς καὶ ἀνακαινιστικῆς δραστηριότητας στὴ μονή. Δὲν ὑπάρχουν γραπτὲς μαρτυρίες γιὰ τὴν χρονολόγηση τῆς κατασκευῆς τοῦ Καθολικοῦ τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἀλλὰ οἱ τοιχογραφίες τοῦ ἐξωνάρθηκα στήν Ἐγκλείστρα προέρχονται ἀπό τούς ἴδιους τεχνίτες πού ἀρχές τοῦ 16ου αἰῶνα ζωγράφισαν καὶ τὶς τοιχογραφίες τοῦ Καθολικοῦ. Μποροῦμε βάσιμα νὰ τοποθετήσουμε τήν οἰκοδόμηση τοῦ Καθολικοῦ τῆς Κοιμήσεως στά τέλη τοῦ 15ου αἰῶνα.
Ἡγουμενία Λεοντίου Α΄: Τό 1631 ὁ ἡγούμενος Λεόντιος Α΄, κατόρθωσε νὰ ἐξασφαλίσει πρὸς ὄφελος τῆς μονῆς σιγίλλιο τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τοῦ Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως. Ἡ Πατριαρχική Σύνοδος, ὑπό τήν προεδρία τοῦ Κυρίλλου Λουκάρεως, ἐπισημοποιοῦσε τὴν ἀπόφαση τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας Κύπρου τοῦ 1611, ἡ ὁποία, μὲ τὴ σύμφωνη γνώμη καὶ τοῦ ἐπισκόπου Πάφου Λεοντίου, ἀναγνώρισε τὴ Μονή τῆς Ἁγίας Ἐγκλείστρας ὡς ἀνεξάρτητη. Ὁ τότε Ἀρχιεπίσκοπος Κύπρου Χριστόδουλος διατηροῦσε στενὲς σχέσεις μὲ τὸν Κύριλλο Λούκαρι ἀπὸ τότε πού ἦταν Πατριάρχης Ἀλεξανδρείας. Εἶχε μάλιστα χειροτονηθεῖ ἀπὸ τὸν Λούκαρι. Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος ἔκρινε πώς ἡ συγκυρία ἦταν κατάλληλη γιὰ νὰ ζητήσει τὸ σιγίλλιο πού καθιστοῦσε τήν Ἐγκλείστρα Πατριαρχικὸ Σταυροπήγιο. Ἔστειλε λοιπὸν τὸν προστατευόμενό του, τόν ἱκανότατο ἡγούμενο Λεόντιο Α΄ στήν Κωνσταντινούπολη νὰ ὑποβάλει τὸ αἴτημα, μεταφέροντας καὶ τὰ γράμματα τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Κυπριακῆς Ἐκκλησίας. Ἡ Πατριαρχική Σύνοδος ἐξέδωσε τὸ σιγίλλιο, ἐπαναφέροντας ταυτόχρονα τὴ Μονὴ τῆς Ἐγκλείστρας ἀπὸ τὸν ἰδιόρρυθμο στόν κοινοβιακὸ τρόπο ζωῆς.
Ἡγουμενία Ἰωαννικίου, γύρω στὸ 1779: Ἐπανεμφανίζεται ἡ διάθεση ἐντρύφησης στὰ διδάγματα τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου μὲ τὴν ἔκδοση τὸ 1779 στὴ Βενετία τῶν δύο Ἀκολουθιῶν καὶ τῆς Τυπικῆς Διαθήκης τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου, μὲ ἔξοδα τοῦ ἀρχιμανδρίτου τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Κυπριανοῦ.
Ἡγουμενία Ἰωακείμ Μελισσοβούκα 1815-1821: Ὁ ἡγούμενος Ἰωακείμ εἶναι ὁ ἡρωομάρτυρας κληρικός τῆς μονῆς, ὁ ὁποῖος ὀργάνωσε τὴν ἀντίσταση τῶν μοναχῶν στοὺς Ὀθωμανούς κατὰ τὴν περίοδο τῶν προγραφῶν πού ὁδήγησαν στὴν 9η Ἰουλίου τοῦ 1821, ὅταν οἱ τουρκικές ἀρχές ἔσφαξαν ἤ κρέμμασαν κοινοτικούς καί ἐκκλησιαστικούς ἀξιωματούχους κατὰ ἐκατοντάδες, μὲ προεξάρχοντα τὸν ἐθνομάρτυτα Ἀρχιεπίσκοπο Κυπριανό. Ὁ ἡγούμενος Ἰωακείμ ὅταν συνελήφθη καὶ φυλακίστηκε στὴ Λευκωσία, στίς προτροπές τοῦ πασᾶ νὰ γίνει μουσουλμάνος καί νά τοῦ χαριστεῖ ἡ ζωὴ, ἀντέδρασε μὲ ἐμμονὴ στὴν πίστη τῶν πατέρων του καὶ ἐμαρτύρησε δι᾿ ἀνασκολοπισμοῦ.
Ἡγουμενία Ἰακώβου Μυριανθέως 1898-1933: Ὁ πολιὸς καὶ ἀσκητικὸς αὐτὸς ἡγούμενος, ἀνεκαίνισε πολλὰ κτίρια τῆς μονῆς. Τὴν ἀποδέσμευσε ἀπὸ χρέη εἰσφέροντας πολλὰ χρήματα ἀπὸ τὴν προσωπικὴ του περιουσία, χωρὶς ποτὲ νὰ ζητήσει τὴν ἐπιστροφή τους. Ἀνόρθωσε τὰ οἰκονομικὰ τῆς μονῆς, κατασκευάζοντας ὑδρορροές (=λαγούμια) σὲ μεγάλο μῆκος στὸ ἀγρόκτημα τοῦ Ἀνατολικοῦ, γιὰ νὰ ποτίζονται ἐπαρκῶς τὰ κτήματα τῆς μονῆς. Δημιούργησε μὲ τὴ γλυκύτητα καὶ τὸ σεμνὸ παράδειγμὰ του τὶς προϋποθέσεις ἀνανέωσης καὶ ἐπάνδρωσής της μὲ νέους μοναχούς. Οἱ μοναχοί, γύρω ἀπὸ τὸν Ἡγούμενο Ἰάκωβο, συγκρότησαν μιὰ ἀδελφότητα μὲ μεγάλη συνοχή, ὁμογνωμία καὶ ἀγάπη γιὰ τὴν κοινὴ ζωὴ στὴ μονὴ τους. Τὸ 1918 ἐψήφισαν καὶ ἔθεσαν σὲ ἐφαρμογὴ τὸν πρῶτο στὰ νεώτερα χρόνια Κανονισμὸ Λειτουργίας τῆς μονῆς.
Ἡγουμενία Λαυρεντίου Μιχαηλίδου 1933-1962: Ἀνεψιὸς τοῦ ἡγουμένου Ἰακώβου, πρῶτος ἐκ τῶν μοναχῶν ἀπόφοιτος θεολογικῆς σχολῆς. Ἀπὸ τοῦ 1926 ἐδίδασκε ἀμισθὶ τὰ θρησκευτικὰ μαθήματα στὸ γυμνάσιο Πάφου. Ἐσυνέχισε τὸν ἐμβολιασμό χαρουπόδεντρων πού εἶχε ἐγκαινιάσει ὁ θεῖος του, ἐφύτευσε πέντε χιλιάδες ἀμυγδαλιές, δυόμισυ χιλιάδες χαρουπόδεντρα, πεντακόσιες ἐλιὲς καὶ ἑκατοντάδες λεμονόδεντρα καὶ προχώρησε σὲ ἀντιδιαβρωτικὰ ἔργα σὲ ἔκταση 240 στρεμμάτων στὸ ἀγρόκτημα τοῦ Ἀνατολικοῦ. Ἀνοικοδόμησε τὰ ἐρείπια πού ἄφησε ὁ σεισμὸς τοῦ 1953 καὶ πρόσθεσε νέα στὴ νότια πτέρυγα τῆς μονῆς. Ἐπὶ ἡγουμενίας του νέοι μοναχοὶ ἐσπούδασαν στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῶν Ἀθηνῶν, ἐνῷ παρατηρήθηκε μεγάλη παραγωγὴ μελετῶν στὰ ἔργα τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου ὡς καὶ ἡ ἔκδοση ἀποσπασμάτων ἀπὸ αὐτὰ στὸ ἐπιστημονικὸ περιοδικὸ Κυπριακὲς Σπουδὲς, κυρίως ἀπὸ μέρους τοῦ καθηγητοῦ Ἰωάννου Τσικνοπούλου.
Ἡγουμενία Λεοντίου Β΄ 1962: Στίς 8 Μαρτίου τοῦ 1962 ὁ Λεόντιος, ἀδελφός τῆς Μονῆς Ἁγίου Νεοφύτου καί Οἰκονόμος τῆς Μονῆς Ἀποστόλου Ἀνδρέου στό ἀνατολικό ἄκρο τῆς Κύπρου, τώρα ὑπό τουρκικήν κατοχήν, ἐξελέγη ἡγούμενος τῆς Ἐγκλείστρας, εἰς διαδοχήν τοῦ Λαυρεντίου, ἀποθανόντος στίς ἀρχές τοῦ ἰδίου ἔτους. Εἶχε δημιουργήσει φιλικές σχέσεις μέ ὑψηλά ἱστάμενα πρόσωπα καί μέ τή βοήθειά τους, ὡς καί μέ τήν προτροπή τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου τοῦ Γ΄, ἤθελε νά ἀναμορφώσει τήν Μονήν. Ἀπέθανε ὅμως μετά ἀπό ἐπτάμηνη ἡγουμενία.
Ἡγουμενία Σωφρονίου 1962-1964: Ὁ ἡγούμενος Σωφρόνιος ἦταν ὁ δεύτερος ἡγούμενος τῆς Ἐγκλείστρας πού ἔλαβε πανεπιστημιακή μόρφωση. Ἐξελέγη ἡγούμενος κατόπιν προτροπῆς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Μακαρίου Γ΄ πρὸς τοὺς μοναχοὺς, ὁ ὁποῖος ἐπένδυε στήν ἀναμόρφωση τοῦ μοναχικοῦ βίου μέσῳ τῆς ἀνάδειξης ἡγουμένων ἀπό ἀποφοίτους ἀποφοίτων θεολογικῶν σχολῶν. Ὁ Σωφρόνιος ἀνεκαίνισε τὸ Καθολικό μὲ δάπεδο καὶ σκάμνους. Ἔκτισε ἕνα ὑπόγειο ἐστιατόριο ἔναντι τῆς Ἐγκλείστρας πρὸς ἐξυπηρέτηση τῶν πολλῶν ἐπισκεπτῶν, γιὰ νὰ ἐξασφαλίσει περισσότερη ἡσυχία ἐντὸς τοῦ περιβόλου τοῦ νέου αὐλόγυρου τῆς μονῆς, ὅπως διαμορφώθηκε μὲ τὴν κατασκευὴ εἰσόδου καὶ πυραμιδωτῆς σκάλας ἔναντι τῆς πλατείας ποὺ ὁδηγεῖ στὴν Ἐγκλείστρα. Ἐφύτευσε δεκαοκτώ χιλιάδες κυπαρίσσια γιὰ νὰ χρησιμεύσουν ὡς ἀνεμοθραῦστες σὲ προγραμματιζόμενες φυτεῖες ἐσπεριδοειδῶν στό Ἀνατολικό. Προοδευτικὰ ὄμως ἔχασε τὴν ὑποστήριξη τῶν μελῶν τῆς ἀδελφότητας καὶ ἐξέπεσε τοῦ ἀξιώματός του. Ὁ Προηγούμενος Σωφρόνιος ἐφησυχάζει σήμερα στὴν κοινότητα Ἔμπας, λίγα χιλιόμετρα ἀπό τή μονή.
Ἐκεῖ κατέφυγε μετά ἀπό τήν σαραντάχρονη ὑπηρεσία του στήν Ἀρχιεπισκοπή Θυατείρων καί Μεγάλης Βρεττανίας, ὅπου διεκρίθη τόσο ἕνεκα τῆς γλυκύτητάς του ὡς πνευματικὸς καθοδηγητὴς χιλιάδων πιστῶν, ὅσο καὶ γιὰ τὶς ἱκανότητές του στὴ θεμελίωση καὶ ὀργάνωση νέων ἐνοριῶν σὲ διάφορα μέρη τῆς χώρας.
Ἡγουμενία Ἀλεξίου 1964-1972: Ὁ Ἀλέξιος διετέλεσε δόκιμος μοναχός τῆς μονῆς καὶ στὴ συνέχεια κατέφυγε στὴ Μονὴ Παναγίας Χρυσορροϊάτισσας. Μετά τό πέρας τῶν σπουδῶν του στὴ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης, ἐξελέγη Ἡγούμενος Χρυσορροϊάτισσας. Τό 1964 ἐξελέγη ἡγούμενος τῆς Ἐγκλείστρας πρός ἀντικατάσταση τοῦ Σωφρονίου, κατόπιν προτροπῆς καὶ πάλιν τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Κύπρου Μακαρίου Γ΄. Ὁ Ἡγούμενος Ἀλέξιος συνιστᾶ παντοτεινὸ παράδειγμα φιλοπατρίας. Ἔλαβε ἐνεργὰ μέρος στὸν ἀπελευθερωτικὸ ἀγῶνα τῆς Ε.Ο.Κ.Α., καὶ ὄντας Ἡγούμενος Χρυσορροϊάτισσας ἐκρατήθη στὶς φυλακές τῶν Ἄγγλων γιὰ ἀρκετὸ χρονικὸ διάστημα. Πολὺ γρήγορα ἀπέκτησε φήμη φλογεροῦ ἐθνικοθρησκευτικοῦ κήρυκα καὶ ἱκανότατου ὁμιλητῆ. Ἀπὸ τὴ θέση τοῦ Ἡγουμένου τῆς Ἐγκλείστρας, περιόδευε συχνὰ τὴν ἐπαρχία Πάφου ὡς ὁ κύριος ὁμιλητὴς σὲ ἐθνικὲς ἑορτὲς καὶ μνημόσυνα ἡρώων, ἐμψυχώνοντας τὸν λαό.
Στόν ἀγροτικὸ τομέα τέλος, ἐσυνέχισε τὸ ἔργο τῶν προκατόχων του, φυτεύοντας χιλιάδες ἐσπεριδοειδῆ στό Ἀνατολικόν.
Ἡγουμενία Χρυσοστόμου 1972-1978: Ἡ νεώτερη φάση τῆς ζωῆς τῶν μοναχῶν τῆς Ἐγκλείστρας ἀρχίζει μὲ τὴν ἀπόφαση γιὰ κατάργηση τῆς ἀγροτικῆς ζωῆς τῶν μοναχῶν. Ἡ ἀπόφαση λήφθηκε ἀπὸ τὸν Μακαριώτατο Ἀρχιεπίσκοπο Κύπρου, κ.κ.Χρυσόστομο Β΄ τό 1972, ὅταν σὲ ἡλικία 32 ἐτῶν, ἐχειροτονήθη ἱερεὺς καὶ ἐχειροθετήθη ἀρχιμανδρίτης καὶ ἡγούμενος τῆς Μονῆς στὶς 12 Νοεμβρίου 1972. Κύρια αἰτία τῆς συγκέντρωσης ὅλων τῶν μοναχῶν στὴν κεντρικὴ μονὴ, μετὰ ἀπὸ αἰῶνες ἀγροτικῆς διαβίωσης στὸ μετόχιο Ἀνατολικοῦ, ἀνατολικὰ τῆς Γεροσκήπου, ὑπῆρξε ἡ ἀσύμφορη πλέον καλλιέργεια τῆς γῆς ἀπὸ τοὺς ἴδιους τοὺς μοναχούς. Ἡ μετατροπὴ τῆς Κύπρου ἀπὸ ἀγροτικὴ οἰκονομία σὲ οἰκονομία ὑπηρεσιῶν, ποὺ ἄρχισε νὰ γίνεται αἰσθητὴ ἀπὸ τὰ τέλη τῆς δεκαετίας τοῦ ’60, μὲ τὴ συνακόλουθη μεταμόρφωση τῶν κοινωνικῶν σχέσεων, καθὼς καὶ τὸ προχωρημένο τῆς ἡλικίας τῶν περισσοτέρων πατέρων τῆς Μονῆς, ὑποχρέωσαν τὸν νεαρὸ τότε ἡγούμενο Χρυσόστομο νὰ μεταφέρει τήν ἕδρα διοίκησης στήν κεντρική μονή. Προχώρησε στὴ δημιουργία νέων γεωργικῶν συνεταιρισμῶν μὲ ἀγρότες τῆς ἐπαρχίας γιὰ τὴν ἀξιοποίηση τῆς μεγάλης κτηματικῆς περιουσίας τῆς μονῆς καί τά χιλιάδες ἐσπεριδοειδῆ. Οἰκοδόμησε ἔναντι τοῦ Καθολικοῦ τῆς μονῆς τὴν καλαίσθητη πτέρυγα ὅπου διαμένουν μέχρι σήμερα οἱ μοναχοί. Εἰσήγαγε τοὺς μοναχούς στὴ νέα ἀντίληψη τῆς συστηματικῆς οἰκιστικῆς ἀνάπτυξης τῆς γῆς, ὡς τὸν νέο τομέα ἀξιοποίησης τῆς περιουσίας τῆς μονῆς.
Ὅπως ἐλέχθη, ἀποτελοῦσε διακαὴ πόθο τοῦ μακαριστοῦ Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ ἡ πανεπιστημιακὴ μόρφωση τῶν μοναχῶν τῆς Κύπρου. Γι᾿ αὐτὸ καὶ μὲ τὴν προτροπὴ του οἱ μοναχοί ἐξέλεξαν ὡς διάδοχο τοῦ Ἀλεξίου στήν ἡγουμενία τῆς Ἐγκλείστρας, τὸ νεαρὸ τότε διάκονο Χρυσόστομο, τελειόφοιτο θεολογίας. Ὁ νέος ἡγούμενος, προώθησε τήν ἴδια ἀντίληψη περὶ ἀναμόρφωσης τοῦ μοναχισμοῦ μέσω τῆς ἀνόδου τοῦ μορφωτικοῦ τους ἐπιπέδου καί ἀπέστειλε τὸ ἴδιο ἔτος τὸν διάκονο καὶ μετέπειτα ἡγούμενο Λεόντιο στή Θεολογική Σχολή Ἀθηνῶν. Τόν Λεόντιο ἀκολούθησαν ἀργότερα κατὰ σειρὰν καὶ τὰ ἄλλα νεώτερα μέλη τῆς ἀδελφότητας ἐπιτυγχάνοντας τὴν ἄνοδο τοῦ μορφωτικοῦ ἐπιπέδου τῶν μοναχῶν. Ἀλλὰ τὰ χρόνια ποὺ ἀκολούθησαν ἦταν δύσκολα. Τὰ τρομερὰ γεγονότα τῆς ἐκκλησιαστικῆς κρίσης τοῦ 1973, τὸ πραξικόπημα τοῦ 1974, ἡ ἐπακολουθήσασα λαίλαπα τῆς τουρκικῆς εἰσβολῆς καὶ ἡ προσφυγοποίηση ἑκατοντάδων χιλιάδων Ἑλλήνων καί Τούρκων τῆς Κύπρου, δέν ἄφησαν περιθώρια γιὰ πνευματικὴ ἀναγέννηση. Ἡ προσοχή ἡγεσίας καὶ λαοῦ στράφηκε καὶ πάλι στὰ ἐπείγοντα θέματα φυσικῆς ἐπιβίωσης. Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου Γ΄ καὶ τὴν ἐκλογή στὴ θέση του τοῦ ἀπὸ Πάφου Χρυσοστόμου Α΄, ὁ ἡγούμενος Χρυσόστομος ἐξελέγη μητροπολίτης Πάφου.
Ἡγουμενία Λεοντίου 1978-. Ὁ σημερινός ἡγούμενος τῆς Ἐγκλείστρας Λεόντιος ἐξελέγη ἀπὸ τοὺς μοναχοὺς τὸ 1978, καὶ τὸ Μάϊο τοῦ 2007 ψηφίσθηκε ἀπὸ τὴν Ἱερά Σύνοδο τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κύπρου ἐπίσκοπος τῆς πάλαι ποτὲ διαλαμψάσης ἐπισκοπῆς Χύτρων, διατηρῶντας ταυτόχρονα τὴν ἡγουμενία τῆς Ἐγκλείστρας. Τήν ἀρχή τῆς ἡγουμενίας Λεοντίου σημαδεύει ἡ υἱοθέτηση ἀπὸ τὴν ἀδελφότητα τοῦ ἐν ἰσχύϊ σήμερα Ἐσωτερικοῦ Κανονισμοῦ τῆς μονῆς, ἐπικυρωθέντος ἀπὸ τὸν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Χρυσόστομο Α΄ μὲ ἐπιστολή του ἡμερομηνίας 23 Ἰουλίου 1980.
Μέγα μέρος τῆς ἡγουμενίας Λεοντίου ἀναλώθηκε στήν προσπάθεια ἀνακαίνισης τῶν κτιρίων καὶ ἀξιοποίησης τῆς κτηματικῆς περιουσίας τῆς μονῆς. Ταυτόχρονα, ἕνα φιλόδοξο πρόγραμμα συντήρησης τῶν ἀρχαίων κειμηλίων, χειρογράφων καὶ εἰκόνων, ἀπορρόφησε μέγα μέρος τῶν εἰσοδημάτων.
Ἡ ὅλη προσπάθεια προβολῆς τοῦ πολιτιστικοῦ πλούτου τῆς μονῆς, τόσο γιὰ λόγους θρησκευτικούς ὅσο καί γιά λόγους ἐθνικούς, ὁδήγησε τό ἡγουμενοσυμβούλιο τῆς μονῆς σὲ τρεῖς κεφαλαιώδεις ἀποφάσεις. Προέβη, πρῶτον, ἀπὸ τὶς ἀρχές τῆς δεκαετίας τοῦ ’80, στή μεταποίηση μέρους τῆς γεωργικῆς γῆς τῆς μονῆς σὲ ἀστική, μέ τὴν οἰκοδόμηση μεγάρου γραφείων στὴν Πάφο, τὴν ἐνοικίαση βιομηχανικῶν τεμαχίων στὴ γῆ τοῦ Ἀνατολικοῦ καὶ τὴν οἰκοπεδοποίηση τῆς γῆς γύρω καὶ πέρα ἀπὸ τὰ ὅρια τῆς κοιλάδας ὅπου βρίσκεται ἡ μονή.
Μὲ τὴ σταδιακή αὔξηση τῶν εἰσοδημάτων τῆς μονῆς μποροῦσαν πλέον νὰ ὑλοποιηθοῦν ἔργα πολιτισμοῦ. Τό ἡγουμενοσυμβούλιο προχώρησε στὶς ἀρχὲς τῆς ἑπόμενης δεκαετίας τοῦ ΄90 στή μετατροπή μεγάλου χώρου τῶν κτιρίων τῆς μονῆς σὲ ἐκκλησιαστικό σκευοφυλάκιο καί μουσεῖο. Ἐκεῖ ὁ κάθε ἐπισκέπτης μπορεῖ σήμερα νά θαυμάσει τούς θησαυρούς τῶν συντηρημένων κειμηλίων καί εἰκόνων τῆς μονῆς. Μπορεῖ μάλιστα νὰ ἐπαληθεύσει, μέσα ἀπὸ τὴν ὑπὸ ἀνακαίνιση κύρια αἴθουσα χειρογράφων καὶ παλαιτύπων βιβλίων, τὴ διακριτικὴ ἀλλὰ συνεχῆ ἐπιβίωση τῆς πολιτιστικῆς παράδοσης ἀγωγῆς μελέτης, πού ἐνέπνευσε ὁ ἰδρυτής Ἅγιος Νεόφυτος στοὺς ἑκάστοτε ἀσκητὲς τῆς Ἐγκλείστρας. Στὴ συνέχεια, τὸ ἡγουμενοσυμβούλιο προχώρησε στὴν ἀνακαίνιση τῶν δωματίων φιλοξενίας στὸν ἴδιο ὄροφο μὲ τὸ μουσεῖο, δημιουργῶντας σύγχρονους χώρους μὲ καλαίσθητη διαρρύθμιση.
Στὰ ἑπόμενα χρόνια ἐκπονήθηκαν μελέτες καὶ ὑλοποιήθηκε ἡ δημιουργία δύο σύγχρονων χώρων στάθμευσης γιὰ τοὺς πολυπληθεῖς ἐπισκέπτες. Ἔγινε πρόβλεψη γιὰ ἀναψυκτήριο, χώρους ὑγιεινῆς καὶ δύο καταστημάτων τουριστικῶν καὶ παραδοσιακῶν εἰδῶν. Τὴν ἴδια περίοδο ἐντάθηκε, μὲ προσωπικὴ φροντίδα τοῦ Ἡγουμένου Λεοντίου, ἡ προσπάθεια δενδροφύτευσης καὶ δημιουργίας πρασίνου στόν περιβάλλοντα χῶρο τῆς μονῆς. Τὸ ὅλο ἐγχείρημα στέφθηκε μὲ ἐξαιρετικὴ ἐπιτυχία.
Παρατηρεῖται στίς μέρες μας μεγάλη συρροὴ λαοῦ πρός ὅλους τοὺς χώρους ὅπου ἀσκεῖται ἡ πνευματική ζωή. Ἡ νὲα αὐτὴ κατάσταση πραγμάτων ἔφερε καὶ τοὺς μοναχούς τῆς Ἐγκλείστρας μπροστὰ στὴν ἀνάγκη νὰ ἀναλάβουν νὰ σηκώσουν ἕνα, πρωτόγνωρο σὲ βάθος καὶ ἔνταση, μερίδιο πνευματικῆς συμπαράστασης πρὸς τά μέλη τῆς Ἐκκλησίας ἀλλὰ καὶ πρὸς κάθε ἐπισκέπτη τῆς Ἐγκλείστρας, ὁ ὁποῖος τυχὸν ζητᾶ νὰ ἀκούσει γιὰ τὸ μήνυμα ἐλπίδας τοῦ εὐαγγελίου: οἱ πατέρες τῆς μονῆς ἀφιερώνουν συχνὰ πολὺν χρόνο στὸ νὰ ὑποδέχονται καὶ νὰ συζητοῦν μὲ τοὺς ἐπισκέπτες ἤ τοὺς προσκυνητές, ἐνῷ ὁ ἡγούμενος δέχεται ἀπὸ εἰκοσαετίας σχεδόν χιλιάδες ἀνθρώπων κάθε χρόνο στό μυστήριο τῆς ἐξομολόγησης καί τῆς πνευματικῆς καθοδήγησης.
Τέλος, τὸ ἡγουμενοσυμβούλιο τῆς μονῆς, ἐγκαινίασε, στὰ μέσα τῆς δεκαετίας τοῦ ᾿90, τὸ πλέον φιλόδοξο πρόγραμμα αὐτῆς τῆς γενεᾶς μοναχῶν. Πρόκειται γιὰ τὸ συστηματικὸ συντονισμὸ καὶ τὴν ταυτόχρονη χρηματοδότηση μέ ἀπόφαση τοῦ ἡγουμενοσυμβουλίου τῆς μονῆς, τῆς κριτικῆς ἔκδοσης ὅλων τῶν εὐρεθέντων μέχρι τώρα χειρογράφων τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου, πού εὐρίσκονται διασκορπισμένα σὲ βιβλιοθῆκες καὶ μουσεῖα τοῦ κόσμου. Ἐπιτελεῖο πολλῶν καθηγητῶν πανεπιστημίου εἰδικῶν στὴν ἔκδοση χειρογράφων, ἐργάζεται ἐντατικὰ τὰ τελευταῖα δώδεκα χρόνια σὲ αὐτὸ τὸ γιγάντιο ἔργο. Ἔχει μέχρι τώρα ἐπισημανθεῖ καὶ ἐκδοθεῖ τὸ μεγαλύτερο μέρος τῶν ἑννέα ἀπὸ τὰ δεκαέξι βιβλία πού συνέγραψε ὁ Ἔγκλειστος, σὲ πέντε καλαίσθητους τόμους. Ἡ ὁλοκλήρωση τῆς σειρᾶς θά εἶναι γεγονός μέσα στὰ ἀμέσως ἑπόμενα χρόνια μὲ τὴν ἔκδοση τοῦ ἔκτου τόμου (=πίνακες) καὶ τοῦ ἑβδόμου (=εἰσαγωγικός, μέ εἰσηγήσεις ἐπιστημόνων μέσα ἀπό τό ὑπό ὀργάνωση διεθνές συνέδριο γιά τόν Ἅγιο Νεόφυτο). Παράλληλα ἀποφασίστηκε καὶ προχωρεῖ ἤδη ἡ ὑλοποίηση τοῦ ἐξίσου μεγάλου ἔκδοτικοῦ ἔργου τῆς μεταγλώττισης τῶν συγγραμμάτων τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου στὴν δημοτική. Ἡ πολύτομη ἐκλαϊκευτικὴ ἔκδοση τοῦ corpus τῶν συγγραμμάτων, θά παρουσιάζει στὰ μάτια τοῦ ἀναγνώστη τόσο τὸ πρωτότυπο κείμενο, ὅσο καὶ τὴν ἀπόδοσή του στή δημοτική, μαζί μὲ ἐπεξηγηματικά σχόλια στὸ κάτω μέρος τῶν σελίδων.
Αὐτή ἡ μακρόπνοη στρατηγικὴ προετοίμασε τὴ στροφὴ πρὸς μιὰ βαθύτερη συνειδητοποίηση ἀπὸ μέρους τῶν μοναχῶν τοῦ τύπου μοναχικῆς ζωῆς πού κληροδότησε ὁ Ἔγκλειστος, ὅσο καὶ τῆς εὐθύνης τους νὰ προσφέρουν θεολογικὸ καὶ πνευματικὸ λόγο μέσα στὸ σῶμα τῆς εὐρύτερης κοινωνίας, κατὰ τὸ ἐντυπωσιακώτατο παράδειγμα τοῦ ἰδίου τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου. Ὁ Ἔγκλειστος Γέρων τῆς Πάφου, μέσα ἀπὸ τὸ σπήλαιο ἐπικοινωνοῦσε μὲ ὅλο τὸν κόσμο, τόσο μέσῳ τῆς προσευχῆς ὅσο καὶ μέσῳ τῆς συνομιλίας μὲ πολλούς ἀπό τοὺς ἐπισκέπτες, τὸ ἔργο τῆς ἱερᾶς ἐξομολόγησης καὶ τὴ συναφὴ πνευματικὴ καθοδήγηση τῶν μοναχῶν καὶ τοῦ λαοῦ, τὴ συγγραφὴ λόγων, ἑρμηνευτικῶν ἔργων, ὁμιλιῶν πρὸς τοὺς μοναχοὺς καὶ ἐγκωμίων γιὰ πολλὲς ἑορτὲς τοῦ λειτουργικοῦ ἔτους, καθὼς καὶ τὴν πλουσιώτατη ἀλληλογραφία του, ἀντίγραφα τῆς ὁποίας συνιστοῦσαν δύο ὀγκώδεις τόμους.
Ὁ σημερινὸς ἄξονας τῆς καθημερινῆς ζωῆς στὴ Μονὴ τῆς Ἁγίας Ἐγκλείστρας, συνίσταται στὴν πορεία γιὰ ἐπανεύρεση τοῦ δρόμου πρὸς τὴν παιδεία, ὅπως τὴ συνέλαβε ὁ Ἅγιος Νεόφυτος καὶ τὴν ἔζησε μὲ τοὺς μαθητές του, προσαρμοσμένης στὶς σημερινὲς ἀνάγκες καὶ δυνατότητες τῶν μοναχῶν πού κατοικοῦν στὴ μονή. Ἡ μονή προσανατολίζεται μέσα στὰ ἑπόμενα χρόνια καὶ δεκαετίες νά καταστεῖ χῶρος ἐπαναβαπτισμοῦ τοῦ λαοῦ στά νάματα τῆς διδασκαλίας τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου καὶ χῶρος ἱεραποστολικῆς δραστηριότητας ἐντὸς τῆς εὐρύτερης κοινωνίας. Τὸ ἡγουμενοσυμβούλιο ἀποφάσισε ὅπως στούς χώρους τῆς μονῆς διαμορφώσει προσεχῶς ἕνα συνεδριακὸ κέντρο ὅπου μελετητὲς καὶ εἰδικοὶ ἐπιστήμονες θὰ δίνουν διαλέξεις καὶ σεμινάρια μὲ θεματολογία παρμένη ἀπὸ τὸν θρησκευτικό πολιτισμὸ τῆς Κύπρου καὶ τὴν πνευματική συνεισφορὰ τοῦ Ἁγίου Νεοφύτου.
Συντάκτης τοῦ κειμένου: Ἀρχιμ. Νεόφυτος Ἐγκλειστριώτης
Φωτογραφικό ρεπορτάζ www.ope.gr – Διεθνές Πρακτορείο Εκκλησιαστικών Ειδήσεων Ορθοδοξία