Παρουσία του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου πραγματοποιήθηκε χθες το απόγευμα ,η Ενθρόνιση του νέου Ηγουμένου της Μονής Θεοφιλεστάτου Επισκόπου Ερυθρών κ. Κυρίλλου.
Σας παραθέτουμε τον Ενθρονιστήριο Λόγο του νέου Ηγουμένου έτσι όπως εκφωνήθηκε κατά την τελετή ενθρόνισης που έγινε χθες στον Ιερό Ναό της Αγίας Τριάδας στην Χάλκη, στον λόφο της Ελπίδας.
Ἐνθρονιστήριος Λόγος
Ἐπισκόπου Ἐρυθρῶν κ. Κυρίλλου
8/6/2019
Παναγιώτατε Δέσποτα,
Συνηθίζεται στὶς ἐνθρονήσεις, οἱ ἐνθρονιζόμενοι νὰ ἐκφωνοῦν λογίδρια, τοὺς λεγομένους ἐπιβατηρίους λόγους, στοὺς ὁποίους ὡς ἐπὶ τὸ πλεῖστον παρουσιάζουν τὸ εὐρύτερο πρόγραμμα καὶ τοὺς στόχους τους πρὸς τὴν νέαν ἀνάληψη τῶν καθηκόντων τους.
Ζητῶ τὴν ἄδεια καὶ τὴν εὐλογία Σᾶς νὰ μὴν πράξω κάτι ἀνάλογο.
Πρῶτον γιατὶ πιστεύω ὅτι διὰ κάθε κληρικὸ καὶ σὲ ὁποιαδήποτε θέση, ὁ προγραμματισμός του, ὁ στόχος του καὶ ἡ προσδοκία καθορίζε-ται ἀπὸ τὸν ἴδιο τὸν ἀρχηγὸ τῆς πίστεώς μας, τὸν Χριστόν μας καὶ ἀπὸ τὴν ἴδια τὴν Ἐκκλησία μας. Δὲν μπορεῖ νὰ εἶναι κάτι διαφορετικὸ ὁ προγραμματισμός μας ἐκτὸς ἀπ’ αὐτὸν γιὰ τὸν ὁποῖον ἦρθε στὸν κόσμο ὁ Χριστὸς καὶ ἴδρυσε τὴν μία, Ἁγία, Καθολικὴ καὶ Ἀποστολικὴ Ἐκκλησία.
Ὁ ἐσχατολογικὸς καὶ σωτηριολογικὸς στόχος καὶ σκοπὸς καὶ ἡ ἐν τῷ κόσμῳ ἀποστολὴ τῆς Ἐκκλησίας μας ἀποτελεῖ τὸ λοιπὸν, προγραμματισμὸ καὶ στόχο καὶ προσδοκία καὶ σκοπὸ ὅλων ἡμῶν. Ἡ δὲ ἄνευ ὅρων καὶ μέχρι θυσίας διακονία μας αὐτῆς τῆς ἀποστολῆςεἶναι ἡ ὑπόσχεσίς μας καὶ ἡ πιστότητά μας ἀπέναντι στὸν Θεὸν καὶ τοὺς ἀνθρώπους. Ὅπως συνηθίζεται νὰ λέτε Παναγιώτατε: «ἡ θεανθρώπινη διακονία καὶ ἡ θυσιαστικὴ προσφορά».
Δεύτερον, δὲν χρειάζονται ἐξαγγελίες προγραμμάτων γιατὶ ὅτι ἔχουμε νὰ ποῦμε ἐμεῖς οἱ κληρικοὶ, καὶ ὄχι μόνον, τὸ εἶπε ὁ Δημιουργὸς καὶ πλάστης τοῦ σύμπαντος κόσμου πάνω στὸν θρόνο Του. Ὁ Χριστός μας πάνω στὸν Σταυρό Του. Τὶ περισσότερα καὶ διαφορετικὰ νὰ ποῦμε ἐμεῖς ἀπὸ ἐκεῖνα ποὺ ὁ Ἐσταυρωμένος Ἰησοῦς εἶπε;
Ἕνας τρίτος λόγος ποὺ δὲν ἐπιτρέπει τὶς ἐξαγγελίες προγραμμάτων εἶναι ἡ ὔπαρξη αὐτοῦ τοῦ ἱεροῦ καὶ ἅγιοτρόφου τούτου τόπου.
Ἡ Ἱερὰ βυζαντινὴ Πατριαρχικὴ καὶ Σταυροπηγιακὴ Μονὴ τῆς Ἁγίας Τριάδος καὶ ἡ μετ’ αὐτῆς συστεγασμένη Ἱερὰ Θεολογικὴ Σχολὴ τῆς Χάλκης. Οἱ Ὅσιοι βυζαντινοὶ κτήτορες, οἱ Ἅγιοι Ἐπανιδρυτὲς Πατέρες καὶ ἱεράρχες, οἱ Ἁγιοπνευματικοὶ διδάσκαλοι, οἱ ὁσιότατοι Πατέρες καὶ ἀδελφοὶ ἔθεσαν ἀπ’ ἀρχαιοτάτων χρόνων τὰ ὅρια καὶ τοὺς ὅρους, τοὺς στόχους καὶ τὴν ἀποστολὴ τῶν Ἱερῶν τούτων καθιδρυμάτων τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας καὶ μάλιστα σὲ μίαν συναλληλία μὲ αὐτὴν τοῦ Πανσέπτου Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μας.
Πῶς ἡμεῖς νὰ μεταθέσουμε αὐτὰ τὰ ὅρια τὰ ὅποῖα ἔθεσαν οἱ Ἁγιοι Πατέρες ἡμῶν; Εἰ μὴ μόνον νὰ διακονήσουμε τὴν ἀποστολὴ ποὺ ἐκεῖ ἔθεσαν ὡς διακονίαν θυσιαστικῆς ἀγάπης καὶ δεῖ ἐν τῷ κόσμῳ τούτῳ καὶ ἐν τῷ νῦν αἰώνι.
Ἡ παρουσία τόσων καὶ τόσο Μεγάλων καὶ σπουδαίων μορφῶν ποὺ κατὰ τὸν ροῦν τῆς ἱστορίας αἰῶνων τῶν ἱερῶν τούτων σκηνωμάτων παρήλασαν ἀπὸ αὐτὰ, μὰς ἐπιβάλουν τὴν μετὰ δέους καὶ σιγὴν παραλαβὴν καὶ συνέχεια τῆς Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς παραδόσεως αὐτῶν.
Ἀπὸ τὴν μίαν μεριά, ἡ ἁγιοπατερικὴ παράδοσις, ἡ ἀσκητική, ἡ μοναχικὴ ζωὴ καὶ ἀκρίβεια τῶν μοναχικῶν κανόνων τῆς Ἱερᾶς Μονῆς καὶ ἀπὸ τὴν ἄλλη ἡ ἐπίκτιση τῆς Ἱερᾶς Ἐπιστήμης τῆς Θεολογίας, ἡ κατὰ Θεὸν ἀλλὰ καὶ ἄνθρωπον σπουδὴ καὶ γνώση, ἀποτελοῦν τοὺς ὁδοδείκτας αὐτοῦ τοῦ χώρου δι’ ὅλους μας.
Ὑπάρχει ὅμως καὶ ἕνας ἀκόμη σπουδαῖος καὶ μοναδικὸς ὡς πρὸς τὸ εἶδος του λόγος, ὁ ὁποῖος μὰς ἐπιβάλει τὴν ἐν σιγῇ καὶ φόβῳ καὶ ταπεινώσι ἀνάληψη τῶν Ἱερῶν καθηκόντων τῆς ἡγουμενίας τῆς Ἱερᾶς ταύτης Μονῆς καὶ σχολῆς. Καὶ αὐτὸς ὁ ξεχωριστός, ὁ ἰδιάζον λόγος, εἶστε Ἐσεῖς Παναγιώτατε.
Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ὁ Πατριάρχης τοῦ Γένους, ὁ Ἴμβριος Πατριάρχης, ὁ Πατριάρχης τῆς ἀγάπης, τῆς ἀληθείας, τῆς δικαιοσύνης, τῆς ἐντιμότητας, τοῦ θάρρους τῆς ψυχικῆς δύναμης, τῆς τόλμης, τοῦ ρίσκου, ὁ Πατριάρχης τῆς Ρωμαίικης Καρδιᾶς καὶ τῆς Ὀρθόδοξης Ψυχῆς. Ὁ Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης ποὺ ἀπὸ μικρὸς μαθητής, ὅπως γράφατε στὶς ἐκθέσεις σας τότε, προσδοκούσατε τὸν χρόνο καὶ ἑτοιμάζατε τὸν τρόπο γιὰ νὰ διακονήσετε πέρα καὶ πάνω ἀπὸ δεδομένα τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ, εἰς τὴν Οἰκουμένην καὶ ἐν τῷ Παγκοσμίῳ γίγνεσθε.
Ἐσεῖς Παναγιώτατε γιὰ ὅλη τὴν Οἰκουμένη, γιὰ ὅλη τὴν Ἐκκλησία, ἀλλὰ καὶ γιὰ τὴν Ἁγία Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία, τὸ ἱλαρὸν καὶ ταπεινὸν μὰ πάντοτε ἁείφωτον Φανάριον, γιὰ τὴν Βασιλεύουσα πόλη τῶν πόλεων, γιὰ τὴν γήγενὴ Ρωμιοσύνη, γιὰ τὰ ἱερὰ σκηνώματα τῆς καθ’ ἡμᾶς ἀνατολῆς, γιὰ τόπους μαρτυρίων καὶ μαρτυρίας, γιὰ πονεμένους, λυπημένου, ἀδικημένους, ἀλλὰ καὶ ἐυλογημένους, καὶ χαρούμενους, γιὰ τὴν μονὴ καὶ σχολὴ ταύτη ἰδιαιτέρως, ξεπεράσατε προγραμματισμούς, δηλώσεις, σχεδιασμοὺς καὶ κενώσατε τὸν ἑαυτὸ Σας καὶ συνεχίζεται χωρὶς νὰ ὑπολογίζετε τὸ ὁποιοδήποτε κόστος, μὲ εἰλίκρίνεια, μὲ ἀλήθεια, μὲ δικαιοσύνη καὶ πάνω ἀπ’ ὅλα μὲ ἀγάπη ἀληθινή, πατρική. Ἐσεῖς Παναγιώτατε, δὲν ἀφήνετε περιθώρια γιὰ νέους καὶ ἀλλότριους προγραμματισμούς.
Ἡ ζωή σας, ἡ παρουσία σας, ἡ στάση τῆς ὑπαρξιακῆς ὀντότητάς Σας ὡς Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου, ἀλλὰ καὶ ὡς ἀνθρώπου τοῦ Θεοῦ, ἀποτελεῖ γιὰ ὅλους μας τῦπον καὶ ὑπογραμμόν Ἐκκλησιαστικῆς Διακονίας.
Διὰ ταῦτα πάντα Παναγιώτατε ἐπιτρέψατέ μοι νὰ μὴν ἀναφερθῶ σὲ προγραμματισμούς, ἀλλὰ ἐν ταπεινώσει καὶ ἐν σιγῆ, ὅπως ἀρμόζει εἰς τὴν ὥραν ταύτη καὶ ἁγίαν ἡμέραν, νὰ ἀποδεχθῶ τὴν προσγινομένην εἰς τὴν οὐδενίαν μου συγκατάβασιν, τὴν μεγάλην εὐλογία, τὴν ἀκόμη μεγαλύτερην τιμήν, τὴν ὕψιστον χάριν, κλίνωντας ἐνώπιόν Σας τὸ γόνυ τῆς ψυχῆς καὶ τοῦ σώματος, τὸν αὐχένα καὶ τὴν κεφαλὴν τῆς ἐμῆς ἐλεεινότητος.
Ὅμως μοῦ εἶναι ἀδύνατον ταύτην τὴν στιγμήν, νὰ μὴν ἐκφράσω τὰς ἐκ τῶν ψυχείων τῆς καρδίας μου, ἐνθέρμους, ἀπείρους καὶ εὐγνωμόνους εὐχαριστίας μου:
Πρὸς τὸν ἔν Τριάδι ἕναν, ζωαρχικόν, Πανάγιον ὁμοούσιον καὶ συναϊδιον Τριαδικὸν Θεόν. Τὴν ἁγία Τριάδαν εἰς τὴν ὁποίαν ἀφιερώθη καὶ καθηγιάσθη τὸ ἱερὸν τοῦτο τῆς Μονῆς καὶ Σχολῆς Ἱερὸν Θυσιαστήριον καὶ τὸ πάνσεπτον καὶ πάμφωτον τοῦτο μοναστηριακὸν Καθολικὸν.
Τὴν Κυρίαν Θεοτόκον, τὴν Παυσολίπην Καμμαριότισσαν, τὴν ἁγίαν τοῦ Θεοῦ μητέραν, τὴν ἔφορον καὶ προστάτην τοῦ μοναχισμοῦ, τὴν Γερόντισσαν, τὴν ὁποία καὶ γονυκλινὼς ἱκετεύω ἵνα μὲ σκεπάζει καὶ νὰ μὲ διαφυλάττει, ἀσφαλῶς καὶ νὰ μὲ καθοδηγεῖ εἰς τὴν διακονίαν τῆς Ἡγουμενίας τῆς Ἱερᾶς ταύτης Μονῆς.
Τοὺς Πάτρωνας καὶ πολιούχους πρωστάτας τῆς Μονῆς καὶ Σχολῆς μας, τοὺς κτήτορες καὶ ἐπανιδρυτὲς αὐτῶν, τὸν Ἱερὸν Φώτιον τὸν Μέγαν καὶ τὸν ἐν Ἁγίας Ἁγίων Πατέρα ἡμῶν Γερμανόν, Πατριάρχην Κωνσταντινουπόλεως.
Τὸν Ἅγιο τῆς Σκήτεώς μας, τὸν Ἅγιο Σπυρίδωνα καὶ τοὺς ἁγίους τῶν ἄλλων δύο σκήτεων μας, τῆς Μεταμορφόσεως καὶ τοῦ Ἁγ, Ἀρσενίου. Ὅλους τοὺς Ἁγίους, οἱ ὁποῖοι διῆλθον καθοιοδήποτε τρόπο ἐκ τῆς Μονῆς μας καὶ βεβαίως τὸν προστάτην Ἅγιον μου, τὸν Μέγα τῆς Ἀλεξανδρείας Ποιμένα Κύριλλον.
Ἀτενίζοντας τὸ Πάνσεπτον πρόσωπόν Σας, Παναγιώτατε, τρέμω καὶ δειλεῶ καὶ πτοοῦμαι καὶ σκέπτομαι ἐξ ἀγάπης καὶ σεβασμοῦ καὶ εὐγνωμοσύνης καὶ εὐχαριστιῶν, τίνι τρόπῳ καὶ διὰ τινῶν λόγων, νὰ ἐκφράσω, τὰς πολλὰς καὶ μεγάλας εὐχαριστίας μου.
Νὰ σιωπήσω; Φοβᾶμαι νὰ μὴν φανῶ ἀγνῶμον καὶ ἀχάριστος!
Νὰ ὁμιλήσω; Φοβᾶμαι ἐν εἰλικρινείᾳ, νὰ μὴν χαρακτηρισθῶ ὡς φλύαρος ἤ καὶ κόλαξ!
Νὰ πράξω τί; Φοβᾶμαι νὰ μὴν φερθῶ ὡς ἀνόητος ἤ παράφρον!
Ἐσεῖς γνωρίζετε τὸ μέγεθος τοῦ σεβασμοῦ, τῆς υἱικῆς ἀγάπης τῆς ὁλοκληρωτικῆς καὶ ἄνευ ὅρων ἀφοσιώσεώς μου, εἰς τὸ Πρόσωπόν Σας, εἰς τὴν Μητέρα Ἐκκλησία, εἰς τοὺς Ἱεροὺς Θεσμούς, εἰς τὴν γῆν τῶν Πατέρων καὶ προγόνων μας.
Ἡ θέλησήν σας νὰ μοῦ ἐμπιστευθεῖτε τὴν Μονὴν καὶ Σχολὴν ταύτην, τὸ λόφο τῆς Ἐλπίδος, τὴν Ἐρατινὴν Χάλκην, καταδεικνύουν καὶ εἰς ἐμὲ ἀλλὰ καὶ εἰς ὅλους τὴν πολλήν Σας πρὸς ἐμὲ Πατρικὴν καὶ Πατριαρχικὴν ἀγάπην καὶ στοργὴν καὶ μέριμνα.
Ἀλήθεια, κατὰ τὸ ἀποστολικόν, δὲν μοῦ ἀρκεῖ, δὲν μοῦ φτάνει ὁ χρόνος διηγούμενος τὰ ὅσα εἰς ἐμὲ ἐποιήσατε φιλοστόργως, Παναγιώτατε Γέροντα.
Εὐχαριστῶ τὴν σεβασμίαν χορείαν τῶν ἁγίων ἀρχιερέων, τὴν συναποτελούσαν τὴν περὶ Ὑμᾶς Παναγιώτατε, Ἐνδυμούσαν σύνοδον καὶ τοὺς τῆς εὐρυτέρας Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἁγίους Ἀρχιερεῖς.
Εὐχαριστῶ τοὺς Σεβασμιωτάτους ἀρχιερεῖς τῆς Ἐφορίας τῆς Μονῆς καὶ Σχολῆς μας.