«Ἀστράπτει καί λάμπει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ». Τον λόγο αυτό, από το στιχηρό των Αίνων της Κυριακής της Ορθοδοξίας, απέδωσε ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος στη λαμπρά και πανηγυρική ατμόσφαιρα που επικρατούσε το πρωί του Σαββάτου, 5 Οκτωβρίου 2024, κατά την επίσημη Δοξολογία επί τη υποδοχή του στην Αυστραλία, η οποία τελέστηκε στον ιστορικό Ιερό Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, στην «καρδιά» του Σύδνεϋ. Της Δοξολογίας προηγήθηκε η τέλεση των θυρανοιξίων του άρτι ανακαινισθέντος περικαλλούς Ιερού Ναού.
“Η Ορθόδοξος Εκκλησία είναι η Εκκλησία της αλληλοπεριχωρήσεως, της καταλλαγής, της αμοιβαίας κατανοήσεως και της αλληλογνωριμίας, η οποία αντιλαμβάνεται τις ιδιαίτερες ποιμαντικές ανάγκες των ανθρώπων κάθε εποχής και κάθε τόπου, και με άκραν ευαισθησίαν, μητρικήν στοργήν και ανοικτούς ορίζοντας ίσταται παρά το πλευρόν ενός εκάστου εξ ημών ως Μήτηρ φιλόστοργος και όχι ως κριτής αδέκαστος εις πάσαν περίστασιν έτοιμος να κρίνει, να επικρίνει και να καταδικάσει”, πρόσθεσε μεταξύ άλλων ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, στην αντιφώνησή του.
Δείτε σε επανάληψη τη Δοξολογία:
Τόσο το εσωτερικό του Καθεδρικού Ναού, όσο και ο περιβάλλων χώρος και οι παρακείμενες οδοί, είχαν κατακλειστεί από χιλιάδες ευσεβείς χριστιανούς, οι οποίοι έσπευσαν να καλωσορίσουν τον Παναγιώτατο, να καταθέσουν την αγάπη και τον σεβασμό τους και να λάβουν την ευλογία του. Κατά την άφιξή του, συνοδεία του Σεβασμιωτάτου Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ. Μακαρίου, ο Πατριάρχης έγινε αποδέκτης ενθουσιωδών επευφημιών και παρατεταμένων χειροκροτημάτων, ενώ μαθητές και μαθήτριες τον έραναν με ροδοπέταλα υπό τους ήχους χαρμόσυνων κωδωνοκρουσιών.
Την τελετή προς τιμήν της ιστορικής, αποστολικής επισκέψεως του Προκαθημένου της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην πέμπτη ήπειρο, τίμησαν με την παρουσία τους η Κυβερνήτρια της Νέας Νοτίου Ουαλίας κ. Margaret Beazley, ο Ομοσπονδιακός Πρωθυπουργός της Αυστραλίας κ. Anthony Albanese και ο Υφυπουργός Πολιτισμού της Ελλάδος κ. Ιάσων Φωτήλας, ως εκπρόσωπος της Ελληνικής Κυβερνήσεως. Από πλευράς της τοπικής Εκκλησίας, τον Σεβασμιώτατο Αρχιεπίσκοπο κ. Μακάριο πλαισίωναν οι Θεοφιλέστατοι Επίσκοποι, μέλη της Ιεράς Επαρχιακής Συνόδου. Παρέστησαν, επίσης, οι Ιεράρχες και Κληρικοί, μέλη της Πατριαρχικής Συνοδείας, ο Ιερός Κλήρος και οι Μοναστικές Αδελφότητες της Νέας Νοτίου Ουαλίας, Πρέσβεις και Πρόξενοι, Αυστραλοί Υπουργοί, Βουλευτές και Γερουσιαστές, Άρχοντες της Μ.τ.Χ.Ε., Καθηγητές της Θεολογικής Σχολής του Αποστόλου Ανδρέου, Πρόεδροι των Ενοριών-Κοινοτήτων και των ευαγών Καθιδρυμάτων, μέλη των Φιλοπτώχων Αδελφοτήτων, Διευθυντές, εκπαιδευτικοί και μαθητές σχολείων, κ.ά..
Τον Παναγιώτατο καλωσόρισε εν εκκλησία ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος κ. Μακάριος, ο οποίος στην εισαγωγή της προσφωνήσεως του, δανειζόμενος έναν στίχο από την ακολουθία της Αναστάσεως: «Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός, οὐρανός τε καὶ γῆ, καὶ τὰ καταχθόνια», σημείωσε χαρακτηριστικά ότι «η χαρά, η ευφροσύνη και η αγαλλίαση των πνευματικών σας τέκνων εδώ στην Ωκεανία, είναι πασχάλια και αναστάσιμη και ο ενθουσιασμός τους παραπέμπει πραγματικά στο κενό μνημείο της Αναστάσεως και στο υπερώο της Πεντηκοστής».
Στη συνέχεια, ο Αρχιεπίσκοπος περιέγραψε συνοπτικά την ιστορική πορεία της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, μνημονεύοντας έναν προς έναν τους αοιδίμους προκατόχους του και σημειώνοντας ότι από το 2019 κι έκτοτε, προσπάθησε και ο ίδιος να βαδίσει επί των ευλογημένων βημάτων τους, «βημάτων ειρήνης, ενότητος, καταλλαγής, ιάσεως των συντετριμμένων, ανορθώσεως των κατερραγμένων και συναρμόσεως των διεστώτων». Συμπερασματικά δε, εξέφρασε την πεποίθηση πως η εκατόχρονη πορεία της Ι. Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας «δικαίωσε την απόφαση του Πατριαρχείου μας να την ιδρύσει, αφού κατά τη διαρρεύσασα εκατονταετία φάνηκε αντάξια των προσδοκιών της Μητρός Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως».
Ο Αρχιεπίσκοπος κ. Μακάριος περιέγραψε, επίσης, τις παρεμβάσεις που εκτελέστηκαν κατά την ανακαίνιση του Ι. Καθεδρικού Ναού του Σύδνεϋ, ενώ εμφανίστηκε αισιόδοξος για το μέλλον της τοπικής Εκκλησίας, υπό την πνευματική πάντοτε σκέπη του Ιερού Κέντρου της Ορθοδοξίας. «Η ιεροκανονική αναφορά της πέμπτης ηπείρου στο ωμοφόριό Σας αποτελεί τη μεγαλύτερη ευλογία και εγκαύχησή μας εν Κυρίω», δήλωσε χαρακτηριστικά απευθυνόμενος στον Οικουμενικό Πατριάρχη, ενώ κατέκλεισε με λόγους από καρδιάς για το σεπτό πρόσωπό του: «Η Πατριαρχία του δεν κλείστηκε σε σχέδια ανθρώπινα, δεν περιορίστηκε στην κοινή λογική και δεν προωθήθηκε από φθαρτές δυνάμεις του κόσμου τούτου. Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος έλκεται από μια δύναμη που συνεχώς αυξάνει. Είναι μια ξεχωριστή μορφή με μια ιδιαίτερη αποστολή, κάτι που δεν συμβαίνει συχνά στην ανθρώπινη ιστορία»».
Ακολούθως, απηύθυναν χαιρετισμούς η Κυβερνήτρια ΝΝΟ, κ. Margaret Beazley, και ο Πρωθυπουργός κ. Anthony Albanese, οι οποίοι, αμφότεροι, εξήραν τη συνεισφορά του Ελληνισμού και της Ορθοδοξίας στο Αυστραλιανό Έθνος. Ειδικότερα, ο κ. Albanese ανακοίνωσε την έμπρακτη στήριξη του σχεδίου αναπτύξεως της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, το οποίο περιλαμβάνει την πλήρη ανακαίνιση των κεντρικών εγκαταστάσεών της στο Redfern του Σύδνεϋ, συμπεριλαμβανομένης της ανακαινίσεως της Θεολογικής Σχολής του Αποστόλου Ανδρέου και της δημιουργίας Μουσείου του Ελληνισμού της Αυστραλίας. Για τον σκοπό αυτό, η Ομοσπονδιακή Κυβέρνηση της χώρας θα διαθέσει χρηματοδότηση ύψους 25 εκατομμυρίων δολαρίων.
Κατά την αντιφώνησή του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης εξέφρασε καταρχάς την πατρική ευαρέσκειά του, διότι «διαπιστούμεν ότι εδώ η Ρωμιοσύνη “ανθεί και φέρει κι άλλο” – κατά την λαϊκήν μούσαν – ώδε και η εκλεκτή εκλογάς του Συνταγματίου του Θρόνου, η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας, πεφιλημένη θυγάτηρ της Μεγάλης Εκκλησίας, την οποίαν ιθύνει και πηδαλιουχεί αξίως και θεοφιλώς ο Ιερώτατος Αρχιεπίσκοπος Αυστραλίας και αγαπητός εν Χριστώ αδελφός και φίλος κ. Μακάριος, και της οποίας τέκνα πολυτίμητα και ηγαπημένα είσθε άπαντες, σεις τα αποδημητικά πτηνά της Ρωμηοσύνης, οι οποίοι εις καιρούς δυστήνους και δυσχειμέρους αφήκατε τη Μητέρα Πατρίδα, με την επιθυμίαν καλυτέρων συνθηκών ζωής, αλλά και με τον νόστον της επιστροφής εις τα μύχια των καρδιών σας».
Στη συνέχεια, έκανε εκτενή αναφορά στην οικουμενική ευθύνη και διακονία της Μητρός Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, ενώ σε άλλο σημείο τόνισε πως Αυτή είναι, εξ αντικειμένου, ο θεματοφύλακας και εγγυητής της δισχλιετούς Παραδόσεως της Εκκλησίας. «Ταύτην την καλήν μαρτυρίαν, την παρακαταθήκην της πίστεως, την αποστολικήν δηλονότι Παράδοσιν», επεσήμανε, «ως εκλεκτή θυγάτηρ του Αποστολικού Οικουμενικού και Πατριαρχικού Θρόνου της Κωνσταντινουπόλεως, διεφύλαξεν η Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας από της ιδρύσεώς της έως και σήμερον». Αφού σημείωσε την καθοριστική προς αυτήν την κατεύθυνση συμβολή των αοιδίμων Ποιμεναρχών της πέμπτης ηπείρου, επαίνεσε την ποιμαντορία του νυν Αρχιεπισκόπου, «Μακαρίου του Κρητός, του σεσοφισμένου και εχέφρονος Αρχιερέως, όστις εισοδεύει την Ιεράν Αρχιεπισκοπήν Αυστραλίας εις την δευτέραν εκατονταετίαν αυτής εν χρησταίς ελπίσι και προσδοκίαις μεγάλαις». «Και είναι τω όντι άξιος επαίνων και συγχαρητηρίων ο Ποιμενάρχης σας», υπογράμμισε, «διότι υπείκων τη Αγία του Χριστού Μεγάλή Εκκλησία και τω Πατριάρχη, ήλθεν εδώ εις την μακρινήν πέμπτην ήπειρον το 2019 και από της πρώτης στιγμής της αφίξεώς του έδωκε, κατά το δη λεγόμενον, τα δείγματα της γραφής του, προσκαλών και περικρατών τον λαόν πλησίον της Εκκλησίας και εργαζόμενος αόκνως και ανυστάκτως υπέρ της ενότητος, ήτις διεσπάσθη εις μερικάς περιπτώσεις κατά το παρελθόν, αλλά χάριτι Θεού και δια της υπερπροσπαθείας του Αρχιεπισκόπου όλα βαίνουν προς την αισίαν έκβασιν. Χαιρόμεθα ιδιαιτέρως, διότι η μέριμνα και η φροντίς του Αρχιεπισκόπου σας είναι η “επανεκκλησιοποίησις” και η ανακαίνισις της ζωής της Ιεράς Αρχιεπισκοπής, ήτις δεν περιορίζεται μόνον εις τα έργα υποδομής και ευποιίας, διά τα οποία δικαίως πρέπει να είναι υπερήφανος ο εκλεκτός αδελφός Μακάριος, αλλά κυρίως διότι χάρις εις τας ρηξικελεύθους επιλογάς του και την μακρόπνοον προοπτικήν του έθεσε την Αρχιεπισκοπήν εις νέας και στερράς βάσεις διά να εισέλθη εις την δευτέραν εκατονταετίαν του βίου αυτής με ακόμη μεγαλυτέραν δυναμικήν και περισσότερον ελπιδοφόρους προοπτικάς. Φρονούμεν ότι την δυναμικήν αυτήν δεικνύει εξόχως και η ανακαίνισις και η αγιογράφησις του περικαλλούς Καθεδρικού τούτου Ναού, ήτις αποτελεί μικρογραφίαν της αλλαγής και της ανακαινίσεως που συντελούνται εν τη Ιερά Αρχιεπισκοπή Αυστραλίας απ᾽ άκρου εις άκρον».
Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης ανέτρεξε με συγκίνηση στην προηγούμενη επίσκεψή του στην πέμπτη ήπειρο, προ τριών σχεδόν δεκαετιών, διακρίνοντας ότι πολλά έκτοτε έχουν αλλάξει, παρά μόνο «η αγάπη και η αφοσίωσις των Ελλήνων της Αυστραλίας εις την Μεγάλην Εκκλησίαν και εις την Μητέρα Πατρίδα, η προσήλωσίς των εις τα ιδεώδη και τας παραδόσεις του Γένους, η νοσταλγία της επιστροφής εις τα άγια χώματα των προγόνων». «Όμως, οι Έλληνες απέκτησαν στερεάς βάσεις εδώ, εις την ευλογημένην γην της Ωκεανίας», παρατήρησε ακολούθως, «και έγιναν σημαντικόν και αναπόσπαστον τμήμα της κοινωνίας, εις τρόπον ώστε είναι παντελώς άτοπον και αδύνατον να ομιλή κανείς περί της συγχρόνου αυστραλιανής πραγματικότητος, χωρίς να αναφερθή διεξοδικώς εις τους Έλληνας Ομογενείς και εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν».
Σημειώνεται ότι ο Παναγιώτατος αφίχθη χθες το βράδυ στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Σύδνεϋ, και πραγματοποιεί πολυήμερη επίσημη επίσκεψη στην Αυστραλία, προκειμένου να προεξάρχει των εορταστικών εκδηλώσεων επί τη εκατονταετηρίδα της σημαντικής αυτής Επαρχίας του Οικουμενικού Θρόνου στην πέμπτη ήπειρο.
Έμπλεος συναισθημάτων χαράς και υιικής συγκινήσεως, ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος κ. Μακάριος καλωσόρισε χθες τον Παναγιώτατο «στο σπίτι του», εστιάζοντας στην ιστορικότητα των στιγμών και στην ευλογία που βιώνει το χριστεπώνυμο πλήρωμα της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας, καθώς συνεορτάζει τα εκατό έτη από την ίδρυση της τοπικής Εκκλησίας με «έναν από τους πλέον αναγνωρισμένους, παγκοσμίως, και χαρισματικούς θρησκευτικούς ηγέτες της εποχής μας».
«Σήμερα, κάτω από τον Σταυρό του Νότου, εκπληρώθηκε ένας από τους βαθύτερους πόθους μου, ο οποίος γαλουχήθηκε για σχεδόν 30 χρόνια – να δω τους Ορθοδόξους πιστούς της Αυστραλίας, τους οποίους αγαπώ και μου έχουν λείψει πολύ», αποκρίθηκε, εμφανώς συγκινημένος, ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος.
Η αντιφώνηση του Οικουμενικού Πατριάρχη:
Ἱερώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Αὐστραλίας κ. Μακάριε, ἀδελφέ καί συλλειτουργέ καί ποιμενάρχα τῆς Θεοσώστου ταύτης Ἀρχιεπισκοπῆς,
Ἐξοχωτάτη κ. Margaret Beazley, Κυβερνήτρια τῆς Ν.Ν.Ο.,
Ἐξοχώτατε κ. Anthony Albanese, Πρωθυπουργέ τῆς εὐλογημένης, δημοκρατικῆς καί ἐλεύθερης χώρας τῆς Αὐστραλίας,
Ἱερώτατοι καί Θεοφιλέστατοι Ἀρχιερεῖς,
Τίμιον Πρεσβυτέριον, Διακονία τοῦ Χριστοῦ,
Ὁσιώτατοι μοναχοί καί μοναχαί,
Ἐξοχώτατοι κύριοι Πρέσβεις,
Ἐξοχώτατοι κύριοι Ὑπουργοί,
Ἀξιότιμοι κύριοι Βουλευταί καί Γερουσιασταί,
Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες οφφικιάλιοι τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας,
Ἐλλογιμώτατοι κύριοι Καθηγηταί,
Ἀξιότιμοι κύριοι Πρόεδροι τῶν Διοικητικῶν Συμβουλίων τῶν Ἐνοριῶν-Κοινοτήτων καί τῶν εὐαγῶν Καθιδρυμάτων,
Ἐκλεκτά μέλη τῶν Φιλοπτώχων Ἀδελφοτήτων,
Ἀξιότιμοι κύριοι Διευθυνταί τῶν Σχολείων καί λίαν ἀγαπητοί μαθηταί,
Τέκνα πολυφίλητα καί ἐκλεκτά τῆς Ρωμῃοσύνης καί τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας,
Εὐσεβές ποίμνιον τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Αὐστραλίας,
«Ἀστράπτει καί λάμπει ἡ Ἐκκλησία τοῦ Χριστοῦ».
Αὐτός ὁ λόγος τοῦ ἱεροῦ ὑμνογράφου, ὁ περιγράφων τόν θρίαμβον τῆς Ὀρθοδοξίας, θεωροῦμεν ὅτι ἀντικατoπτρίζει τήν πανηγυρικήν, ἀστράπτουσαν καί λάμπουσαν πραγματικότητα τήν ὁποίαν βιοῦμεν ἀφ᾽ ἧς στιγμῆς ἀφίχθημεν εἰς τήν περιώνυμον πόλιν τοῦ Σύδνεϋ, γενόμενοι δεκτοί ὑπό χιλιάδων πιστῶν ἐκ τοῦ εὐσεβοῦς ποιμνίου τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Αὐστραλίας εἰς τόν διεθνῆ ἀερολιμένα Kingsford Smith, ἀλλά καί σήμερον κατά τήν ἐπίσημον καί θερμήν ὑποδοχήν τῆς ἡμῶν Μετριότητος καί τῆς τιμίας Συνοδείας ἡμῶν, ὑπό τοῦ Ἐξοχωτάτου Πρωθυπουργοῦ τῆς χώρας κ. Anthony Albanese, τοῦ Ἱερωτάτου Ἀρχιεπισκόπου κ. Μακαρίου, τῶν μελῶν τῆς Ἱερᾶς Ἐπαρχιακῆς Συνόδου, τῶν Πολιτειακῶν Ἀρχῶν, τοῦ εὐαγοῦς κλήρου καί τοῦ φιλοχρίστου λαοῦ, συνεχίζομεν νά βιώνωμεν τήν χαράν τῆς Πεντηκοστῆς, τήν βεβαιότητα τῆς ἑνότητος, τόν παλμόν τῆς Ὁμογενείας, τόν ἐνθουσιασμόν τῶν νέων, τήν ἀγάπην τοῦ εὐσεβοῦς ποιμνίου καί τήν ἀφοσίωσιν πάντων εἰς τήν Μητέρα Ἐκκλησίαν, τό Οἰκουμενικόν μας Πατριαρχεῖον καί τόν Πατριάρχην τοῦ Γένους. Λαμπρά καί ἀγλαοφανής, λοιπόν, ἡ παροῦσα ἡμέρα, καθώς συνήχθημεν ἅπαντες, ὅ τε κλῆρος καί ὁ λαός, εἰς τόν περίλαμπρον καί ἄρτι ἀνακαινισθέντα τοῦτον Ἱερόν Καθεδρικόν Ναόν τοῦ Εὐαγγελισμοῦ τῆς Θεοτόκου, καί χαίρομεν καί ἀγαλλόμεθα, ὄχι μόνον διότι σπανίως ἔχομεν τήν εὐκαιρίαν νά ἐπισκεπτώμεθα τήν Ἀντίχθονα, ἀλλά κυρίως διότι διαπιστοῦμεν ὅτι ἐδῶ ἡ Ρωμηοσύνη «ἀνθεῖ καί φέρει κι ἄλλο» – κατά τήν λαϊκήν μοῦσαν – εδώ καί ἡ ἐκλεκτή ἐκλογάς τοῦ Συνταγματίου τοῦ Θρόνου, ἡ Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Αὐστραλίας, πεφιλημένη θυγάτηρ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, τήν ὁποίαν ἰθύνει καί πηδαλιουχεῖ ἀξίως καί θεοφιλῶς ὁ Ἱερώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Αὐστραλίας καί ἀγαπητός ἐν Χριστῷ ἀδελφός καί φίλος κ. Μακάριος, καί τῆς ὁποίας τέκνα πολυτίμητα καί ἠγαπημένα εἶσθε όλοι εσεῖς τά ἀποδημητικά πτηνά τῆς Ρωμηοσύνης, οἱ ὁποῖοι εἰς καιρούς χαλεπούς καί δυσχειμέρους ἀφήκατε τήν Μητέρα Πατρίδα, μέ τήν ἐπιθυμίαν καλυτέρων συνθηκῶν ζωῆς, ἀλλά καί μέ τόν νόστον τῆς ἐπιστροφῆς εἰς τά μύχια τῶν καρδιῶν σας.
Ἐκ τῆς Βασιλευούσης Πόλεως τῶν ὀνείρων καί τῶν θρύλων, ἐκ τοῦ ταπεινοῦ – αλλά ὄχι τεταπεινωμένου -, τοῦ ἀειφώτου καί ἀειλαμποῦς Φαναρίου, κομίζομεν τήν ἀγάπην καί τήν στοργήν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας πρός ἅπαντα τά τέκνα τῆς Ὁμογενείας καί ἐκφράζομεν τήν χαράν καί τήν ἀγαλλίασίν μας διά τήν εὐλογητήν αυτήν ἱεραποδημίαν εἰς τήν μακρυνήν ἤπειρον τῆς Ὠκεανίας, κατά κυριολεξίαν εἰς τούς ἀντίποδας καί τήν ἄκρην τοῦ κόσμου, διαδηλοῦντες καί διά τοῦ τρόπου αὐτοῦ τάς οἰκουμενικάς καί ἀπείρους διαστάσεις τῆς Ρωμηοσύνης καί νέμοντες τάς ἀκτινοβόλους μαρμαρυγάς τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας.
Ἀλλ᾽ ὅμως ἡ χαρά πάντων ἡμῶν εἶναι πεπληρωμένη καθ᾽ ὅτι ἐπισκεπτόμεθα τήν εὐλογημένην ταύτην χώραν ἐξ ἀφορμῆς τῆς ἐξόχως σημαντικῆς ἐπετείου τῆς συμπληρώσεως ἑκατονταετίας ὁλοκλήρου ἀδιαλείπτου καί ἀκμαίας παρουσίας καί θαλλούσης πνευματικῆς ζωῆς, ἀπό τῆς ἱδρύσεώς της τόν Φεβρουάριον τοῦ ἔτους 1924, ὑπό τοῦ ἀοιδίμου Προκατόχου ἡμῶν μακαριστοῦ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ζ’, ὡς Ἱερά τότε Μητρόπολις Αὐστραλίας, ἥτις βραδύτερον ἀνήχθη εἰς τήν περιωπήν τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς∙ δεῖγμα καί αὐτό τῆς προνοίας καί ἀγάπης τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας διά τόν ὑπ᾽ οὐρανόν Ἑλληνισμόν, ὅστις ἀφίχθη ἐδῶ εἰς τήν ἀχανῆ ἤπειρον τῆς Ὠκεανίας μεσοῦντος τοῦ 19ου αἰῶνος, καί, κατά τό ἀρχαῖον ἔθος τῶν προγόνων, ἔκτισε σεβάσματα τῆς πίστεως καί ἔπηξε θυσιαστήρια τοῦ Θεοῦ τῶν Πατέρων.
Εἰς τήν οἰκουμενικήν εὐθύνην καί διακονίαν τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας ἐντάσσεται καί ἡ διαποίμανσις τῶν Ὀρθοδόξων ἐκτός τῆς γεωγραφικῆς ἐπικρατείας τῶν παραδοσιακῶς Ὀρθοδόξων χωρῶν τῆς Εὐρωπαϊκῆς Ἠπείρου, οἵτινες διαβιοῦν ἐν Ἀμερικῆ, Ἀσίᾳ καί Ωκεανία, ἤτοι ἐκτός τοῦ ἐδάφους τῶν Πρεσβυγενῶν Πατριαρχείων, ἀνεξαρτήτως ἐθνικῆς καταγωγῆς, γλωσσικῆς ἰδιαιτερότητος καί πολιτισμικῶν καταβολῶν. Τό ἰδιαίτερον τοῦτο ἱεροκανονικόν προνόμιον τῆς Ὑπερορίου Δικαιοδοσίας, ὡς λέγεται ἐν τῇ κανονικῇ καί ἐκκλησιαστικῇ ὁρολογίᾳ, ἐπεφυλάχθη εἰς μόνην τήν Ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Μεγάλην Ἐκκλησίαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως, οὐχί, ὡς λέγεται συνήθως ὑπό τινων, ἐπειδή ὑπῆρξεν ἡ Αὐτοκρατορική ἕδρα τοῦ Βυζαντίου ἀλλά διότι μόνον τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον διέθετε τήν πολύτιμον πεῖραν, σοφίαν καί ἐμπειρίαν τῆς διαποιμάνσεως διαφορετικῶν λαῶν καί πολιτισμῶν.
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἐξ ἄλλου, εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῆς ἀλληλοπεριχωρήσεως, τῆς καταλλαγῆς, τῆς ἀμοιβαίας κατανοήσεως καί τῆς ἀλληλογνωριμίας, η οποία ἀντιλαμβάνεται τάς ἰδιαιτέρας ποιμαντικάς ἀνάγκας τῶν ἀνθρώπων κάθε ἐποχῆς καί κάθε τόπου, καί μέ ἄκραν εὐαισθησίαν, μητρικήν στοργήν καί ἀνοικτούς ὁρίζοντας ἵσταται παρά το πλευρόν ἑνός ἑκάστου ἐξ ἡμῶν ὡς Μήτηρ φιλόστοργος καί όχί ὡς κριτής ἀδέκαστος εἰς πᾶσαν περίστασιν ἕτοιμος νά κρίνῃ, νά ἐπικρίνῃ καί νά καταδικάσῃ. Τοῦτο, ἀσφαλῶς, οὐδόλως σημαίνει ὅτι ἡ Ἁγία ἡμῶν Ἐκκλησία συσχηματίζεται πρός τόν κόσμον καί τόν αἰῶνα τοῦτον, τουτέστι πρός τό κοσμικόν φρόνημα καί τό κακόν, τά ὁποῖα ὁδηγοῦν εἰς τόν πνευματικόν θάνατον.
Ἡ Ἀνατολική Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία διαφυλάττει ὡς κόρην ὀφθαλμοῦ, παρά τήν ἰδικήν μας ἀδυναμίαν τῶν ὀστρακίνων σκευῶν, κατά τό ἀποστολικόν λόγιον «ἔχομεν δέ τόν θησαυρόν τοῦτον ἐν όστρακίνοις σκεύεσιν» (Α’ Κορ. 4, 7), τήν ἀκαινοτόμητον ἀποστολικήν πίστιν καί τήν Παράδοσιν αὐτῆς. Καί Παράδοσις κατά τόν Ὅσιον Βικέντιον τῆς Μονῆς του Λερίνου εἰς τήν Ἐπαρχίαν τῆς Προβηγκίας τῆς Γαλλίας, ἐκ τῶν Λατίνων Πατέρων καί Διδασκάλων τῆς Ἐκκλησίας τοῦ 5ου αἰῶνος, εἶναι «ὅ,τι πάντοτε, πανταχοῦ καί ὑπό πάντων ἐπιστεύθη», («Quod ubique, quod semper, quod ab omnibus creditum est»). Ἡ Παράδοσις δηλαδή εἶναι ἡ κοινή ἐμπειρία τοῦ Ἐκκλησιαστικοῦ Σώματος, τῆς Κοινότητος τῶν πιστῶν, ἡ ὁποία ὁμολογεῖται καί διακηρύττεται ὑπό πάντων καί, πρωτίστως, βιοῦται ὑπό πάντων καί κατόπιν εἴτε παραδίδεται ἀγράφως εἴτε κωδικοποιεῖται εἰς τά δογματικά καί συμβολικά κείμενα τῆς Ἐκκλησίας ἤ εἰς τάς συγγραφάς τῶν Πατέρων αὐτῆς.
Ἡ ἀποστολική Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης, ἐκ τῶν σπλάγχνων τῆς ὁποίας ἀνεφάνησαν οἱ πλεῖστοι ἐκ τῶν μεγίστων Πατέρων καί εἰς τό ἔδαφος τῆς ὁποίας συνεκλήθησαν αἱ ἅγιαι ἑπτά Οἰκουμενικαί Σύνοδοι καί πολλαί ἐκ τῶν Τοπικῶν καί οἱ ἐν ἁγίοις Προκάτοχοι τῆς ἡμῶν Μετριότητος προήδρευσαν εἰς τάς περισσοτέρας ἐξ αὐτῶν εἶναι, ἐξ ἀντικειμένου, ὁ θεματοφύλαξ καί ἐγγυητής αὐτῆς τῆς δισχλιετοῦς Παραδόσεως τῆς Ἐκκλησίας, ἥτις ἄρχίζει ἀπό αυτόν τον ἰδίον τον Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν καί φθάνει ἕως ἡμῶν ἀδιαστάτως, ἀκαινοτομήτως καί καθολικῶς. Διότι ἡ Παράδοσις, ἐν τῇ καθ᾽ ἡμᾶς Ἀνατολικῇ Ἐκκλησίᾳ ἔχει τήν ἔννοιαν τῆς διαδοχῆς, τῆς μεταλαμπαδεύσεως τῆς ἐμπειρίας ἀπό τήν προηγουμένην γενεάν καί τούς δοκιμοτέρους εἰς τήν πίστιν, εἰς τούς ἐπιγενομένους καί νεωτέρους, ὡς σημειώνει χαρακτηριστικῶς ὁ Ἀπόστολος Παῦλος εἰς τήν δευτέραν Ἐπιστολήν του πρός τόν μαθητήν του Τιμόθεον: «Σύ οὖν, τέκνον μου, ἐνδυναμοῦ ἐν τῇ χάριτι τῇ ἐν Χριστῷ Ἰησοῦ, καί ἃ ἤκουσας παρ’ ἐμοῦ διά πολλῶν μαρτύρων, ταῦτα παράθου πιστοῖς ἀνθρώποις, οἵτινες ἱκανοί ἔσονται καί ἑτέρους διδάξαι» (Β’ Τιμ, 2, 1-2).
Αυτήν τήν καλήν μαρτυρίαν, τήν παρακαταθήκην τῆς πίστως, τήν ἀποστολικήν δηλαδή Παράδοσιν, ὡς ἐκλεκτή θυγάτηρ τοῦ Ἀποστολικοῦ Οἰκουμενικοῦ καί Πατριαρχικοῦ Θρόνου τῆς Κωνσταντινουπόλεως, διεφύλαξεν ἡ Ἱερά Ἀρχιεπισκοπή Αὐστραλίας ἀπό τῆς ἱδρύσεώς της ἕως καί σήμερον. Αὐτήν τήν ἱεράν Παράδοσιν τῆς πίστεως καί τοῦ Γένους διεφύλαξαν ὑπό τήν σκέπην καί τήν προστασίαν τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Αὐστραλίας καί οἱ εὐσεβεῖς πιστοί μετανάσται, οἵτινες ἔφθασαν εἰς τήν πέμπτην Ἤπειρον μέ ὁραματισμούς καί ἐλπίδας καί ἠγωνίσθησαν σκληρῶς καί εἰργάσθησαν τιμίως καί διετήρησαν τήν γλῶσσαν καί τήν πίστιν τῶν προγόνων των, καί μετέφεραν εἰς τήν εὐλογημένην αὐτήν χώραν τῆς Ὠκεανίας, τά ὑψηλά ἰδανικά τους, ἤτοι τήν συνοχήν τῆς οἰκογενείας, τήν συνεργασίαν μετ᾽ ἀλλήλων, τήν ἀλληλεγγύην, τήν ἐργατικότητα, τήν ὑψηλήν ἰδέαν τοῦ ἑλληνικοῦ πολιτισμοῦ, τόν σεβασμόν πρός τήν διαφορετικότητα τοῦ πλησίον, τήν συμμόρφωσιν πρός τάς κρατικάς νομοθεσίας, τήν ἀγάπην πρός τήν παιδείαν καί τόν πολιτισμόν.
Ὀφείλομεν ὅμως νά ὁμολογήσωμεν ὅτι ἡ ἱερά Παράδοσις τῆς πίστεως καί τοῦ Γένους διεφυλάχθη πρωτίστως καί κυρίως διά τῶν ἀξίων καί θεοφιλῶς ποιμανάντων τήν Ἱεράν ταύτην Ἀρχιεπισκοπήν, μακαριστῶν Ἀρχιερέων∙ ἀρχῆς γενομένης ἀπό τοῦ ἀοιδίμου πράου καί ἀνεξικάκου Χριστοφόρου τοῦ πολλά παθόντος ὑπέρ τῆς Ἐκκλησίας, ἐν συνεχείᾳ τοῦ περινουστάτου καί σοφοῦ Τιμοθέου, τοῦ ἀγαθοτάτου Θεοφυλάκτου, τοῦ προορατικοῦ καί πρωτοπόρου διά τήν ἐποχήν του Ἰεζεκιήλ, τοῦ ρηξικευλεύθου καί εὐαισθήτου ποιητοῦ Στυλιανοῦ, ἕως καί τοῦ νῦν Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου τοῦ Κρητός, τοῦ σεσοφισμένου καί ἐχέφρονος Ἀρχιερέως, ὅστις εἰσοδεύει τήν Ἱεράν Ἀρχιεπισκοπήν Αὐστραλίας εἰς τήν δευτέραν ἑκατονταετίαν της με χρηστάς ἐλπίδας καί μεγάλας προσδοκίας.
Καί εἶναι τῷ ὄντι ἄξιος ἐπαίνων καί συγχαρητηρίων ὁ Ποιμενάρχης σας, διότι ὑπακούων εις τῇν Ἁγίᾳν τοῦ Χριστοῦ Μεγάλῃν Ἐκκλησίᾳν καί τον Πατριάρχῃν ἦλθεν ἐδῶ εἰς τήν μακρινήν πέμπτην Ἤπειρον τό 2019 καί ἀπό την πρώτην στιγμήν τῆς ἀφίξεώς του ἔδωκε, κατά τό δή λεγόμενον, τά δείγματα τῆς γραφῆς του, προσκαλῶν καί περικρατῶν τόν λαόν πλησίον τῆς Ἐκκλησίας καί ἐργαζόμενος ἀόκνως καί ἀνυστάκτως ὑπέρ τῆς ἑνότητος, ἥτις διεσπάσθη εἰς μερικάς περιπτώσεις κατά τό παρελθόν, ἀλλά χάριτι Θεοῦ καί διά τῆς προσπαθείας τοῦ Ἀρχιεπισκόπου ὅλα βαίνουν πρός τήν αἰσίαν ἔκβασιν. Χαιρόμεθα ἰδιαιτέρως, διότι ἡ μέριμνα καί ἡ φροντίς τοῦ Ἀρχιεπισκόπου σας εἶναι ἡ «ἐπανεκκλησιοποίησις» καί ἡ ἀνακαίνισις τῆς ζωῆς τῆς Ἱερᾶς Ἀρχεπισκοπῆς, ἥτις δέν περιορίζεται μόνον εἰς τά ἔργα ὑποδομῆς καί εὐποιίας, διά τά ὁποῖα δικαίως πρέπει νά εἶναι ὑπερήφανος ὁ ἐκλεκτός ἀδελφός Μακάριος ἀλλά κυρίως διότι χάρις εἰς τάς ρηξικελεύθους ἐπιλογάς του καί τήν μακρόπνοον προοπτικήν του ἔθεσε τήν Ἀρχιεπισκοπήν εἰς νέας καί στερράς βάσεις διά νά εἰσέλθη εἰς τήν δευτέραν ἑκατονταετίαν τοῦ βίου αὐτῆς μέ ἀκόμη μεγαλυτέραν δυναμικήν καί περισσότερον ἐλπιδοφόρους προοπτικάς. Φρονοῦμεν ὅτι τήν δυναμικήν αὐτήν δεικνύει ἐξόχως καί ἡ ἀνακαίνισις καί ἡ ἁγιογράφησις τοῦ περικαλλοῦς Καθεδρικοῦ τούτου Ναοῦ, ἥτις ἀποτελεῖ μικρογραφίαν τῆς ἀλλαγῆς καί τῆς ἀνακαινίσεως πού συντελοῦνται ἐν τῇ Ἱερᾷ Ἀρχιεπισκοπῇ Αὐστραλίας ἀπ᾽ ἄκρου εἰς ἄκρον.
Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἠγαπημένα,
Ἡ καρδία τοῦ Πατριάρχου σας σήμερον πάλλεται ἀπό χαράν καί συγκίνησιν, πολλά βλέπομεν ὅτι ἔχουν ἀλλάξει ἀπό τῆς προηγουμένης ἐπίσκεψεώς μας, σχεδόν τριάντα χρόνια πρίν. Πρόσωπά προσφιλή λείπουν καί τά ενθυμούμεθα μέ ἱερότητα, προσευχόμενοι ὑπέρ τῆς ἀναπαύσεως τῶν ψυχῶν αὐτῶν∙ ένα καί μόνον δέν ἔχει ἀλλάξει, ἡ ἀγάπη καί ἡ ἀφοσίωσις τῶν Ἑλλήνων τῆς Αὐστραλίας εἰς τήν Μεγάλην Ἐκκλησίαν καί εἰς τήν Μητέρα Πατρίδα, ἡ προσήλωσίς των εἰς τά ἰδεώδη καί τάς παραδόσεις τοῦ Γένους, ἡ νοσταλγία τῆς ἐπιστροφῆς εἰς τά ἅγια χώματα τῶν προγόνων. Ὅμως, οἱ Ἕλληνες ἀπέκτησαν στερεάς βάσεις ἐδῶ εἰς τήν εὐλογημένην γῆν τῆς Ὠκεανίας καί ἔγιναν σημαντικόν καί ἀναπόσπαστον τμῆμα τῆς κοινωνίας, εἰς τρόπον ὥστε εἶναι παντελῶς ἄτοπον καί ἀδύνατον νά ὁμιλῇ κανείς περί τῆς συγχρόνου αὐστραλιανῆς πραγματικότητος, χωρίς νά ἀναφερθῇ διεξοδικῶς εἰς τούς Ἕλληνας Ὁμογενεῖς καί εἰς τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν.
Ἐξοχωτάτη κ. Κυβερνήτρια,
Εἴμεθα βαθύτατα εὐγνωμονες πρός τήν ὑμέτεραν Ἐξόχοτητα διά τήν λίαν τιμητικήν παρουσίαν Αὐτῆς, ὡς ἐκ προσώπου τῆς Αὐτοῦ Μεγαλειότητος τοῦ Βασιλέως, εἰς τήν σημερινήν ὑποδοχήν τῆς ἡμῶν Μετριότητος εἰς τήν Καθέδραν τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Αὐστραλίας, καί χαιρόμεθα ἰδιαιτέρως διά τήν προσγινομένην τιμήν, ἥτις ἀσφαλῶς διαβαίνει ἐπί τήν Πρωτόθρονον Ἐκκλησίαν, τό Σεπτόν Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον. Ἡ Κοινοπολιτεία τῆς Αὐστραλίας, ἀλλά καί ἡ ὑμετέρα Ἐξοχότης εἰς προσωπικόν ἐπίπεδον, ἐκφράζουν τήν ἀκλόνητον δέσμευσίν των εἰς τήν ἐλευθερίαν, τήν ἰσότητα, τήν δικαιοσύνην, τήν ἀνεκτικότητα, τόν διάλογον καί γενικῶς εἰς τάς ἀνθρωπιστικάς ἀξίας, εὐεργετήματα, ἅτινα ἀπολαμβάνουν όλοι οἱ ἐν Αὐστραλία διαβιοῦντες. Ὡς Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία μοιραζόμεθα τάς αὐτάς ἀξίας καί τάς αὐτάς ἀγωνίας διά τόν σύγχρονον ἄνθρωπον καί ὡς ἐκ τούτου συναντώμεθα καί συμπορευόμεθα. Ὅθεν, ἐκφράζομεν, διά μίαν ακόμη φοράν τήν εὐχαριστίαν καί τήν εὐγνωμοσύνην τῆς ἡμῶν Μετριότητος πρός τήν ὑμετέραν Ἐξοχότητα καί δι᾽ αὐτῆς πρός τήν Αὐτοῦ Μεγαλειότητα τόν Βασιλέα.
Ἐξοχώτατε κ. Πρωθυπουργέ τῆς Αὐστραλίας,
Ἡ παρουσία τῆς ὑμετέρας Ἐξοχότητος εἰς τήν σημερινήν ἐκδήλωσιν ἀποτελεῖ δεῖγμα αὐτῆς τῆς δυναμικῆς πνοῆς τῆς ἐν Αὐστραλίᾳ Ὁμογενείας, διό καί ἐκφράζομεν τάς εὐγνώμονας εὐχαριστίας τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καί τῆς ἡμῶν Μετριότητος προσωπικῶς διά τήν ἐξόχως τιμητικήν παρουσίαν σας. Καί βεβαίως, ἐν τῷ προσώπῳ τῆς ὑμετέρας Ἐξοχότητος, ἀπευθύνομεν ἀπείρους εὐχαριστίας ἀναδρομικῶς καί συνολικῶς πρός τήν Αὐστραλιανήν Κοινοπολιτείαν διά τήν ἀρωγήν πρός τούς Ὁμογενεῖς ἀδελφούς μας καί διά τήν εὐκαιρίαν μιᾶς καλυτέρας ζωῆς καί προοπτικῆς εἰς ἐποχάς καί ἐνιαυτούς δυσκόλους καί κάποτε τραγικούς διά τόν Ἑλληνισμόν. Γνωρίζομεν καί ἐπαινοῦμεν τό ἔργον σας, Ἐξοχώτατε κ. Πρωθυπουργέ, καί τήν στήριξιν τῆς Ὁμογενείας πρός τό πρόσωπόν σας, διότι πάντοτε εἶσθε πλησίον τῆς Ὁμογενείας τόσον θεσμικῶς ὅσον καί καρδιακῶς. Σᾶς εὐχαριστοῦμεν ἐκ βαθέων καί σᾶς ἐπαινοῦμεν διά τήν ἀγαστήν συνεργασίαν τήν ὁποίαν ἔχετε μετά τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Μακαρίου, καί διότι πάντοτε εἶσθε ἀρωγός καί συμπαραστάτης εἰς ὅ,τι καλόν συνετελεῖται εἰς τήν Ἱεράν Ἀρχιεπισκοπήν Αὐστραλίας διά τήν πρόοδον τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἡ προσωπική σας φιλία μετά τοῦ ἱερωτάτου ἀδελφοῦ Ἀρχιεπισκόπου κ. Μακαρίου συνιστᾷ ἕνα ἀκόμη ἐχέγγυον τῆς τιμῆς καί τῆς ἐκτιμήσεως σας πρός τήν Ἑλληνικήν Ὁμογένειαν καί τήν Ἱεράν Ἀρχιεπισκοπήν Αὐστραλίας. Εὐχαριστοῦμεν ὡσαύτως καί διά τάς πολλάς διευκολύνσεις ὥστε νά πραγματοποιηθῇ ἀπροσκόπτως ἡ ἐπίσκεψίς μαςαὕτη. Θά χαροῦμε δέ νά μᾶς δώσετε τήν εὐκαιρίαν νά ἀνταποδώσωμεν τήν φιλοξενίαν καί τήν ἀγάπην σας εἰς τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, εἰς τοῦ Ὁποίου τάς αὐλάς ἀσμένως ἀναμένεσθε ὑμεῖς καί ἡ συνοδεία σας.
Καλῶς συναντηθήκαμε καί πάλιν, τέκνα καί ἀδελφοί. Ἀσπαζόμεθα πάντας ὑμᾶς ἐν ἀγάπῃ Χριστοῦ βαθείᾳ, εὐλογοῦμεν ἅπαντας πατρικῶς καί Πατριαρχικῶς καί καταθέτομεν τήν εἰλικρινῆ εὐγνωμοσύνην μας διά τήν παρουσίαν καί τόν ἐνθουσιασμόν σας.
Ἡ χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καί ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καί Πατρός καί ἡ κοινωνία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος εἴη μετά πάντων ὑμῶν. Ἀμήν.
Το πρόγραμμα
Παρατίθεται το πρόγραμμα με τις κύριες εκδηλώσεις που θα πραγματοποιηθούν στο Σύδνεϋ και τη Μελβούρνη κατά τη διάρκεια της Αποστολικής Πατριαρχικής επισκέψεως, ενώ για περισσότερες πληροφορίες σχετικώς με τις εκδηλώσεις και για κρατήσεις θέσεων, όπου απαιτείται, οι ενδιαφερόμενοι μπορούν να επισκέπτονται τον ιστότοπο: patriarchvisit.org.au.
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΣΤΟ ΣΥΔΝΕΫ
- Επίσημη Δοξολογία επί τη υποδοχή του Οικουμενικού Πατριάρχου
Σάββατο 5 Οκτωβρίου, 10:00 π.μ. έως 12:00 μ.
Ιερός Καθεδρικός Ναός του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου (242 Cleveland St, Redfern NSW)
- Συναυλία – Εορτασμός των 100 ετών της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αυστραλίας
Σάββατο 5 Οκτωβρίου, 6:00 – 8:00 μ.μ.
Seymour Centre, Πανεπιστήμιο του Σύδνεϋ (Cnr City Road & Cleveland St, Chippendale NSW)
- Πατριαρχική Θεία Λειτουργία
Κυριακή 6 Οκτωβρίου, 7:30 π.μ. – 12:00 μ.
ICC Sydney Theatre (14 Darling Dr, Sydney NSW)
- Επίσημο Δείπνο
Τρίτη 8 Οκτωβρίου, 18:00
ICC Grand Ballroom (14 Darling Dr, Sydney NSW)
ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΕΚΔΗΛΩΣΕΩΝ ΣΤΗ ΜΕΛΒΟΥΡΝΗ
- Πατριαρχική Θεία Λειτουργία
Κυριακή, 13 Οκτωβρίου, 7:30 π.μ. – 12:00 μ.
Margaret Court Arena, Olympic Blvd, Μελβούρνη
- Παρέλαση προς τιμήν του Οικουμενικού Πατριάρχου
Κυριακή 13 Οκτωβρίου, 1:30 μ.μ. – 3:30 μ.μ.
KIA Arena, 200 Batman Ave, Μελβούρνη
- Επίσημο Δείπνο
Δευτέρα 14 Οκτωβρίου, 6:00 μ.μ.
Melbourne Park, Olympic Blvd, Μελβούρνη
(Κεντρική φωτογραγία: Νίκος Παπαχρήστου)